Αφεντούλη στα Παραπολιτικά 90,1 για τουρκικές προκλήσεις: Μορφή σύγχρονου πολέμου αυτού του είδους η επικοινωνιακή επίθεση
«Δεν είναι ξέσπασμα, δεν είναι τυχαίο, είναι επικοινωνιακή στρατηγική», τόνισε η εκτελεστική Διευθύντρια του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων
«Αυτού του είδους η επικοινωνιακή επίθεση αποτελεί και αυτό μια μορφή σύγχρονου πολέμου», δήλωσε στα Παραπολιτικά 90,1 και στην εκπομπή «Στον αέρα» με την δημοσιογράφο Νίκη Λυμπεράκη η εκτελεστική Διευθύντρια του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων και πρώην στέλεχος του ΝΑΤΟ, Ινώ Αφεντούλη αναφορικά με την ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Αναφορικά με τη διαρροή αερίου από τους αγωγούς στη Βαλτική θάλασσα, η κ. Αφεντούλη σημείωσε: «Αυτό είναι άλλο ένα δείγμα μιας άλλης μορφής πόλεμου που εξελίσσεται παράλληλα με τον πόλεμο τον κλασικό στην Ουκρανία και αυτό ίσως θα πρέπει να μας προβληματίσει και για περιοχές που είναι πιο κοντά σ’ εμας. Δεν γνωρίζει ασφαλώς κανείς απ’ εμάς τι συνέβη εκεί απλώς υπάρχουν οι ενδείξεις».
ΔΗΜ.: Ποιες θα μπορούσαν να είναι αντίστοιχα κρίσιμες υποδομές κοντά σε εμάς που θα έπρεπε να μας προβληματίσουν;
«Οι κρίσιμες υποδομές είναι σίγουρα οι ενεργειακές, οι αγωγοί, μπορεί να είναι και τα δίκτυα. Τα δίκτυα είναι πάρα πολύ ευάλωτα γιατί μπορούν να υποστούν κυβερνοεπιθέσεις. Επομένως η ασφάλεια των δικτύων πρέπει να είναι προτεραιότητα, και είναι πιστεύω όχι μόνο για τη χώρα μας, για ολόκληρη την Ευρώπη διότι καλώς ή κακώς επειδή όλα είναι διασυνδεδεμένα είναι πάρα πολύ εύκολο να γίνουν αντικείμενο επιθέσεων», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ερωτηθείσα αν πιστεύει ότι το ΝΑΤΟ θα μπορούσε να παίξει κάποιο ρόλο εστιασμένο στην προστασία κρίσιμων υποδομών, η κ. Αφεντούλη απάντησε: «Παίζει ήδη αυτό τον ρόλο σε συνεργασία με την ΕΕ. Η προστασία των υποδομών κάτω από τον γενικό τίτλο ''ανθεκτικότητα- resilience'' είναι αντικείμενο συνεργασίας του ΝΑΤΟ με την ΕΕ και είναι ένας από τους τομείς όπου δεν υπάρχει καμία διάσταση απόψεων γιατί θεωρείται ότι είναι πάρα πολύ κρίσιμος τομέας. Επομένως είναι ήδη σε λειτουργία μηχανισμοί ενημέρωσης οπωσδήποτε αλλά και συνεργασίας».
Ερωτηθείσα αν πιστεύει ότι θα αναβαθμιστεί ο τρόπος που φυλάσσονται τέτοιες εγκαταστάσεις, ανέφερε: «Αυτή η συζήτηση έχει παρελθόν στο ΝΑΤΟ αλλά πιστεύω και στην ΕΕ κάτω από τον τίτλο ''ενεργειακή ασφάλεια''. Οι χώρες μέλη ήταν επιφυλακτικές να δώσουν το πράσινο φως για μια συμμαχική αντιμετώπιση της ενεργειακής ασφάλεια με την έννοια ότι είναι πάρα πολύ σύνθετο πως παρακολουθείς τόσες χιλιάδες χιλιόμετρα αγωγών και σε ποιους γίνεις πρόσβαση στις εγκαταστάσεις σου επομένως αυτό ήταν ένα θέμα που πριν από μερικά χρόνια ενώ είχε έρθει στο τραπέζι μετά την Κριμαία κλπ είχε πάει, όχι στο περιθώριο αλλά σε κάθε περίπτωση όχι στις πρώτες προτεραιότητες. Μπορώ να υποθέσω ότι τώρα θα επανέλθει».
