Θεόδωρος Πάγκαλος: Τρεις οι σταθμοί που τον σημάδεψαν – Το «μαζί τα φάγαμε», τα Ίμια και ο Οτσαλάν
Χωρίς να συμμερίζεται την πολιτική ορθότητα, αλλά πάντα με το ένστικτό του, μιλούσε, τσακωνόταν, συγκρουόταν με φίλους και πολιτικούς αντιπάλους
Ο Θεόδωρος Πάγκαλος, που έφυγε από τη ζωή το μεσημέρι της Τετάρτης (31/05) σε ηλικία 84 ετών, υπήρξε αναμφίβολα μια εκρηκτική αλλά και αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, τουλάχιστον ως προς ορισμένες ιστορικές φάσεις της Μεταπολίτευσης, όπου με συγκεκριμένες φράσεις ή ενέργειές του είχε σηκώσει θύελλα διαμαρτυριών.
Επί σειρά ετών βουλευτής και υπουργός στις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, άφησε το δικό του στίγμα στην πολιτική ζωή του τόπου, καθώς δεν ήταν λίγες οι φορές που είχε βρεθεί στο επίκεντρο. Φίλοι και πολιτικοί αντίπαλοι του Θεόδωρου Πάγκαλου κάνουν λόγο για έναν πανέξυπνο άνθρωπο, με οξύθυμο χαρακτήρα, ο οποίος πολλές φορές υιοθετούσε μια αλαζονική και κάπως σνομπ συμπεριφορά. Χωρίς να συμμερίζεται την πολιτική ορθότητα, αλλά πάντα με το ένστικτό του, μιλούσε, τσακωνόταν, συγκρουόταν.
Κατά την πολιτική του σταδιοδρομία, υπάρχουν τουλάχιστον τρεις ιστορικές στιγμές -και περιπέτειες για τη χώρα-, κατά τις οποίες ο Θεόδωρος Πάγκαλος πρωταγωνίστησε με αρνητικό τρόπο με τις φράσεις της ωμής πολιτικής πραγματικότητας όπως αυτός την εννοούσε.
Η χρεοκοπία της χώρας, τα Ίμια και η υπόθεση Οτσαλάν ήταν τα τρία γεγονότα που σημάδεψαν την πολιτική του σταδιοδρομία, ενώ σημαντικός σταθμός είναι ασφαλώς και η διεκδίκηση της δημαρχίας της Αθήνας, όπου όμως ηττήθηκε από τον «κύριο τίποτε» Δημήτρη Αβραμόπουλο, όπως τον είχε χαρακτηρίσει ο ίδιος.
«Μαζί τα φάγαμε»
Ήταν 21 Σεπτεμβρίου του 2010 κατά τη διάρκεια συνεδρίασης της «Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης» σχετικά με τη συζήτηση του νομοσχεδίου για την κατάργηση και τη συγχώνευση υπηρεσιών, οργανισμών και φορέων του δημοσίου τομέα, όταν ο Θεόδωρος Πάγκαλος από το βήμα της Βουλής είπε τη φράση που έμελλε να ξεσηκώσει πλήθος αντιδράσεων απ' όλες τις κομματικές παρατάξεις, από τα περισσότερα Μέσα Ενημέρωσης αλλά και από τους ίδιους τους πολίτες.
«Η απάντηση εις την κατακραυγή που υπάρχει εναντίον του πολιτικού προσωπικού της χώρας “πώς τα φάγατε τα λεφτά;”, που μας ρωτάει ο κόσμος, είναι αυτή: “Σας διορίσαμε. Τα φάγαμε όλοι μαζί. Μέσα στα πλαίσια μιας σχέσης πολιτικής πελατείας, διαφθοράς, εξαγοράς και εξευτελισμού της έννοιας της ίδιας της πολιτικής».
