Ελένη Τουλουπάκη: «Έπραξα το καθήκον μου και κράτησα τον όρκο μου, καθαρά υπηρεσιακή η σχέση με τον Παπαγγελόπουλο»
Τι είπε κατά την απολογία της στο ειδικό δικαστήριο η εισαγγελέας που κατηγορείται για κατάχρηση εξουσίας
Με την απολογία της Ελένης Τουλουπάκη συνεχίστηκε τη Δευτέρα το ειδικό δικαστήριο, με κατηγορούμενους την πρώην εισαγγελέα Διαφθοράς και τον πρώην αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλο. Η πρώην εισαγγελέας τόνισε πως έπραξε το καθήκον της, χαρακτήρισε τη σχέση της με τον Δημήτρη Παπαγγελόπουλο καθαρά υπηρεσιακή και είπε πως δέχθηκε ανελέητο πόλεμο για την υπόθεση της Novartis.
Η εισαγγελική λειτουργός κατηγορείται για κατάχρηση εξουσίας σε βαθμό κακουργήματος. Η κατηγορία σε βάρος της αφορά στη μη διαβίβαση στη Βουλή αναφορών βουλευτών του ΚΙΝ.ΑΛ. σε βάρος του πρώην υπουργού Υγείας Παναγιώτη Κουρουμπλή.
Η κυρία Τουλουπάκη άρχισε την απολογία της με μία αναδρομή στην πορεία της στο δικαστικό σώμα, στο οποίο εισήλθε το 1998. Όπως είπε χαρακτηριστικά, φέτος συμπληρώνει 25 χρόνια υπηρεσίας, αλλά και στις σημαντικές υποθέσεις που χειρίστηκε μέχρι να αναλάβει τη θέση της επικεφαλής εισαγγελέως Διαφθοράς.
«Το 2023 συμπληρώνω 25 χρόνια υπηρεσίας στο δικαστικό σώμα. Όταν εισήλθα στο δικαστικό σώμα, το 1998, γεμάτη όνειρα και ιδανικά, δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα βρισκόμουν ενώπιόν σας απολογούμενη, γιατί έπραξα τον καθήκον μου, αποδίδοντάς μου τόσο ταπεινά κίνητρα. Επειδή λοιπόν υπηρέτησα τη θέμιδα από τα έδρανα των δικαστικών λειτουργών, επιτρέψτε μου σήμερα να δυσκολεύομαι να υποστηρίξω τον εαυτό μου από τη θέση του κατηγορουμένου», είπε η κυρία Τουλουπάκη στην έναρξη της απολογίας, ενώ ειδική αναφορά έκανε στην υπόθεση της Novartis, υποστηρίζοντας πως από τη διαβίβαση της δικογραφίας στη Βουλή δέχθηκε «ανελέητο πόλεμο».
«Πρόκειται για την πιο συντονισμένη προσπάθεια εξόντωσης δικαστικών λειτουργών στη μεταπολιτευτική ιστορία του τόπου μας. Μια προσπάθεια παραδειγματισμού όλων των μελλοντικών συναδέλφων, που θα έχουν την ατυχία να επεξεργαστούν δικογραφίες με σημαίνοντα πολιτικά πρόσωπα», υποστήριξε η εισαγγελική λειτουργός.
