«Politico»: Αποκάλυψη - σκάνδαλο με 150 πληρωμένες από τρίτους αποστολές για αξιωματούχους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Φόβοι για την αμφισβήτηση της διαφάνειας της ΕΕ
Εξοργισμένοι ευρωβουλευτές καταφέρονται εναντίον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έπειτα από το θέμα του «Politico», που αποκάλυψε ότι σε ένα μόνο τμήμα υπήρχαν υπάλληλοι που έκαναν 150 ταξίδια μόνο το 2022 και που σε αυτά υπήρχε εξωτερική χρηματοδότηση.
Η γερμανική εφημερίδα έκανε αίτημα στην Επιτροπή για πρόσβαση σε έγγραφα και σε απάντησή της αναφέρεται ότι αξιωματούχοι της ΕΕ στον τομέα του ανταγωνισμού πήγαν σε 150 αποστολές που «πληρώθηκαν εξ ολοκλήρου ή εν μέρει από τρίτους» πέρυσι. Από αυτές τις αποστολές, τουλάχιστον 23 χρηματοδοτήθηκαν εν μέρει από δικηγορικά γραφεία, εταιρείες συμβούλων και βιομηχανικούς ομίλους.
Οι αποκαλύψεις από το «Politico» προκάλεσαν ανησυχίες μεταξύ πολιτικών και ακτιβιστών υπέρ της διαφάνειας, οι οποίοι φοβούνται ότι οι σχέσεις που έχουν οι λομπίστες της βιομηχανίας και οι αξιωματούχοι της ΕΕ, είναι ήδη πολύ στενές. Επίσης, οι αποκαλύψεις αυτές φαίνεται πως θα εντείνουν την πίεση στα μεγάλα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία «ήδη πασχίζουν να αποκαταστήσουν τη φήμη τους εν μέσω μιας σειράς σκανδάλων που αφορούν καταγγελίες για διαφθορά».
Τον περασμένο μήνα, η Επιτροπή αυστηροποίησε τους δικούς της κανόνες σχετικά με τα έξοδα ταξιδιού, αφού το «Politico» αποκάλυψε ότι ο πρώην επικεφαλής μεταφορών της ΕΕ Χένρικ Χολολέι υπέγραψε τις δικές του δωρεάν πτήσεις στο Κατάρ.
Όπως επισημαίνει το «Politico», οι αξιωματούχοι δεν μπορούν πλέον να αποδέχονται χορηγούμενα ταξίδια ή διαμονή, εκτός αν πληρώνονται από πανεπιστήμια, κυβερνήσεις της ΕΕ και μεγάλους διεθνείς οργανισμούς όπως τα Ηνωμένα Έθνη ή η G20.
«Δεν ξέρω πώς σκέφτηκαν ποτέ ότι αυτό ήταν μια καλή ιδέα», δήλωσε ο Ντάνιελ Φρόιντ, Γερμανός βουλευτής των Πράσινων, ο οποίος είναι ομιλητής σε θέματα διαφάνειας και ακεραιότητας στις Βρυξέλλες. «Είναι καιρός η υπόθεση Χολολέι οδηγήσει τώρα σε αλλαγές στην πρακτική της Επιτροπής».
Και να σημειωθεί, σύμφωνα με το «Politico», πως οι εσωτερικοί κανόνες του Κοινοβουλίου σχετικά με τα ταξίδια είναι σαφέστατοι: Οι ευρωβουλευτές πρέπει να δηλώνουν δημόσια τα ταξίδια και τη διαμονή τους μέχρι το τέλος του μήνα που ακολουθεί κάθε ταξίδι.
Στο μεταξύ, η επίτροπος Ανταγωνισμού Μαργκρέτε Βεστάγκερ δήλωσε ότι το εκτελεστικό όργανο της ΕΕ θα «εξετάσει» τις αποστολές στις οποίες το προσωπικό δέχθηκε ταξίδια από δικηγορικά γραφεία και βιομηχανικούς ομίλους πέρυσι. «Πρέπει να εξακριβώσουμε τα γεγονότα», δήλωσε μετά την εβδομαδιαία συνεδρίαση της Επιτροπής στο Στρασβούργο.
Πάντως, σύμφωνα με το δημοσίευμα του «Politico», αρκετοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι αναγκάστηκαν να αποσυρθούν σε ό,τι αφορά συνέδρια ή να συμμετάσχουν εξ αποστάσεως και όχι αυτοπροσώπως λόγω του περιορισμένου προϋπολογισμού της Επιτροπής.
