Τούτη τη φορά δεν πρόκειται για ακόμα μία περίπτωση «έντασης» στο Αιγαίο, αλλά για μια σχεδιασμένη πολιτική πολεμικών απειλών της Τουρκίας κατά της Ελλάδας, που οργανώνει προσωπικά ο Ερντογάν. Από το 1974, ποτέ δεν ήταν τόσο επικίνδυνα οξυμμένες οι σχέσεις Αθήνας-Αγκυρας όσο είναι σήμερα.

Η Ελλάδα δηλώνει, διά στόματος πρωθυπουργού, ότι είναι έτοιμη να απαντήσει στην πρώτη τουρκική κανονιά. Η Αγκυρα φτιάχνει τώρα ένα «κλίμα», που έχει να κάνει με ευθεία διεκδίκηση κυριαρχίας ελληνικών εδαφών σε Αιγαίο και Δωδεκάνησα και συνδέεται με τη δύσκολη θέση του Ερντογάν στο εσωτερικό πολιτικό μέτωπο της Τουρκίας ενόψει εκλογών την επόμενη χρονιά. Ο αυταρχικός «σουλτάνος» προβάλλει διεθνώς μια «θεωρία» κατά την οποία η Τουρκία έχει απέναντί της μια επιθετική Ελλάδα, που την απειλεί.

Οι πληροφορίες

Ο παραλογισμός αυτός δεν είναι όμως χωρίς αιτία. Σύμφωνα με αξιόπιστες κυβερνητικές πηγές, η Αθήνα έχει πληροφορίες ότι ο Τούρκος πρόεδρος έχει αναλύσει σε «κλειστές» συσκέψεις με στενούς συνεργάτες του το σχέδιό του, σύμφωνα με το οποίο: Πρέπει να υποστηριχθεί εντέχνως εντός και εκτός Τουρκίας η «πληροφορία» ότι η Ελλάδα δεν εξοπλίζει τα νησιά της για αμυντικούς λόγους, αλλά κινείται ως «αιχμή» ενός δόρατος που χρησιμοποιούν οι ΗΠΑ, σημαδεύοντας ουσιαστικά την Αγκυρα με στόχο να «εξοντώσουν» το καθεστώς Ερντογάν. Η Αγκυρα θα πρέπει, δηλαδή, να διαδώσει στον τουρκικό λαό και σε ισλαμικές χώρες ότι, ουσιαστικά, η Τουρκία δεν έχει εχθρό απέναντί της την Ελλάδα, αλλά μέσω αυτής τη Δύση.

Το timing

Για τον λόγο αυτόν, εκτιμά η Αθήνα, συμπίπτουν χρονικά δύο πράγματα:
  • α) Οι συνεχείς «καταγγελίες» της Αγκυρας για ελληνική «επιθετικότητα», μέσω των στρατιωτικών δυνάμεων που «παρανόμως» διαθέτουν οι Ελληνες στα νησιά.
  • β) Το ερώτημα που διατυπώνει ο Ερντογάν για τον λόγο που η Ελλάδα έχει στα εδάφη της τόσο πολλές στρατιωτικές βάσεις, αναφερόμενος εμμέσως πλην σαφώς στις βάσεις των ΗΠΑ στην Ελλάδα.
Με βάση τα παραπάνω, ο Ερντογάν ενισχύει τις δυνατές φωνές των υφιστάμενων κεμαλικών εθνικιστών και των νεοοθωμανών αντι-δυτικών «πατριωτών», που συνεργάζονται με τους ακραίους εθνικιστές «Γκρίζους Λύκους». Ασχετα με τις προσπάθειες που καταβάλλονται από το στρατόπεδο των Δυτικών για να διασφαλίσουν σε τούτη τη φάση τη θέση της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ, ο Τούρκος πρόεδρος είναι πεπεισμένος από την πληροφόρηση που προσωπικά διαθέτει ότι οι Αμερικανοί από το 2016 τον «κυνηγούν» συστηματικά σε άλλα μέτωπα.



Κακή σχέση

Η Αθήνα είναι πεπεισμένη ότι η «υπόγεια» κακή σχέση του Ερντογάν με την Ουάσινγκτον τον τελευταίο καιρό οφείλεται στο ότι ο Τούρκος πρόεδρος θεωρεί βέβαιο πως οι πληροφορίες και τα στοιχεία που παρουσιάζει η αξιωματική αντιπολίτευση στην Αγκυρα για τη φυγάδευση στο εξωτερικό χρηματικών ποσών του ιδίου και μελών της οικογένειάς του είναι «έργο» αμερικανικών υπηρεσιών. Κατά τις πηγές αυτές, ο Ταγίπ Ερντογάν προσπαθεί με κάθε τρόπο να ενισχύσει την εκλογική βάση του ενόψει 2023, έχοντας την πεποίθηση ότι, αν ηττηθεί στις εκλογές, μπορεί να χάσει και το «κεφάλι» του λόγω οικονομικών εγκλημάτων του κύκλου του.

Οι «ευκαιρίες»

Η περίπτωση της Ελλάδας δίνει, λοιπόν, στο καθεστώς Ερντογάν ευκαιρίες επίδειξης «δυναμικής» πολιτικής, που μπορεί να του αποφέρουν «εθνικά» κέρδη, είτε με ένα επιτυχές πολεμικό «επεισόδιο» είτε με την κατάληξη της μεγάλης «έντασης» σε ένα τραπέζι «διαλόγου» με την Ελλάδα. Η Αγκυρα γνωρίζει, βεβαίως, ότι η Αθήνα δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να συζητήσει για κυριαρχία ελληνικών εδαφών ή να αποσύρει δυνάμεις από το Ανατολικό Αιγαίο και τα Δωδεκάνησα υπό την απειλή των όπλων. Όμως, ο πρόεδρος Ερντογάν ελπίζει πως οι βραχυπρόθεσμες «ανάγκες» του ΝΑΤΟ, η εμμονή του φιλοτουρκικού Βερολίνου σε ελληνοτουρκικό «διάλογο», αλλά και οι σχετικές «συστάσεις» του πονηρού Λονδίνου (και μέσω του Τύπου) για σύνδεση της αναγνώρισης του ψευδοκράτους στην Κύπρο με τα «αιτήματα» της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ μπορεί να του αποφέρουν κάποια σοβαρά κέρδη.

Τα επόμενα βήματα

Η ελληνική διπλωματία, με το Αιγαίο να «βράζει», ετοιμάζεται για τη Διάσκεψη της Θεσσαλονίκης, με αντικείμενο τη συνεργασία στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, για τη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. στις 10 του μήνα και, τέλος, για τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ, στις 28-29 Ιουνίου. Σε όλα αυτά τα διπλωματικά τραπέζια η Αθήνα προσέρχεται με δεδομένη την απώλεια γεωπολιτικής στρατηγικής αυτονομίας της Ε.Ε. και με τις εξελίξεις να ορίζονται σε Ευρώπη και Βαλκάνια από ΗΠΑ - ΝΑΤΟ. Σχετικά, δε, με την Τουρκία, η ελληνική πλευρά γνωρίζει ότι η συμμαχία της Δύσης έχει απέναντί της μια χώρα που ακολουθεί δική της, αυτόνομη εξωτερική πολιτική και δεν θεωρεί ότι δεσμεύεται από τη θεσμική συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ και τις «ενταξιακές» σχέσεις της με την Ε.Ε

*Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά στις 4 Ιουνίου 2022.