Mητσοτάκης-Ιερώνυμος: Τι ειπώθηκε πίσω από τις «κλειστές πόρτες» της ΔΙΣ
Συμπόρευση στη μάχη κατά του κοροναϊού
Ο υψηλός συμβολισμός ήταν εξαρχής εμφανής: Για πρώτη φορά πρωθυπουργός παρέστη και μίλησε στη συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου (ΔΙΣ) της Εκκλησίας της Ελλάδος και για πρώτη φορά το πρωθυπουργικό Γραφείο και η (ΔΙΣ) εξέδωσαν κοινό ανακοινωθέν.
Αυτή ήταν η επισφράγιση μιας καλής θεσμικής και προσωπικής σχέσης που έχουν δομήσει τα τελευταία δυόμισι χρόνια οι κ. Μητσοτάκης και Ιερώνυμος, με αφετηρία την πρώτη τους συνάντηση μετά τις εκλογές του Ιουλίου του 2019, όταν ο πρωθυπουργός, μεταξύ άλλων, διαβεβαίωσε τον Αρχιεπίσκοπο ότι στην επικείμενη τότε αναθεώρηση του Συντάγματος δεν θα αλλάξουν τα Αρθρα 3 και 13, στα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ ήθελε να κατοχυρώσει το ουδετερόθρησκο κράτος και τον πολιτικό όρκο.
Μέσα στην περίοδο της πανδημίας, ο κ. Ιερώνυμος στήριξε πολλάκις δημόσια την ανάγκη τόσο της τήρησης των μέτρων για τον κορονοϊό όσο και του εμβολιασμού, ενώ η καλή συνεννόηση των δύο πλευρών αποδείχθηκε και στην προετοιμασία της επίσκεψης του Πάπα Φραγκίσκου στην Ελλάδα.
Πίσω από τις κλειστές πόρτες της Μονής Πετράκη, την περασμένη Δευτέρα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξήγησε στους Μητροπολίτες την κρισιμότητα της κατάστασης με την έξαρση του τέταρτου κύματος της πανδημίας του κορονοϊού και την εμφάνιση της μετάλλαξης «Ομικρον», καθώς και την ανάγκη αύξησης της εμβολιαστικής κάλυψης και της τήρησης των μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας, για τα οποία ζήτησε τη συνδρομή τους.
Οπως σημειώνει η σχετική ανακοίνωση, κοινή διαπίστωση του πρωθυπουργού και του Αρχιεπισκόπου αποτέλεσε η ανάγκη να επιδειχθούν ιδιαίτερη προσοχή και επιμονή στη γενική προσπάθεια για τον καθολικό εμβολιασμό του πληθυσμού, ιδιαίτερα στις περιοχές όπου υπάρχει χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη.
Αυτή είναι η δεύτερη φορά που η Εκκλησία αφήνει μια τέτοιας μορφής έμμεση αιχμή, καθώς στις αρχές του Νοεμβρίου συνεργάτες του Αρχιεπισκόπου τόνιζαν πως το θέμα της αντιμετώπισης της πανδημίας δεν προσφέρεται για μικροκομματική και μικροπολιτική εκμετάλλευση, ούτε η Εκκλησία δέχεται να γίνεται εργαλείο από οιονδήποτε επιθυμεί να εξυπηρετήσει τις δικές του σκοπιμότητες. Είχε προηγηθεί η εγκύκλιος της Ιεράς Συνόδου, με την οποία καλούσε τους πιστούς που δεν έχουν εμβολιαστεί ακόμη να προσέρχονται στους ιερούς ναούς αφού έχουν υποβληθεί σε διαγνωστικό τεστ, κάτι που είχε αξιοποιήσει πολιτικά η αντιπολίτευση για να επιτεθεί στην κυβέρνηση.
