Ο Αλέξης Τσίπρας µπορεί να ζητεί τους τελευταίους έξι µήνες εκλογές, στέλνοντας µε αυτόν τον τρόπο µήνυµα στην κοινωνία ότι όχι µόνο δεν τις φοβάται, αντίθετα πιστεύει ότι θα τις κερδίσει, στην πραγµατικότητα, όµως, τα στελέχη της αξιωµατικής αντιπολίτευσης απεύχονται να εισακουσθεί το αίτηµά τους από τον πρωθυπουργό. Για την ακρίβεια, απεύχονται ο Κυριάκος Μητσοτάκης να στήσει κάλπες το φθινόπωρο, δηλαδή µέσα στους επόµενους δύο µήνες. Τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ έχουν καταλήξει ότι γι’ αυτούς η κατάλληλη χρονική στιγµή για να στηθούν οι κάλπες θα είναι ο Μάρτιος του 2023.

Τότε θεωρούν ότι θα είναι καλές οι συνθήκες ώστε να µπορέσουν ισότιµα µε τη Ν.∆. να δώσουν τη µάχη της πρωτιάς. ∆ιαβάζοντας και αναλύοντας τις δηµοσκοπήσεις που βλέπουν το φως της δηµοσιότητας, τα στελέχη της αξιωµατικής αντιπολίτευσης καταλήγουν σε ένα συµπέρασµα. Χρειάζονται κι άλλον χρόνο για να µπορέσουν να επαναπροσεγγίσουν τους πολίτες που αποµακρύνθηκαν το 2019 από τον ΣΥΡΙΖΑ και τώρα εµφανίζονται να µην επιθυµούν να επιστρέψουν σε αυτόν. Θέλουν κι άλλον χρόνο ώστε η δηµοσκοπική διαφορά µε τη Ν.∆. να µειωθεί κι άλλο.

Αργός ρυθμός

Με δεδοµένο ότι το κόµµα της αξιωµατικής αντιπολίτευσης εκτιµά ότι εισπράττει µισή µονάδα κάθε µήνα, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ λένε ότι ο ρυθµός αυτός είναι πολύ αργός για να καλύψει την όποια διαφορά µε το κυβερνών κόµµα, τη στιγµή µάλιστα που ο πρωθυπουργός έχει ξεκινήσει και τις προεκλογικές παροχές. Οι συνεργάτες του πρώην πρωθυπουργού υποστηρίζουν, λοιπόν, ότι, εάν στηθούν οι κάλπες την άνοιξη του 2023, τα πράγµατα θα είναι καλύτερα γι’ αυτούς.

Θεωρούν ότι από το φθινόπωρο και µετά η «γαλάζια» παράταξη θα σταµατήσει να έχει την όποια ανοδική τάση παρουσιάζει µέχρι τώρα, διότι τα προβλήµατα εξαιτίας της ακρίβειας στην ενέργεια, στα καύσιµα και τα είδη πρώτης ανάγκης θα είναι ανυπέρβλητα. Οπως υποστηρίζουν, τα όποια επιδόµατα έχει δώσει και θα δώσει το Μέγαρο Μαξίµου δεν θα µπορούν να καλύψουν τις βασικές ανάγκες των πολιτών.

Τα σενάρια που µιλούν για δελτίο στο ρεύµα, στο ζεστό νερό και στη θέρµανση έχουν ήδη πανικοβάλει τους πολίτες. ΤΟ ΦΤΑΙΞΙΜΟ Τα στελέχη της αξιωµατικής αντιπολίτευσης υποστηρίζουν ακόµα ότι αν και η κυβέρνηση καθηµερινά µιλά για παγκόσµια ύφεση και για πανευρωπαϊκή κρίση, οι πολίτες, όταν βρίσκονται µπροστά στα προβλήµατά τους, ξεχνούν το ποιος φταίει και επιρρίπτουν τις ευθύνες στην εκάστοτε κυβέρνηση. «Τι ενδιαφέρει τον συνταξιούχο ή τον επαγγελµατία αν για τα προβλήµατά του ευθύνεται ο Πούτιν ή η Μέρκελ.

Αυτό που ξέρουν όλοι είναι τι χρήµατα µπαίνουν στο ταµείο τους και αν µπορούν να τα καταφέρουν». Aκόµα ένας παράγοντας που τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ θα ήθελαν οι κάλπες να στηθούν µέσα στο 2023 είναι και το γεγονός ότι το ΠΑΣΟΚ σε κάθε δηµοσκόπηση παρουσιάζει µια µικρή κάµψη, καθώς, όπως υποστηρίζουν -οι ίδιοι άνθρωποι-, ο λόγος του Νίκου Ανδρουλάκη δεν είναι ιδιαίτερα πειστικός.

Η όποια φθορά του ΠΑΣΟΚ θα ευνοήσει έµµεσα και τον ΣΥΡΙΖΑ, αφού, όπως είναι γνωστό, το κόµµα της αξιωµατικής αντιπολίτευσης έχει τη µεγαλύτερη φθορά από ψηφοφόρους που επιστρέφουν στη Χαριλάου Τρικούπη.

Το γεγονός, επίσης, ότι µετά το Συνέδριο µειώθηκαν σε κάποιον βαθµό τα εσωκοµµατικά προβλήµατα που απασχολούσαν σε καθηµερινή βάση τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν οι αναλυτές του κόµµατος της αξιωµατικής αντιπολίτευσης ότι θα λειτουργήσει θετικά στους ψηφοφόρους.

«Η εικόνα αυτή χρειάζεται χρόνο για να αφοµοιωθεί από τους ψηφοφόρους», σηµειώνουν στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. «Για να γίνει συνείδηση στους πολίτες ότι πλέον το κόµµα µας κινείται µε µια ενιαία λογική και όχι µε βάση τις απόψεις της µιας ή της άλλης τάσης».

Στο ερώτηµα γιατί τον Μάρτιο και όχι τον Απρίλιο ή τον Μάιο, τα στελέχη της αξιωµατικής αντιπολίτευσης λένε ότι το τέλος του επόµενου χειµώνα θα είναι η χειρότερη στιγµή για την κυβέρνηση. Θέλουν, δηλαδή, κάλπες πριν κλείσουν τα καλοριφέρ και σταµατήσουν να έρχονται οι υπέρογκοι λογαριασµοί του ρεύµατος και του φυσικού αερίου.

Εάν οι εκλογές γίνουν το φθινόπωρο, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν ότι ακόµα κι αν η κυβέρνηση έχει αντιµετωπίσει ακραίες καταστάσεις -όπως οι φωτιές-, τα πράγµατα θα πάνε σχετικά καλά για τη Ν.∆. Οι τέσσερις µε πέντε µονάδες που, κατά το κόµµα της αξιωµατικής αντιπολίτευσης, χωρίζουν δηµοσκοπικά τα δύο κόµµατα, στις δεύτερες κάλπες δεν θα είναι εύκολο να καλυφθούν, παρά την όποια συσπείρωση υπάρξει γύρω από τους δύο βασικούς πόλους (Ν.∆. - ΣΥΡΙΖΑ).