Το 2021 ο τζίρος του Λιμένα Αλεξανδρούπολης δεν ξεπέρασε το 1,5 εκατ. ευρώ. Επίσης, η επιχείρηση διαχείρισης του λιμένα, του οποίου σήμερα πωλείται το 67%, είχε καθαρά κέρδη λίγο περισσότερο από 600.000 ευρώ.

Το προσωπικό του, δε, παραμένει τα τελευταία χρόνια σταθερό στα επτά άτομα. Ένα περίπτερο στο κέντρο της Αθήνας μπορεί να πραγματοποιεί μεγαλύτερο τζίρο από τον Οργανισμό Λιμένος Αλεξανδρούπολης (ΟΛΑ).

Ο διαγωνισμός για την πώληση του 67%, με συμμετέχοντες μεγάλα ονόματα του επιχειρείν, είχε οριστεί για χθες, Παρασκευή. Το άνοιγμα των δεσμευτικών προσφορών μετατέθηκε για τον Σεπτέμβριο.

Εντούτοις, ανεξάρτητα από τον χρόνο παραχώρησής του, η έκβαση αυτή θα είναι το «κλειδί» για να υλοποιηθούν στο μέλλον μεγάλες επενδύσεις αναβάθμισης του λιμανιού.

Τα περσινά μεγέθη είναι ιδιαίτερα αυξημένα σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Το 2020, για παράδειγμα, ο τζίρος του λιμένα δεν ξεπερνούσε τις 600.000 ευρώ. Τα κέρδη ήταν ακόμη χαμηλότερα, στις 150.000 ευρώ.

Το μελάνι, ωστόσο, και ο ραδιοφωνικός και τηλεοπτικός χρόνος που αναλώθηκαν στη συγκεκριμένη επιχείρηση ήταν δυσανάλογα μεγάλα με βάση τα οικονομικά μεγέθη της, επειδή ακριβώς η Αλεξανδρούπολη είναι ένα success story του κοντινού μέλλοντος. Μedia του εξωτερικού έχουν αναλώσει μεγάλο κεφάλαιο σε ανταποκρίσεις τους για το θρακικό λιμάνι.

Για παράδειγμα, πριν από λίγες ημέρες ο «Economist» δημοσίευσε ένα μεγάλο άρθρο για τον «ξεχασμένο» λιμένα της Θράκης, ο οποίος πρόσφατα δέχθηκε μια τριήμερη «εισβολή» Αμερικανών στρατιωτών, οι οποίοι εξαφάνιζαν… τα αυγά της ευρύτερης περιοχής.

Ο αρθρογράφος του «Economist» αναφέρθηκε στη γεωγραφία του λιμανιού και στα χαρακτηριστικά του που το κατέστησαν ελκυστικό. Από την άλλη πλευρά, η «Frankfurter Allgemeine Zeitung» σε άρθρο της τον περασμένο Απρίλιο σημείωσε ότι «αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει πιο σημαντικό μέρος στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, από οικονομικής, πολιτικής και στρατιωτικής άποψης, από την Αλεξανδρούπολη».

Αντίστοιχα άρθρα έχουν γραφεί και σε άλλα ελληνικά και ξένα media. Αυτό που κερδίζει το ενδιαφέρον είναι κυρίως ο γεωστρατηγικός χαρακτήρας του λιμανιού.

Όπως ανέφερε ο «Economist», το λιμάνι βρέχεται από το Αιγαίο Πέλαγος, ενώ έχει καλή οδική και σιδηροδρομική σύνδεση στα βόρεια με την ανατολική πτέρυγα της Συμμαχίας. Συγκεκριμένα, παρέχει πρόσβαση στην Ουκρανία μέσω της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας. «Η χρήση του ως ενδιάμεσου σταθμού», ανέφερε το δημοσίευμα, «παρακάμπτει τη Μαύρη Θάλασσα, την οποία επιβλέπει σε μεγάλο βαθμό η Ρωσία, αλλά και τον Βόσπορο, ένα σημείο ασφυκτικής ναυσιπλοΐας, που ελέγχεται από την Τουρκία, μέλος μεν του ΝΑΤΟ, αλλά ιδιότροπο».


ΧΩΡΗΤΙΚΟΤΗΤΑ

Επιπλέον, το λιμάνι διαθέτει μεγάλη χωρητικότητα, σε αντίθεση με τα δύο μεγαλύτερα της Θεσσαλονίκης και του Πειραιά, τα οποία έχουν μεγάλες δραστηριότητες.

Με άλλα λόγια, η περιορισμένη δραστηριότητας σήμερα συνιστά πλεονέκτημα για να στηρίξει τα logistics της χώρας, του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ.

Το ότι το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης σήμερα δεν έχει σημαντικές εμπορικές δραστηριότητες δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να τις αποκτήσει με νέες επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό, αύξηση των δυνατοτήτων διακίνησης εμπορευμάτων, μεγαλύτερο βύθισμα για την εξυπηρέτηση πλοίων κ.ά. Στον διαγωνισμό εξαγοράς του 67% του λιμανιού συμμετέχουν οι: - Quintana Infrastructure & Development - Cameron SA - Goldair Cargo - Bolloie Africa Logistics - International Port Investments Alexandroupolis και - ΟΛΘ. Μία από τις πιο σημαντικές επενδύσεις αναβάθμισης θα είναι αναμφίβολα ο αγωγός φυσικού αερίου, ο οποίος θα φτάσει από τον Πλωτό Σταθμό Αεριοποίησης Υγρού Φυσικού Αερίου (FSRU), που αναπτύσσουν ο Ομιλος Κοπελούζου και η εταιρεία Gastrade, με μια σειρά σημαντικών επενδυτών, όπως είναι ο ΔΕΣΦΑ, η ΔΕΠΑ Εμπορίας, η αμερικανική Gaslog και ο ΔΕΣΦΑ Βουλγαρίας (Bulgatransgaz).

Ενδιαφέρον ακόμη να συμμετάσχει στο έργο έχει εκφράσει η Βόρεια Μακεδονία, αλλά αυτό μέχρι τώρα δεν έχει γίνει εφικτό. Ο σταθμός FSRU αποτελείται από την πλωτή μονάδα αποθήκευσης και επαναεριοποίησης LNG, με αποθηκευτική ικανότητα 170.000 κυβικών μέτρων και δυναμικότητα αεριοποίησης τουλάχιστον 5,5 δισ. κυβικών μέτρων ετησίως.

Αυτό σημαίνει ότι από το λιμάνι θα περνούν από το τέλος του 2023 τουλάχιστον 5,5 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου. Η ποσότητα αυτή είναι περίπου η μισή που περνά σε ένα έτος από τον αγωγό ΤΑP και δεν αποκλείεται να αυξηθεί περαιτέρω μετά τις εξελίξεις στην Ουκρανία. Η δημιουργία του FSRU, αλλά και η κίνηση που δημιουργείται από τις μετακινήσεις στρατιωτικού υλικού δημιουργούν τις προϋποθέσεις για περαιτέρω ανάπτυξη της περιοχής. Φημολογείται ότι πέριξ του λιμένα υπάρχουν μεγάλες εκτάσεις, ελεγχόμενες από επιχειρήσεις που θα αναπτύξουν άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες, όπως κέντρα logistics, αγροτοβιομηχανική παραγωγή κ.ά.

*Δημοσιεύθηκε στα «Παραπολιτικά» στις 30/07/2022