Η πρώην εισαγγελέας Διαφθοράς τόνισε πως πριν αναλάβει αυτήν την κρίσιμη θέση είχε χειριστεί σημαντικές υποθέσεις. «Κατά την επαγγελματική μου πορεία είχα την ευκαιρία να ασχοληθώ με πληθώρα πολύ σοβαρών υποθέσεων που απασχόλησαν την επικαιρότητα στη χώρα μου πολύ πριν αναλάβω χρέη εισαγγελέα Διαφθοράς. Χαρακτηριστικά σας αναφέρω υποθέσεις που αφορούσαν διασπάθιση δημοσίου χρήματος στους ΟΤΕ και SIEMENS, την Αττική Οδό, έρευνα σε πολύ μεγάλη εταιρεία δημοσκοπήσεων (AGB), προμήθειες εξοπλιστικών προγραμμάτων του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (TOR-M1 και TPQ-37), υπόθεση Τσοχατζόπουλου, OCTAGON κ.λπ., ενώ επί δύο χρόνια υπηρέτησα ως επίκουρη εισαγγελέας οικονομικού εγκλήματος, αναλαμβάνοντας τη διερεύνηση των πλέον σοβαρών υποθέσεων φοροδιαφυγής στη χώρα μου και ειδικότερα τις λίστες Λαγκάρντ-Φαλτσιανί, τη Λίστα Μπόργιανς panamapaper και άλλες υποθέσεις μεγάλου οικονομικού ενδιαφέροντος εν μέσω της οικονομικής κατάρρευσης που ταλάνιζε τη χώρα μου.
Μάλιστα, από τις λίστες αυτές κατάφερα, μαζί με τους συναδέλφους μου, να εισπραχθούν για το ελληνικό Δημόσιο ποσά εκατομμυρίων ευρώ… Αυτή η πολύτιμη εμπειρία μου, που αποκόμισα από τις θέσεις του προανακριτικού τμήματος του οικονομικού, καθώς και η συνεργασία και η εκπαίδευση από τους εισαγγελείς των ΗΠΑ και το τμήμα του FBI της διεθνούς διαφθοράς, πιστεύω ότι ήταν και οι λόγοι επιλογής μου στη θέση του εισαγγελέα Διαφθοράς», είπε στην απολογία της η Ελένη Τουλουπάκη.
Η πρώην εισαγγελέας Διαφθοράς εξήγησε πως η επιλογή τους στη θέση αυτή «ουδόλως έχει να κάνει με δική μου μεθόδευση» και πρόσθεσε πως εάν δεν είχε παραιτηθεί η Ελένη Ράικου, πιστεύει πως θα επιλεγόταν και για τρίτη θητεία.
Στη συνέχεια, η κυρία Τουλουπάκη αναφέρθηκε στις ελλείψεις που υπήρξαν στην Εισαγγελία Διαφθοράς αλλά και στο γεγονός ότι η Ελένη Ράικου δεν την ενημέρωσε. «Διαδέχτηκα την κ. Ράικου τέλη Απριλίου του 2017 και ανέλαβα μια Εισαγγελία με πάρα πολλές ελλείψεις υλικοτεχνικής υποδομής, προσωπικού και πάρα πολλών δικογραφιών που στοιβάζονταν κυριολεκτικά στα πατώματα και στο υπόγειο του κτιρίου.
Με το που ανέλαβα καθήκοντα, έπρεπε να διαχειριστώ επείγοντα ζητήματα διοικητικής φύσεως αλλά και υποθέσεων που βρίσκονταν εκείνη τη περίοδο σε κρίσιμη φάση. Όπως τα εξοπλιστικά και την υπόθεση Παπαντωνίου», τόνισε η κυρία Τουλουπάκη, προσθέτοντας: «Γνωρίζω ότι είναι δύσκολο το πιστέψει κάποιος, αλλά η αλήθεια είναι ότι ανέλαβα μια υπηρεσία για πρώτη φορά, χωρίς καμία ενημέρωση, χωρίς να γνωρίζω πάρα μόνο από δημοσιεύματα της εποχής για τις σημαντικές υποθέσεις που χειριζόταν η Εισαγγελία Διαφθοράς και το πιο τραγικό όλων, ότι δεν γνώριζα -γιατί δεν είχα ενημέρωση- ούτε καν πού ήταν τοποθετημένα τα σώματα των δικογραφιών».
