Γεωργιάδης: Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μιλά για τις ευθύνες της ΡΑΣ, γιατί η ηγεσία της διορίστηκε επί των ημερών του
Ο υπουργός ανέφερε τους εκλεγμένους της Ρυθμιστικής Αρχής Σιδηροδρόμων επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ
Απάντηση στην καταγγελία ότι ο 59χρονος σταθμάρχης που είναι ο άμεσα εμπλεκόμενος στη σύγκρουση των δύο τρένων στα Τέμπη είναι ρουσφέτι της Νέας Δημοκρατίας έδωσε ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων Άδωνις Γεωργιάδης.
Κατά την επί της αρχής τοποθέτησή του στο σχέδιο νόμου για την κρατική στήριξη στους συγγενείς των θυμάτων του σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη, στη συνεδρίαση της επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου, ο υπουργός είπε ότι αυτό «είναι ένας βαρύς ισχυρισμός, που όποιος τον λέει θα πρέπει να τον συνοδεύσει με κάποια απόδειξη, αντιθέτως είναι μια κανονική συκοφαντία». Για την ηλικία του σταθμάρχη και κατά πόσο αυτός ο παράγοντας παρακάμφθηκε - και αυτό αποδεικνύει ότι ήταν «ρουσφετολογική η τοποθέτησή του» - ο υπουργός κατέθεσε δημοσίευμα της εφημερίδας «Απογευματινή», σύμφωνα με το οποίο υπήρξε και επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ σειρά διορισμών σταθμαρχών και κλειδούχων του ΟΣΕ, σχετικής και μεγαλύτερης ακόμα ηλικίας.
Ο κ. Γεωργιάδης επισήμανε ότι η πλατφόρμα της κινητικότητας του ελληνικού Δημοσίου «δεν λαμβάνει υπόψιν της όρια ηλικίας για υφιστάμενους εργαζομένους». Το μοναδικό φίλτρο που υπάρχει ανάμεσα στην αίτηση και την έγκριση μετάταξης και θα μπορούσε να σταματήσει τον διορισμό του, είπε ο υπουργός, είναι «η Υπηρεσιακή Επιτροπή του ΟΣΕ, που απαρτίζεται από σταθμάρχες του ΟΣΕ, που όταν τους πήγε ο υπηρεσιακός φάκελός του, θα έπρεπε να τον είχαν απορρίψει και όχι να τον ενέκριναν». Ο κ. Γεωργιάδης, εκτίμησε ότι η επιτροπή του ΟΣΕ έδωσε για λόγους «συναδελφικότητας» την έγκρισή της στον εν λόγω σταθμάρχη για να γίνει η μετάταξή του. Επισήμανε ότι ο υπάλληλος αυτός «πέρασε επί 7 μήνες την εκπαίδευση του σταθμάρχη και κανένας από τους εκπαιδευτές του δεν κατάλαβε ότι δεν κάνει για αυτή την εργασία και πήρε πιστοποίηση ότι καλώς ολοκλήρωσε τις σπουδές του από τη ΡΑΣ».
Ο κ. Γεωργιάδης, χαρακτήρισε «εξοργιστικό ότι μετά το δυστύχημα των Τεμπών, η ΡΑΣ βγάζει πόρισμα ότι η εκπαίδευση αυτών των σταθμαρχών ήταν ελλειπής. Όπως είπε, θα ήταν χρήσιμο και σκόπιμο η ΡΑΣ να είχε κόψει την πιστοποίησή τους πριν το δυστύχημα και να μην τους είχε επιτρέψει να λάβουν αυτή τη θέση». Τόνισε πως «είναι εντυπωσιακό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν μιλάει ποτέ για τις ευθύνες της ΡΑΣ» που έχει και την συνταγματική ευθύνη της πιστοποίησης, επειδή «η πρόεδρος της ΡΑΣ και ο αντιπρόεδρος της Αρχής, είναι διορισμένοι από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Η μία κυρία είναι εκλεγμένη δημοτική σύμβουλος με τον ΣΥΡΙΖΑ σε δήμο της Β' Πειραιώς και ο άλλος ήταν σύμβουλος του πρώην υπουργού Αμύνης επί ΣΥΡΙΖΑ, τόσο απλά».
