Την Κυριακή έπεσε η αυλαία µιας δύσκολης εβδοµάδας για την εξωτερική πολιτική της χώρας. Παρατηρήθηκε αναζωπύρωση σε τρία εθνικά «µέτωπα»: στις σχέσεις µας µε την Τουρκία, την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία. Η αναζωπύρωση ήταν µάλλον αναµενόµενη, διότι οι ανοιχτοί λογαριασµοί µε τα Βαλκάνια είναι δεδοµένοι. Εξίσου δεδοµένη είναι και η τουρκική διγλωσσία, που συχνά-πυκνά οδηγεί σε παλινδροµήσεις. Η «Κυριακάτικη Απογευµατινή» φωτίζει τις πραγµατικές προκλήσεις και τις παγίδες που κρύβονται πίσω από τα γεγονότα των τελευταίων ηµερών και αποκαλύπτει τη στρατηγική της Αθήνας για να τα αντιµετωπίσει, εν µέσω µάλιστα... προεκλογικής περιόδου. Σηµαντική παράµετρος που πρέπει να συνυπολογίζεται.

Πριν καλά καλά περάσουν δύο ηµέρες από τη συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Ταγίπ Ερντογάν στην Αγκυρα, τα δεδοµένα ανατράπηκαν. Στην Ελλάδα γνωρίζαµε ότι η συνάντηση κορυφής πήγε καλά:

  • Συµφωνήσαµε ότι διαφωνούµε και ότι ακόµα κι αν διαφωνούµε, πρέπει να µιλάµε ώστε να µην παράγονται κρίσεις.
  • Εµµέσως πλην σαφώς, ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης είπε στην ΕΡΤ ότι βρισκόµαστε εν αναµονή εντολών, ώστε στα επόµενα ραντεβού των δύο ηγετών (τρία έως το τέλος του έτους) να δοθεί το «σήµα» για έναρξη της δύσκολης συζήτησης περί οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ.
  • Θέσαµε το ζήτηµα της Μονής της Χώρας. Φαίνεται ότι αυτό που κερδίσαµε ήταν µια υπόσχεση ότι θα φύγουν τα καλύµµατα από τα ψηφιδωτά του σπουδαίου αυτού βυζαντινού ναού, τον οποίο η Τουρκία µετέτρεψε σε τζαµί.
  • Συµφωνήσαµε στο ότι τα θέµατα χαµηλής πολιτικής και η εµπορική συνεργασία των δύο χωρών µας αποτελούν το «όχηµα» ώστε να διατηρηθούν τα ήρεµα νερά.
  • ∆ιαφωνήσαµε ως προς τη µουσουλµανική µειονότητα της Θράκης. Ο Ταγίπ Ερντογάν, για ακόµα µία φορά, τη «βάφτισε» τουρκική και ο Κυριάκος Μητσοτάκης έβαλε τα πράγµατα στη θέση τους, απαντώντας ότι αυτά τα έχει λύσει η Συνθήκη της Λωζάννης. Επισηµαίνοντας πως οι µουσουλµάνοι που ζουν στη Θράκη ευηµερούν, εν αντιθέσει µε τον διαρκώς συρρικνούµενο Ελληνισµό που ζει στη γείτονα.
  • ∆ιαφωνήσαµε και ως προς τη «Χαµάς». «Βολική» διαφωνία. Υπό την έννοια ότι για τον Τούρκο πρόεδρο, µε το µουσουλµανικό ακροατήριο, αυτή ήταν µια καλή ευκαιρία να αναλύσει τις θέσεις του για ένα θέµα που τον καίει, αλλά δεν επηρεάζει τα φλέγοντα ελληνοτουρκικά ζητήµατα. Αντίστοιχα, για τον Κυριάκο Μητσοτάκη δεν ήταν δύσκολο να αποκαλέσει τη «Χαµάς» τροµοκρατική οργάνωση και να κλείσει έτσι η συνέντευξη Τύπου µε µια αναµενόµενη διαφωνία επί του Μεσανατολικού και όχι επί των διµερών µας σχέσεων.