«Νομίζω ότι είναι πραγματικά σημαντικό να μην καταπνίξουμε το έργο μας, διότι κάθε αποστολή είναι δικαιολογημένη», δήλωσε η Βεστάγκερ. «Δεν ταξιδεύουμε για αναψυχή όταν ταξιδεύουμε για δουλειά», προσέθεσε. «Φυσικά, θα το εξετάσουμε για να δούμε αν τα πράγματα μπορούν να γίνουν διαφορετικά, όπως θα έπρεπε».
«Η χρήση ιδιωτικού αεροπλάνου είναι πάντα μια επιλογή έσχατης ανάγκης», ανέφερε ο κ. Μισέλ στο τηλεοπτικό δίκτυο RTL. Παράλληλα, όσον αφορά στο κόστος για τη μετάβαση στην Κίνα, το οποίο σύμφωνα με τα στοιχεία ανέρχεται στα 460.000 ευρώ, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, απάντησε ότι «για κάθε ένα από τα ταξίδια μπορούν να κοινοποιηθούν πολύ ακριβείς πληροφορίες σχετικά με τους λόγους (των επιλογών)». Προσέθεσε επίσης ότι η αποστολή στην Κίνα ήταν «απολύτως απαραίτητη» και κατέστησε δυνατή «την αναβίωση του διαλόγου για τα ανθρώπινα δικαιώματα». Σε ερώτηση για το εάν μπορούσε να ταξιδέψει με αεροπλάνο της γραμμής, ο Σαρλ Μισέλ απάντησε: «Όχι».
«Λυπάμαι που ο τρόπος που παρουσιάζεται απομακρύνει την προσοχή από το θεμελιώδες ζήτημα: ποια θέση θέλουν οι άνθρωποι για την ΕΕ στον κόσμο;» συμπλήρωσε. Ερωτηθείς για τη διαφορά στις δαπάνες με την πρόεδρο της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ο κ. Μισέλ σημειώνει ότι «η τάξη μεγέθους είναι παρόμοια».
Η γερμανική εφημερίδα έκανε αίτημα στην Επιτροπή για πρόσβαση σε έγγραφα και σε απάντησή της αναφέρεται ότι αξιωματούχοι της ΕΕ στον τομέα του ανταγωνισμού πήγαν σε 150 αποστολές που «πληρώθηκαν εξ ολοκλήρου ή εν μέρει από τρίτους» πέρυσι. Από αυτές τις αποστολές, τουλάχιστον 23 χρηματοδοτήθηκαν εν μέρει από δικηγορικά γραφεία, εταιρείες συμβούλων και βιομηχανικούς ομίλους.
Οι αποκαλύψεις από το «Politico» προκάλεσαν ανησυχίες μεταξύ πολιτικών και ακτιβιστών υπέρ της διαφάνειας, οι οποίοι φοβούνται ότι οι σχέσεις που έχουν οι λομπίστες της βιομηχανίας και οι αξιωματούχοι της ΕΕ, είναι ήδη πολύ στενές. Επίσης, οι αποκαλύψεις αυτές φαίνεται πως θα εντείνουν την πίεση στα μεγάλα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία «ήδη πασχίζουν να αποκαταστήσουν τη φήμη τους εν μέσω μιας σειράς σκανδάλων που αφορούν καταγγελίες για διαφθορά».
«Αυτό είναι αξιοθρήνητο»
Ο Ρενέ Ρεπασί δεν κρατήθηκε. «Αυτό είναι αξιοθρήνητο», δήλωσε στο «Politico» ο Γερμανός ευρωβουλευτής της ομάδας S&D, τονίζοντας ότι ο κίνδυνος το προσωπικό να πραγματοποιεί πληρωμένα ταξίδια από εταιρείες «προκαλεί ατυχείς αμφιβολίες για την αμεροληψία» της Επιτροπής.Τον περασμένο μήνα, η Επιτροπή αυστηροποίησε τους δικούς της κανόνες σχετικά με τα έξοδα ταξιδιού, αφού το «Politico» αποκάλυψε ότι ο πρώην επικεφαλής μεταφορών της ΕΕ Χένρικ Χολολέι υπέγραψε τις δικές του δωρεάν πτήσεις στο Κατάρ.
