Στη δηµοσκόπηση της GPO για τα «Παραπολιτικά» στις 9.12.23 αναδείχθηκε ένα διαχρονικό πρόβληµα, που θα συναντήσει και η Ν.∆. ενόψει των ευρωεκλογών: Στην πρόθεση ψήφου για βουλευτικές (χωρίς αναγωγή), η Νέα ∆ημοκρατία εξασφαλίζει το 35,7%, κατά βάση, δηλαδή, διατηρεί την πολιτική της κυριαρχία, µε µικρές απώλειες.

Στη µέτρηση αυτή, οι αναποφάσιστοι είναι το 10,9% των ερωτηθέντων.


Οµως το σκηνικό αλλάζει στη µέτρηση της πρόθεσης ψήφου για τις ευρωεκλογές. Η Ν.∆. έχει το 31,5%, χάνει δηλαδή τέσσερις ποσοστιαίες µονάδες σε σχέση µε τη µέτρηση για τις βουλευτικές. Ταυτόχρονα, εκτοξεύεται το ποσοστό τον αναποφάσιστων στο 22,3%.

Διαβάστε ακόμα: Σε θέση μάχης τα κόμματα για τις ευρωεκλογές -Τα ονόματα που ακούγονται σε ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Νέα Αριστερά και οι εκπλήξεις του Κουτσούμπα

Το φαινόμενο της «χαλαρής ψήφου» και η ΝΔ

Με άλλα λόγια, η Ν.∆. βρίσκεται αντιµέτωπη µε το φαινόµενο της «χαλαρής ψήφου», καθώς στις ευρωεκλογές του Ιουνίου 2024 δεν κρίνεται το ποιος θα κυβερνήσει τη χώρα και δεν προβλέπονται συσχετισµοί που θα προκαλέσουν πολιτικούς κλυδωνισµούς.

Κρίνονται όµως πολλές από τις κυβερνητικές επιλογές και τη διαχείριση κρίσιµων προβληµάτων, µε τους ψηφοφόρους -ακριβώς επειδή δεν έχουν διλήµµατα για το ποιος θα κυβερνήσει- να επιθυµούν να στείλουν διορθωτικά µηνύµατα στην κυβέρνηση.

Είναι ένα φαινόµενο που εκδηλώνεται διαχρονικά, το ζητούµενο όµως για το Μαξίµου είναι µε ποια εργαλεία θα ελαχιστοποιήσει τις απώλειες στην ευρωκάλπη, µέσα µάλιστα σε αρκετά δύσκολες και ιδιόµορφες συγκυρίες.


Οι παράµετροι

Στις έρευνες για την πρόθεση ψήφου, παρά το ότι η Ν.∆. παραµένει κυρίαρχη και ο πρωθυπουργός µακράν ο καταλληλότερος για τη διακυβέρνηση της χώρας, το κλίµα είναι εξόχως αρνητικό κυρίως λόγω της ακρίβειας.

Στην έρευνα της MRB, η ακρίβεια αξιολογείται ως το µεγαλύτερο πρόβληµα µε 52,2% και η οικονοµική ανάπτυξη µε 25,4%. Σε ανάλογη έρευνα της Interview, η ακρίβεια είναι πρώτη µε 30,7%. Οι επτά στους δέκα δηλώνουν λίγο ή καθόλου αισιόδοξοι για την πορεία της χώρας.

Η κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ, η διάσπαση των γραµµών του µετά τις αλλεπάλληλες εκλογικές συντριβές του 2023 αποδυναµώνουν τα οφέλη της κυβέρνησης από το λεγόµενο -άτυπο βέβαια- «αντιΣΥΡΙΖΑ µέτωπο».

Η προσπάθεια του ΠΑΣΟΚ να αναρριχηθεί δηµοσκοπικά στη δεύτερη θέση, εκτοπίζοντας τον ΣΥΡΙΖΑ και προσδοκώντας ενίσχυση στις ευρωεκλογές, µπορεί να αφαιρέσει δυνάµεις από τη µέχρι τώρα κυριαρχία της Ν.∆. στον χώρο του Κέντρου.

Η πολιτική του πολιτικού ρεαλισµού που ακολουθεί το Μαξίµου, µε ανοίγµατα τόσο προς το Κέντρο όσο και προς τα δεξιά, ενδέχεται να τεθεί σε δοκιµασία µε κρίσιµα θέµατα, όπως π.χ. η αναζωπύρωση της διαµάχης για τους γάµους οµόφυλων ζευγαριών. Θα χρειαστεί ένας ειδικός χειρισµός -πιθανόν η αναβολή της ψήφισης σχετικής διάταξης για µετά τις ευρωεκλογές- ώστε να µην ενισχυθούν οι φυγόκεντρες τάσεις προς τα δεξιά...

