Προϋπόθεση για να ανακτήσει η Κεντροαριστερά τη δυναµική της είναι να υπάρξει συστράτευση αξιόπιστων προσώπων και κοινωνικών συλλογικοτήτων σ’ ένα προοδευτικό µέτωπο, που θα διεκδικήσει την κυβερνητική εξουσία. Αυτό υποστηρίζει µε συνέντευξή της στην «Κυριακάτικη Απογευµατινή» η πρώην υπουργός Οικονοµίας και κορυφαίο στέλεχος της ευρύτερης Κεντροαριστεράς, Λούκα Κατσέλη.

Αναφέρεται αναλυτικά στις επικείµενες ευρωεκλογές, στους οικονοµικούς δείκτες, αλλά και στις ανάγκες της κοινωνίας, όπως επίσης και στις προοπτικές της Ελλάδας.


∆ύο εβδοµάδες πριν από τις ευρωεκλογές, ποιο είναι κατά τη γνώµη σας το διακύβευµα; Ο πρωθυπουργός λέει πως είναι η κυβερνητική σταθερότητα και η αντιπολίτευση το να σταλεί µήνυµα…

Σταθερότητα δεν µπορεί να υπάρξει όταν µια µεγάλη µερίδα του πληθυσµού δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα στο τέλος κάθε µήνα... Το διακύβευµα των ευρωεκλογών είναι ξεκάθαρο: να υπάρξει ισχυρή παρουσία στο Ευρωκοινοβούλιο κοµµάτων τα οποία θα µπορέσουν να προωθήσουν προοδευτικές πολιτικές που θα προάγουν την ειρήνη, την ανθρώπινη ασφάλεια, τη βιώσιµη ανάπτυξη και την οικονοµική και κοινωνική ευηµερία των πολλών. H συνεργασία προοδευτικών δυνάµεων για µια «άλλη Ευρώπη» είναι πιο αναγκαία από ποτέ σε µια Ευρωπαϊκή Ενωση που, χωρίς ξεκάθαρη στρατηγική, αφήνει τις εχθροπραξίες στην Ουκρανία και τη γενοκτονία στη Γάζα να διαιωνίζονται, τις ανισότητες να διευρύνονται και πολιτικές να διαµορφώνονται ανάλογα µε τα συµφέροντα λίγων ισχυρών πολυεθνικών επιχειρήσεων.


Εχετε την αίσθηση πως συνολικά το τιµόνι της Ευρώπης θα στρίψει προς τα δεξιά; Σας ανησυχεί η άνοδος ακροδεξιών και αντιευρωπαϊκών δυνάµεων;

Οταν κυριαρχεί η ανασφάλεια σε οικονοµικό, κοινωνικό και πολιτισµικό επίπεδο, ο κόσµος αναζητά οµπρέλα προστασίας. Οταν τα παραδοσιακά κόµµατα και οι δηµοκρατικοί θεσµοί εµφανίζονται ανίσχυροι ή αναποτελεσµατικοί, τότε ευάλωτες κοινωνικές οµάδες συσπειρώνονται γύρω από συγκεντρωτικά, αυταρχικά κόµµατα και ηγεσίες, αντιδρούν µε αντισυστηµική ψήφο ή µε αποχή και υιοθετούν ακροδεξιές θέσεις... Ζητούµενο εποµένως και ευθύνη των δηµοκρατικών και φιλοευρωπαϊκών δυνάµεων είναι η προαγωγή διαφάνειας και λογοδοσίας στη λήψη αποφάσεων και υιοθέτησης προοδευτικών πολιτικών.

Στα καθ’ ηµάς, υπάρχει εναλλακτική πρόταση απέναντι στην κυριαρχία της Ν.∆.; Ή απλώς όλα είναι πλέον θέµα καλύτερης ή χειρότερης διαχείρισης; Κοινώς, υπάρχει σοσιαλδηµοκρατική ατζέντα;