Η κυρία Τουλουπάκη είπε πως ζήτησε γραπτή ενημέρωση από την κυρία Ράικου, ενώ αναφέρθηκε και σε μία σειρά άλλων ελλείψεων που υπήρξαν στην Εισαγγελία Διαφθοράς, μεταξύ των οποίων και η έλλειψη μηχανοργάνωσης. «Υπήρχε προχειρότητα και αταξία στην Εισαγγελία Διαφθοράς λόγω των ελλείψεων που σας ανέφερα, χωρίς να αποτελεί μομφή αυτό για τους συναδέλφους μου. Όταν χειρίζεσαι σοβαρές και ογκώδεις δικογραφίες, πρέπει να έχει η υπηρεσία και ο εισαγγελέας τον έλεγχο των ενεργειών. Δεν γίνεται να μην είναι καταχωρημένες ποιες ενέργειες έχουν γίνει, γιατί πολύ απλά θα χάσεις την μπάλα», ανέφερε επίσης η κυρία Τουλουπάκη.
«Ενώ συνεχίζαμε την έρευνα μας κατά της Novartis και των πολιτικών προσώπων, μετατραπήκαμε ταυτόχρονα ερευνώμενοι και ελεγχόμενοι για την εισαγγελική μας έρευνα από τα ποινικώς ερευνώμενα πολιτικά πρόσωπα. Δεν υπήρξε μέρα που να μη δίνουμε εξηγήσεις είτε στον Άρειο Πάγο είτε στη Βουλή», τόνισε η κυρία Τουλουπάκη, υπεραμυνόμενη, ταυτοχρόνως, των χειρισμών της στην υπόθεση.
«Η αμεροληψία μας και η απουσία οιασδήποτε παρέμβασης στο έργο μας επιβεβαιώνονται από το γεγονός ότι αφενός οι επτά αρχειοθετήσεις έλαβαν χώρα προ των εκλογών του 2019 και αφετέρου η ποινική δίωξη σε βάρος του ενός πολιτικού προσώπου ασκήθηκε σε χρόνο μεταγενέστερο των εκλογών, κατόπιν αδείας της νέας Βουλής-νέας κυβέρνησης. Δηλαδή από τον χειρισμό μας αποδεικνύεται ότι δεν αφήσαμε κανένα περιθώριο πολιτικής εκμετάλλευσης των ενεργειών μας. Σε ό,τι αφορά δε την έρευνα των δύο πολιτικών προσώπων που παρέμενε ανοιχτή, εκ των υστέρων αποδείχθηκε ότι ορθώς δεν είχαν αρχειοθετηθεί οι υποθέσεις αυτές κατά τη στιγμή που μας αφαιρέθηκαν οι δικογραφίες, αφού η έρευνα για τα πρόσωπα αυτά συνεχίστηκε από την οικονομική Εισαγγελία τουλάχιστον για ενάμιση χρόνο,» τόνισε η κυρία Τουλουπάκη.
Η πρώην επικεφαλής της Εισαγγελίας Διαφθοράς τόνισε επίσης οι επίμαχες αναφορές δεν θα μπορούσαν να αποσταλούν νωρίτερα στη Βουλή. «Εγώ έλαβα γνώση τέλος Ιανουαρίου του 2018 και 5-2-2018 τα στέλνω αμελλητί στη Βουλή. Και ναι μεν είναι παραγεγραμμένο, παραγεγραμμένα είναι και για τους 10 πολιτικούς που επίσης στάλθηκαν για το ίδιο αδίκημα. Είναι σύνηθες στην πρακτική. Πριν από τον χρόνο αυτόν δεν μπορούσαν να σταλούν, γιατί δεν είχαν συγκεντρωθεί τα ελάχιστα στοιχεία (μορφοποίηση του αδικήματος της απιστίας και η σύνδεσή του με πρόσωπα της περιόδου εκείνης) που απαιτεί ο νόμος», τόνισε επίσης η κυρία Τουλουπάκη.
