Για τον νέο ρόλο του στη θέση του προέδρου της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συµβουλίου της Ευρώπης (PACE), όπου εξελέγη οµόφωνα υποστηριζόµενος και από τα πέντε µεγάλα κόµµατα της Συνέλευσης, µιλά στην «Απογευµατινή» της Κυριακής ο Θεόδωρος Ρουσόπουλος, ο οποίος εξηγεί τις αρµοδιότητες της Συνέλευσης, η οποία µεταξύ άλλων εκλέγει τους δικαστές στο Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων, ενώ το status της θέσης του προέδρου της Συνέλευσης είναι αντίστοιχο αρχηγού κράτους.

Ο παλαιός κυβερνητικός εκπρόσωπος επί πρωθυπουργίας του Κ. Καραµανλή εξελέγη στις 22 Ιανουαρίου ως ο 35ος πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συµβουλίου της Ευρώπης από το 1949, µε την υποστήριξη της Οµάδας Σοσιαλιστών/∆ηµοκρατών και Πρασίνων (SOC), της Οµάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόµµατος (EPP/CD), της Οµάδας Ευρωπαίων Συντηρητικών και ∆ηµοκρατικής Συµµαχίας (EC/DA), της Συµµαχίας Φιλελευθέρων και ∆ηµοκρατών για την Ευρώπη (ALDE) και της Οµάδας της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Αριστεράς (UEL) και είναι ο πρώτος Ελληνας που κατέχει το συγκεκριµένο αξίωµα στο Συµβούλιο της Ευρώπης, τον ευρωπαϊκό οργανισµό για τα Ανθρώπινα ∆ικαιώµατα, τη ∆ηµοκρατία και το Κράτος ∆ικαίου, που ιδρύθηκε πριν από 75 χρόνια από µεγάλους ηγέτες της Ευρώπης, όπως οι Ουίνστον Τσόρτσιλ, Κόνραντ Αντενάουερ, Πολ Ρεϊνό, Μορίς Σουµάν, Αλτιέρο Σπινέλι, Ρεϊµόντ Αρόν, Αντονι Ιντεν και Φρανσουά Μιτεράν.

Ο πρώην υπουργός και βουλευτής της Ν.∆., που αναφέρεται επίσης στο «παρασκήνιο» που οδήγησε στην εκλογή του, καθώς η πρόταση έγινε από το κόµµα των Σοσιαλιστών, αναφέρεται στο εγχώριο πολιτικό σκηνικό και ορίζει το διακύβευµα για τις επικείµενες ευρωεκλογές, τονίζοντας ότι το στοίχηµα για τη Ν.∆. είναι η αποχή και η λεγόµενη χαλαρή ψήφος.

Κύριε Ρουσόπουλε, µιλήστε µας για το Συµβούλιο της Ευρώπης και τον ρόλο της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης, στην οποία αναδειχθήκατε πρόεδρος...

Το Συµβούλιο της Ευρώπης είναι ο παλαιότερος οργανισµός στην Ευρώπη για τα Ανθρώπινα ∆ικαιώµατα, το Κράτος ∆ικαίου και τη ∆ηµοκρατία. Ουσιαστικά αποτελεί τον πρόδροµο της Ε.Ε., αλλά έχει διαφορετικό ρόλο. Απαρτίζεται από 612 µέλη (τακτικά και αναπληρωµατικά), που προέρχονται από τα εθνικά Κοινοβούλια των 46 κρατών. Αρα το Κοινοβούλιο του Συµβουλίου της Ευρώπης έχει βουλευτές που έχουν εκλεγεί ήδη στις χώρες τους. Από την Ελλάδα έχουµε µία πολύ καλή οµάδα, που αποτελείται από την Ντόρα Μπακογιάννη, τον Γιώργο Παπανδρέου, τον Αλέξη Τσίπρα, τον Ευριπίδη Στυλιανίδη, τη Μαρία Συρεγγέλα, τον Γιάννη Οικονόµου, τον Τάσο Χατζηβασιλείου, την Αννα Ευθυµίου, τον Γιώργο Σταµάτη, τη Ρένα ∆ούρου, τη Λιάνα Κανέλλη και τον ∆ηµήτρη Μάντζο, άρα έχουµε να κάνουµε µε πρώην πρωθυπουργούς και υπουργούς αλλά και δραστήριους κοινοβουλευτικούς. Η Κοινοβουλευτική Συνέλευση, εκτός από την ολοµέλεια, έχει εννέα επιτροπές που συνεδριάζουν στη διάρκεια του χρόνου. Η ολοµέλεια συνέρχεται τέσσερις εβδοµάδες τον χρόνο στο Στρασβούργο και ψηφίζει εκθέσεις, ακριβώς όπως ένα Κοινοβούλιο ψηφίζει νόµους. Οι εκθέσεις αυτές απαιτούν πολύµηνη δουλειά από τους βουλευτές που τις αναλαµβάνουν και αφορούν ζητήµατα ∆ηµοκρατίας κάθε κράτους.
Κάποτε ήμασταν δακτυλοδεικτούμενοι ως «χώραπρόβλημα» για την Ε.Ε. Σήμερα είμαστε «χώρα-πρότυπο»


Πώς ήρθε η πρόταση για την προεδρία;


Η πρόταση έγινε από τους πολιτικούς µου αντιπάλους από τον περασµένο Οκτώβριο, καθώς εκτίµησαν τη σοβαρότητα µε την οποία εργάστηκα στη θέση του προέδρου της Επιτροπής Μετανάστευσης τα τελευταία δύο χρόνια. Προχώρησα σε συζητήσεις µε τους προέδρους των πέντε µεγάλων πολιτικών οµάδων και τον ∆εκέµβριο, σε εσωκοµµατικές εκλογές που κάναµε στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόµµα, πήρα το 73% των ψήφων.

Είχατε την απόλυτη οµοφωνία...

Ναι, η δική µου εκλογή είχε πολλές πρωτιές. Πέραν του ότι πρώτη φορά Ελληνας πολιτικός καταλαµβάνει τόσο υψηλή διεθνή θέση -και µάλιστα κατόπιν εκλογών-, υπήρξε απόλυτη οµοφωνία και από τις πέντε µεγάλες πολιτικές οµάδες. Επίσης δεν έβαλε κάποιος άλλος υποψηφιότητα, όπως γινόταν στο παρελθόν, και ενώ συνήθως στη θέση προτεινόταν ο πρόεδρος ενός κόµµατος, χωρίς να είµαι πρόεδρος κόµµατος συγκέντρωσα την ευρύτατη αυτή αποδοχή. Ισως και γι’ αυτό βέβαια...

Μας λείπει η εποικοδομητική κριτική, γεγονός που δείχνει ότι η αντιπολίτευση είναι φτωχή σε επιχειρήματα


Ποιο είναι κατά τη γνώµη σας το διακύβευµα των επερχόµενων ευρωεκλογών; Σας ανησυχεί η άνοδος της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη;

Με ανησυχεί η άνοδος του λαϊκισµού. ∆υστυχώς οι πολίτες πολλές φορές παρασύρονται από εύκολες λύσεις και µεγάλα λόγια. Είναι δύσκολο να πείσει η σοβαρότητα και η υπευθυνότητα και έτσι βλέπουµε ακραίες φωνές να κυριαρχούν. Προσωπικώς πιστεύω ότι υπάρχουν δύο ειδών ηγεσίες: οι πραγµατικοί ηγέτες που οδηγούν τον λαό και οι λαϊκιστές που ακολουθούν τον όχλο. Το µεγάλο στοίχηµα για τους πολιτικούς είναι να φτιάξουν ηγεσίες οι οποίες θα ηγούνται του λαού και θα τον οδηγούν στη σωστή κατεύθυνση.



Πόσο εύκολο είναι να αντιµετωπιστούν οι λαϊκιστές σήµερα;

Είναι δύσκολο, καθώς οι λαϊκιστές ακροδεξιοί ηγέτες εκµεταλλεύονται κυρίως το θέµα της µετανάστευσης που αυξήθηκε πολύ τα τελευταία χρόνια. Η µίξη µιας κουλτούρας µε µια άλλη δεν µπορεί ούτε πρέπει να γίνεται βίαια. Η διαφορετικότητα τροµάζει. Ετσι εκτιµώ ότι σε ένα πολύ µεγάλο ποσοστό οι επόµενες ευρωεκλογές θα κριθούν µε θέµατα σαν αυτό και είναι µεγάλη η δική µας ευθύνη να µιλήσουµε µε γλώσσα πειθούς και υπευθυνότητας και να µην παρασυρθούµε.

Αν σας ζητούσαµε να βάλετε έναν πήχυ για τη Ν.∆. στις επικείµενες ευρωεκλογές, ποιος θα ήταν;

∆εν θα µιλήσω για ποσοστά, καθώς η εκλογική αναµέτρηση των ευρωεκλογών έχει διαφορετική δυναµική από τις εθνικές εκλογές. Η Νέα ∆ηµοκρατία κατήγαγε πολλές νίκες από το 2019 και µετά. Είναι το ισχυρότερο κόµµα στο ΕΛΚ και το µοναδικό κεντροδεξιό κόµµα στην Ευρώπη που έπειτα από τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης αύξησε τα ποσοστά του. Το µεγάλο µας στοίχηµα είναι η αποχή και η λεγόµενη «χαλαρή» ψήφος. Το να ψηφίσει κάποιος χαλαρά ή να µην ψηφίσει καθόλου, θεωρώντας ότι στέλνει κάποιο µήνυµα, ή επειδή θεωρεί ότι δεν παίζουν µεγάλο ρόλο αυτές οι εκλογές, δεν είναι µια στάση που βοηθάει τη ∆ηµοκρατία µας. Η επιστολική ψήφος που καθιερώσαµε για πρώτη φορά είναι µία καλή ευκαιρία γι’ αυτούς που πραγµατικά ενδιαφέρονται για τα κοινά να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωµα απ’ όπου κι αν βρίσκονται.

Ενα σενάριο που συζητείται έντονα είναι η αξιοποίηση του πρωθυπουργού σε ευρωπαϊκό αξίωµα. Πώς το σχολιάζετε;

Μα έχει απαντήσει ο ίδιος ο πρωθυπουργός, οπότε εγώ δεν έχω να προσθέσω κάτι επ’ αυτού.

Πώς εξελίσσεται ο ρόλος της Ελλάδας σε διεθνές επίπεδο, µε τις τελευταίες εξελίξεις στην περιοχή µας;

Κάποτε ήµασταν δακτυλοδεικτούµενοι ως «χώρα-πρόβληµα» για την Ευρωπαϊκή Ενωση. Σήµερα, έπειτα από πολλή δουλειά, είµαστε σε πολλούς τοµείς «χώραπρότυπο». Και αυτό οφείλεται στην πολιτική που ακολούθησε ο πρωθυπουργός και η Νέα ∆ηµοκρατία τα τελευταία χρόνια. Κάναµε άλµατα και βλέπουµε διαρκή αναβάθµιση της οικονοµίας µας από διεθνείς οίκους. Επιπλέον εκτιµώ ότι και πολιτικά ο λόγος µας ακούγεται περισσότερο και το βλέπω όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης µετέχει σε διεθνείς συναντήσεις.

Ως προς την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου...

Αυτή την κατάκτηση, που προανέφερα, πρέπει να την αξιοποιήσουµε ακόµη περισσότερο στη Βαλκανική Χερσόνησο και στην Ανατολική Μεσόγειο µε τις συµµαχίες που έχουµε κάνει για την πολιτική που ακολουθούµε, την ενίσχυση της άµυνας και της οικονοµίας µας. Πλέον είµαστε ένας υπολογίσιµος παράγοντας. Εµείς δεν είµαστε χώρα η οποία επιζητεί την επέκταση και τον πόλεµο, αλλά επιζητούµε την ειρήνη και τη σταθερότητα. Επιθυµούµε τη βελτίωση των συνθηκών συνολικά. Και µακάρι να συνεχίσουµε να διατηρούµε καλές σχέσεις µε όλους τους γείτονές µας, ώστε να µπορούµε να βρίσκουµε λύσεις σύµφωνα µε το ∆ιεθνές ∆ίκαιο, που να είναι από κοινού αποδεκτές και έτσι να προοδεύουµε συνολικά όλοι µαζί.

Κατά την άποψή σας ο κατακερµατισµός της αντιπολίτευσης επηρεάζει το κυβερνητικό έργο;

Το κυβερνητικό έργο δεν επηρεάζεται από αυτόν. Αλλάζουν όµως οι συνθήκες ανταγωνισµού µεταξύ των κοµµάτων της ίδιας της αντιπολίτευσης, καθώς πολλοί διεκδικούν να γίνουν δεύτερο κόµµα. Ο κατακερµατισµός των ποσοστών µεταξύ των κοµµάτων της αντιπολίτευσης είναι που συχνά οδηγεί σε εκτραχηλισµό της δηµόσιας γλώσσας. Η αλήθεια είναι ότι αυτό που είχε πει ο Γεώργιος Παπανδρέου τη δεκαετία του ’60, ότι «καλές αντιπολιτεύσεις κάνουν ακόµα καλύτερες κυβερνήσεις», ισχύει. ∆εν µας λείπει η κριτική από την αντιπολίτευση, λείπει πολλές φορές η εποικοδοµητική κριτική. Τώρα έχουµε µία ισοπεδωτική κριτική, που δεν κάνει κακό στην κυβέρνηση, αλλά εν τέλει δείχνει ότι η αντιπολίτευση είναι φτωχή σε επιχειρήµατα.

*Δημοσιεύθηκε στην «Απογευματινή της Απογευματινής»