Δένδιας: Καταφέραμε να έχουμε λόγο και ρόλο στην ευρύτερη περιοχή - Δεν ετεροκαθοριζόμαστε με βάση τις επιδιώξεις της Tουρκίας
«Δεν βάλαμε εμείς τέλος στη διαδικασία του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας, στα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, στις διερευνητικές επαφές, στον πολιτικό διάλογο και στη θετική ατζέντα»
Στην τουρκική κλιμάκωση, η Ελλάδα έχει επιλέξει να απαντά με σύνεση, ψυχραιμία, αλλά και με αποφασιστικότητα σε ό,τι αφορά την υπεράσπιση των δικαιωμάτων της, με πλήρη σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο και ιδιαίτερα στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, διαμήνυσε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Πρώτο Θέμα». «Δεν διολισθαίνουμε σε μια στείρα αντιπαράθεση, ούτε αναλωνόμαστε σε κινήσεις εντυπωσιασμού» υπογράμμισε ο Νίκος Δένδιας και επανέλαβε: «Θωρακίζουμε διπλωματικά τη χώρα μας, μέσα από την ενίσχυση των δεσμών με στρατηγικούς μας εταίρους. Ενημερώνουμε τους συμμάχους και τους εταίρους μας για την απαράδεκτη συμπεριφορά της Τουρκίας. Διαπιστώνουμε, πλέον, με ικανοποίηση ότι τα επιχειρήματά μας γίνονται αποδεκτά, όπως φάνηκε και από τα συμπεράσματα του πρόσφατου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, καθώς και από τις παραινέσεις συμμάχων προς την τουρκική πλευρά, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του NATO στη Μαδρίτη. Και φυσικά ενισχύουμε την αποτρεπτική ικανότητα της χώρας μας». Σε αυτό το πλαίσιο, τόνισε πως «η εθνική μας ασφάλεια είναι πρωτίστως δική μας υπόθεση και βασίζεται πρωτίστως στις δικές μας δυνάμεις».
Μάλιστα, ο υπουργός Εξωτερικών προσδιόρισε με σαφήνεια πως η ελληνική εξωτερική πολιτική δεν ετεροπροσδιορίζεται, ακολουθεί πάγιες θέσεις που έχουν ως βάση τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου και επιδιώκει συνέργειες με άλλες χώρες, έχοντας ως απώτερο στόχο τη διατήρηση της ασφάλειας, της σταθερότητας και την ευημερία στην ευρύτερη περιοχή. «Είμαστε μια χώρα με αυτοπεποίθηση, με εμπιστοσύνη στις θέσεις και τις αρχές μας. Καταφέραμε, με μια πραγματικά ενεργητική εξωτερική πολιτική, να έχουμε λόγο και ρόλο στην ευρύτερη περιοχή. Συνεπώς, δεν ετεροκαθοριζόμαστε με βάση τις συμμαχίες και τις επιδιώξεις της γειτονικής μας χώρας» διαμήνυσε σε άλλο σημείο της συνέντευξης.
Εξίσου, επανέλαβε πως δεν είναι η Ελλάδα που αποφάσισε διακοπή των διαύλων επικοινωνίας με την Τουρκία. «Δεν βάλαμε εμείς τέλος στη διαδικασία του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας, στα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, στις διερευνητικές επαφές, στον πολιτικό διάλογο και στη θετική ατζέντα» σημείωσε χαρακτηριστικά και έστειλε το μήνυμα πως η Ελλάδα επιθυμεί μείωση της έντασης και προσβλέπει ειλικρινώς στη διατήρηση ανοικτών διαύλων επικοινωνίας με την Άγκυρα και σε έναν εποικοδομητικό διάλογο, στη βάση πάντα του Διεθνούς Δικαίου.
