"Το ρήγμα στις σχέσεις των δύο χωρών έχει κλείσει": Αυτό επεσήμανε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης, μιλώντας σήμερα στο Πρωτοχρονιάτικο δείπνο του ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού επιμελητηρίου. Υπενθύμισε δε ότι ήδη από το περασμένο καλοκαίρι με τον πρώτο νόμο που ψήφισε η νέα κυβέρνηση μετά την επανεκλογή της, έγιναν πράξη το 50% των προεκλογικών δεσμεύσεων.

Πρόσθεσε, δε, πως «κατανοούμε απόλυτα τις ανάγκες που δημιουργεί ο αυξημένος πληθωρισμός. Αξιολογούμε τα αιτήματα και προσπαθούμε να βρούμε τον απαραίτητο δημοσιονομικό χώρο για να προστατεύσουμε τους πιο ευάλωτους συμπολίτες μας, χωρίς όμως να δημαγωγούμε και χωρίς να θέτουμε σε κίνδυνο την δημοσιονομική σταθερότητα της χώρας. Δεν θέλω και δεν θέλουμε να βάλουμε την υπογραφή μας σε προσωρινά ευχάριστες αποφάσεις που θα γυρίσουν όμως την χώρα προς τα πίσω! Αυτό δεν θα ήταν ωφέλιμη, αλλά επικίνδυνη πολιτική!»
 

«Για εμάς, πρόσθεσε, η δημοσιονομική σοβαρότητα είναι αδιαπραγμάτευτη. Όχι γιατί μας το επιβάλει κάποιος τρίτος αλλά γιατί γνωρίζουμε ότι αποτελεί προϋπόθεση για οτιδήποτε άλλο. Γιατί έχουμε πλέον κατανοήσει ότι η χώρα δεν μπορεί να ζει πάνω από τις δυνατότητές της. Ότι κανείς δεν θα έρθει να επενδύσει σε μια οικονομία που τα δημόσια οικονομικά της στηρίζονται σε πήλινα πόδια. Και ότι οι αγορές μας παρακολουθούν στενά και θα αντιδράσουν άμεσα αν αντιληφθούν παρεκκλίσεις από την δημοσιονομική σοβαρότητα και επιστροφή σε πολιτικές «δώστα όλα».

"Δανειζόμαστε με επιτόκιο χαμηλότερο από άλλες χώρες - Η Γερμανία παραμένει από τους σημαντικότερους εταίρους της Ελλάδας"


Συνέδεσε δε την πολιτική της κυβέρνησης στα δημοσιονομικά με την σημερινή επιτυχημένη έκδοση νέου δεκαετούς ομολόγου, υπογραμμίζοντας ότι καλύφθηκε το 40% των δανειακών αναγκών της χώρας για το 2024 με ένα ιδιαίτερα χαμηλό για την περίοδο που διανύουμε κόστος δανεισμού. « Πριν από μερικά χρόνια κανείς δεν μας δάνειζε και για αυτό μπήκαμε στα μνημόνια. Τώρα στόχος μας ήταν να δανειστούμε 4 δις και οι προσφορές έφτασαν τα 35 δις. Δανειζόμαστε πια με επιτόκιο χαμηλότερο από ορισμένες μεγάλες χώρες», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Ο υπουργός εξέφρασε εξάλλου την πεποίθηση ότι με την υλοποίηση του μεταρρυθμιστικού προγράμματος της κυβέρνησης το ενδιαφέρον των γερμανικών επιχειρήσεων να επενδύσουν στην Ελλάδα θα αυξηθεί ακόμα περισσότερο.

«Η Γερμανία ήταν πάντα - και παρέμεινε ακόμα και στο απόγειο της κρίσης - ένας από τους στο σημαντικότερους εμπορικούς και επενδυτικούς εταίρους της Ελλάδας. Οι γερμανικές επιχειρήσεις αποτελούν μια σημαντική πηγή δημιουργίας πλούτου και απασχόλησης για την ελληνική οικονομία και δεν θα λείπουν από την προσπάθεια ανακατεύθυνσης της ελληνικής οικονομίας προς ένα νέο παραγωγικό μοντέλο ταχείας, βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης», τόνισε ο υπουργός. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέθεσε, η Γερμανία μέχρι το 2021 κατελάμβανε σταθερά την πρώτη θέση στις εισαγωγές αγαθών και την δεύτερη θέση ως προορισμός ελληνικών εξαγωγών. Ενώ όσον αφορά το απόθεμα Άμεσων Ξένων Επενδύσεων η Γερμανία κατετάγη το 2022 στην δεύτερη θέση, με 7,6 δις. και μερίδιο 16% επί του συνόλου.

