Το φιλόδοξο σχέδιο για τη μετατροπή της Ελλάδας σε ενεργειακό κόμβο για τα Βαλκάνια και τη νοτιοανατολική Ευρώπη παρουσίασε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο Νταβός, θέτοντας με σαφήνεια τους στόχους που βάζει στο πλαίσιο αυτό.

Οι γεωπολιτικές εξελίξεις ευνοούν τον ελληνικό σχεδιασμό, καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία -που ήδη έχει συμπληρώσει σχεδόν δύο χρόνια- έχει δείξει σε πολλά ευρωπαϊκά κράτη ότι κατ' αρχάς πρέπει να απεξαρτηθούν ενεργειακά από τη Ρωσία κι έπειτα πως είναι ανάγκη να διαφοροποιούν τις πηγές και τις διόδους ενέργειας και να μην εξαρτώνται υπερβολικά ούτε από μία πηγή ούτε από έναν προμηθευτή. Η δε ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή δημιουργεί επιπλέον ανησυχίες για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης.

«Βραχυπρόθεσμα θέλουμε να γίνουμε πάροχος ενέργειας τουλάχιστον για τα Βαλκάνια, με την κατασκευή ισχυρών διασυνδέσεων, αγωγών, πλωτών μονάδων αποθήκευσης και επαναεριοποίησης στη Βόρεια Ελλάδα. Να αξιοποιήσουμε τις μοναδικές γεωγραφικές μας δυνατότητες, ενδεχομένως ακόμη και, αν χρειαστεί, να εξάγουμε φυσικό αέριο μέχρι την Ουκρανία». Εξάλλου, βρίσκεται πλέον πολύ κοντά η έναρξη λειτουργίας της μονάδας αποθήκευσης και επαναεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου (FSRU) στην Αλεξανδρούπολη, που θα τροφοδοτεί και τη Βουλγαρία, ενώ ξεκινά η κατασκευή του διασυνδετήριου αγωγού φυσικού αερίου Ελλάδας – Βόρειας Μακεδονίας.

«Μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα», όπως υπογράμμισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης από το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, «φιλοδοξούμε να γίνουμε εξαγωγείς πράσινης ενέργειας, αξιοποιώντας το σημαντικό δυναμικό που διαθέτουμε, ιδίως όσον αφορά την υπεράκτια αιολική ενέργεια».


Κυριάκος Μητσοτάκης: Το non paper στους ομολόγους στην ΕΕ


Εδώ και καιρό, μάλιστα, ο πρωθυπουργός έχει στείλει ένα non paper με τις ελληνικές θέσεις στους ομολόγους του στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου εξηγεί το σχέδιο για τη διασύνδεση ευρωπαϊκού βορρά και νότου μέσω της Ελλάδας. «Η παραγωγή ηλιακής και αιολικής ενέργειας αλληλοσυμπληρώνονται σημαντικά σε εποχική βάση», σημειώνει το σχετικό έγγραφο.

«Για να το θέσουμε απλά, ο άνεμος παράγει περισσότερη ηλεκτρική ενέργεια τον χειμώνα και ο ήλιος παράγει περισσότερη ηλεκτρική ενέργεια το καλοκαίρι. Κι ενώ υπάρχει παραγωγή ηλιακής ενέργειας στη βόρεια Ευρώπη και παραγωγή αιολικής ενέργειας στη νότια Ευρώπη, υπάρχει ισχυρή λογική στο να ενώσουμε τον βορρά, όπου φυσάει, με τον ηλιόλουστο νότο. Το να ενισχύσουμε τη ροή ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ βορρά και νότου είναι ίσως ένας από τους πιο σημαντικούς παράγοντες στην ενεργειακή ασφάλεια και στην ενεργειακή μετάβαση στην Ευρώπη», γράφει χαρακτηριστικά το non paper.

Όπως σημείωσε στο Νταβός ο κ. Μητσοτάκης, «αν θέλουμε να έχουμε μια ευρωπαϊκή αγορά ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που να στέλνει απρόσκοπτα ενέργεια σε όλη την ήπειρο, πρέπει να επικεντρωθούμε περισσότερο στα δίκτυα και στις διασυνδέσεις. Πιστεύω ότι συνειδητοποιήσαμε με κάποια καθυστέρηση ότι αυτή είναι μια αναγκαία επένδυση που μπορούμε να κάνουμε».


Τα "δυνατά χαρτιά"


Το δυνατό «χαρτί» που βάζει η κυβέρνηση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για να ρίξει η Γερμανία -και συνολικά η Ευρωπαϊκή Ένωση- το βάρος της πάνω σε αυτό το έργο δεν είναι τόσο η αύξηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας όσο η προοπτική διασύνδεσής της με τα δίκτυα της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής. Τέσσερα σχέδια έχουν πάρει αυτή τη στιγμή το «πράσινο φως» και είτε προχωρεί η υλοποίησή τους είτε είναι στο στάδιο αναζήτησης επενδυτών, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι θα υλοποιηθούν απαραίτητα όλα τελικά. Πρόκειται για τα έργα ηλεκτρικής διασύνδεσης με υποθαλάσσια καλώδια Ισραήλ, Κύπρου και Ελλάδας (EuroAsia Interconnector), Αιγύπτου-Κύπρου-Ελλάδας (EuroAfrica Interconnector) και Ελλάδας-Αιγύπτου (GREGY Interconnector και Greece-Africa Power).

Η προσπάθεια της Ελλάδας είναι να πείσει τις Βρυξέλλες, αλλά και τα κράτη-μέλη ξεχωριστά, ότι το μέλλον της ενεργειακής ασφάλειας της Ευρώπης και της διαφοροποίησης των πηγών ενέργειας περνάει μέσα από ένα πυκνό δίκτυο καλωδίων, που θα μεταφέρουν την «πράσινη» ενέργεια που παράγεται στην Ελλάδα –ή εισάγεται από τη βόρεια Αφρική– μέσω των δυτικών Βαλκανίων και από εκεί στις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης.

Για να γίνει αυτό, βέβαια, απαιτείται γενναία χρηματοδότηση. «Υπάρχουν αρκετά προγράμματα που μπορούν να παρέχουν χρηματοδότηση στα δίκτυα (όπως το Connecting Europe Facility, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, κ.λπ.)», σημειώνει το non paper του Έλληνα πρωθυπουργού. «Αλλά είναι διάσπαρτα, ενώ τα ποσά που απαιτούνται είναι πολύ περισσότερα απ' όσα η Ευρώπη δαπανά μέχρι στιγμής. Είναι ξεκάθαρο ότι απαιτούνται επιπλέον πόροι. Το πιθανότερο, υφιστάμενα προγράμματα μπορούν να εξορθολογιστούν και να γίνουν κεντρικά, δημιουργώντας ένα «Πρόγραμμα Ευρωπαϊκών Δικτύων» για να πυροδοτήσει επενδύσεις στα ευρωπαϊκά δίκτυα, με έμφαση στις επενδύσεις που χρειάζονται περισσότερο και όπου ένα ευρύτερο πανευρωπαϊκό επιχείρημα για επενδύσεις είναι πιο δυνατό».