Ερωτηθείς αν θα ζήσουμε άλλο ένα καυτό καλοκαίρι στο Αιγαίο, ο υπουργός Εξωτερικών απάντησε ότι ελπίζει πως όχι. «Το αν και κατά πόσο φέτος θα έχουμε ήσυχο καλοκαίρι θα εξαρτηθεί από τη στάση που θα τηρήσει η Τουρκία» συμπλήρωσε και διαπίστωσε το τελευταίο διάστημα κλιμάκωση της τουρκικής ρητορικής. Ειδικότερα, είπε πως εκπρόσωποι της πολιτικής ηγεσίας, της αντιπολίτευσης και διάφοροι αναλυτές στην Τουρκία μοιάζουν να έχουν επιδοθεί σε έναν ιδιότυπο διαγωνισμό φραστικών επιθέσεων εναντίον της Ελλάδας. «Πλειοδοτώντας σε αβάσιμους νομικούς ισχυρισμούς, ανιστόρητα αφηγήματα, παράλογες διεκδικήσεις, ακόμη και προσωπικές προσβολές προς μέλη της ελληνικής κυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένου του πρωθυπουργού. Καθημερινά διαβάζουμε ή ακούμε σχετικές δηλώσεις από σημαντική μερίδα του πολιτικού κόσμου της Τουρκίας- και όχι μόνο από κυβερνητικά στελέχη, για να είμαι δίκαιος. Δηλώσεις που υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσαμε να πούμε ότι προσεγγίζουν τα όρια της γραφικότητας, αν δεν υπηρετούσαν με συνέπεια την επικίνδυνη ιδεολογία ενός τουρκικού αναθεωρητισμού και αν δεν συνοδεύονταν από εξαιρετικά προκλητικές συμπεριφορές, όπως οι υπερπτήσεις πάνω από κατοικημένα ελληνικά νησιά» σημείωσε επιπροσθέτως. Παράλληλα, εξέφρασε την εκτίμηση ότι ο πρόσφατος συναγωνισμός «ανθελληνικών» δηλώσεων δεν αντανακλά τα φιλικά αισθήματα που εξακολουθεί να έχει για την Ελλάδα σημαντική μερίδα της τουρκικής κοινωνίας, ιδίως εκείνη που εξακολουθεί να προσβλέπει στην ευρωπαϊκή προοπτική της γειτονικής χώρας. Το ίδιο άλλωστε συμβαίνει και στην ελληνική κοινωνία που αισθάνεται ιδιαίτερη οικειότητα με το φιλοευρωπαϊκό τμήμα της τουρκικής κοινωνίας, προσέθεσε.
Απαντώντας σε ερώτηση για τις διεκδικήσεις της Τουρκίας για αποστρατιωτικοποίηση νησιών, ο υπουργός Εξωτερικών κατέστησε εκ νέου σαφές πως είναι νομικά παντελώς ανυπόστατες και ουσιαστικά αποτελούν μία ακόμα ψηφίδα στο γενικότερο αναθεωρητικό αφήγημα που προβάλλει η γειτονική χώρα. Αντίθετα, υπογράμμισε, οι θέσεις της Ελλάδας εδράζονται στο Διεθνές Δίκαιο, στις διεθνείς συνθήκες, στον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, στο θεμελιώδες δικαίωμα της προστασίας της εδαφικής ακεραιότητας και της εθνικής κυριαρχίας των κρατών. Περαιτέρω, χαρακτήρισε ως ιδιαίτερα ανησυχητικό και επικίνδυνο, ιδιαίτερα στην παρούσα συγκυρία, το νέο αφήγημα, σύμφωνα με το οποίο η Τουρκία συνδέει την κυριαρχία μας επί των νησιών του Αιγαίου με την αποστρατικοποίησή τους. Για τον λόγο αυτό, τόνισε, η Ελλάδα έχει εντείνει την εκστρατεία ενημέρωσης των εταίρων της, καθώς και της διεθνούς κοινής γνώμης και σημείωσε πως το γεγονός ότι έχουν υπάρξει πλείστες αντιδράσεις, που ουσιαστικά καταρρίπτουν τους τουρκικούς ισχυρισμούς, δείχνει ότι τα υπόλοιπα κράτη αντιλαμβάνονται ότι οι ισχυρισμοί αυτοί δεν στηρίζονται στη λογική.