Ο υπουργός κάλεσε τα κόμματα «να αποφύγουμε τη σύγκρουση με όρους πολιτικάντικους» και «να μην προσπαθήσει κανένα κόμμα να αξιοποιήσει το δυστύχημα των Τεμπών για ανατροπή παγιωμένων εκλογικών συσχετισμών» γιατί αυτό αποτελεί «μέγα ύβρη προς τα θύματα και τους συγγενείς τους».
Το δυστύχημα αυτό, τόνισε ο υπουργός «αντικατοπτρίζει το βαθύ κράτος και το πόσο κακά λειτούργησε το βαθύ Δημόσιο». Ο κ. Γεωργιάδης θέλησε να ξεκαθαρίσει, όπως είπε, ότι «ασχέτως τα όποια λάθη μπορεί να έχει κάνει η Hellenic Train, που ερευνώνται από την Δικαιοσύνη και ασφαλώς θα πρέπει να ερευνηθούν εξονυχιστικά για την ποιότητα των τραίνων, τους πομπούς κλπ, η ευθύνη για το συγκεκριμένο δυστύχημα κατά το μείζον μέρος του δεν ανήκει σε μια ιδιωτική εταιρεία, αλλά στον δημόσιο ΟΣΕ». Ο υπουργός, μάλιστα, προσέθεσε «ότι οφείλουμε να εξηγήσουμε στους πολίτες, ότι δεν είναι η ιδιωτικοποίηση που έφερε αυτό το δυστύχημα, αλλά ο δημόσιος ΟΣΕ είχε την ευθύνη. Δημόσιοι υπάλληλοι ήταν οι σταθμάρχες. Δημόσιος υπάλληλος ο συγκεκριμένος σταθμάρχης. Δημόσιος υπάλληλος ο επόπτης του. Δημόσιος υπάλληλος ο επιθεωρητής του. Δημόσια η εταιρεία. Συνεπώς, το να κατηγορούμε για πάσα νόσο τον ιδιωτικό τομέα σε κάτι που έχει την αποκλειστική σχεδόν ευθύνη μια υπηρεσία του Δημοσίου, είναι λίγο εξωφρενικό».
Ο κ. Γεωργιάδης, ανέφερε ότι «στο δυστύχημα των Τεμπών, υπήρξαν και οι δύο όψεις του Δημοσίου. Είχαμε την αρνητική όψη, αυτή που πρέπει να πολεμήσουμε, ενός ακατάλληλου σταθμάρχη - που όπως αποδεικνύεται από τα ηχητικά τα είχε χαμένα- δύο άλλων συναδέλφων του που έπρεπε να ήταν μαζί του στην βάρδια. Εκ των οποίων, ο ένας δεν προσήλθε καθόλου, και ο άλλος έφυγε πολύ νωρίτερα γιατί ο γιός του - λέει - του ζήτησε σουβλάκια. Επίσης, ενός τρίτου επόπτη που δεν πήγε να παρακολουθήσει ότι οι δύο άλλοι σταθμάρχες απουσιάζουν της βάρδιας και ήταν στα τσιπουράδικα στον Βόλο. Και ο οποίος, επόπτης, όταν έμαθε τι έγινε, πήρε τηλέφωνο ένα φίλο του γιατρό του ΕΣΥ για να του χορηγήσει αναρρωτική άδεια, ώστε να αποφύγει τις υπηρεσιακές ευθύνες του, να μην μπορεί να τεθεί σε αργία και να μην μπορεί να κληθεί από τον ανακριτή όσο θα ήταν σε αναρρωτική άδεια!». Όλο αυτό, είπε ο υπουργός «είναι το κακό Δημόσιο, η κακή του νοοτροπία, αυτή που έχουμε την απόλυτη ευθύνη να την αλλάξουμε». Βέβαια, ανέφερε ο κ. Γεωργιάδης, στο δυστύχημα των Τεμπών «έχουμε και το καλό πρόσωπο του Δημοσίου, που δεν πρέπει να το ξεχνάμε, και είναι το ΕΚΑΒ, η ΕΚΑΜ, τα δημόσια νοσοκομεία, η ΕΛΑΣ, που λειτούργησαν υποδειγματικά».