Αν όµως αυτές οι παράµετροι είναι «µετρήσιµες», υπάρχει πάντα το απρόσµενο µιας «ασύµµετρης απειλής» τόσο στον διεθνή γεωπολιτικό ορίζοντα όσο και στο εσωτερικό µέτωπο (π.χ. κακοκαιρίες) αλλά και µε εκκρεµείς υποθέσεις (Τέµπη, παρακολουθήσεις).


Συµπεράσµατα

Σε αυτήν τη φάση στο Μαξίµου σταθµίζουν τα ρίσκα και τους κινδύνους που ελλοχεύουν. Αν και δεν υπάρχουν ακόµα τα πλήρη δεδοµένα για τη στρατηγική και την καµπάνια ενόψει ευρωεκλογών, υπάρχουν δεδοµένα και συζητήσεις που οδηγούν σε ορισµένα πρώτα συµπεράσµατα. Κατ’ αρχάς, το πάθηµα του δεύτερου γύρου των αυτοδιοικητικών εκλογών έγινε (;) µάθηµα.

Οι µαξιµαλιστικοί στόχοι δέχτηκαν πλήγµα όταν τη δεύτερη Κυριακή χάθηκαν µεγάλες περιφέρειες και δύο από τους τρεις µεγάλους δήµους. Πού θα µπει συνεπώς ο πήχυς για τις ευρωεκλογές;

Πολλοί υποστηρίζουν ότι το όριο του 33%, που πέτυχε η Ν.∆. στις ευρωκάλπες το 2019, είναι ένας ρεαλιστικός και εφικτός στόχος.

∆εν λείπουν πάντως και οι φωνές που θεωρούν «ηττοπαθή» µια τέτοια προσέγγιση και πιστεύουν ότι ένας στόχος που θα προσεγγίζει το 40% των βουλευτικών εκλογών είναι εφικτός...

Ηδη έγιναν διορθωτικές κινήσεις σε σενάρια όπως, για παράδειγµα, η καθιέρωση των 5+1 εκλογικών περιφερειών, πάρθηκαν πρωτοβουλίες όπως η επιστολική ψήφος, που µπορεί να προσελκύσει ψηφοφόρους κυρίως σε Ευρώπη, ενώ παρέµεινε ο σταυρός προτίµησης στην εκλογή ευρωβουλευτών, µε τη λίστα να πηγαίνει για ακόµη µια φορά στις καλένδες.

Η κυβέρνηση θεωρεί ότι είναι νωρίς να προσµετρηθούν τα οφέλη και οι απώλειες από το µπαράζ µέτρων και πρωτοβουλιών που ήδη ψηφίστηκαν ή προωθούνται. Πρέπει να υπάρξει χρόνος ώστε να εκτιµηθεί πώς οι πολίτες υποδέχονται την κυβερνητική ατζέντα, µε το Φορολογικό, τις αλλαγές στη ∆ικαιοσύνη, την προώθηση µη κρατικών ΑΕΙ από τη µια και τις αυξήσεις σε µισθούς και συντάξεις από την άλλη -ήδη γίνεται συζήτηση για περαιτέρω αύξηση του κατώτατου µισθού. Στα προβλήµατα παραµένουν η ακρίβεια και ο πληθωρισµός που ροκανίζουν τα εισοδήµατα.

Μια συζήτηση που έγινε πρόσφατα στο Μαξίµου έδειξε ότι καλές οι επενδυτικές βαθµίδες, καλά και τα πρόστιµα στις µεγάλες εταιρείες, αλλά αυτά δεν έχουν απήχηση όσο οι καταναλωτές βρίσκονται αντιµέτωποι µε τη σκληρή πραγµατικότητα στα ράφια των σουπερµάρκετ. Ενδεικτική του προβληµατισµού και η αναφορά κυβερνητικού στελέχους ως αντίδοτο στην ακρίβεια: «Πρέπει να κινηθούµε ταχύτατα, ώστε το µήνυµα που θέλουν να στείλουν προς εµάς οι πολίτες να τους πείσουµε ότι το έχουµε λάβει πριν στηθούν οι κάλπες του Ιουνίου».

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή της Κυριακής