Στον απόηχο της Συνόδου Κορυφής του NATO στη Μαδρίτη, ο Νίκος Δένδιας ανέφερε πως η Τουρκία δεν αποκομίζει κάτι το ουσιαστικό και πως βγήκε διπλά ζημιωμένη, τουλάχιστον στο διεθνές επίπεδο. «Όσον αφορά την τρομοκρατία, η Τουρκία δεν πέτυχε την ανακήρυξη των Κούρδων της Συρίας που πολέμησαν τον ISIS ως "τρομοκρατών", κάτι που επιθυμεί διακαώς, αλλά ουδεμία άλλη χώρα αποδέχεται. Όσον αφορά ενδεχόμενες εκδόσεις υπόπτων, αυτές θα εξετάζονται στη βάση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης περί εκδόσεων. Αυτό θα συνέβαινε ούτως ή άλλως. Όσον αφορά τις εξαγωγές οπλικών συστημάτων στην Τουρκία, πέρα από το γεγονός ότι οι σουηδικές και φινλανδικές εξαγωγές είναι αμελητέες, οι εν λόγω χώρες επίσης ούτως ή άλλως δεσμεύονται από τις σχετικές ευρωπαϊκές αποφάσεις. Τέλος, για τη συμμετοχή της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα απαιτείται ομοφωνία από τα κράτη-μέλη της ΕΕ, δηλαδή και από τη χώρα μας και την Κύπρο. Και βεβαίως, η στάση μας σε αυτό το θέμα, όπως και της Κύπρου, θα εξαρτηθεί από την τουρκική συμπεριφορά» επεξήγησε. Προσέθεσε σε άλλο σημείο πως η Τουρκία εμπέδωσε την εικόνα ενός αμφιταλαντευόμενου συμμάχου, ο οποίος δεν διστάζει να βάζει σε κίνδυνο τη συνοχή του NATO.
Παράλληλα, ο υπουργός Εξωτερικών εξέφρασε εκ νέου τη στήριξη της Ελλάδας στην ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο NATO και τόνισε πως η απόφαση αυτή είναι για την κυβέρνηση Μητσοτάκη θέμα αρχής. Σημείωσε ακόμα ότι τη στιγμή κατά την οποία η κατάσταση ασφαλείας στην Ευρώπη αλλάζει ραγδαία, «πρέπει να δείξουμε την αλληλεγγύη μας, όπως την αναμένουμε και από τους εταίρους μας». Υπό το πρίσμα αυτό, υπογράμμισε ότι «δεν τηρούμε επαμφοτερίζουσα στάση, δεν ασκούμε τυχοδιωκτική πολιτική και δεν μπαίνουμε σε μια λογική "ανατολίτικου παζαριού" με αμφίβολα, στην καλύτερη περίπτωση, κέρδη».
Τέλος, αναφερθείς στην πρόσφατη επίσκεψή του στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, την έκτη σε λιγότερο από τρία χρόνια, ο Νίκος Δένδιας είπε πως επαναβεβαιώθηκε «ο στρατηγικός χαρακτήρας των διμερών σχέσεων που είχε επισφραγιστεί τον Νοέμβριο του 2020 με την υπογραφή Συμφωνίας Συνεργασίας σε θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Άμυνας, η οποία περιέχει ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής που βεβαίως παραμένει σε ισχύ». Επίσης, ανέδειξε πως η στρατηγική σχέση της Ελλάδας με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα απέκτησε νέα δυναμική με την υπογραφή 12 μνημονίων κατανόησης για ένα μεγάλο εύρος θεμάτων κατά την επίσκεψη του πρωθυπουργού στη χώρα τον περασμένο Μάιο και τη συμφωνία για εμιρατινές επενδύσεις στη χώρα μας ύψους 4 δισ. ευρώ, ενώ σε ό,τι αφορά τη συνάντησή του με τον ομόλογό του σεΐχη Αμπντουλάχ, τόνισε ότι επισφράγισε τη βούληση για εμβάθυνση των σχέσεων.
Μάλιστα, ο υπουργός Εξωτερικών προσδιόρισε με σαφήνεια πως η ελληνική εξωτερική πολιτική δεν ετεροπροσδιορίζεται, ακολουθεί πάγιες θέσεις που έχουν ως βάση τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου και επιδιώκει συνέργειες με άλλες χώρες, έχοντας ως απώτερο στόχο τη διατήρηση της ασφάλειας, της σταθερότητας και την ευημερία στην ευρύτερη περιοχή. «Είμαστε μια χώρα με αυτοπεποίθηση, με εμπιστοσύνη στις θέσεις και τις αρχές μας. Καταφέραμε, με μια πραγματικά ενεργητική εξωτερική πολιτική, να έχουμε λόγο και ρόλο στην ευρύτερη περιοχή. Συνεπώς, δεν ετεροκαθοριζόμαστε με βάση τις συμμαχίες και τις επιδιώξεις της γειτονικής μας χώρας» διαμήνυσε σε άλλο σημείο της συνέντευξης.