Ο κ. Γεωργιάδης, τόνισε πως «η πολιτική μας ευθύνη που πρέπει να φτιάξουμε την επόμενη τετραετία, εφόσον οι πολίτες επιλέξουν τη ΝΔ, είναι το πώς θα βρούμε έναν μηχανισμό για να ξεχωρίζουμε στα αλήθεια την καλή από την κακή πλευρά του Δημοσίου».
Κατά την επί της αρχής τοποθέτησή του στο σχέδιο νόμου για την κρατική στήριξη στους συγγενείς των θυμάτων του σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη, στη συνεδρίαση της επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου, ο υπουργός είπε ότι αυτό «είναι ένας βαρύς ισχυρισμός, που όποιος τον λέει θα πρέπει να τον συνοδεύσει με κάποια απόδειξη, αντιθέτως είναι μια κανονική συκοφαντία». Για την ηλικία του σταθμάρχη και κατά πόσο αυτός ο παράγοντας παρακάμφθηκε - και αυτό αποδεικνύει ότι ήταν «ρουσφετολογική η τοποθέτησή του» - ο υπουργός κατέθεσε δημοσίευμα της εφημερίδας «Απογευματινή», σύμφωνα με το οποίο υπήρξε και επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ σειρά διορισμών σταθμαρχών και κλειδούχων του ΟΣΕ, σχετικής και μεγαλύτερης ακόμα ηλικίας.
Ο κ. Γεωργιάδης επισήμανε ότι η πλατφόρμα της κινητικότητας του ελληνικού Δημοσίου «δεν λαμβάνει υπόψιν της όρια ηλικίας για υφιστάμενους εργαζομένους». Το μοναδικό φίλτρο που υπάρχει ανάμεσα στην αίτηση και την έγκριση μετάταξης και θα μπορούσε να σταματήσει τον διορισμό του, είπε ο υπουργός, είναι «η Υπηρεσιακή Επιτροπή του ΟΣΕ, που απαρτίζεται από σταθμάρχες του ΟΣΕ, που όταν τους πήγε ο υπηρεσιακός φάκελός του, θα έπρεπε να τον είχαν απορρίψει και όχι να τον ενέκριναν». Ο κ. Γεωργιάδης, εκτίμησε ότι η επιτροπή του ΟΣΕ έδωσε για λόγους «συναδελφικότητας» την έγκρισή της στον εν λόγω σταθμάρχη για να γίνει η μετάταξή του. Επισήμανε ότι ο υπάλληλος αυτός «πέρασε επί 7 μήνες την εκπαίδευση του σταθμάρχη και κανένας από τους εκπαιδευτές του δεν κατάλαβε ότι δεν κάνει για αυτή την εργασία και πήρε πιστοποίηση ότι καλώς ολοκλήρωσε τις σπουδές του από τη ΡΑΣ».
Ο κ. Γεωργιάδης, χαρακτήρισε «εξοργιστικό ότι μετά το δυστύχημα των Τεμπών, η ΡΑΣ βγάζει πόρισμα ότι η εκπαίδευση αυτών των σταθμαρχών ήταν ελλειπής. Όπως είπε, θα ήταν χρήσιμο και σκόπιμο η ΡΑΣ να είχε κόψει την πιστοποίησή τους πριν το δυστύχημα και να μην τους είχε επιτρέψει να λάβουν αυτή τη θέση». Τόνισε πως «είναι εντυπωσιακό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν μιλάει ποτέ για τις ευθύνες της ΡΑΣ» που έχει και την συνταγματική ευθύνη της πιστοποίησης, επειδή «η πρόεδρος της ΡΑΣ και ο αντιπρόεδρος της Αρχής, είναι διορισμένοι από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Η μία κυρία είναι εκλεγμένη δημοτική σύμβουλος με τον ΣΥΡΙΖΑ σε δήμο της Β' Πειραιώς και ο άλλος ήταν σύμβουλος του πρώην υπουργού Αμύνης επί ΣΥΡΙΖΑ, τόσο απλά».
Ο υπουργός κάλεσε τα κόμματα «να αποφύγουμε τη σύγκρουση με όρους πολιτικάντικους» και «να μην προσπαθήσει κανένα κόμμα να αξιοποιήσει το δυστύχημα των Τεμπών για ανατροπή παγιωμένων εκλογικών συσχετισμών» γιατί αυτό αποτελεί «μέγα ύβρη προς τα θύματα και τους συγγενείς τους».
