Ηχηρό μήνυμα Τσούνη σε Σκόπια: Να σεβαστεί η κυβέρνηση της Βόρειας Μακεδονίας τη συμφωνία των Πρεσπών
Η Συμφωνία των Πρεσπών ήταν ιστορική και πρέπει να γίνει σεβαστή, τονίζει
"Έχω ξαφνιαστεί που η νέα κυβέρνηση της Βόρειας Μακεδονίας δεν αναφέρεται στη Βόρεια Μακεδονία με το συνταγματικό της όνομα" επισημαίνει ο Αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα
Ο κ. Τσούνης επεσήμανε πως δεν μπορεί να μιλήσει εκ μέρους της Ευρώπης για το εάν τα όσα κάνει η κυβέρνηση της Β. Μακεδονίας θα την εκτροχιάσουν από την ευρωπαϊκή της πορείας, σημείωσε όμως πως «θα ήταν λάθος να κάνει κάτι που θα έθετε σε κίνδυνο τη Συμφωνία των Πρεσπών. Ήταν μια συμφωνία που επιτεύχθηκε δύσκολα, ήταν ιστορική και πρέπει να γίνει σεβαστή. Έχω ξαφνιαστεί που η νέα κυβέρνηση της Βόρειας Μακεδονίας δεν αναφέρεται στη Βόρεια Μακεδονία με το συνταγματικό της όνομα. Νομίζω ότι έχουμε ξαφνιαστεί όλοι, αλλά προσπαθούμε όλοι, με σεβασμό, να τους προτρέψουμε ν’ αναφέρονται στη χώρα τους με το συνταγματικό της όνομα. Πέραν τούτου, η τήρηση των διεθνών συμφωνιών είναι η ραχοκοκαλιά της διπλωματίας. Η μη τήρησή τους δημιουργεί πολύ προβληματικές καταστάσεις».
Σε ό,τι αφορά τα ελλληνοτουρκικά, ο κ. Τσούνης σημείωσε επίσης πως το μορατόριουμ στις ελληνοτουρκικές σχέσεις έχει πολλά οφέλη αφού μειώθηκε κατά 90% ο αριθμός των παράνομων μεταναστών αλλά και οι αερομαχίες στο Αιγαίο. «Ενθαρρύνουμε και τους δύο συμμάχους μας να συνεχίσουν. Είναι προς όφελος και των δύο», είπε χαρακτηριστικά.
Ο κ. Τσούνης υποστήριξε επίσης πως οι ΗΠΑ αναγνωρίζουν τη σημασία του στρατηγικού ρόλου της Ελλάδας στην περιοχή της ΝΑ Μεσογείου. «Η Ελλάδα έχει πολλή αξιοπιστία στην περιοχή. Επιπλέον, είναι ένας πυλώνας σταθερότητας που περιβάλλεται από αρκετά τόξα αστάθειας. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι οι ΗΠΑ έχουν ανάγκη την Ελλάδα ως βασικό εταίρο όσο και η Ελλάδα έχει ανάγκη τις ΗΠΑ».
Ευρωπαϊκή ασπίδα αεράμυνας
Σχετικά με την πρόταση του Έλληνα Πρωθυπουργού μαζί με τον Ντόναλντ Τουσκ για δημιουργία μιας ευρωπαϊκής ασπίδας αεράμυνας τα επόμενα χρόνια και την ανησυχία ότι το ΝΑΤΟ δεν επαρκεί ο Αμερικανός πρέσβης στην Ελλάδα δήλωσε: «Αυτό είναι ένα ευρωπαϊκό ζήτημα και ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης επιδεικνύει ηγετική στάση στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Αυτό είναι ένα ζήτημα που αφορά τα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ.
Η παροχή, όμως, ενός αποτρεπτικού παράγοντα, μιας ασπίδας αεράμυνας που λειτουργεί αποτρεπτικά, είναι πάντα καλή ιδέα. Κάνουμε αυτές τις επενδύσεις για ν’ αποφύγουμε τη συμπλοκή. Ασφάλεια μέσω δύναμης. Όπως είπα, είναι ένα ευρωπαϊκό ζήτημα, αλλά είναι καλό που βλέπουμε ότι ο Πρωθυπουργός παράσχει σταθερά συνετή ηγεσία στις Βρυξέλλες».
Ελληνοτουρκικές σχέσεις
Αναφορικά με τα ελληνοτουρκικά και το αν θεωρεί ότι οι αντιπαραθέσεις μπορούν να επιλυθούν και αν οι δύο χώρες μπορούν να έρθουν σε διάλογο που θα φέρει κάποιον τερματισμό ο κ. Τσούνης τόνισε: «Το ελπίζω. Το ελπίζω. Χαίρομαι που βλέπω ότι ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης και ο πρωθυπουργός Ερντογάν πιθανόν να συναντηθούν για πέμπτη φορά μέσα σ’ έναν χρόνο. Ο διάλογος είναι πάντα σημαντικός. Δεν διεξάγεται, όμως, μόνο μεταξύ των κυβερνώντων.
Σ’ όλες τις βαθμίδες της διπλωματικής και στρατιωτικής ιεραρχίας συνομιλητές από Ελλάδα και Τουρκία βρίσκονται σε διάλογο, που οδήγησε σε μια μείωση της τάξης του 90% της παράνομης μετανάστευσης από Τουρκία σε Ελλάδα. Αυτό είναι σταθεροποιητικό. Επιπλέον, οδήγησε σε τερματισμό των υπερπτήσεων τους τελευταίους 17 μήνες. Κι αυτό είναι σταθεροποιητικό. Είναι κάτι που επικροτούμε.
Έχει λάβει χώρα μια σύσφιξη των σχέσεων. Ενθαρρύνουμε και τους δύο συμμάχους μας να συνεχίσουν. Είναι προς όφελος και των δύο. Η θετική ατζέντα είναι η συζήτηση για την αύξηση του εμπορίου μεταξύ των δύο χωρών, από έξι σε δέκα δισεκατομμύρια ευρώ μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Αυτό είναι σημαντικό. Αυτή η βίζα διάρκειας επτά ημερών για τους Τούρκους πολίτες που πάνε σε ελληνικά νησιά πιθανόν να φέρει επιπρόσθετα ένα εκατομμύριο Τούρκους επισκέπτες στην Ελλάδα. Είναι πρέσβεις, αναμεταξύ τους.
Απ’ ό,τι ακούω, από μέρη όπως η Ρόδος και άλλα νησιά, οι σχέσεις μεταξύ Τούρκων τουριστών και Ελλήνων κατοίκων των νησιών ήταν ζεστές, φιλόξενες και υπέροχες. Σ’ αυτό πρέπει να δίνουμε έμφαση, στο γεγονός ότι και οι δύο χώρες έρχονται σ’ επαφή με σεβασμό. Με χαροποιεί που βλέπω ότι η κατάσταση έχει βελτιωθεί και είμαι αισιόδοξος και ενθαρρύνω και τις δύο χώρες να συνεχίσουν έτσι, καθώς είναι προς όφελος και των δύο».