Τα θαλάσσια πάρκα

Μέχρι εδώ καλά. Οµως, λίγα εικοσιτετράωρα µετά, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Χακάν Φιντάν, µας έφερε προ εκπλήξεως. Κατά τη συνέντευξη Τύπου µε τον Αυστριακό οµόλογό του, ένας συνάδελφος δηµοσιογράφος τον ρώτησε για τα θαλάσσια πάρκα. Ο κ. Φιντάν απήντησε ότι τα πάρκα είναι η «κόκκινη γραµµή» της Τουρκίας. Οτι δεν θα επιτρέψει στην ελληνική πλευρά να τα προχωρήσει και ότι ο Τούρκος πρόεδρος έθεσε το ζήτηµα στον Ελληνα πρωθυπουργό. Κάτι που δεν είχε διαρρεύσει από την Αθήνα. «Είπαµε ότι δεν πρόκειται για ένα αθώο περιβαλλοντικό σχέδιο στα µάτια µας, ότι αν προχωρήσει θα µπει σε θέµατα που αφορούν την υφαλοκρηπίδα, που είναι µια ‘‘κόκκινη γραµµή’’ που µας προβληµατίζει και ότι δεν θα το δεχτούµε», δήλωσε ο κ. Φιντάν. Προβληµατική δήλωση, από πολλές απόψεις. Ο πρωθυπουργός ξεκαθάρισε ότι τα πάρκα θα γίνουν. Σύµφωνα µε πληροφορίες της «Κυριακάτικης Α», δεν έχουν οριστεί ακόµα οι συντεταγµένες για το πού ακριβώς θα δηµιουργηθούν, καθώς βρίσκονται σε εξέλιξη περιβαλλοντικές µελέτες. Ωστόσο, εκτιµάται ότι αυτές θα έχουν ολοκληρωθεί εντός του 2024. Το κρίσιµο είναι έως τότε να µην πέσει η Αθήνα στην παγίδα της Αγκυρας και βρεθεί ξαφνικά εµπλεκόµενη σε µια διελκυστίνδα περί του σηµείου όπου η γείτονα αξιώνει δικαιώµατα, που θα απέρρεαν από µια οριοθετηµένη υφαλοκρηπίδα.

Οι προσπάθειες του Ράμα να φέρει σε δύσκολη θέση την Αθήνα

Οπως ο Τ. Ερντογάν προσπάθησε να παγιδέψει την ελληνική πλευρά, διοργανώνοντας την τελετή για τη λειτουργία της Μονής της Χώρας ως τζαµί µια εβδοµάδα πριν από τη συνάντησή του µε τον Κ. Μητσοτάκη, έτσι και ο φίλος του Τούρκου προέδρου, Εντι Ράµα, προσπάθησε να φέρει σε δύσκολη θέση την Αθήνα, διοργανώνοντας συγκέντρωση στο Γαλάτσι ανήµερα της συµπλήρωσης ενός έτους από τη σύλληψη του Φρέντη Μπελέρη. Η Ελλάδα ως δηµοκρατική χώρα δεν θα µπορούσε να απαγορέψει την ιδιωτική επίσκεψη του Αλβανού πρωθυπουργού και ο κ. Ράµα το ήξερε αυτό a priori. Η χώρα µας εξασφάλισε µόνο τα απαραίτητα µέτρα προστασίας και τις απαραίτητες... αποστάσεις από τη φιέστα. Ορθώς. Οµως, ο κ. Ράµα µε κεκαλυµµένες προκλήσεις στην οµιλία του και έκδηλες προσβολές σε συνέντευξή του σε αλβανικό κανάλι, λίγες ηµέρες µετά, έθεσε για πρώτη φορά ζητήµατα που έως τώρα δεν έφερνε στο προσκήνιο. ∆ήλωσε ότι χωρίς τους οµοεθνείς του δεν υπάρχει οικονοµία στην Ελλάδα και πως τα προηγούµενα χρόνια οι ελληνοαλβανικές σχέσεις ήταν καλές, γιατί «η Αλβανία είχε κατεβασµένα παντελόνια απέναντι στην Ελλάδα». Εκτίµησε, µάλιστα, πως σύντοµα θα επιλυθεί το ζήτηµα της πολιτογράφησης Αλβανών που ζουν δεκαετίες στην Ελλάδα. Και να σκεφτεί κάποιος ότι τον Μάρτιο του 2023 ο Ε. Ράµα έφτανε στο Ζάππειο συν γυναιξί και τέκνοις.

Για έκθεση ζωγραφικής που διοργανώθηκε προς τιµήν του, µε έργα που έφεραν την υπογραφή του. Τότε οι σχέσεις Ελλάδας - Αλβανίας βρίσκονταν σε άριστο επίπεδο και θεωρητικά βρισκόµασταν ένα βήµα πριν από το συνυποσχετικό προσφυγής στη Χάγη για το θέµα της ΑΟΖ. Αραγε, πότε και πώς θα επιστρέψουν οι διµερείς µας σχέσεις στην προ Μπελέρη εποχή; Το µόνο σίγουρο είναι ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να διεθνοποιεί το ζήτηµα Μπελέρη και να τονίζει σε όλα τα fora ότι πρόκειται για ένα ευρωπαϊκό θέµα. Οχι διµερές. Ζήτηµα κράτους δικαίου, ο σεβασµός του οποίου αποτελεί προϋπόθεση για την ένταξη της Αλβανίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Σε διπλωµατικό «ναρκοπέδιο» εξελίσσονται και οι σχέσεις Αθήνας - Σκοπίων, µετά την επικράτηση του εθνικιστικού VMRO και τις δυσοίωνες κορόνες των επικεφαλής του, που αναλύονται εκτενώς στα ρεπορτάζ της εφηµερίδας µας.

*Δημοσιεύθηκε στην «Κυριακάτικη Απογευματινή»