H Καϊλή σε μεζονέτα με 9.500 ευρώ τον μήνα - Επιχείρηση συμπάθειας από την «ελεύθερη πολιορκημένη» ευρωβουλευτίνα
Για να μετακινηθεί χρειάζεται ειδική άδεια και, αν αυτό συμβεί, θα είναι είτε για ιατρικούς λόγους είτε για μεταφορά της στις ανακριτικές ή δικαστικές Αρχές
Το «χαρτί» της συναισθηματικής προσέγγισης στην περιπέτειά της επιχειρεί να παίξειη Εύα Καϊλή, προφανώς μέσω των συνηγόρων της, εκμεταλλευομενη τη σκληρή στάση των βελγικών Αρχών απέναντί της.
Εμμένοντας στην αθωότητά της μετά την αποφυλάκισή της τη Μεγάλη Πέμπτη, βρίσκεται πια κάτω από αυστηρή ηλεκτρονική επιτήρηση, καθώς υπάρχει ρητή απαγόρευση εξόδου από την οικία της, μια μεζονέτα 90 τετραγωνικών σε απόσταση 200 μέτρων από το Ευρωκοινοβούλιο.
Για να μετακινηθεί χρειάζεται ειδική άδεια και, αν αυτό συμβεί, θα είναι είτε για ιατρικούς λόγους είτε για μεταφορά της στις ανακριτικές ή δικαστικές Αρχές. Οι συνήγοροί της, από την πρώτη μέρα της αποφυλάκισής της, ανέφεραν ότι το επόμενο βήμα της είναι η μάχη να άρει τα μέτρα της ηλεκτρονικής επιτήρησης, προκειμένου να μπορεί να συμμετάσχει στις εργασίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να εισπράττει εκτός από τις 7.000 ευρώ και τις 2.500 μηνιαίως ως αποζημίωση για τη συμμετοχή της στις επιτροπές.
Να σημειώσουμε εδώ ότι μετά τη διαγραφή της από τη Σοσιαλιστική Ομάδα και την παύση της από τη θέση της αντιπροέδρου τα περιθώρια παρέμβασής της στις εργασίες θα είναι πολύ μικρά, αλλά είναι βέβαιο ότι θα επιδιώξει, αν τελικά της επιτραπεί, να λάβει μέρος στις εργασίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, να μιλήσει και από το βήμα για την εμπλοκή της στην ιστορία αυτή.
Συνεχίζοντας τη συναισθηματική προσέγγιση στην αφήγησή της έκανε λόγο για απόρριψη και απόλυτη απομόνωση από τους συναδέλφους της, τους πολιτικούς της φίλους στην Ελλάδα, από φίλους και γνωστούς: «Ήταν σαν να μην υπήρξα. Βρέθηκα στη φυλακή, μακριά από την κόρη μου, με μόνη συντροφιά την ελπίδα ότι αυτό που ζω είναι ψευδαίσθηση. Παραμιλούσα, φώναζα “είμαι αθώα”, αλλά οι τοίχοι και τα κάγκελα δεν ακούν. Οι μόνοι που με πίστεψαν ήταν η αδελφή μου, η μάνα μου, ο πατέρας μου και ο Έλληνας δικηγόρος μου, ο Μιχάλης, όπως τον είχαν μάθει και τον αποκαλούσαν και οι συγκρατούμενές μου. Κάποιοι πίστεψαν ότι είχα τελειώσει, ότι έσβησα ως προσωπικότητα», τόνισε.
Επισήμανε, δε, ότι πιέστηκε από διάφορες πλευρές να ομολογήσει προκειμένου να αποφυλακιστεί. Σημείωσε επίσης ότι τις πρώτες ημέρες είχε σκοτεινές σκέψεις, αλλά την έσωσε η μόλις 2 ετών κόρη της. «Είναι αλήθεια, μπορώ να το πω, πέρασαν στιγμές που σκέφτηκα να τελειώσω μόνη μου το μαρτύριο της εκκωφαντικής μοναξιάς. Δείλιασα, δεν το έκανα, η σκέψη της κορούλας μου δεν με άφηνε, με στήριζε, μου έδωσε νόημα να σηκωθώ, να πολεμήσω για να αποδείξω ότι είμαι αθώα, για να μην ντρέπεται η κόρη μου για εμένα».