Εξίσου, επανέλαβε πως δεν είναι η Ελλάδα που αποφάσισε διακοπή των διαύλων επικοινωνίας με την Τουρκία. «Δεν βάλαμε εμείς τέλος στη διαδικασία του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας, στα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, στις διερευνητικές επαφές, στον πολιτικό διάλογο και στη θετική ατζέντα» σημείωσε χαρακτηριστικά και έστειλε το μήνυμα πως η Ελλάδα επιθυμεί μείωση της έντασης και προσβλέπει ειλικρινώς στη διατήρηση ανοικτών διαύλων επικοινωνίας με την Άγκυρα και σε έναν εποικοδομητικό διάλογο, στη βάση πάντα του Διεθνούς Δικαίου.
Ερωτηθείς αν θα ζήσουμε άλλο ένα καυτό καλοκαίρι στο Αιγαίο, ο υπουργός Εξωτερικών απάντησε ότι ελπίζει πως όχι. «Το αν και κατά πόσο φέτος θα έχουμε ήσυχο καλοκαίρι θα εξαρτηθεί από τη στάση που θα τηρήσει η Τουρκία» συμπλήρωσε και διαπίστωσε το τελευταίο διάστημα κλιμάκωση της τουρκικής ρητορικής. Ειδικότερα, είπε πως εκπρόσωποι της πολιτικής ηγεσίας, της αντιπολίτευσης και διάφοροι αναλυτές στην Τουρκία μοιάζουν να έχουν επιδοθεί σε έναν ιδιότυπο διαγωνισμό φραστικών επιθέσεων εναντίον της Ελλάδας. «Πλειοδοτώντας σε αβάσιμους νομικούς ισχυρισμούς, ανιστόρητα αφηγήματα, παράλογες διεκδικήσεις, ακόμη και προσωπικές προσβολές προς μέλη της ελληνικής κυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένου του πρωθυπουργού. Καθημερινά διαβάζουμε ή ακούμε σχετικές δηλώσεις από σημαντική μερίδα του πολιτικού κόσμου της Τουρκίας- και όχι μόνο από κυβερνητικά στελέχη, για να είμαι δίκαιος. Δηλώσεις που υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσαμε να πούμε ότι προσεγγίζουν τα όρια της γραφικότητας, αν δεν υπηρετούσαν με συνέπεια την επικίνδυνη ιδεολογία ενός τουρκικού αναθεωρητισμού και αν δεν συνοδεύονταν από εξαιρετικά προκλητικές συμπεριφορές, όπως οι υπερπτήσεις πάνω από κατοικημένα ελληνικά νησιά» σημείωσε επιπροσθέτως. Παράλληλα, εξέφρασε την εκτίμηση ότι ο πρόσφατος συναγωνισμός «ανθελληνικών» δηλώσεων δεν αντανακλά τα φιλικά αισθήματα που εξακολουθεί να έχει για την Ελλάδα σημαντική μερίδα της τουρκικής κοινωνίας, ιδίως εκείνη που εξακολουθεί να προσβλέπει στην ευρωπαϊκή προοπτική της γειτονικής χώρας. Το ίδιο άλλωστε συμβαίνει και στην ελληνική κοινωνία που αισθάνεται ιδιαίτερη οικειότητα με το φιλοευρωπαϊκό τμήμα της τουρκικής κοινωνίας, προσέθεσε.
Απαντώντας σε ερώτηση για τις διεκδικήσεις της Τουρκίας για αποστρατιωτικοποίηση νησιών, ο υπουργός Εξωτερικών κατέστησε εκ νέου σαφές πως είναι νομικά παντελώς ανυπόστατες και ουσιαστικά αποτελούν μία ακόμα ψηφίδα στο γενικότερο αναθεωρητικό αφήγημα που προβάλλει η γειτονική χώρα. Αντίθετα, υπογράμμισε, οι θέσεις της Ελλάδας εδράζονται στο Διεθνές Δίκαιο, στις διεθνείς συνθήκες, στον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, στο θεμελιώδες δικαίωμα της προστασίας της εδαφικής ακεραιότητας και της εθνικής κυριαρχίας των κρατών. Περαιτέρω, χαρακτήρισε ως ιδιαίτερα ανησυχητικό και επικίνδυνο, ιδιαίτερα στην παρούσα συγκυρία, το νέο αφήγημα, σύμφωνα με το οποίο η Τουρκία συνδέει την κυριαρχία μας επί των νησιών του Αιγαίου με την αποστρατικοποίησή τους. Για τον λόγο αυτό, τόνισε, η Ελλάδα έχει εντείνει την εκστρατεία ενημέρωσης των εταίρων της, καθώς και της διεθνούς κοινής γνώμης και σημείωσε πως το γεγονός ότι έχουν υπάρξει πλείστες αντιδράσεις, που ουσιαστικά καταρρίπτουν τους τουρκικούς ισχυρισμούς, δείχνει ότι τα υπόλοιπα κράτη αντιλαμβάνονται ότι οι ισχυρισμοί αυτοί δεν στηρίζονται στη λογική.
