Υπάρχουν πάντοτε δύο τρόποι να διαβάσει κανείς ένα εκλογικό αποτέλεσμα – οποιασδήποτε εκλογικής διαδικασίας. Ο ένας είναι ο απόλυτος τρόπος: Στις ευρωεκλογές του 2024 στην Ελλάδα, νικητής αδιαμφισβήτητος ήταν η Νέα Δημοκρατία, κατακτώντας την πρωτιά και πετυχαίνοντας μια καθαρή διαφορά της τάξης των 14 μονάδων από τον δεύτερο, που ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ. Ταυτόχρονα, το άθροισμα των ποσοστών του δεύτερου με το τρίτο κόμμα (ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ), έστω και οριακά είναι χαμηλότερο από το ποσοστό του πρώτου κόμματος.

Ο δεύτερος τρόπος ανάγνωσης είναι ο σχετικός: Η ΝΔ πέρασε κατά τέσσερις και κάτι μονάδες κάτω από τον πήχη του 33% που είχε θέσει η ίδια για την κάλπη των ευρωεκλογών, θέτοντας το μέτρο της επιτυχίας στο ποσοστό που είχε λάβει στις τελευταίες ευρωεκλογές του 2019. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε και τους δύο στόχους που είχε θέσει, τον ρεαλιστικό, δηλαδή να ξεπεράσει το 17,83% των εθνικών εκλογών του 2023 και τον φιλόδοξο, δηλαδή να ξεπεράσει το ψυχολογικό όριο του 20%. Το ΠΑΣΟΚ συνεχίζει την – αργή, αλλά σταθερή – ανοδική του πορεία, καθώς το ποσοστό του ήταν ψηλότερο και από εκείνο των ευρωεκλογών του ’19 και από εκείνο των βουλευτικών του ’23. Ωστόσο, ο βασικός του στόχος ήταν να βγει μπροστά από τον ΣΥΡΙΖΑ και να είναι δεύτερο κόμμα και απέτυχε να τον πιάσει.

Σε μια πρόσφατη ενδιαφέρουσα ανάλυσή του («Χωρίς δεύτερο πόλο», Η Καθημερινή, 11.03.24), ο καθηγητής συγκριτικής πολιτικής ανάλυσης Γεράσιμος Μοσχονάς είχε επισημάνει ότι «εάν ένα κόμμα πάρει κεφάλι ως δεύτερο, εάν πείσει ότι «μπορεί», ο εκλογικός νόμος που λειτουργεί ως πλειοψηφικός για τα δύο μεγαλύτερα κόμματα θα του προσφέρει την ώθηση για να εκτιναχθεί». Τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών δεν έδωσαν το δικαίωμα ούτε στον ΣΥΡΙΖΑ – πόσο μάλλον στο ΠΑΣΟΚ – να ταιριάξουν στην περιγραφή αυτή και να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για να είναι πρώτο κόμμα στις επόμενες εθνικές εκλογές.

Ποιο είναι το συμπέρασμα όλων αυτών; Ότι και τα τρία μεγάλα κόμματα πρέπει να κάνουν τη δική τους αυτοκριτική και να επιδοθούν σε μια ουσιαστική ενδοσκόπηση. Ταυτόχρονα, ότι κανένα από τα τρία δεν μπορεί ούτε να εμφανίζεται δικαιωμένο – πόσο μάλλον να πανηγυρίζει. Ένα ακόμα συμπέρασμα είναι ότι οι συνθήκες για τη μερική ή ολική ανατροπή του πολιτικού σκηνικού από την ευρω-κάλπη δεν προέκυψαν: Οι ψηφοφόροι της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ έστειλαν σαφή μηνύματα στις ηγεσίες και στις ηγετικές τους ομάδες και περιμένουν να δουν πρωτοβουλίες και αλλαγές.

Στο στρατόπεδο της Νέας Δημοκρατίας, οι αλλαγές αυτές ενδέχεται να έχουν να κάνουν με το κυβερνητικό σχήμα και ενδέχεται επίσης να είναι άμεσες. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει κάνει πλέον τη δική του αξιολόγηση και έχει μια ολοκληρωμένη άποψη για το ποιοι υπουργοί και υφυπουργοί απέδωσαν τα αναμενόμενα στα καθήκοντα που τους ανατέθηκαν τους τελευταίους έντεκα μήνες, αλλά και για το ποια μέλη του υπουργικού συμβουλίου «ίδρωσαν τη φανέλα» στην προεκλογική περίοδο και ποια όχι. Ο ανασχηματισμός φέρεται να είναι προ των πυλών.