Τα Ίμια
Όλα ξεκίνησαν όταν Τούρκοι «δημοσιογράφοι»-πράκτορες αποβιβάστηκαν στα Ίμια, κατέβασαν την ελληνική σημαία και ύψωσαν την τουρκική. Ηταν η «νύχτα των μεγάλων μαχαιριών» η 30ή Ιανουαρίου 1996. Με απόφαση του τότε αρχηγού ΓΕΕΘΑ, ναυάρχου Χρήστου Λυμπέρη, οι βατραχάνθρωποι της Μονάδας Υποβρυχίων Καταστροφών αναλαμβάνουν τη φύλαξη της ανατολικής Ίμιας, όπου υψωνόταν η ελληνική σημαία, ενώ η δυτική θα επιτηρείτο από περιπολούντα πλοία του Πολεμικού Ναυτικού.
Τα γεγονότα αυτά συνοδεύθηκαν, τις επόμενες ημέρες, από κωμικοτραγικές καταστάσεις και άστοχες ενέργειες εκ μέρους της ελληνικής πλευράς. Τα ξημερώματα, ελικόπτερο του Πολεμικού Ναυτικού εντοπίζει δέκα Τούρκους βατραχανθρώπους πάνω στα Ίμια, αλλά κατά τη διάρκεια της επιστροφής του στην ελληνική φρεγάτα «Ναυαρίνον» συντρίβεται, κάτω από αδιευκρίνιστες, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους τρεις Έλληνες αξιωματικοί.
Σταδιακά, και ύστερα από αμερικανική παρέμβαση προς τις δύο πλευρές, αρχίζει η απομάκρυνση όλων των δυνάμεων του στρατού και των δύο χωρών από τις βραχονησίδες, με την ταυτόχρονη υποστολή της ελληνικής σημαίας από τα Ίμια.
Όπως αποκάλυψε ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ αργότερα, όταν ρώτησε τον υπουργό Εξωτερικών, Θεόδωρο Πάγκαλο, τι θα πουν στον ελληνικό λαό σχετικά με την απομάκρυνση της σημαίας από τα ελληνικά Ίμια, ο Πάγκαλος απάντησε αφοπλιστικά: «Θα πείτε ότι τη σημαία την πήρε ο αέρας!».
Είχε αναφέρει ακόμη: «Είναι αλήθεια ότι εγώ συνηγόρησα υπέρ της αφαίρεσης της σημαίας και είπα ότι σημαία-σύμβολο δεν είναι οποιοδήποτε πανί με τα εθνικά χρώματα βάζει ο καθένας κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες όπου και όποτε του καπνίσει. Σημαία-σύμβολο, και μάλιστα κάτω από τέτοιες περιστάσεις, είναι σημαία επίσημη, με σταθερή βάση, γερά προσδεμένη, φρουρούμενη και επιτηρούμενη».
Η υπόθεση Οτσαλάν
Ηταν αρχές του 1999 και ο Θεόδωρος Πάγκαλος ως υπουργός Εξωτερικών χειρίστηκε την υπόθεση του Κούρδου Αμπντουλάχ Οτσαλάν, ο οποίος ήταν ιδρυτής και ηγέτης του PKK. Ο Οτσαλάν έχοντας καταφύγει στην Ελλάδα ενώ διωκόταν από την Τουρκία, μεταφέρθηκε, με την έγκριση του Πάγκαλου, στην ελληνική πρεσβεία της Κένυας και συνοδευόταν από τον αξιωματικό της ΕΥΠ Σάββα Καλεντερίδη, ο οποίος αργότερα δέχτηκε προφορικές εντολές αμφισβητούμενης προέλευσης να πετάξει τον Οτσαλάν έξω από την πρεσβεία.
Κάποιες πηγές αναφέρουν ότι οι εντολές αυτές προέρχονταν από τον Πάγκαλο, αν και ο ίδιος το αρνείτο. Επίσης, ο Πάγκαλος παρείχε διαβεβαιώσεις στον Έλληνα πρέσβη στην Κένυα ότι είχε εξασφαλίσει δίοδο για τον Οτσαλάν προς την Ολλανδία σε συνεργασία με τις κενυάτικες Αρχές – ωστόσο ο Οτσαλάν συνελήφθη ύστερα από επιχείρηση της ΜΙΤ στο Ναϊρόμπι και οδηγήθηκε αεροπορικώς στην Τουρκία. Στη συνέχεια καταδικάστηκε από τουρκικό δικαστήριο και κρατείται.
