Η συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ το περασµένο Σάββατο δεν έκανε σοφότερα όσα στελέχη κινούνται απέναντι στον Στέφανο Κασσελάκη. Αντιθέτως, ενίσχυσε την ανησυχία τους για τις αλλαγές που ετοιµάζει στο επικείµενο καταστατικό Συνέδριο του Οκτωβρίου, ιδίως για τον τρόπο που αφενός θα εκλέγονται, αφετέρου θα λειτουργούν τα όργανα του κόµµατος.

Οι πιο έµπειροι ερµήνευσαν τις πρωτοβουλίες Κασσελάκη ως µια προσπάθεια πλήρους ακύρωσης των οργάνων, η οποία εκ των πραγµάτων θα οδηγεί στον απόλυτο έλεγχο στη διαδικασία λήψης των όποιων αποφάσεων.

Η κατάσταση που πάει να δηµιουργηθεί φέρνει την εσωκοµµατική αντιπολίτευση ενώπιον των ευθυνών της. Παρότι το υπάρχον κοµµατικό σώµα δεν είναι εύκολο να καταµετρηθεί, µοιάζει µάλλον αδύνατον να κερδίσουν τη µάχη των συσχετισµών. Εχοντας την εµπειρία του Συνεδρίου του Φεβρουαρίου, γνωρίζουν πως η βάση που έχει αποµείνει και µετέχει στις κοµµατικές διαδικασίες δεν λειτουργεί πλέον µε τους παραδοσιακούς όρους. Είναι στην πλειονότητά της ένα «απολίτικο κοινό» ή, έστω, «λιγότερο πολιτικοποιηµένο κοινό», που ταυτίζεται µε το πρόσωπο του Στέφανου Κασσελάκη, ενώ ένα άλλο τµήµα της επηρεάζεται κυρίως από τον Νίκο Παππά και τον Παύλο Πολάκη. Αµφότεροι αποτελούν, έστω µε κριτικό τρόπο, τους δύο πιο στρατηγικούς συµµάχους του κ. Κασσελάκη.

Στο πλαίσιο αυτό, ποικίλλουν οι απόψεις για το πώς θα πρέπει να κινηθούν τους προσεχείς τρεις µήνες. Τα φώτα στρέφονται πρωτίστως σε βουλευτές που διαβλέπουν ότι η πορεία που έχει πάρει ο ΣΥΡΙΖΑ µπορεί να δυσκολέψει την επανεκλογή τους. Πολύ περισσότερο από τη στιγµή που κάποιοι από αυτούς έχουν δηµοσίως βγει απέναντι στον κ. Κασσελάκη, γνωρίζοντας ότι αυτό θα έχει συνέπειες - άλλωστε για κάποια από αυτά τα στελέχη επικρέµεται και η απειλή της διαγραφής. Ενα από τα όπλα που γνωρίζουν πως έχει στη διάθεσή τους ο κ. Κασσελάκης είναι στις περιφέρειές τους να τοποθετηθούν πρόσωπα του στενού προεδρικού πυρήνα. Μια πρώτη γεύση των διαθέσεων της ηγεσίας πήραν άλλωστε από το ευρωψηφοδέλτιο και την προνοµιακή στήριξη που έδωσε η Κουµουνδούρου σε στελέχη εκτός των στενών κοµµατικών τειχών.

Με βάση και τα προαναφερθέντα, οι επιλογές που έχουν στη διάθεσή τους δεν είναι πολλές. Ιδίως για όσους δεν θέλουν να πάνε στο Συνέδριο σαν «πρόβατα επί σφαγή».

Το “βάρος”

Στην πιο δύσκολη θέση αυτή τη στιγµή βρίσκεται η Ολγα Γεροβασίλη, που λογίζεται από πολλούς ως η «συνείδηση του κόµµατος». Το ίδιο ισχύει και για τον Αλέκο Φλαµπουράρη - µάλιστα αµφότεροι γνωρίζουν ότι «κουβαλούν» και το βάρος της ταύτισης µε τον Αλέξη Τσίπρα, που σηµαίνει πως όποια κίνηση ή παρέµβαση κάνουν «χρεώνεται» στον πρώην πρωθυπουργό. Τα πρόσωπα αυτά έχουν επίσης και το µεγάλο συναισθηµατικό δέσιµο µε το κόµµα, που για τους γνωρίζοντες τις αριστερές ευαισθησίες παίζει πάντα σηµαντικό ρόλο όταν έρχεται η ώρα των δύσκολων αποφάσεων. Εχοντας γνώση και της ιστορίας του χώρου, αντιλαµβάνονται τις δυσκολίες που έχουν οι διασπάσεις, ιδίως όταν δεν γίνονται µε συντεταγµένο τρόπο και δεν υπάρχει στον ορίζοντα το πρόσωπο που θα ηγηθεί. Το τελευταίο πάντα είναι υπό την αίρεση των πρωτοβουλιών που ενδεχοµένως θα πάρει ο κ. Τσίπρας! Στον αντίποδα των ιστορικών στελεχών, πιο απελευθερωµένοι µοιάζουν βουλευτές της νεότερης γενιάς, που ασφυκτιούν µε τον τρόπο που πολιτεύεται ο κ. Κασσελάκης, αλλά και µε τις δυσοίωνες προοπτικές, ακόµα και για τη δική τους επανεκλογή. Χωρίς να σηµαίνει ότι αποτελούν οµάδα, υπάρχει µια κατηγορία βουλευτών που εξετάζει διάφορα ενδεχόµενα.