Ερωτηθείσα αν της κάνει εντύπωση ότι η Αμερική δεν επιβεβαιώνει το σενάριο περί σαμποτάζ των Ρώσων, απάντησε: «Μου κάνει εντύπωση αλλά πιστεύω ότι επειδή η Αμερική έχει τις καλύτερες δυνατότητες παρακολούθησης προφανώς δεν έχουν ακόμη καταλήξει στο 100%».
Αναφορικά με την ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, τοποθετήθηκε λέγοντας: «Αυτού του είδους η επικοινωνιακή επίθεση αποτελεί και αυτό μια μορφή πολέμου σύγχρονου. Παρακολουθώ ένα μοντέλο επικοινωνιακού πολέμου του οποίου η πρώτη διδάξασα ήταν η Ρωσία και πριν το ’14 και στη συνέχεια. Δηλαδή βλέπω ένα μοντέλο να επαναλαμβάνεται και αυτό με ανησυχεί. ... Δεν είναι ξέσπασμα, δεν είναι τυχαίο, είναι επικοινωνιακή στρατηγική».
Ερωτηθείσα αν πιστεύει ότι το πρόβλημα του Ερντογάν είναι η αύξηση της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ στην Ελλάδα και η συνειδητοποίηση από πλευράς του ότι δεν θα είναι πλέον το ίδιο απαραίτητος στην Ουάσιγκτον, απάντησε: «Θα συμφωνήσω με αυτή την ανάλυση, οπωσδήποτε αυτός είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο γίνεται αυτή η κλιμάκωση αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν στη διαδρομή να υπάρξουνε συνέπειες σε επίπεδο διμερές. Ασφαλώς ο στόχος όλης αυτής της καμπάνιας είναι η Ουάσιγκτον και το γεγονός ότι δεν υπάρχει η σχέση που ενδεχομένως η τουρκική ηγεσία θα επιθυμούσε αλλά εμείς είμαστε στη μέση».
Ερωτηθείσα αν πιστεύει ότι θα πέσουν οι τόνοι στην περίπτωση που αποκτήσει η Τουρκία τα F16, η κ. Αφεντούλη σημείωσε: «Δεν γνωρίζω αν θα τα πάρει ή δεν θα τα πάρει, νομίζω ότι αυτό είναι μια πολύ σύνθετη απόφαση γιατί δεν είναι απόφαση μόνο της διοίκησης, είναι κάτι που περνάει από το Κογκρέσο. Ενδεχομένως να γίνει μια απόπειρα εξισορρόπησης υπάρχει αυτό φαντάζομαι ως ενδεχόμενο αλλά ακριβώς επειδή περνάει από πολλά κέντρα αποφάσεων ίσως θα έπρεπε και η δική μας πλευρά να κάνει μια τακτική εξισορρόπησης με κάποια ανταλλάγματα. Εμείς έχουμε καταφέρει το τελευταίο διάστημα μια πετυχημένη εκστρατεία ενημέρωσης κέντρων λήψεων αποφάσεων στη Ουάσιγκτον, υπάρχει ένα καλό ελληνικό αποτύπωμα στην Ουάσιγκτόν, υπάρχουν επαφές, υπάρχει επικοινωνία με το Κογκρέσο σε αυτές τις επικοινωνίες εάν υπάρχει πρόθεση να δοθούν τα F16 θα πρέπει να πιέσουμε να δοθούν κάποιες εγγυήσεις ότι θα σταματήσει αυτή η κλιμάκωση».
Ερωτηθείσα αν πιστεύει ότι θα μπορούσε το ΝΑΤΟ να τοποθετηθεί ξεκάθαρα υπέρ της Ελλάδας έναντι των τουρκικών απειλών όπως κάνουν η ευρωπαϊκή επιτροπή και οι ΗΠΑ, δήλωσε: «Θα μπορούσε αν καλλιεργηθεί, είναι θέμα διπλωματικής προεργασίας. Δεν είναι μόνο στο χέρι μας αλλά σε κάθε περίπτωση θα βοηθούσε να γίνει μια εμπεριστατωμένη ανάπτυξη επιχειρημάτων. Όχι ότι δεν έχει γίνει μέχρι τώρα αλλά επειδή τώρα είναι μεγαλύτερη η ένταση ενδεχομένως και τα επιχειρήματα να έπρεπε να έχουν άλλο περιεχόμενο».