Ο κ. Χατζηδάκης αναφέρθηκε στα αποτελέσματα της οικονομικής πολιτικής που εφαρμόζει η κυβέρνηση, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων το ρυθμό ανάπτυξης που είναι ο τρίτος υψηλότερος στην ευρωζώνη, το μονοψήφιο ποσοστό ανεργίας, το ρεκόρ άμεσων ξένων επενδύσεων και εξαγωγών, την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και μια από τις ταχύτερες, αν όχι την ταχύτερη μείωση του δημοσίου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ στην ιστορία της ευρωζώνης.

«Με όπλο τη νωπή και ξεκάθαρη λαϊκή εντολή είμαστε αποφασισμένοι να προχωρήσουμε τα επόμενα χρόνια για να κάνουμε ένα ακόμη βήμα μπροστά. Θα συνεχίσουμε λοιπόν να ακολουθούμε μια συνετή δημοσιονομική πολιτική και να επιδιώκουμε την περαιτέρω βελτίωση των δημοσίων οικονομικών της χώρας. Ενώ παράλληλα θα συνεχίσουμε την προσπάθεια εκσυγχρονισμού της ελληνικής οικονομίας και αλλαγής του παραγωγικού μας μοντέλου», επεσήμανε ο υπουργός.

Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής για την οποία υπογράμμισε: «Αντιλαμβάνομαι ότι ορισμένοι από εσάς μπορεί να είναι δύσπιστοι. Και είναι κατανοητό καθώς έχουμε όλοι σε αυτή τη χώρα εμπειρία από μεταρρυθμίσεις που ανακοινώνονται και δεν ψηφίζονται, ή ψηφίζονται και δεν εφαρμόζονται. Ωστόσο θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι εμείς αυτό που έχουμε υποσχεθεί, το εννοούμε και θα το κάνουμε. Ο νόμος με τις 11 πρωτοβουλίες που ψηφίσαμε τον περασμένο Δεκέμβριο δεν πρόκειται να μείνει στα χαρτιά – όπως κάποιοι φοβούνται και κάποιοι άλλοι ελπίζουν».

Περιέγραψε ακόμη τις πρωτοβουλίες περαιτέρω εξυγίανση και ενίσχυση της ευρωστίας του τραπεζικού συστήματος με την συνέχιση της αποεπένδυσης του ΤΧΣ, το νέο πλαίσιο φορολογικών κινήτρων και επιδοτήσεων για τις συγχωνεύσεις επιχειρήσεων και την ενθάρρυνση της καινοτομίας, την μεταρρύθμιση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, την αποτελεσματικότερη διαχείριση της δημόσιας περιουσίας, μέσω παραχωρήσεων και ιδιωτικοποιήσεων που περιλαμβάνει και ένα νέο ξεκίνημα για το Υπερταμείο με τη δημιουργία του Εθνικού Επενδυτικού Ταμείου και τον εκσυγχρονισμό των θυγατρικών του ώστε να λειτουργούν σαν μικρές ΔΕΗ.
Αναφερόμενος εξάλλου στα χρόνια της κρίσης σημείωσε ότι η αμοιβαία καχυποψία, προκαταλήψεις και μια εκατέρωθεν ακραία ρητορική δημιούργησαν ένα βαθύ ρήγμα στις σχέσεις των δύο χωρών.

Χατζηδάκης: Το ρήγμα στις σχέσεις Ελλάδας-Γερμανίας έχει γεφυρωθεί, ποιοτική η ειδοποιός διαφορά


«Το ρήγμα αυτό έχει πια γεφυρωθεί και οι διμερείς μας σχέσεις έχουν πλέον μπει σε μια νέα φάση η οποία δεν αντικατοπτρίζεται μόνο στους αριθμούς. Η ειδοποιός διαφορά είναι ποιοτική. Την διαπιστώνω εγώ και οι συνάδελφοί μου στην κυβέρνηση στις επαφές μας με τους Γερμανούς ομολόγους μας. Την διαπιστώνουν οι Έλληνες επιχειρηματίες στις δικές τους επαφές με Γερμανούς επιχειρηματίες. Την διαπιστώνουν οι απλοί πολίτες όταν ταξιδεύουν και την διαπιστώνουμε στον εν γένει δημόσιο διάλογο – δεν είναι τυχαίο ότι πρόσφατα η Bild, η οποία είχε πρωτοστατήσει στα αρνητικά δημοσιεύματα την περίοδο της κρίσης, δημοσίευσε άρθρο στο οποίο αναφέρεται σε «ελληνικό θαύμα», κατέληξε ο κ. Χατζηδάκης.