Πρόσφατα, ικανοποιώντας ένα αίτημα πολλών ετών της Εκκλησίας, το υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων προχώρησε νομοθετικά στον εκσυγχρονισμό και την αναδιοργάνωση της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης, αναβαθμίζοντας τον Κλήρο και τις εκκλησιαστικές σπουδές, δημιουργώντας μάλιστα ειδική, μεταδευτεροβάθμια δομή εκκλησιαστικής εκπαίδευσης, τις Σχολές Μαθητείας Υποψηφίων Κληρικών.
Το νομοσχέδιο εκείνο αποτέλεσε ακόμα ένα καθοριστικό βήμα στην προσέγγιση και τη δημιουργία καλού κλίματος στις σχέσεις του Αρχιεπισκόπου και της Ιεράς συνόδου με την κυβέρνηση.
Τόνισε ότι αυτό ουδεμία επιπλέον πρόσληψη, πέραν των τακτικών και κατ’ έτος προγραμματισμένων, συνεπάγεται, ουδεμίας μορφής μονιμοποίηση και, ως εκ τούτου, κανένα πρόσθετο δημοσιονομικό βάρος.
Ο κ. Μητσοτάκης, από την πλευρά του, δεσμεύθηκε για την έναρξη διαλόγου για τα ζητήματα αυτά, με άξονες την κοινωνική συνοχή, τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη διαφάνεια. Οπως σημειώνει, εξάλλου, και η ανακοίνωση -γραμμένη προσεκτικά από τους στενούς συνεργάτες των κ. Μητσοτάκη και Ιερώνυμου-, τα ζητήματα αυτά απασχολούν διαχρονικά την Εκκλησία και, προφανώς, δεν δύνανται να επιλυθούν στο πλαίσιο μιας συνάντησης, αλλά πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο ενδελεχούς και ρεαλιστικής μελέτης.
Αυτή ήταν η επισφράγιση μιας καλής θεσμικής και προσωπικής σχέσης που έχουν δομήσει τα τελευταία δυόμισι χρόνια οι κ. Μητσοτάκης και Ιερώνυμος, με αφετηρία την πρώτη τους συνάντηση μετά τις εκλογές του Ιουλίου του 2019, όταν ο πρωθυπουργός, μεταξύ άλλων, διαβεβαίωσε τον Αρχιεπίσκοπο ότι στην επικείμενη τότε αναθεώρηση του Συντάγματος δεν θα αλλάξουν τα Αρθρα 3 και 13, στα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ ήθελε να κατοχυρώσει το ουδετερόθρησκο κράτος και τον πολιτικό όρκο.
Μέσα στην περίοδο της πανδημίας, ο κ. Ιερώνυμος στήριξε πολλάκις δημόσια την ανάγκη τόσο της τήρησης των μέτρων για τον κορονοϊό όσο και του εμβολιασμού, ενώ η καλή συνεννόηση των δύο πλευρών αποδείχθηκε και στην προετοιμασία της επίσκεψης του Πάπα Φραγκίσκου στην Ελλάδα.
Πίσω από τις κλειστές πόρτες της Μονής Πετράκη, την περασμένη Δευτέρα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξήγησε στους Μητροπολίτες την κρισιμότητα της κατάστασης με την έξαρση του τέταρτου κύματος της πανδημίας του κορονοϊού και την εμφάνιση της μετάλλαξης «Ομικρον», καθώς και την ανάγκη αύξησης της εμβολιαστικής κάλυψης και της τήρησης των μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας, για τα οποία ζήτησε τη συνδρομή τους.
Οπως σημειώνει η σχετική ανακοίνωση, κοινή διαπίστωση του πρωθυπουργού και του Αρχιεπισκόπου αποτέλεσε η ανάγκη να επιδειχθούν ιδιαίτερη προσοχή και επιμονή στη γενική προσπάθεια για τον καθολικό εμβολιασμό του πληθυσμού, ιδιαίτερα στις περιοχές όπου υπάρχει χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη.