Αναφορικά με τη διαρροή αερίου από τους αγωγούς στη Βαλτική θάλασσα, η κ. Αφεντούλη σημείωσε: «Αυτό είναι άλλο ένα δείγμα μιας άλλης μορφής πόλεμου που εξελίσσεται παράλληλα με τον πόλεμο τον κλασικό στην Ουκρανία και αυτό ίσως θα πρέπει να μας προβληματίσει και για περιοχές που είναι πιο κοντά σ’ εμας. Δεν γνωρίζει ασφαλώς κανείς απ’ εμάς τι συνέβη εκεί απλώς υπάρχουν οι ενδείξεις».
ΔΗΜ.: Ποιες θα μπορούσαν να είναι αντίστοιχα κρίσιμες υποδομές κοντά σε εμάς που θα έπρεπε να μας προβληματίσουν;
«Οι κρίσιμες υποδομές είναι σίγουρα οι ενεργειακές, οι αγωγοί, μπορεί να είναι και τα δίκτυα. Τα δίκτυα είναι πάρα πολύ ευάλωτα γιατί μπορούν να υποστούν κυβερνοεπιθέσεις. Επομένως η ασφάλεια των δικτύων πρέπει να είναι προτεραιότητα, και είναι πιστεύω όχι μόνο για τη χώρα μας, για ολόκληρη την Ευρώπη διότι καλώς ή κακώς επειδή όλα είναι διασυνδεδεμένα είναι πάρα πολύ εύκολο να γίνουν αντικείμενο επιθέσεων», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ερωτηθείσα αν πιστεύει ότι το ΝΑΤΟ θα μπορούσε να παίξει κάποιο ρόλο εστιασμένο στην προστασία κρίσιμων υποδομών, η κ. Αφεντούλη απάντησε: «Παίζει ήδη αυτό τον ρόλο σε συνεργασία με την ΕΕ. Η προστασία των υποδομών κάτω από τον γενικό τίτλο ''ανθεκτικότητα- resilience'' είναι αντικείμενο συνεργασίας του ΝΑΤΟ με την ΕΕ και είναι ένας από τους τομείς όπου δεν υπάρχει καμία διάσταση απόψεων γιατί θεωρείται ότι είναι πάρα πολύ κρίσιμος τομέας. Επομένως είναι ήδη σε λειτουργία μηχανισμοί ενημέρωσης οπωσδήποτε αλλά και συνεργασίας».
Ερωτηθείσα αν πιστεύει ότι θα αναβαθμιστεί ο τρόπος που φυλάσσονται τέτοιες εγκαταστάσεις, ανέφερε: «Αυτή η συζήτηση έχει παρελθόν στο ΝΑΤΟ αλλά πιστεύω και στην ΕΕ κάτω από τον τίτλο ''ενεργειακή ασφάλεια''. Οι χώρες μέλη ήταν επιφυλακτικές να δώσουν το πράσινο φως για μια συμμαχική αντιμετώπιση της ενεργειακής ασφάλεια με την έννοια ότι είναι πάρα πολύ σύνθετο πως παρακολουθείς τόσες χιλιάδες χιλιόμετρα αγωγών και σε ποιους γίνεις πρόσβαση στις εγκαταστάσεις σου επομένως αυτό ήταν ένα θέμα που πριν από μερικά χρόνια ενώ είχε έρθει στο τραπέζι μετά την Κριμαία κλπ είχε πάει, όχι στο περιθώριο αλλά σε κάθε περίπτωση όχι στις πρώτες προτεραιότητες. Μπορώ να υποθέσω ότι τώρα θα επανέλθει».