Παράλληλα, επισήμανε ενώπιον των δικαστών πως η σχέση της με τον Δημήτρη Παπαγγελόπουλο ήταν καθαρά υπηρεσιακή. «Οι δικές μου επαφές ήταν υπηρεσιακές, τυπικές, χαρακτηριστικό είναι του μιλούσα πάντοτε στον πληθυντικό, και περιορίζονταν μόνο σε όσες ειπώθηκαν ενώπιον του δικαστηρίου σας, δηλαδή δύο συναντήσεις στην υπηρεσία μου παρουσία τρίτων προσώπων, όπου με επισκέφθηκε εθιμοτυπικά με την κ. Θάνου, καθώς και στην κοπή της πίτας την Πρωτοχρονιά του 2018 και άλλη μία προγενέστερη της τοποθετήσεώς μου στη Διαφθορά, όταν υπηρετούσα ως επίκουρη στον κ. Αθανασίου, σε τραπέζι που παρέθεσε ο τελευταίος και ήμουν κι εγώ καλεσμένη», είπε μεταξύ άλλων η κυρία Τουλουπάκη.
Στο τέλος της απολογία της η κυρία Τουλουπάκη είπε πως υπήρξε συντονισμένη προσπάθεια εξόντωσής της εξαιτίας της δικογραφίας της Novartis, στην οποία συμμετείχαν όπως είπε και εν ενεργεία δικαστικοί λειτουργοί. «Σήμερα είναι η κορύφωση μιας ανηφορικής πορείας. Ενός προσωπικού Γολγοθά που ξεκίνησε τέσσερα χρόνια πριν. Μια περίοδος κατά την οποία αποκαλούσαν εμένα και τους συνεργάτες μου "εγκληματική συμμορία", "παραδικαστικό κύκλωμα", ενώ δεχόμουν καθημερινά απειλές του τύπου ότι θα "μπω φυλακή" και ότι θα με "γδάρουν», τόνισε η εισαγγελέας και προσέθεσε: «Βρίσκομαι σήμερα (σημ. τη Δευτέρα) ενώπιόν σας με την ιδιότητα της κατηγορουμένης προσπαθώντας να σας πω το αυτονόητο. Ότι δεν υπάρχει ψήγμα ούτε της αντικειμενικής αλλά και ούτε της υποκειμενικής υπόστασης του αδικήματος για το οποίο κατηγορούμαι. Ότι έπραξα το καθήκον μου και ότι τήρησα τον όρκο μου. Η πίστη μου είναι ακλόνητη. Και η απάντησή μου στους διώκτες μου και συκοφάντες μου είναι ότι το άδικο δεν ευλογείται».
Η εισαγγελική λειτουργός κατηγορείται για κατάχρηση εξουσίας σε βαθμό κακουργήματος. Η κατηγορία σε βάρος της αφορά στη μη διαβίβαση στη Βουλή αναφορών βουλευτών του ΚΙΝ.ΑΛ. σε βάρος του πρώην υπουργού Υγείας Παναγιώτη Κουρουμπλή.
Ανελέητος πόλεμος
Η κυρία Τουλουπάκη άρχισε την απολογία της με μία αναδρομή στην πορεία της στο δικαστικό σώμα, στο οποίο εισήλθε το 1998. Όπως είπε χαρακτηριστικά, φέτος συμπληρώνει 25 χρόνια υπηρεσίας, αλλά και στις σημαντικές υποθέσεις που χειρίστηκε μέχρι να αναλάβει τη θέση της επικεφαλής εισαγγελέως Διαφθοράς.
«Το 2023 συμπληρώνω 25 χρόνια υπηρεσίας στο δικαστικό σώμα. Όταν εισήλθα στο δικαστικό σώμα, το 1998, γεμάτη όνειρα και ιδανικά, δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα βρισκόμουν ενώπιόν σας απολογούμενη, γιατί έπραξα τον καθήκον μου, αποδίδοντάς μου τόσο ταπεινά κίνητρα. Επειδή λοιπόν υπηρέτησα τη θέμιδα από τα έδρανα των δικαστικών λειτουργών, επιτρέψτε μου σήμερα να δυσκολεύομαι να υποστηρίξω τον εαυτό μου από τη θέση του κατηγορουμένου», είπε η κυρία Τουλουπάκη στην έναρξη της απολογίας, ενώ ειδική αναφορά έκανε στην υπόθεση της Novartis, υποστηρίζοντας πως από τη διαβίβαση της δικογραφίας στη Βουλή δέχθηκε «ανελέητο πόλεμο».
