Ένα από τα ζητήματα που απασχολούν έντονα κάθε νοικοκυριό και κάθε επιχείρηση είναι η σχέση ποιότητας και κόστους στις τηλεπικοινωνίες. Η δεκαετής κρίση άφησε βαθύ αποτύπωμα και σε αυτόν τον τομέα, δημιουργώντας σημαντικές εκκρεμότητες και στρεβλώσεις, που τις περισσότερες φορές απέβαιναν σε βάρος των καταναλωτών. Και αν η ανάπτυξη των έξυπνων κινητών κράτησε το επενδυτικό ενδιαφέρον στην κινητή τηλεφωνία, ιδίως η σταθερή έμεινε αρκετά πίσω.

Έτσι, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ookla, η Ελλάδα βρίσκεται στην 25η θέση διεθνώς όσον αφορά την κινητή τηλεφωνία, αλλά μόλις στην 92η αναφορικά με τη σταθερή. Για τον λόγο αυτόν, ήδη από τις πρώτες ημέρες του κοινοβουλευτικού της βίου η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη προσπαθεί μεθοδικά, με σχέδιο και ταχύτητα να διορθώσει αυτές τις ανορθογραφίες. Η ανακοίνωση μέσα στην εβδομάδα ότι ολοκληρώθηκε η διαγωνιστική διαδικασία για το έργο του Ultra Fast Broadband θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική εξέλιξη από εκείνους που γνωρίζουν την αγορά.

Μια εξέλιξη που δεν είναι αποσπασματική, αλλά αποτελεί έναν από τους πολλούς κρίκους μιας αλυσίδας που σταθερά και μεθοδικά δημιουργεί η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης, με τον υπουργό Κυριάκο Πιερρακάκη, τον υφυπουργό Θοδωρή Λιβάνιο και τον γενικό γραμματέα Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, Θανάση Στάβερη.

Το πρώτο βήμα

Η ομάδα του Κυριάκου Πιερρακάκη φρόντισε εξαρχής να δείξει τις προθέσεις της και σε αυτό το πεδίο. Το πρώτο βήμα δεν άργησε να γίνει και αφορούσε το νομοθετικό επίπεδο. Συγκεκριμένα, τον Οκτώβριο του 2019 στο νομοσχέδιο «Επενδύω στην Ελλάδα» ήρθαν προς ψήφιση στη Βουλή μια σειρά από διατάξεις αναφορικά με την αδειοδότηση των κεραιών. Επρόκειτο για ιδιαίτερα «τεχνικές» διατάξεις, οι οποίες, ωστόσο, αποτύπωσαν από πολύ νωρίς τη φιλοσοφία του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης: απλούστευση διαδικασιών, εξορθολογισμός κριτηρίων, ουσιαστικός έλεγχος.

Τι νέο εισήγαγαν τα συγκεκριμένα άρθρα; Οτι πλέον οι κεραίες αποκτούσαν επιτέλους ένα ξεκάθαρο, σαφές και λειτουργικό σύστημα αδειοδότησης, χωρίς να χρειάζονται για κάθε αναβάθμιση άδειες από το μηδέν, ακόμα και από την Πολεοδομία. Ετσι, από μια μέση καθυστέρηση αδειοδότησης 18 μηνών, με τη νέα διαδικασία ο χρόνος αυτός έχει μειωθεί πλέον κατακόρυφα και βρίσκεται ήδη κάτω από τους πέντε μήνες, με τον στόχο να είναι να προσεγγίσει τους τρεις.

Η δεύτερη παρέμβαση

Νομοθετικής φύσης ήταν και το δεύτερο βήμα στις τηλεπικοινωνίες, καθώς τον Σεπτέμβριο του 2020 το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης εισήγαγε στην εθνική νομοθεσία την ευρωπαϊκή οδηγία για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες. Ο Ευρωπαϊκός Κώδικας Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών έχει ως αντικείμενο την ενίσχυση της θέσης των καταναλωτών, κάνοντας σαφέστερες τις συμβάσεις, ενδυναμώνοντας τον ανταγωνισμό και βελτιώνοντας τις προδιαγραφές για τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Η συγκεκριμένη ενωσιακή οδηγία ψηφίστηκε μαζί με τον νόμο για την ψηφιακή διακυβέρνηση με ευρύτατη κοινοβουλευτική πλειοψηφία.