Ερωτηθείσα αν της κάνει εντύπωση ότι η Αμερική δεν επιβεβαιώνει το σενάριο περί σαμποτάζ των Ρώσων, απάντησε: «Μου κάνει εντύπωση αλλά πιστεύω ότι επειδή η Αμερική έχει τις καλύτερες δυνατότητες παρακολούθησης προφανώς δεν έχουν ακόμη καταλήξει στο 100%».
Αναφορικά με την ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, τοποθετήθηκε λέγοντας: «Αυτού του είδους η επικοινωνιακή επίθεση αποτελεί και αυτό μια μορφή πολέμου σύγχρονου. Παρακολουθώ ένα μοντέλο επικοινωνιακού πολέμου του οποίου η πρώτη διδάξασα ήταν η Ρωσία και πριν το ’14 και στη συνέχεια. Δηλαδή βλέπω ένα μοντέλο να επαναλαμβάνεται και αυτό με ανησυχεί. ... Δεν είναι ξέσπασμα, δεν είναι τυχαίο, είναι επικοινωνιακή στρατηγική».
Ερωτηθείσα αν πιστεύει ότι το πρόβλημα του Ερντογάν είναι η αύξηση της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ στην Ελλάδα και η συνειδητοποίηση από πλευράς του ότι δεν θα είναι πλέον το ίδιο απαραίτητος στην Ουάσιγκτον, απάντησε: «Θα συμφωνήσω με αυτή την ανάλυση, οπωσδήποτε αυτός είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο γίνεται αυτή η κλιμάκωση αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν στη διαδρομή να υπάρξουνε συνέπειες σε επίπεδο διμερές. Ασφαλώς ο στόχος όλης αυτής της καμπάνιας είναι η Ουάσιγκτον και το γεγονός ότι δεν υπάρχει η σχέση που ενδεχομένως η τουρκική ηγεσία θα επιθυμούσε αλλά εμείς είμαστε στη μέση».
Ερωτηθείσα αν πιστεύει ότι θα πέσουν οι τόνοι στην περίπτωση που αποκτήσει η Τουρκία τα F16, η κ. Αφεντούλη σημείωσε: «Δεν γνωρίζω αν θα τα πάρει ή δεν θα τα πάρει, νομίζω ότι αυτό είναι μια πολύ σύνθετη απόφαση γιατί δεν είναι απόφαση μόνο της διοίκησης, είναι κάτι που περνάει από το Κογκρέσο. Ενδεχομένως να γίνει μια απόπειρα εξισορρόπησης υπάρχει αυτό φαντάζομαι ως ενδεχόμενο αλλά ακριβώς επειδή περνάει από πολλά κέντρα αποφάσεων ίσως θα έπρεπε και η δική μας πλευρά να κάνει μια τακτική εξισορρόπησης με κάποια ανταλλάγματα. Εμείς έχουμε καταφέρει το τελευταίο διάστημα μια πετυχημένη εκστρατεία ενημέρωσης κέντρων λήψεων αποφάσεων στη Ουάσιγκτον, υπάρχει ένα καλό ελληνικό αποτύπωμα στην Ουάσιγκτόν, υπάρχουν επαφές, υπάρχει επικοινωνία με το Κογκρέσο σε αυτές τις επικοινωνίες εάν υπάρχει πρόθεση να δοθούν τα F16 θα πρέπει να πιέσουμε να δοθούν κάποιες εγγυήσεις ότι θα σταματήσει αυτή η κλιμάκωση».
Ερωτηθείσα αν πιστεύει ότι θα μπορούσε το ΝΑΤΟ να τοποθετηθεί ξεκάθαρα υπέρ της Ελλάδας έναντι των τουρκικών απειλών όπως κάνουν η ευρωπαϊκή επιτροπή και οι ΗΠΑ, δήλωσε: «Θα μπορούσε αν καλλιεργηθεί, είναι θέμα διπλωματικής προεργασίας. Δεν είναι μόνο στο χέρι μας αλλά σε κάθε περίπτωση θα βοηθούσε να γίνει μια εμπεριστατωμένη ανάπτυξη επιχειρημάτων. Όχι ότι δεν έχει γίνει μέχρι τώρα αλλά επειδή τώρα είναι μεγαλύτερη η ένταση ενδεχομένως και τα επιχειρήματα να έπρεπε να έχουν άλλο περιεχόμενο».