«Πρόκειται για την πιο συντονισμένη προσπάθεια εξόντωσης δικαστικών λειτουργών στη μεταπολιτευτική ιστορία του τόπου μας. Μια προσπάθεια παραδειγματισμού όλων των μελλοντικών συναδέλφων, που θα έχουν την ατυχία να επεξεργαστούν δικογραφίες με σημαίνοντα πολιτικά πρόσωπα», υποστήριξε η εισαγγελική λειτουργός.
Η διαδρομή στο δικαστικό σώμα
Η πρώην εισαγγελέας Διαφθοράς τόνισε πως πριν αναλάβει αυτήν την κρίσιμη θέση είχε χειριστεί σημαντικές υποθέσεις. «Κατά την επαγγελματική μου πορεία είχα την ευκαιρία να ασχοληθώ με πληθώρα πολύ σοβαρών υποθέσεων που απασχόλησαν την επικαιρότητα στη χώρα μου πολύ πριν αναλάβω χρέη εισαγγελέα Διαφθοράς. Χαρακτηριστικά σας αναφέρω υποθέσεις που αφορούσαν διασπάθιση δημοσίου χρήματος στους ΟΤΕ και SIEMENS, την Αττική Οδό, έρευνα σε πολύ μεγάλη εταιρεία δημοσκοπήσεων (AGB), προμήθειες εξοπλιστικών προγραμμάτων του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (TOR-M1 και TPQ-37), υπόθεση Τσοχατζόπουλου, OCTAGON κ.λπ., ενώ επί δύο χρόνια υπηρέτησα ως επίκουρη εισαγγελέας οικονομικού εγκλήματος, αναλαμβάνοντας τη διερεύνηση των πλέον σοβαρών υποθέσεων φοροδιαφυγής στη χώρα μου και ειδικότερα τις λίστες Λαγκάρντ-Φαλτσιανί, τη Λίστα Μπόργιανς panamapaper και άλλες υποθέσεις μεγάλου οικονομικού ενδιαφέροντος εν μέσω της οικονομικής κατάρρευσης που ταλάνιζε τη χώρα μου.
Μάλιστα, από τις λίστες αυτές κατάφερα, μαζί με τους συναδέλφους μου, να εισπραχθούν για το ελληνικό Δημόσιο ποσά εκατομμυρίων ευρώ… Αυτή η πολύτιμη εμπειρία μου, που αποκόμισα από τις θέσεις του προανακριτικού τμήματος του οικονομικού, καθώς και η συνεργασία και η εκπαίδευση από τους εισαγγελείς των ΗΠΑ και το τμήμα του FBI της διεθνούς διαφθοράς, πιστεύω ότι ήταν και οι λόγοι επιλογής μου στη θέση του εισαγγελέα Διαφθοράς», είπε στην απολογία της η Ελένη Τουλουπάκη.
Η πρώην εισαγγελέας Διαφθοράς εξήγησε πως η επιλογή τους στη θέση αυτή «ουδόλως έχει να κάνει με δική μου μεθόδευση» και πρόσθεσε πως εάν δεν είχε παραιτηθεί η Ελένη Ράικου, πιστεύει πως θα επιλεγόταν και για τρίτη θητεία.
Στη συνέχεια, η κυρία Τουλουπάκη αναφέρθηκε στις ελλείψεις που υπήρξαν στην Εισαγγελία Διαφθοράς αλλά και στο γεγονός ότι η Ελένη Ράικου δεν την ενημέρωσε. «Διαδέχτηκα την κ. Ράικου τέλη Απριλίου του 2017 και ανέλαβα μια Εισαγγελία με πάρα πολλές ελλείψεις υλικοτεχνικής υποδομής, προσωπικού και πάρα πολλών δικογραφιών που στοιβάζονταν κυριολεκτικά στα πατώματα και στο υπόγειο του κτιρίου.