Όπως επισημαίνει το «Politico», οι αξιωματούχοι δεν μπορούν πλέον να αποδέχονται χορηγούμενα ταξίδια ή διαμονή, εκτός αν πληρώνονται από πανεπιστήμια, κυβερνήσεις της ΕΕ και μεγάλους διεθνείς οργανισμούς όπως τα Ηνωμένα Έθνη ή η G20.
«Δεν ξέρω πώς σκέφτηκαν ποτέ ότι αυτό ήταν μια καλή ιδέα», δήλωσε ο Ντάνιελ Φρόιντ, Γερμανός βουλευτής των Πράσινων, ο οποίος είναι ομιλητής σε θέματα διαφάνειας και ακεραιότητας στις Βρυξέλλες. «Είναι καιρός η υπόθεση Χολολέι οδηγήσει τώρα σε αλλαγές στην πρακτική της Επιτροπής».
Και να σημειωθεί, σύμφωνα με το «Politico», πως οι εσωτερικοί κανόνες του Κοινοβουλίου σχετικά με τα ταξίδια είναι σαφέστατοι: Οι ευρωβουλευτές πρέπει να δηλώνουν δημόσια τα ταξίδια και τη διαμονή τους μέχρι το τέλος του μήνα που ακολουθεί κάθε ταξίδι.
Στο μεταξύ, η επίτροπος Ανταγωνισμού Μαργκρέτε Βεστάγκερ δήλωσε ότι το εκτελεστικό όργανο της ΕΕ θα «εξετάσει» τις αποστολές στις οποίες το προσωπικό δέχθηκε ταξίδια από δικηγορικά γραφεία και βιομηχανικούς ομίλους πέρυσι. «Πρέπει να εξακριβώσουμε τα γεγονότα», δήλωσε μετά την εβδομαδιαία συνεδρίαση της Επιτροπής στο Στρασβούργο.
Πάντως, σύμφωνα με το δημοσίευμα του «Politico», αρκετοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι αναγκάστηκαν να αποσυρθούν σε ό,τι αφορά συνέδρια ή να συμμετάσχουν εξ αποστάσεως και όχι αυτοπροσώπως λόγω του περιορισμένου προϋπολογισμού της Επιτροπής.
«Νομίζω ότι είναι πραγματικά σημαντικό να μην καταπνίξουμε το έργο μας, διότι κάθε αποστολή είναι δικαιολογημένη», δήλωσε η Βεστάγκερ. «Δεν ταξιδεύουμε για αναψυχή όταν ταξιδεύουμε για δουλειά», προσέθεσε. «Φυσικά, θα το εξετάσουμε για να δούμε αν τα πράγματα μπορούν να γίνουν διαφορετικά, όπως θα έπρεπε».
Ο Μισέλ στην Κίνα
Στο «στόχαστρο» δημοσιευμάτων βρέθηκε το ταξίδι που έκανε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, ο οποίος, πριν από μία εβδομάδα, μίλησε σε βελγικά Μέσα Ενημέρωσης, απαντώντας στις επικρίσεις για τα έξοδα σε σχέση με τα ταξίδια του στο εξωτερικό.«Η χρήση ιδιωτικού αεροπλάνου είναι πάντα μια επιλογή έσχατης ανάγκης», ανέφερε ο κ. Μισέλ στο τηλεοπτικό δίκτυο RTL. Παράλληλα, όσον αφορά στο κόστος για τη μετάβαση στην Κίνα, το οποίο σύμφωνα με τα στοιχεία ανέρχεται στα 460.000 ευρώ, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, απάντησε ότι «για κάθε ένα από τα ταξίδια μπορούν να κοινοποιηθούν πολύ ακριβείς πληροφορίες σχετικά με τους λόγους (των επιλογών)». Προσέθεσε επίσης ότι η αποστολή στην Κίνα ήταν «απολύτως απαραίτητη» και κατέστησε δυνατή «την αναβίωση του διαλόγου για τα ανθρώπινα δικαιώματα». Σε ερώτηση για το εάν μπορούσε να ταξιδέψει με αεροπλάνο της γραμμής, ο Σαρλ Μισέλ απάντησε: «Όχι».
«Λυπάμαι που ο τρόπος που παρουσιάζεται απομακρύνει την προσοχή από το θεμελιώδες ζήτημα: ποια θέση θέλουν οι άνθρωποι για την ΕΕ στον κόσμο;» συμπλήρωσε. Ερωτηθείς για τη διαφορά στις δαπάνες με την πρόεδρο της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ο κ. Μισέλ σημειώνει ότι «η τάξη μεγέθους είναι παρόμοια».