∆εν είναι θέµα διαχείρισης, αλλά βασικών πολιτικών επιλογών και πρακτικών στην άσκηση εξωτερικής, οικονοµικής και κοινωνικής πολιτικής, καθώς και στην ποιότητα της κυβερνητικής και αυτοδιοικητικής διακυβέρνησης. Ο κάθε ψηφοφόρος καλείται να κάνει επιλογές: Θέλει η Ελλάδα να ευθυγραµµίζεται πλήρως µε τις επιλογές της Ουάσινγκτον ή να ακολουθεί µια πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική; Θέλει να στηριχθεί η µικροµεσαία επιχειρηµατικότητα µε κίνητρα και χρηµατοδότηση ή να κατανέµονται οι πόροι προς όφελος κυρίως των µεγάλων επιχειρήσεων; Θέλει να υπάρξει ισότιµη πρόσβαση όλων σε ένα αναβαθµισµένο σύστηµα δηµόσιας Υγείας και Παιδείας ή προτιµά την ιδιωτικοποίησή τους; Θέλει να προστατεύεται η κύρια κατοικία ενός οφειλέτη που βρίσκεται σε καθεστώς µόνιµης αδυναµίας πληρωµής, ή να ρευστοποιείται και εκείνη, όπως όλα τα άλλα του περιουσιακά στοιχεία; Θέλει να µειωθεί o ΦΠΑ στα τρόφιµα ή να µειωθεί ο φόρος επί των µερισµάτων; Θέλει να προστατεύσουν οι εργαζόµενοι το εισόδηµά τους µέσω συλλογικών συµβάσεων εργασίας ή να επικρατήσουν οι ατοµικές συµβάσεις; Θέλει να υπάρχουν αυστηροί κανόνες για χρηστή διακυβέρνηση ή αδιαφορεί για τις υποκλοπές, τις αδιαφανείς προµήθειες και αναθέσεις έργων; Κατά τη γνώµη µου, οι περισσότεροι πολίτες δεν αµφισβητούν την ύπαρξη εναλλακτικών πολιτικών, αλλά τη δυνατότητα και αποτελεσµατικότητα υλοποίησής τους κυρίως από τα υπάρχοντα προοδευτικά κόµµατα... Ας µην ξεχνάµε ότι τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. κυβέρνησαν κάτω από συνθήκες αυστηρής επιτήρησης λόγω Μνηµονίων. Παρά τα όσα επιτεύχθηκαν κάτω από πολύ αντίξοες συνθήκες και παρά την έξοδο από τα Μνηµόνια το 2018, στο µυαλό του κόσµου παραµένει η αναντιστοιχία µεταξύ προγραµµατικών διακηρύξεων και πολιτικών που εφαρµόστηκαν. Αυτή είναι η αχίλλειος πτέρνα και των δύο κοµµάτων, όπως και της Νέας Αριστεράς...

Οι περισσότεροι προεξοφλούν πως µετά τις ευρωεκλογές θα υπάρχει ανασύνθεση στον χώρο της Κεντροαριστεράς. Τι κατά τη γνώµη σας πρέπει να γίνει και µε ποια πρόσωπα;

Ανασύνθεση θα υπάρξει σε όλο το πολιτικό φάσµα, καθώς οι κοινωνικοί µετασχηµατισµοί και οι εισοδηµατικές ανακατατάξεις, που έγιναν λόγω χρηµατοπιστωτικής κρίσης, δεν έχουν ακόµα αποτυπωθεί στο πολιτικό σύστηµα. Η Κεντροαριστερά θα ανακτήσει τη δυναµική της µε τη συστράτευση αξιόπιστων, έµπειρων και άξιων προσώπων και κοινωνικών συλλογικοτήτων, σε ένα προοδευτικό µέτωπο που θα διεκδικήσει την κυβερνητική εξουσία για να εφαρµόσει ένα τολµηρό, αλλά και ρεαλιστικό πρόγραµµα βιώσιµης παραγωγικής ανασυγκρότησης, κοινωνικής συνοχής και διοικητικής αναβάθµισης.

Με την εµπειρία σας και από το υπουργείο Οικονοµίας, πώς αξιολογείτε την πορεία της οικονοµίας; Εχει εξήγηση το γεγονός ότι τα µαγαζιά στον χώρο διασκέδασης και εστίασης, οι τουριστικοί προορισµοί κ.λπ. είναι γεµάτοι, ενώ οι πολίτες λένε πως αντιµετωπίζουν µεγάλο οικονοµικό πρόβληµα;

Οσο το έλλειµµα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών διευρύνεται, ενώ οι επενδύσεις ως ποσοστό του εθνικού µας εισοδήµατος παραµένουν χαµηλές (13% περίπου, έναντι 22% προ κρίσης) και προσανατολισµένες στις υποδοµές και κατασκευές, η αύξηση της κατανάλωσης θα συνεχίσει να χρηµατοδοτείται κυρίως από τουριστικά έσοδα και εξωτερικό δανεισµό. Ως αποτέλεσµα, η Ελλάδα παραµένει ευάλωτη στις ορέξεις των διεθνών κερδοσκόπων. Αρα τίθεται ένα πρόβληµα βιωσιµότητας αν οι διαθέσιµοι πόροι δεν αξιοποιηθούν από παραγωγικές επενδύσεις και δραστηριότητες. Η κάλυψη του παραγωγικού ελλείµµατος απαιτεί δηµοκρατικό προγραµµατισµό και ωρίµανση επιλεγµένων έργων σε κάθε Περιφέρεια, καθώς και στενή συνεργασία όλων των φορέων. Παράλληλα, η στρεβλή και άδικη κατανοµή ευρωπαϊκών πόρων, η εισοδηµατική και φορολογική πολιτική της κυβέρνησης, η προβληµατική προνοιακή πολιτική σε συνδυασµό µε την ακρίβεια, την υπερχρέωση και την υποβάθµιση της δηµόσιας υγείας συντελούν στη διεύρυνση των ανισοτήτων και της φτώχειας. Η πορεία της ελληνικής οικονοµίας εποµένως θα εξαρτηθεί από τις διεθνείς συνθήκες, αλλά κυρίως από τις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις που θα προσδιορίσουν τα µέτρα πολιτικής που θα επιλεγούν και το κλίµα που θα διαµορφωθεί. Γι’ αυτό οι ευρωεκλογές αποκτούν ιδιαίτερη σηµασία...