Η κόρη της, σημείωσε στη συνέντευξή της η Εύα Καϊλή, είναι ο σκοπός που την κρατάει ζωντανή να δώσει τη μάχη για την αθώωσή της. «Με υποτίμησαν, με προσέβαλαν ως γυναίκα, με απαξίωσαν, αλλά ποτέ δεν θα παραδεχθώ ότι πρόδωσα την εμπιστοσύνη των ανθρώπων που με τίμησαν τόσα χρόνια με την ψήφο τους».
Οι πληροφορίες για τις σχέσεις της με τον σύντροφό της, Φραντσέσκο Τζόρτζι, είναι αντιφατικές. Το σίγουρο είναι ότι μένουν σε ξεχωριστούς χώρους, στο ίδιο κτίριο, με τους συνηγόρους της να λένε ότι ήταν επιθυμία της ίδιας και βελγικές πηγές να επισημαίνουν ότι ήταν «παραγγελία» των ανακριτικών Αρχών. «Εμπιστεύθηκα κι εγώ ανθρώπους, έχω μάθει να πιστεύω στον σύντροφο, στον φίλο», ανέφερε μεταξύ άλλων.
Στην «πορεία» της υπερασπιστικής γραμμής για τη μεταστροφή της κοινής γνώμης σε σχέση με την εμπλοκή της στο μεγαλύτερο σκάνδαλο που συγκλόνισε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο βρίσκεται και η δήλωση του συνηγόρου υπεράσπισής της, Μιχάλη Δημητρακόπουλου, τη Μεγάλη Πέμπτη, ότι στα χρήματα που βρέθηκαν σπίτι της δεν υπάρχουν τα δακτυλικά της αποτυπώματα...
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 18/4
Εμμένοντας στην αθωότητά της μετά την αποφυλάκισή της τη Μεγάλη Πέμπτη, βρίσκεται πια κάτω από αυστηρή ηλεκτρονική επιτήρηση, καθώς υπάρχει ρητή απαγόρευση εξόδου από την οικία της, μια μεζονέτα 90 τετραγωνικών σε απόσταση 200 μέτρων από το Ευρωκοινοβούλιο.
Για να μετακινηθεί χρειάζεται ειδική άδεια και, αν αυτό συμβεί, θα είναι είτε για ιατρικούς λόγους είτε για μεταφορά της στις ανακριτικές ή δικαστικές Αρχές. Οι συνήγοροί της, από την πρώτη μέρα της αποφυλάκισής της, ανέφεραν ότι το επόμενο βήμα της είναι η μάχη να άρει τα μέτρα της ηλεκτρονικής επιτήρησης, προκειμένου να μπορεί να συμμετάσχει στις εργασίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να εισπράττει εκτός από τις 7.000 ευρώ και τις 2.500 μηνιαίως ως αποζημίωση για τη συμμετοχή της στις επιτροπές.
Να σημειώσουμε εδώ ότι μετά τη διαγραφή της από τη Σοσιαλιστική Ομάδα και την παύση της από τη θέση της αντιπροέδρου τα περιθώρια παρέμβασής της στις εργασίες θα είναι πολύ μικρά, αλλά είναι βέβαιο ότι θα επιδιώξει, αν τελικά της επιτραπεί, να λάβει μέρος στις εργασίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, να μιλήσει και από το βήμα για την εμπλοκή της στην ιστορία αυτή.
Η συνέντευξη
Η κ. Καϊλή μίλησε στο «Βήμα της Κυριακής», στην πρώτη της συνέντευξη μετά την αποφυλάκισή της: «Τον Δεκέμβριο του 2022, όταν πληροφορήθηκα από τα μέσα ενημέρωσης σε τι κατηγορίες εφέρετο ότι συμμετείχε ο σύντροφός μου και πατέρας της κόρης μου, κατέρρευσε όλη μου η ύπαρξη, χάθηκε ξαφνικά ο κόσμος όλος, έγινα χίλια κομμάτια», σημείωσε.Συνεχίζοντας τη συναισθηματική προσέγγιση στην αφήγησή της έκανε λόγο για απόρριψη και απόλυτη απομόνωση από τους συναδέλφους της, τους πολιτικούς της φίλους στην Ελλάδα, από φίλους και γνωστούς: «Ήταν σαν να μην υπήρξα. Βρέθηκα στη φυλακή, μακριά από την κόρη μου, με μόνη συντροφιά την ελπίδα ότι αυτό που ζω είναι ψευδαίσθηση. Παραμιλούσα, φώναζα “είμαι αθώα”, αλλά οι τοίχοι και τα κάγκελα δεν ακούν. Οι μόνοι που με πίστεψαν ήταν η αδελφή μου, η μάνα μου, ο πατέρας μου και ο Έλληνας δικηγόρος μου, ο Μιχάλης, όπως τον είχαν μάθει και τον αποκαλούσαν και οι συγκρατούμενές μου. Κάποιοι πίστεψαν ότι είχα τελειώσει, ότι έσβησα ως προσωπικότητα», τόνισε.
