Οι ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου αποτέλεσαν προάγγελο σημαντικότατων πολιτικών εξελίξεων. Για την Νέα Δημοκρατία είναι το τέλος του αφηγήματος του 41% και του ΣΥΡΙΖΑ η διατήρηση της 2ης θέσης, αλλά με ιστορικό χαμηλό δεκαετίας, μη μπορώντας να πείσει με την πολιτική «lifestyle» που επέλεξε η ηγεσία του. Ένας εκ των πρωταγωνιστών των εκλογών όμως υπήρξε και το ΠΑ.ΣΟ.Κ για πλήθος λόγων.

Με την Ν.Δ και τον ΣΥΡΙΖΑ να χάνουν από τις ευρωεκλογές του 2019 σχεδόν 1.500.000 ψήφους, το ΠΑ.ΣΟ.Κ ανέβασε την δύναμη του μόλις 71.673 ψήφους. Για δεύτερη σερί εκλογική αναμέτρηση πέρασε κάτω από τον πήχη που έθεσε η ηγεσία του. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ παρότι διαθέτει ικανότατα στελέχη, κάτι που αποδείχθηκε με το ευρωψηφοδέλτιο που δημιουργήθηκε, επέλεξε λάθος σχεδιασμό λειτουργίας. Ο υπερσυγκεντρωτισμός της ηγεσίας του ΠΑ.ΣΟ.Κ οδήγησε στο να μην συνταχθεί ένα ξεκάθαρο πολιτικό πρόγραμμα που θα κάνει τον κόσμο να το δει ως την εναλλακτική κυβερνητική πρόταση απέναντι στην δεξιά της Ν.Δ, αποτυγχάνοντας να συσπειρώσει τις δυνάμεις από το προοδευτικό κέντρο μέχρι και την αριστερά. Το αποτέλεσμα είναι το ΠΑ.ΣΟ.Κ στην επαρχία, με την καθημερινή επικοινωνία των στελεχών και των υποψήφιων ευρωβουλευτών του με την τοπική κοινωνία να εμφανίζεται πια σε αρκετές περιφέρειες ως 2η δύναμη, όμως στην Αττική και την Θεσσαλονίκη όπου η κοινωνία βλέπει κυρίως τις κεντρικές πολιτικές εξελίξεις να έρχεται 4ο και «καταϊδρωμένο».

Η επόμενη μέρα στο ΠΑ.ΣΟ.Κ έχει ανοίξει μέσα σε «τεταμένο» κλίμα και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει την κατάσταση του κόμματος μετά την εσωκομματική εκλογική διαδικασία της 6ης και 13ης Οκτωβρίου. Η συζήτηση όμως για την επόμενη μέρα δεν θα πρέπει να περιορισθεί μόνο σε επίπεδο προσώπων αλλά και σε επίπεδο λειτουργίας κόμματος. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι και έχει να επιλέξει αν θα συνεχίσει να λειτουργεί σαν ένα προσωποκεντρικό κόμμα ή θα γίνει ένα κόμμα «ανοιχτό» όπου όλες οι δυνάμεις που έχει εντός του θα δημιουργήσουν μία ξεκάθαρη πολιτική πρόταση, διαμορφώνοντας θέσεις για κάθε πρόβλημα που έρχεται αντιμέτωπη καθημερινά η Ελληνική κοινωνία.

Αυτή η αλλαγή μπορεί να γίνει είτε με τον τωρινό αρχηγό (εφόσον βέβαια επιθυμεί κάτι τέτοιο) είτε ενός νέου προσώπου στην Χαριλάου Τρικούπη. Όπως απέδειξε και η αποτυχία του Σ. Κασσελάκη, η κοινωνία δεν εντυπωσιάζεται με πολιτικούς που έχουν λάμψη, γιατί ότι λάμπει δεν σημαίνει ότι είναι και χρυσός. Η κοινωνία χρειάζεται ένα όραμα που θα τους πείσει και θα τους εμπνεύσει ότι πρέπει να στηρίξουν μια προσπάθεια, η οποία θα τους κάνει να ζήσουν καλύτερα απ’ ότι είναι τώρα. Όποιος το καταφέρει αυτό θα έχει σαν αποτέλεσμα το ΠΑ.ΣΟ.Κ να σταματήσει να ασχολείται με τον ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ, ο οποίος βρίσκεται στην «δύση» του με συνεχείς εσωκομματικές κρίσεις, αλλά με την Νέα Δημοκρατία και την διακυβέρνηση της χώρας.




Ο Χρήστος Τσολάκης είναι Πολιτικός Επιστήμων - Οικονομολόγος, με ειδίκευση στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο και Οικονομικά