Το δυστύχημα αυτό, τόνισε ο υπουργός «αντικατοπτρίζει το βαθύ κράτος και το πόσο κακά λειτούργησε το βαθύ Δημόσιο». Ο κ. Γεωργιάδης θέλησε να ξεκαθαρίσει, όπως είπε, ότι «ασχέτως τα όποια λάθη μπορεί να έχει κάνει η Hellenic Train, που ερευνώνται από την Δικαιοσύνη και ασφαλώς θα πρέπει να ερευνηθούν εξονυχιστικά για την ποιότητα των τραίνων, τους πομπούς κλπ, η ευθύνη για το συγκεκριμένο δυστύχημα κατά το μείζον μέρος του δεν ανήκει σε μια ιδιωτική εταιρεία, αλλά στον δημόσιο ΟΣΕ». Ο υπουργός, μάλιστα, προσέθεσε «ότι οφείλουμε να εξηγήσουμε στους πολίτες, ότι δεν είναι η ιδιωτικοποίηση που έφερε αυτό το δυστύχημα, αλλά ο δημόσιος ΟΣΕ είχε την ευθύνη. Δημόσιοι υπάλληλοι ήταν οι σταθμάρχες. Δημόσιος υπάλληλος ο συγκεκριμένος σταθμάρχης. Δημόσιος υπάλληλος ο επόπτης του. Δημόσιος υπάλληλος ο επιθεωρητής του. Δημόσια η εταιρεία. Συνεπώς, το να κατηγορούμε για πάσα νόσο τον ιδιωτικό τομέα σε κάτι που έχει την αποκλειστική σχεδόν ευθύνη μια υπηρεσία του Δημοσίου, είναι λίγο εξωφρενικό».
Ο κ. Γεωργιάδης, ανέφερε ότι «στο δυστύχημα των Τεμπών, υπήρξαν και οι δύο όψεις του Δημοσίου. Είχαμε την αρνητική όψη, αυτή που πρέπει να πολεμήσουμε, ενός ακατάλληλου σταθμάρχη - που όπως αποδεικνύεται από τα ηχητικά τα είχε χαμένα- δύο άλλων συναδέλφων του που έπρεπε να ήταν μαζί του στην βάρδια. Εκ των οποίων, ο ένας δεν προσήλθε καθόλου, και ο άλλος έφυγε πολύ νωρίτερα γιατί ο γιός του - λέει - του ζήτησε σουβλάκια. Επίσης, ενός τρίτου επόπτη που δεν πήγε να παρακολουθήσει ότι οι δύο άλλοι σταθμάρχες απουσιάζουν της βάρδιας και ήταν στα τσιπουράδικα στον Βόλο. Και ο οποίος, επόπτης, όταν έμαθε τι έγινε, πήρε τηλέφωνο ένα φίλο του γιατρό του ΕΣΥ για να του χορηγήσει αναρρωτική άδεια, ώστε να αποφύγει τις υπηρεσιακές ευθύνες του, να μην μπορεί να τεθεί σε αργία και να μην μπορεί να κληθεί από τον ανακριτή όσο θα ήταν σε αναρρωτική άδεια!». Όλο αυτό, είπε ο υπουργός «είναι το κακό Δημόσιο, η κακή του νοοτροπία, αυτή που έχουμε την απόλυτη ευθύνη να την αλλάξουμε». Βέβαια, ανέφερε ο κ. Γεωργιάδης, στο δυστύχημα των Τεμπών «έχουμε και το καλό πρόσωπο του Δημοσίου, που δεν πρέπει να το ξεχνάμε, και είναι το ΕΚΑΒ, η ΕΚΑΜ, τα δημόσια νοσοκομεία, η ΕΛΑΣ, που λειτούργησαν υποδειγματικά».
Ο κ. Γεωργιάδης, τόνισε πως «η πολιτική μας ευθύνη που πρέπει να φτιάξουμε την επόμενη τετραετία, εφόσον οι πολίτες επιλέξουν τη ΝΔ, είναι το πώς θα βρούμε έναν μηχανισμό για να ξεχωρίζουμε στα αλήθεια την καλή από την κακή πλευρά του Δημοσίου».