Σε μια αποκαλυπτική έκθεση ο τότε πρέσβης της Ελλάδας στο Ναϊρόμπι, Γ. Κωστούλας, είχε μεταφέρει τα όσα είχαν γίνει: «Να του πεις ότι είναι ηλίθιος. Διέπραξε αθλιότητα. Αυτό που έκανε δεν είναι τίποτα. Δεν ισχύει. Να του πεις να τσακιστεί να φύγει γρήγορα και να πάει όπου θέλει. Εμείς δεν του τάξαμε τίποτα. Πέτα τον έξω, ρε Σάββα (σ.σ. Καλεντερίδη), να τελειώνομε. Σε παρακαλώ, παιδί μου», φέρεται να είχε πει ο Πάγκαλος.
Λίγο νωρίτερα, σε ερώτηση του πρέσβη «και να πάει πού;», ο διευθυντής του διπλωματικού γραφείου του Πάγκαλου, ο Βασίλης Παπαϊωάννου, απαντά: «Ο Μεγάλος τραγουδιστής έχει εκνευριστεί. Κάναμε μια εξυπηρέτηση. Μη μας τη βγάζουν από τη μύτη. Να πάει σαφάρι. Να πάει όπου θέλει. Μακριά από εθνικά χρώματα (…)».
Ο Οτσαλάν έπεσε στα χέρια των Τούρκων και η ελληνική κυβέρνηση και ο ίδιος ο Πάγκαλος δέχθηκαν σφοδρά πυρά.
Εγραφε το Βήμα το 2008: «Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών κ. Θ. Πάγκαλος, ο οποίος ενεπλάκη άμεσα στην «υπόθεση Οτσαλάν», ακόμη και σε δημόσιες τοποθετήσεις του διατυπώνει ένα ερώτημα: «Γιατί ο Α. Οτσαλάν, ενώ περίμενε να εκδικαστεί η αίτησή του για χορήγηση πολιτικού ασύλου, προτίμησε να φύγει από την Ιταλία;». Είναι αλήθεια ότι η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι ο μίτος που οδηγεί στους λαβυρίνθους της περιπλάνησης του Κούρδου ηγέτη στις ευρωπαϊκές και αφρικανικές πρωτεύουσες, αποκαλύπτει τις υπόγειες πολιτικές διαδρομές και καταδεικνύει το εύρος της ηθελημένης ή αθέλητης παραπλάνησής του ή ακόμη και παράδοσής του στους διώκτες του.
Από την ημέρα που ο ηγέτης των Κούρδων υποχρεώθηκε, λόγω της γνωστής συμφωνίας του προέδρου της Συρίας Χαφέζ Αλ Άσαντ με την Άγκυρα, να εγκαταλείψει τη Δαμασκό, μελετούσε δύο εναλλακτικές λύσεις: η πρώτη ήταν να εγκατασταθεί στην Ελλάδα και η δεύτερη στη Ρωσία. Η οργάνωση της επιχείρησης μεταφοράς του σε αυτές τις χώρες είχε ανατεθεί σε δύο άτομα της απολύτου εμπιστοσύνης του: σε έναν ελληνικής καταγωγής επιχειρηματία, που ήταν ο άνθρωπος για όλες τις «βρώμικες δουλειές», όπως λέγεται, δηλαδή να προμηθεύει τους Κούρδους με όπλα και να διασφαλίζει τη χρηματοδότηση του αγώνα τους, και, από την άλλη πλευρά, σε ένα υψηλόβαθμο στέλεχος της πρώην KGB το οποίο υπήρξε κάποτε και ο σύνδεσμος της μυστικής υπηρεσίας της ΕΣΣΔ με τον κούρδο ηγέτη».
Ποιος ήταν ο Θεόδωρος Πάγκαλος
Γεννήθηκε στην Ελευσίνα στις 17 Αυγούστου 1938. Απόφοιτος του Βαρβακείου Γυμνασίου Αθηνών.
Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Οικονομικά (Διδάκτωρ των Οικονομικών Επιστημών) στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού Ι (Πάνθεον Σορβόνη) με υποτροφία της Γαλλικής Κυβερνήσεως.
Με σημαντική δράση στο φοιτητικό κίνημα και ιδρυτικό μέλος της Νεολαίας Λαμπράκη, διαδραμάτισε ενεργό ρόλο στον αντιδικτατορικό αγώνα με αποτέλεσμα να του αφαιρεθεί η ελληνική ιθαγένεια από την χούντα το 1968.
Από το 1969 μέχρι το 1978 εργάσθηκε στη Σορβόνη ως Εντεταλμένος Διδάσκαλος και Ερευνητής σε θέματα οικονομικής ανάπτυξης, προγραμματισμού και χωροταξίας. Διετέλεσε επίσης Διευθυντής του Ινστιτούτου Οικονομικής Ανάπτυξης του ίδιου Πανεπιστημίου. Το 1981 εκλέχθηκε για πρώτη φορά Βουλευτής με το ΠΑΣΟΚ, ιδιότητα την οποία κατείχε αδιάλειπτα μέχρι το 2012.
Διετέλεσε Υφυπουργός Εμπορίου (1982), Υφυπουργός Εξωτερικών για θέματα Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1984), Αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών (1985-1989). Κατά την περίοδο 1989 μέχρι 1993 ορίστηκε Αντιπρόσωπος του Ελληνικού Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο της Ευρώπης.
Τον Οκτώβριο 1993 ορκίστηκε και πάλι Αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών. Τον Ιούλιο 1994 αναλαμβάνει Υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών. Τον Ιανουάριο 1996 ορκίστηκε Υπουργός Εξωτερικών ασκώντας τα καθήκοντά του μέχρι τον Φεβρουάριο 1999.
Τον Απρίλιο 2000 ορκίσθηκε Υπουργός Πολιτισμού διατηρώντας το αξίωμα έως το Νοέμβριο 2000. Διετέλεσε Επικεφαλής της Ελληνικής Αντιπροσωπείας στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση της Δυτικοευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Τον Ιούνιο 2003 ορίσθηκε εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ στο Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής. Το Νοέμβριο του 2004 ορίσθηκε Συντονιστής της προεκλογικής εκστρατείας του ΠΑΣΟΚ. Επανεκλέχθηκε μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ και ορίσθηκε αρμόδιος του Τομέα Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Πολιτικής Καταναλωτών. Στη συνέχεια ανέλαβε την ευθύνη του Τομέα Αυτοδιοίκησης, Δημόσιας Διοίκησης και Δικαιοσύνης, ενώ σήμερα προΐσταται στον νευραλγικό Τομέα Εξωτερικής Πολιτικής, Ασφάλειας και Άμυνας.
Τον Σεπτέμβριο του 2006 ανέλαβε Γενικός Εισηγητής του ΠΑΣΟΚ στις διαδικασίες για τη Συνταγματική Αναθεώρηση.
Από το 2004 έως τις εκλογές του 2009 εκπροσώπησε τη Βουλή των Ελλήνων στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση της Δυτικοευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Στις 6 Οκτωβρίου 2009 ορκίστηκε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Άσκησε τα καθήκοντά του μέχρι τον Μάιο του 2012.
Ήταν συγγραφέας πολλών άρθρων και διαφόρων βιβλίων μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν τα «Παγκοσμιοποίηση και Αριστερά» (2001), «Εφήμεροι Προφήτες – Αδιέξοδα του νεοφιλελευθερισμού και κοινωνικά κινήματα στην εποχή της παγκοσμιοποίησης» (2005), «Η Ευρώπη σε σταυροδρόμι» (2005), «Παρέμβαση στην Επικαιρότητα» (1994) και «Η Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα» (1988).
Ήταν παντρεμένος με τη Χριστίνα Χριστοφάκη και πατέρας πέντε παιδιών.