Με το που ανέλαβα καθήκοντα, έπρεπε να διαχειριστώ επείγοντα ζητήματα διοικητικής φύσεως αλλά και υποθέσεων που βρίσκονταν εκείνη τη περίοδο σε κρίσιμη φάση. Όπως τα εξοπλιστικά και την υπόθεση Παπαντωνίου», τόνισε η κυρία Τουλουπάκη, προσθέτοντας: «Γνωρίζω ότι είναι δύσκολο το πιστέψει κάποιος, αλλά η αλήθεια είναι ότι ανέλαβα μια υπηρεσία για πρώτη φορά, χωρίς καμία ενημέρωση, χωρίς να γνωρίζω πάρα μόνο από δημοσιεύματα της εποχής για τις σημαντικές υποθέσεις που χειριζόταν η Εισαγγελία Διαφθοράς και το πιο τραγικό όλων, ότι δεν γνώριζα -γιατί δεν είχα ενημέρωση- ούτε καν πού ήταν τοποθετημένα τα σώματα των δικογραφιών».
Η κυρία Τουλουπάκη είπε πως ζήτησε γραπτή ενημέρωση από την κυρία Ράικου, ενώ αναφέρθηκε και σε μία σειρά άλλων ελλείψεων που υπήρξαν στην Εισαγγελία Διαφθοράς, μεταξύ των οποίων και η έλλειψη μηχανοργάνωσης. «Υπήρχε προχειρότητα και αταξία στην Εισαγγελία Διαφθοράς λόγω των ελλείψεων που σας ανέφερα, χωρίς να αποτελεί μομφή αυτό για τους συναδέλφους μου. Όταν χειρίζεσαι σοβαρές και ογκώδεις δικογραφίες, πρέπει να έχει η υπηρεσία και ο εισαγγελέας τον έλεγχο των ενεργειών. Δεν γίνεται να μην είναι καταχωρημένες ποιες ενέργειες έχουν γίνει, γιατί πολύ απλά θα χάσεις την μπάλα», ανέφερε επίσης η κυρία Τουλουπάκη.
Υπόθεση Novartis
Η κυρία Τουλουπάκη έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην απολογία της στην υπόθεση της Novartis, υπόθεση για την οποία απαλλάχθηκε από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο για τις κατηγορίες που αντιμετώπιζε. Μάλιστα, στάθηκε ιδιαίτερα στο γεγονός ότι εκείνη και οι επίκουροι εισαγγελείς εγκλημάτων διαφθοράς, αλλά και οι προστατευόμενοι μάρτυρες δέχθηκαν σωρεία μηνύσεων και πειθαρχικών αναφορών που κατέθεσαν τα πολιτικά πρόσωπα.«Ενώ συνεχίζαμε την έρευνα μας κατά της Novartis και των πολιτικών προσώπων, μετατραπήκαμε ταυτόχρονα ερευνώμενοι και ελεγχόμενοι για την εισαγγελική μας έρευνα από τα ποινικώς ερευνώμενα πολιτικά πρόσωπα. Δεν υπήρξε μέρα που να μη δίνουμε εξηγήσεις είτε στον Άρειο Πάγο είτε στη Βουλή», τόνισε η κυρία Τουλουπάκη, υπεραμυνόμενη, ταυτοχρόνως, των χειρισμών της στην υπόθεση.
«Η αμεροληψία μας και η απουσία οιασδήποτε παρέμβασης στο έργο μας επιβεβαιώνονται από το γεγονός ότι αφενός οι επτά αρχειοθετήσεις έλαβαν χώρα προ των εκλογών του 2019 και αφετέρου η ποινική δίωξη σε βάρος του ενός πολιτικού προσώπου ασκήθηκε σε χρόνο μεταγενέστερο των εκλογών, κατόπιν αδείας της νέας Βουλής-νέας κυβέρνησης. Δηλαδή από τον χειρισμό μας αποδεικνύεται ότι δεν αφήσαμε κανένα περιθώριο πολιτικής εκμετάλλευσης των ενεργειών μας. Σε ό,τι αφορά δε την έρευνα των δύο πολιτικών προσώπων που παρέμενε ανοιχτή, εκ των υστέρων αποδείχθηκε ότι ορθώς δεν είχαν αρχειοθετηθεί οι υποθέσεις αυτές κατά τη στιγμή που μας αφαιρέθηκαν οι δικογραφίες, αφού η έρευνα για τα πρόσωπα αυτά συνεχίστηκε από την οικονομική Εισαγγελία τουλάχιστον για ενάμιση χρόνο,» τόνισε η κυρία Τουλουπάκη.