Αιχμή για την στάση του ΣΥΡΙΖΑ
Σε μια φράση που ερμηνεύεται και ως αιχμή για τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ το τελευταίο διάστημα, η ανακοίνωση αναφέρει ότι «Πολιτεία και Εκκλησία, πάντα στο πλαίσιο των διακριτών ρόλων και αρμοδιοτήτων τους, αντιμετωπίζουν όχι μόνο την πανδημία, αλλά και όσους την εργαλειοποιούν, αναζητώντας ή ακόμα και υποδαυλίζοντας εντάσεις στις σχέσεις μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας».Αυτή είναι η δεύτερη φορά που η Εκκλησία αφήνει μια τέτοιας μορφής έμμεση αιχμή, καθώς στις αρχές του Νοεμβρίου συνεργάτες του Αρχιεπισκόπου τόνιζαν πως το θέμα της αντιμετώπισης της πανδημίας δεν προσφέρεται για μικροκομματική και μικροπολιτική εκμετάλλευση, ούτε η Εκκλησία δέχεται να γίνεται εργαλείο από οιονδήποτε επιθυμεί να εξυπηρετήσει τις δικές του σκοπιμότητες. Είχε προηγηθεί η εγκύκλιος της Ιεράς Συνόδου, με την οποία καλούσε τους πιστούς που δεν έχουν εμβολιαστεί ακόμη να προσέρχονται στους ιερούς ναούς αφού έχουν υποβληθεί σε διαγνωστικό τεστ, κάτι που είχε αξιοποιήσει πολιτικά η αντιπολίτευση για να επιτεθεί στην κυβέρνηση.
Η αναφορά στη μεγάλη μεταρρύθμιση της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης και τα ζητήματα της περιουσίας της Εκκλησίας και της μισθοδοσίας των κληρικών.Ο Αρχιεπίσκοπος έκανε ιδιαίτερη αναφορά στη μεγάλη μεταρρύθμιση της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης.
Πρόσφατα, ικανοποιώντας ένα αίτημα πολλών ετών της Εκκλησίας, το υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων προχώρησε νομοθετικά στον εκσυγχρονισμό και την αναδιοργάνωση της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης, αναβαθμίζοντας τον Κλήρο και τις εκκλησιαστικές σπουδές, δημιουργώντας μάλιστα ειδική, μεταδευτεροβάθμια δομή εκκλησιαστικής εκπαίδευσης, τις Σχολές Μαθητείας Υποψηφίων Κληρικών.
Το νομοσχέδιο εκείνο αποτέλεσε ακόμα ένα καθοριστικό βήμα στην προσέγγιση και τη δημιουργία καλού κλίματος στις σχέσεις του Αρχιεπισκόπου και της Ιεράς συνόδου με την κυβέρνηση.
Διάλογος για τα ζητήματα του κλήρου
Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος στην παρέμβασή του κατά τη συνεδρίαση της ΔΙΣ έθεσε τα ζητήματα της αξιοποίησης της εκκλησιαστικής περιουσίας και του νομοθετικού εξορθολογισμού και επικαιροποίησης του πλαισίου του 1945, που αφορά τους κληρικούς, με βάση το οποίο κανονικά θα έπρεπε να μισθοδοτούνται μόνο οι έγγαμοι κληρικοί.Τόνισε ότι αυτό ουδεμία επιπλέον πρόσληψη, πέραν των τακτικών και κατ’ έτος προγραμματισμένων, συνεπάγεται, ουδεμίας μορφής μονιμοποίηση και, ως εκ τούτου, κανένα πρόσθετο δημοσιονομικό βάρος.
Ο κ. Μητσοτάκης, από την πλευρά του, δεσμεύθηκε για την έναρξη διαλόγου για τα ζητήματα αυτά, με άξονες την κοινωνική συνοχή, τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη διαφάνεια. Οπως σημειώνει, εξάλλου, και η ανακοίνωση -γραμμένη προσεκτικά από τους στενούς συνεργάτες των κ. Μητσοτάκη και Ιερώνυμου-, τα ζητήματα αυτά απασχολούν διαχρονικά την Εκκλησία και, προφανώς, δεν δύνανται να επιλυθούν στο πλαίσιο μιας συνάντησης, αλλά πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο ενδελεχούς και ρεαλιστικής μελέτης.