Στον απόηχο της Συνόδου Κορυφής του NATO στη Μαδρίτη, ο Νίκος Δένδιας ανέφερε πως η Τουρκία δεν αποκομίζει κάτι το ουσιαστικό και πως βγήκε διπλά ζημιωμένη, τουλάχιστον στο διεθνές επίπεδο. «Όσον αφορά την τρομοκρατία, η Τουρκία δεν πέτυχε την ανακήρυξη των Κούρδων της Συρίας που πολέμησαν τον ISIS ως "τρομοκρατών", κάτι που επιθυμεί διακαώς, αλλά ουδεμία άλλη χώρα αποδέχεται. Όσον αφορά ενδεχόμενες εκδόσεις υπόπτων, αυτές θα εξετάζονται στη βάση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης περί εκδόσεων. Αυτό θα συνέβαινε ούτως ή άλλως. Όσον αφορά τις εξαγωγές οπλικών συστημάτων στην Τουρκία, πέρα από το γεγονός ότι οι σουηδικές και φινλανδικές εξαγωγές είναι αμελητέες, οι εν λόγω χώρες επίσης ούτως ή άλλως δεσμεύονται από τις σχετικές ευρωπαϊκές αποφάσεις. Τέλος, για τη συμμετοχή της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα απαιτείται ομοφωνία από τα κράτη-μέλη της ΕΕ, δηλαδή και από τη χώρα μας και την Κύπρο. Και βεβαίως, η στάση μας σε αυτό το θέμα, όπως και της Κύπρου, θα εξαρτηθεί από την τουρκική συμπεριφορά» επεξήγησε. Προσέθεσε σε άλλο σημείο πως η Τουρκία εμπέδωσε την εικόνα ενός αμφιταλαντευόμενου συμμάχου, ο οποίος δεν διστάζει να βάζει σε κίνδυνο τη συνοχή του NATO.
Παράλληλα, ο υπουργός Εξωτερικών εξέφρασε εκ νέου τη στήριξη της Ελλάδας στην ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο NATO και τόνισε πως η απόφαση αυτή είναι για την κυβέρνηση Μητσοτάκη θέμα αρχής. Σημείωσε ακόμα ότι τη στιγμή κατά την οποία η κατάσταση ασφαλείας στην Ευρώπη αλλάζει ραγδαία, «πρέπει να δείξουμε την αλληλεγγύη μας, όπως την αναμένουμε και από τους εταίρους μας». Υπό το πρίσμα αυτό, υπογράμμισε ότι «δεν τηρούμε επαμφοτερίζουσα στάση, δεν ασκούμε τυχοδιωκτική πολιτική και δεν μπαίνουμε σε μια λογική "ανατολίτικου παζαριού" με αμφίβολα, στην καλύτερη περίπτωση, κέρδη».
Τέλος, αναφερθείς στην πρόσφατη επίσκεψή του στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, την έκτη σε λιγότερο από τρία χρόνια, ο Νίκος Δένδιας είπε πως επαναβεβαιώθηκε «ο στρατηγικός χαρακτήρας των διμερών σχέσεων που είχε επισφραγιστεί τον Νοέμβριο του 2020 με την υπογραφή Συμφωνίας Συνεργασίας σε θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Άμυνας, η οποία περιέχει ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής που βεβαίως παραμένει σε ισχύ». Επίσης, ανέδειξε πως η στρατηγική σχέση της Ελλάδας με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα απέκτησε νέα δυναμική με την υπογραφή 12 μνημονίων κατανόησης για ένα μεγάλο εύρος θεμάτων κατά την επίσκεψη του πρωθυπουργού στη χώρα τον περασμένο Μάιο και τη συμφωνία για εμιρατινές επενδύσεις στη χώρα μας ύψους 4 δισ. ευρώ, ενώ σε ό,τι αφορά τη συνάντησή του με τον ομόλογό του σεΐχη Αμπντουλάχ, τόνισε ότι επισφράγισε τη βούληση για εμβάθυνση των σχέσεων.