Οι αναφορές
Η πρώην επικεφαλής της Εισαγγελίας Διαφθοράς τόνισε επίσης οι επίμαχες αναφορές δεν θα μπορούσαν να αποσταλούν νωρίτερα στη Βουλή. «Εγώ έλαβα γνώση τέλος Ιανουαρίου του 2018 και 5-2-2018 τα στέλνω αμελλητί στη Βουλή. Και ναι μεν είναι παραγεγραμμένο, παραγεγραμμένα είναι και για τους 10 πολιτικούς που επίσης στάλθηκαν για το ίδιο αδίκημα. Είναι σύνηθες στην πρακτική. Πριν από τον χρόνο αυτόν δεν μπορούσαν να σταλούν, γιατί δεν είχαν συγκεντρωθεί τα ελάχιστα στοιχεία (μορφοποίηση του αδικήματος της απιστίας και η σύνδεσή του με πρόσωπα της περιόδου εκείνης) που απαιτεί ο νόμος», τόνισε επίσης η κυρία Τουλουπάκη.Παράλληλα, επισήμανε ενώπιον των δικαστών πως η σχέση της με τον Δημήτρη Παπαγγελόπουλο ήταν καθαρά υπηρεσιακή. «Οι δικές μου επαφές ήταν υπηρεσιακές, τυπικές, χαρακτηριστικό είναι του μιλούσα πάντοτε στον πληθυντικό, και περιορίζονταν μόνο σε όσες ειπώθηκαν ενώπιον του δικαστηρίου σας, δηλαδή δύο συναντήσεις στην υπηρεσία μου παρουσία τρίτων προσώπων, όπου με επισκέφθηκε εθιμοτυπικά με την κ. Θάνου, καθώς και στην κοπή της πίτας την Πρωτοχρονιά του 2018 και άλλη μία προγενέστερη της τοποθετήσεώς μου στη Διαφθορά, όταν υπηρετούσα ως επίκουρη στον κ. Αθανασίου, σε τραπέζι που παρέθεσε ο τελευταίος και ήμουν κι εγώ καλεσμένη», είπε μεταξύ άλλων η κυρία Τουλουπάκη.
Στο τέλος της απολογία της η κυρία Τουλουπάκη είπε πως υπήρξε συντονισμένη προσπάθεια εξόντωσής της εξαιτίας της δικογραφίας της Novartis, στην οποία συμμετείχαν όπως είπε και εν ενεργεία δικαστικοί λειτουργοί. «Σήμερα είναι η κορύφωση μιας ανηφορικής πορείας. Ενός προσωπικού Γολγοθά που ξεκίνησε τέσσερα χρόνια πριν. Μια περίοδος κατά την οποία αποκαλούσαν εμένα και τους συνεργάτες μου "εγκληματική συμμορία", "παραδικαστικό κύκλωμα", ενώ δεχόμουν καθημερινά απειλές του τύπου ότι θα "μπω φυλακή" και ότι θα με "γδάρουν», τόνισε η εισαγγελέας και προσέθεσε: «Βρίσκομαι σήμερα (σημ. τη Δευτέρα) ενώπιόν σας με την ιδιότητα της κατηγορουμένης προσπαθώντας να σας πω το αυτονόητο. Ότι δεν υπάρχει ψήγμα ούτε της αντικειμενικής αλλά και ούτε της υποκειμενικής υπόστασης του αδικήματος για το οποίο κατηγορούμαι. Ότι έπραξα το καθήκον μου και ότι τήρησα τον όρκο μου. Η πίστη μου είναι ακλόνητη. Και η απάντησή μου στους διώκτες μου και συκοφάντες μου είναι ότι το άδικο δεν ευλογείται».