Η κατάσταση που επικρατεί στη Νέα Αριστερά, µετά και το δυσµενές εκλογικό αποτέλεσµα, δεν την κάνει να φαίνεται ως «ελκυστικός προορισµός» για βουλευτές που είναι µε το ένα πόδι έξω. Παρότι πολλά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ επικοινωνούν µε τους συντρόφους τους στο κόµµα του κ. Χαρίτση και µοιράζονται τις κοινές τους ανησυχίες. Βεβαίως, πρέπει να σηµειωθεί ότι εντός της Νέας Αριστεράς υπάρχουν φωνές, κυρίως ιστορικών στελεχών της Αριστεράς, που λένε πως θα πρέπει να στραφούν προς την πλευρά του ΜέΡΑ25 και άλλων εξωκοινοβουλευτικών δυνάµεων, προκειµένου να συγκροτηθεί ένα αριστερό µέτωπο µε πιο ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά. Κοινώς να µην ενταχθεί το κόµµα τους στις διεργασίες της Κεντροαριστεράς. Αυτή η λογική δεν βρίσκει σύµφωνους τον Αλέξη Χαρίτση και την Εφη Αχτσιόγλου. Σε αυτό το δυσµενές πολιτικό τοπίο βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ βλέπουν µε ενδιαφέρον τις διεργασίες που λαµβάνουν χώρα στο ΠΑΣΟΚ και αναζητούν προνοµιακούς διαύλους επικοινωνίας.

Έσπασε ο πάγος

Είναι ξεκάθαρο πως ο πάγος µεταξύ των δυο χώρων έχει σπάσει και υπάρχουν στελέχη που µιλούν προνοµιακά. Απλώς θα ήθελαν οι πρωτοβουλίες που θα λάβει η Χαριλάου Τρικούπη να έχουν πιο διευρυµένο χαρακτήρα και να µην κινηθούν σε λογικές τύπου «ελάτε στο ΠΑΣΟΚ». Γι’ αυτό και πολλοί από τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και στελέχη αναµένουν µε ενδιαφέρον τις εκλογές για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ και τις αποφάσεις που θα ληφθούν για τις συνεργασίες.

Η Κατερίνα Νοτοπούλου έχει ασκήσει δριµύτατη κριτική στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και µάλιστα το έχει κάνει µε αρκετά πολιτικό τρόπο. Η βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης είναι από τα πρόσωπα που µιλάνε ανοιχτά για τη συνεργασία µε το ΠΑΣΟΚ, και µάλιστα οι πιο µυηµένοι καταγράφουν και το κενό προσώπων που έχει η Χαριλάου Τρικούπη στην εν λόγω εκλογική περιφέρεια. Πολλές συµπάθειες συγκεντρώνει και ο ∆ιονύσης Καλαµατιανός, ο οποίος άλλωστε προέρχεται από το ΠΑΣΟΚ και διατηρεί σηµαντικούς διαύλους επικοινωνίας µε το παραδοσιακό τµήµα του κόµµατος, τους συνδικαλιστές κ.ά. Το ίδιο ισχύει και για άλλους βουλευτές που έχουν «καταγωγή» από τη Χαριλάου Τρικούπη, όπως είναι ο Συµεών Κεδίκογλου, ο Χάρης Μαµουλάκης κ.ά. Στην εξίσωση, κεντρικό και συνάµα δηµιουργικό ρόλο διαδραµατίζουν και στελέχη όπως ο Κώστας Ζαχαριάδης και ο Χρήστος Σπίρτζης, που µιλούν µε θεσµικό τρόπο για τη συνεργασία των δύο κοµµάτων και έχουν διαχωρίσει πλήρως τη στάση τους από τον κ. Κασσελάκη.

*Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά