Ποινικός Κώδικας: Το προοίμιο μιας συνεκτικής κοινωνίας, άρθρο της Πορφυλένιας Κανελλοπούλου
Η προστασία των θυμάτων «επανακανονικοποιείται»
Η Πορφυλένια Κανελλοπουλου είναι Δικηγόρος και Εκπρόσωπος Τύπου ΟΝΝΕΔ
Ουσιαστική μεταρρύθμιση είναι αυτή που έχει άμεσο αποτύπωμα στην ζωή, την καθημερινότητα, αλλά και το αίσθημα ασφαλείας και κοινωνικής δικαιοσύνης των Ελλήνων πολιτών. Αυτό ακριβώς έρχεται να βελτιώσει ο νέος Ποινικός Κώδικας που ψηφίστηκε από την Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.
Με τις διατάξεις του νόμου 5090/2024 η προστασία των θυμάτων «επανακανονικοποιείται». Η λογική της ατιμωρησίας, οι πρόωρες αποφυλακίσεις, η αντιμετώπιση κάθε πλημμελήματος με ποινές που ποτέ δεν εκτίονταν, αποτελούν πλέον και επίσημα παρελθόν. Με τις νέες διατάξεις, αυτός που αποφασίζει να διαπράξει εγκληματικές πράξεις, θα έχει τον κίνδυνο της πραγματικής φυλάκισης – αναλόγως πάντα του ποινικού παρελθόντος του και της βαρύτητας της πράξης του. Η ανοχή της Πολιτείας απέναντι στην παραβατικότητα, που έδινε το «πράσινο φως» για τη διαιώνισή της, τελειώνει οριστικά.
Η αρχιτεκτονική του νόμου βασίζεται στην αυστηροποίηση των ποινών και των όρων έκτισής τους. Διότι η απλή αύξηση των ποινών, χωρίς να εξασφαλίζεται ότι αυτές πράγματι εκτίονται, συνιστούσε εμπαιγμό σε βάρος των πολιτών, και κυρίως των θυμάτων.
Με τον νέο νόμο, σε όσους επιβάλλεται ποινή φυλάκισης άνω του ενός έτους, θα πληρώνουν χρηματική ποινή ή θα προσφέρουν κοινωφελή εργασία, ενώ όσοι καταδικάζονται σε ποινή τριών έως πέντε ετών, θα εκτίουν σε φυλακή τουλάχιστον το 1/5 της ποινής τους. Η αναστολή της ποινής, από ένα δεδομένο «δώρο» του νομοθέτη στους δράστες πλημμελημάτων, μετατρέπεται πλέον σε εξαίρεση: ισχύει μόνο για όσους καταδικάστηκαν σε ποινή κατώτερη του έτους, και αυτό μόνον εφόσον δεν έχουν καταδικαστεί στο παρελθόν σε ποινή άνω του ενός έτους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, μέχρι και την τελευταία αλλαγή του Ποινικού Κώδικα η συντριπτική πλειοψηφία των αδικημάτων - πέραν των πολύ σκληρών κακουργημάτων- ορίζονταν ως πλημμελήματα. Το 99% των περιπτώσεων αυτών, μέχρι να ψηφιστεί ο τελευταίος Ποινικός Κώδικας, πήγαιναν σπίτι τους, με μια ποινή, η οποία έμενε στα χαρτιά.
Σημαντική είναι επίσης η αλλαγή του ποινικού πλαισίου στην ανθρωποκτονία από αμέλεια. Μέχρι πρότινος, όποιος σκότωνε άλλον από σοβαρό σφάλμα του, μπορούσε να τιμωρηθεί με ποινή που στο ελάχιστο όριό της ήταν μόλις τρεις μήνες – μικρότερη δηλαδή από μια συκοφαντική δυσφήμιση στο Facebook! Με το νέο νόμο, η αφαίρεση ζωής από αμέλεια τιμωρείται με ποινή τουλάχιστον δύο ετών.
Στα κακουργήματα, οι διαφορές είναι επίσης αξιοσημείωτες. Οι ευνοϊκές ποινές προς τη βαριά εγκληματικότητα αποτελούν παρελθόν. Ας δούμε το παρακάτω παράδειγμα συγκριτικά: Έστω ότι κάποιος επιτήδειος εξαπατά το Δημόσιο και παίρνει επιχορήγηση 5.000.000 ευρώ.
Με τον προηγούμενο Ποινικό Κώδικα, το πλαίσιο ποινής θα ήταν κατ’ αρχήν μεταξύ δέκα και δεκαπέντε ετών. Εάν στο δράστη αναγνωριζόταν ένα ελαφρυντικό, το πλαίσιο ποινής θα έφτανε από δύο (!) έως οκτώ έτη. Εάν αναγνωριζόταν και δεύτερο ελαφρυντικό, η ποινή θα κυμαινόταν από ένα (!) έως οκτώ έτη. Υπήρχε δηλαδή κίνδυνος ο δράστης να μη μπει ποτέ στη φυλακή! Και αν ακόμη όμως επιβαλλόταν η σκληρότερη ποινή μετ’ ελαφρυντικού (8 έτη), τότε αυτός θα μπορούσε να βγει από τη φυλακή σε 3 έτη και 2 μήνες. Είναι άραγε σοβαρό αντικίνητρο μια ποινή τριών ετών με αντάλλαγμα τα 5 εκατομμύρια;
Με τον νέο Ποινικό Κώδικα, το βασικό πλαίσιο ποινής είναι δέκα έως είκοσι έτη. Εάν στον δράστη αναγνωριστεί ελαφρυντικό, το πλαίσιο ποινής είναι από τρία έως δεκατέσσερα έτη. Ακόμη κι αν αναγνωριστεί δεύτερο ελαφρυντικό, το πλαίσιο ποινής δεν αλλάζει. Εάν λοιπόν επιβληθεί και πάλι η βαρύτερη ποινή με αναγνώριση ελαφρυντικού (14 έτη), τότε ο δράστης θα παραμείνει στη φυλακή υποχρεωτικά για 5 έτη και έξι μήνες – σχεδόν τον διπλάσιο χρόνο απ’ ό,τι με τον προηγούμενο Κώδικα.
Οι διατάξεις βελτιώνουν ουσιαστικά την ποινική προστασία, ιδίως στο κομμάτι των ευάλωτων θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας. Ποινικοποιούν για πρώτη φορά αυτοτελώς τον προπηλακισμό ιατρών, δασκάλων και καθηγητών, σε νοσοκομεία και σχολεία. Δίνουν τη δυνατότητα φυλάκισης ανηλίκων άνω των δεκαπέντε ετών, όχι μόνο για κακουργήματα βίας (όπως μέχρι τώρα), αλλά και για άλλα κακουργήματα, όπως η διακίνηση ναρκωτικών. Αυστηροποιούν τις ποινές του «εθνικού εγκλήματος», του εμπρησμού.
Φυσικά, η εγκληματικότητα δεν είναι μόνο θέμα ποινών και έκτισής τους. Είναι και θέμα παιδείας, αποτελεσματικότητας της Αστυνομίας, ταχύτητας στην απονομή της Δικαιοσύνης, αλλά και ατομικής ευσυνειδησίας του καθενός ξεχωριστά. Με τον νέο Ποινικό Κώδικα, όμως, ο δράστης ξέρει ότι τα περιθώρια ελιγμών και αποφυγής των συνεπειών των πράξεων του, στένεψαν υπερβολικά. Δεν μπορεί πια να «ποντάρει» στην αναστολή, ούτε σε ποινές – «χάδια». Ο κίνδυνος μιας ποινής που θα εκτελεστεί πραγματικά, είναι πλέον ορατός, λειτουργώντας αποτρεπτικά για όσους συνήθισαν να παραβιάζουν τον νόμο αμέριμνα και χωρίς ουσιαστικές συνέπειες.
Οι δικαιικοί θεσμοί για να τραβήξουν το «κουπί» της απόδοσης πραγματικής Δικαιοσύνης, χρειάζεται η Πολιτεία να έχει θέσει συντονισμένα τη σωστή ρότα και να κρατά γερά το πηδάλιο. Με νόμους που εκκινούν όχι από ιδεοληψίες, αλλά απαντούν στις κοινωνικές ανάγκες και προβλήματα των καιρών. Άλλωστε, αυτό είναι και το κλειδί της κοινωνικής συνοχής.
Με τις διατάξεις του νόμου 5090/2024 η προστασία των θυμάτων «επανακανονικοποιείται». Η λογική της ατιμωρησίας, οι πρόωρες αποφυλακίσεις, η αντιμετώπιση κάθε πλημμελήματος με ποινές που ποτέ δεν εκτίονταν, αποτελούν πλέον και επίσημα παρελθόν. Με τις νέες διατάξεις, αυτός που αποφασίζει να διαπράξει εγκληματικές πράξεις, θα έχει τον κίνδυνο της πραγματικής φυλάκισης – αναλόγως πάντα του ποινικού παρελθόντος του και της βαρύτητας της πράξης του. Η ανοχή της Πολιτείας απέναντι στην παραβατικότητα, που έδινε το «πράσινο φως» για τη διαιώνισή της, τελειώνει οριστικά.
Η αρχιτεκτονική του νόμου βασίζεται στην αυστηροποίηση των ποινών και των όρων έκτισής τους. Διότι η απλή αύξηση των ποινών, χωρίς να εξασφαλίζεται ότι αυτές πράγματι εκτίονται, συνιστούσε εμπαιγμό σε βάρος των πολιτών, και κυρίως των θυμάτων.
Με τον νέο νόμο, σε όσους επιβάλλεται ποινή φυλάκισης άνω του ενός έτους, θα πληρώνουν χρηματική ποινή ή θα προσφέρουν κοινωφελή εργασία, ενώ όσοι καταδικάζονται σε ποινή τριών έως πέντε ετών, θα εκτίουν σε φυλακή τουλάχιστον το 1/5 της ποινής τους. Η αναστολή της ποινής, από ένα δεδομένο «δώρο» του νομοθέτη στους δράστες πλημμελημάτων, μετατρέπεται πλέον σε εξαίρεση: ισχύει μόνο για όσους καταδικάστηκαν σε ποινή κατώτερη του έτους, και αυτό μόνον εφόσον δεν έχουν καταδικαστεί στο παρελθόν σε ποινή άνω του ενός έτους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, μέχρι και την τελευταία αλλαγή του Ποινικού Κώδικα η συντριπτική πλειοψηφία των αδικημάτων - πέραν των πολύ σκληρών κακουργημάτων- ορίζονταν ως πλημμελήματα. Το 99% των περιπτώσεων αυτών, μέχρι να ψηφιστεί ο τελευταίος Ποινικός Κώδικας, πήγαιναν σπίτι τους, με μια ποινή, η οποία έμενε στα χαρτιά.
Σημαντική είναι επίσης η αλλαγή του ποινικού πλαισίου στην ανθρωποκτονία από αμέλεια. Μέχρι πρότινος, όποιος σκότωνε άλλον από σοβαρό σφάλμα του, μπορούσε να τιμωρηθεί με ποινή που στο ελάχιστο όριό της ήταν μόλις τρεις μήνες – μικρότερη δηλαδή από μια συκοφαντική δυσφήμιση στο Facebook! Με το νέο νόμο, η αφαίρεση ζωής από αμέλεια τιμωρείται με ποινή τουλάχιστον δύο ετών.
Στα κακουργήματα, οι διαφορές είναι επίσης αξιοσημείωτες. Οι ευνοϊκές ποινές προς τη βαριά εγκληματικότητα αποτελούν παρελθόν. Ας δούμε το παρακάτω παράδειγμα συγκριτικά: Έστω ότι κάποιος επιτήδειος εξαπατά το Δημόσιο και παίρνει επιχορήγηση 5.000.000 ευρώ.
Με τον προηγούμενο Ποινικό Κώδικα, το πλαίσιο ποινής θα ήταν κατ’ αρχήν μεταξύ δέκα και δεκαπέντε ετών. Εάν στο δράστη αναγνωριζόταν ένα ελαφρυντικό, το πλαίσιο ποινής θα έφτανε από δύο (!) έως οκτώ έτη. Εάν αναγνωριζόταν και δεύτερο ελαφρυντικό, η ποινή θα κυμαινόταν από ένα (!) έως οκτώ έτη. Υπήρχε δηλαδή κίνδυνος ο δράστης να μη μπει ποτέ στη φυλακή! Και αν ακόμη όμως επιβαλλόταν η σκληρότερη ποινή μετ’ ελαφρυντικού (8 έτη), τότε αυτός θα μπορούσε να βγει από τη φυλακή σε 3 έτη και 2 μήνες. Είναι άραγε σοβαρό αντικίνητρο μια ποινή τριών ετών με αντάλλαγμα τα 5 εκατομμύρια;
Με τον νέο Ποινικό Κώδικα, το βασικό πλαίσιο ποινής είναι δέκα έως είκοσι έτη. Εάν στον δράστη αναγνωριστεί ελαφρυντικό, το πλαίσιο ποινής είναι από τρία έως δεκατέσσερα έτη. Ακόμη κι αν αναγνωριστεί δεύτερο ελαφρυντικό, το πλαίσιο ποινής δεν αλλάζει. Εάν λοιπόν επιβληθεί και πάλι η βαρύτερη ποινή με αναγνώριση ελαφρυντικού (14 έτη), τότε ο δράστης θα παραμείνει στη φυλακή υποχρεωτικά για 5 έτη και έξι μήνες – σχεδόν τον διπλάσιο χρόνο απ’ ό,τι με τον προηγούμενο Κώδικα.
Οι διατάξεις βελτιώνουν ουσιαστικά την ποινική προστασία, ιδίως στο κομμάτι των ευάλωτων θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας. Ποινικοποιούν για πρώτη φορά αυτοτελώς τον προπηλακισμό ιατρών, δασκάλων και καθηγητών, σε νοσοκομεία και σχολεία. Δίνουν τη δυνατότητα φυλάκισης ανηλίκων άνω των δεκαπέντε ετών, όχι μόνο για κακουργήματα βίας (όπως μέχρι τώρα), αλλά και για άλλα κακουργήματα, όπως η διακίνηση ναρκωτικών. Αυστηροποιούν τις ποινές του «εθνικού εγκλήματος», του εμπρησμού.
Φυσικά, η εγκληματικότητα δεν είναι μόνο θέμα ποινών και έκτισής τους. Είναι και θέμα παιδείας, αποτελεσματικότητας της Αστυνομίας, ταχύτητας στην απονομή της Δικαιοσύνης, αλλά και ατομικής ευσυνειδησίας του καθενός ξεχωριστά. Με τον νέο Ποινικό Κώδικα, όμως, ο δράστης ξέρει ότι τα περιθώρια ελιγμών και αποφυγής των συνεπειών των πράξεων του, στένεψαν υπερβολικά. Δεν μπορεί πια να «ποντάρει» στην αναστολή, ούτε σε ποινές – «χάδια». Ο κίνδυνος μιας ποινής που θα εκτελεστεί πραγματικά, είναι πλέον ορατός, λειτουργώντας αποτρεπτικά για όσους συνήθισαν να παραβιάζουν τον νόμο αμέριμνα και χωρίς ουσιαστικές συνέπειες.
Οι δικαιικοί θεσμοί για να τραβήξουν το «κουπί» της απόδοσης πραγματικής Δικαιοσύνης, χρειάζεται η Πολιτεία να έχει θέσει συντονισμένα τη σωστή ρότα και να κρατά γερά το πηδάλιο. Με νόμους που εκκινούν όχι από ιδεοληψίες, αλλά απαντούν στις κοινωνικές ανάγκες και προβλήματα των καιρών. Άλλωστε, αυτό είναι και το κλειδί της κοινωνικής συνοχής.