Επισήμανε, δε, ότι πιέστηκε από διάφορες πλευρές να ομολογήσει προκειμένου να αποφυλακιστεί. Σημείωσε επίσης ότι τις πρώτες ημέρες είχε σκοτεινές σκέψεις, αλλά την έσωσε η μόλις 2 ετών κόρη της. «Είναι αλήθεια, μπορώ να το πω, πέρασαν στιγμές που σκέφτηκα να τελειώσω μόνη μου το μαρτύριο της εκκωφαντικής μοναξιάς. Δείλιασα, δεν το έκανα, η σκέψη της κορούλας μου δεν με άφηνε, με στήριζε, μου έδωσε νόημα να σηκωθώ, να πολεμήσω για να αποδείξω ότι είμαι αθώα, για να μην ντρέπεται η κόρη μου για εμένα».
Η κόρη της, σημείωσε στη συνέντευξή της η Εύα Καϊλή, είναι ο σκοπός που την κρατάει ζωντανή να δώσει τη μάχη για την αθώωσή της. «Με υποτίμησαν, με προσέβαλαν ως γυναίκα, με απαξίωσαν, αλλά ποτέ δεν θα παραδεχθώ ότι πρόδωσα την εμπιστοσύνη των ανθρώπων που με τίμησαν τόσα χρόνια με την ψήφο τους».
Οι πληροφορίες για τις σχέσεις της με τον σύντροφό της, Φραντσέσκο Τζόρτζι, είναι αντιφατικές. Το σίγουρο είναι ότι μένουν σε ξεχωριστούς χώρους, στο ίδιο κτίριο, με τους συνηγόρους της να λένε ότι ήταν επιθυμία της ίδιας και βελγικές πηγές να επισημαίνουν ότι ήταν «παραγγελία» των ανακριτικών Αρχών. «Εμπιστεύθηκα κι εγώ ανθρώπους, έχω μάθει να πιστεύω στον σύντροφο, στον φίλο», ανέφερε μεταξύ άλλων.
Το «βραχιολάκι»
Στοχεύοντας να απαλλαγεί από το «βραχιολάκι», δεν παύει στις δημόσιες δηλώσεις της, αλλά και μέσω των συνηγόρων της, κυρίως, να αναδεικνύει τη θέση της… «Δεν θα εγκαταλείψω τις Βρυξέλλες, θα επιστρέψω στην Ελλάδα μόνο αν αθωωθώ». Στη συνέντευξή της ανέφερε σε σχέση με αυτό: «Δεν θα υποκύψω, αν αποτύχω να πείσω τη βελγική Δικαιοσύνη ότι είμαι αθώα, δεν θα επιστρέψω ποτέ στην πατρίδα μου, θα ντρέπομαι να κοιτάξω στα μάτια τους ανθρώπους που έχω συμπορευθεί από μαθήτρια του Λυκείου μαζί τους. Η ντροπή είναι ένα συναίσθημα που δεν μπορώ να το μεταβολίσω, με συγκλονίζει».Στην «πορεία» της υπερασπιστικής γραμμής για τη μεταστροφή της κοινής γνώμης σε σχέση με την εμπλοκή της στο μεγαλύτερο σκάνδαλο που συγκλόνισε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο βρίσκεται και η δήλωση του συνηγόρου υπεράσπισής της, Μιχάλη Δημητρακόπουλου, τη Μεγάλη Πέμπτη, ότι στα χρήματα που βρέθηκαν σπίτι της δεν υπάρχουν τα δακτυλικά της αποτυπώματα...
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 18/4