Η Ελλάδα, μάλιστα, ήταν η πρώτη χώρα που ενσωμάτωσε την οδηγία στο εθνικό της Δίκαιο και μία από τις ελάχιστες που το έπραξαν νωρίτερα από την ορισθείσα προθεσμία. Είναι ενδεικτικό ότι η Επιτροπή απέστειλε προειδοποιητικές επιστολές σε περισσότερα από είκοσι κράτη-μέλη για να επιταχύνουν τις νομοθετικές τους διαδικασίες.

Η δημοπρασία του 5G

Εχοντας πλέον εκσυγχρονίσει το νομοθετικό του οπλοστάσιο, λίγες ημέρες πριν από το τέλος του 2020 το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης σημείωσε την πρώτη μεγάλη του επιτυχία στο πεδίο αυτό. Και αυτή δεν ήταν άλλη από την ολοκλήρωση της δημοπρασίας του φάσματος για την ανάπτυξη των δικτύων πέμπτης γενιάς, του γνωστού μας 5G. Το ξέσπασμα της πανδημίας οδήγησε σχεδόν όλες τις ευρωπαϊκές χώρες να ζητήσουν και να λάβουν παράταση των σχετικών διαδικασιών, κάτι που όμως δεν χρειάστηκε η Ελλάδα, καθώς, παρά τον κορονοϊό, κατάφερε να ολοκληρώσει δεκάδες νομοθετικές και διοικητικές διαδικασίες εντός χρονοδιαγράμματος. Χαρακτηριστικά, το Παρατηρητήριο για το 5G της Ευρωπαϊκής Ενωσης κατέταξε την Ελλάδα στις τρεις πρώτες θέσεις ως προς τη διάθεση συχνοτήτων, μαζί με τη Γερμανία και τη Φινλανδία, ενώ, σύμφωνα με τη νεότερη έκθεσή του, η πληθυσμιακή κάλυψη του 5G στη χώρα μας ανέρχεται σε 60%, τη στιγμή που ο ενωσιακός μέσος όρος βρίσκεται στο 49%.

Το ταμείο «Φαιστός»

Ο Κυριάκος Πιερρακάκης έχει αναφέρει αρκετές φορές ότι η πιο καινοτόμος πρωτοβουλία στα δυόμισι χρόνια του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης ήταν το ταμείο «Φαιστός», το οποίο θεσπίστηκε με τον νόμο για την ψηφιακή διακυβέρνηση και του οποίου ηγείται ο Αντώνης Τζωρτζακάκης, «γκουρού» των τηλεπικοινωνιών στη χώρα μας. Αποστολή του «Φαιστός» είναι να ενθαρρύνει την ανάπτυξη οικοσυστημάτων καινοτομίας με επίκεντρο το 5G. Αυτό θα γίνει χρηματοδοτώντας καινοτόμες μικρομεσαίες επιχειρήσεις ή νεοφυείς επιχειρήσεις, οι οποίες αναπτύσσουν υπηρεσίες και εφαρμογές αξιοποιώντας τα δίκτυα πέμπτης γενιάς. Μάλιστα, το ταμείο «Φαιστός» έχει προσελκύσει έντονο διεθνές ενδιαφέρον, καθώς πολλές χώρες προσεγγίζουν την Ελλάδα ζητώντας τεχνογνωσία ως προς τη φιλοσοφία και τη δομή του.

«Αποχαλκοποίηση»

Σε πολλές συνεντεύξεις του ο Κυριάκος Πιερρακάκης χρησιμοποιεί τον όρο «αποχαλκοποίηση», για να περιγράψει τόσο τη μετάβαση από τα καλώδια στις οπτικές ίνες όσο και τη σπουδαιότητα αυτής της διαδικασίας, που είναι εφάμιλλη της απολιγνιτοποίησης. Και πρόκειται μάλλον για το πεδίο που η οικονομική κρίση επηρέασε περισσότερο, καθώς οι απαιτούμενες επενδύσεις από το Δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα καθυστέρησαν σημαντικά. Η δημοπρασία του Ultra Fast Broadband, ενός από τα μεγαλύτερα έργα ΣΔΙΤ, συνιστά μια μεγάλης κλίμακας δημόσια παρέμβαση για την επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού της χώρας. Σε συνδυασμό με τις πρόσφατες εξαγγελίες των παρόχων σχετικά με τις γραμμές οπτικών ινών, η Ελλάδα πλησιάζει αυξανόμενα στον ευρωπαϊκό στόχο αναφορικά με τις οπτικές ίνες, ώστε επιχειρήσεις και νοικοκυριά να διαθέτουν πρόσβαση σε ταχύτερο και σταθερότερο Ιντερνετ.

Ο παράγοντας «Διάστημα»

Αν οι οπτικές ίνες αντιπροσωπεύουν μια μεγάλη εκκρεμότητα, το δορυφορικό Ιντερνετ συνιστά ένα κομμάτι της εξίσωσης του επόμενου βήματος στις τηλεπικοινωνίες μαζί με την οπτική ίνα, ειδικά για τις δυσπρόσιτες περιοχές. Ηδη η Starlink παρέχει τις υπηρεσίες της σε αρκετές χώρες, ενώ η πρωτοβουλία του αρμόδιου επιτρόπου Μπρετόν για τη συνδεσιμότητα έχει στο επίκεντρό της την ανάπτυξη ενός συστήματος μικροδορυφόρων ακριβώς για αυτόν τον σκοπό.

Μπροστά σε αυτή την πρόκληση, η Ελλάδα ανταποκρίθηκε έγκαιρα και σύντομα πρόκειται να περάσει στην εποχή του δορυφορικού ευρείας χρήσης, καθώς με απόφαση που υπέγραψαν ο υφυπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Θοδωρής Λιβάνιος, και ο υφυπουργός Περιβάλλοντος Νίκος Ταγαράς, τον Νοέμβριο του 2021, κατόπιν εισήγησης της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, δόθηκε η δυνατότητα τοποθέτησης κεραιών για την παροχή δορυφορικού Ιντερνετ, πάντα με την τήρηση συγκεκριμένων προδιαγραφών.

Η μείωση των τιμών και τα επόμενα βήματα

Με τη βελτίωση της ποιότητας των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, σκοπός του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης παραμένει η μείωση του κόστους και τα πρώτα αποτελέσματα είναι ήδη ορατά, καθώς καταγράφηκε για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά πτώση στο κόστος των τηλεπικοινωνιών. Συγκεκριμένα, η μείωση από το 2019 στο 2020 ανήλθε στο 2,2%, ενώ από το 2020 στο 2021 (σε μια χρονιά γενικευμένων πληθωριστικών πιέσεων, της τάξης του 5%) η μείωση ανήλθε στο 2,5%, σύμφωνα με το Δελτίο Τύπου της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής του μηνός Δεκεμβρίου. Παράλληλα, καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια για τη μείωση των φορολογικών βαρών. Για τον λόγο αυτό, σε συνεργασία με το υπουργείο Οικονομικών και κατ’ εφαρμογήν της εξαγγελίας του Κυριάκου Μητσοτάκη στην τελευταία ΔΕΘ, από 1ης Ιανουαρίου 2022 καθιερώθηκε το νέο, μειωμένο και σταθερότέλος κινητής και καρτοκινητής, ενώ μηδενίστηκε για τους νέους ηλικίας 15-29 ετών. Ηδη περισσότεροι από μισό εκατομμύριο νέοι έχουν δηλώσει τον αριθμό τους, ενώ το όφελος του μέτρου κυμαίνεται μεταξύ 2% και 10% για το σύνολο κάθε μηνιαίου λογαριασμού και για όλους τους καταναλωτές άνω των 30 ετών.

Οι στόχοι

Η πρόοδος της Ελλάδας στις τηλεπικοινωνίες τους τελευταίους τριάντα μήνες είναι σημαντική και η ομάδα του Κυριάκου Πιερρακάκη και του Θοδωρή Λιβάνιου ετοιμάζει τα επόμενα βήματα. Σκοπός είναι η σύγκλιση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στη συνδεσιμότητα, αλλά και κάτι ακόμα: να βρεθεί η Ελλάδα στην καινοτομία σε ακόμα έναν τομέα όπου στο πρόσφατο παρελθόν υστερούσε. Και τα τελευταία παραδείγματα δείχνουν ότι ο στόχος μπορεί να είναι φιλόδοξος, παραμένει όμως εφικτός.

*Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά στις 26 Φεβρουαρίου 2022.