Στα σύγχρονα πολιτικά συστήματα, ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα ενός κομματικού σχηματισμού είναι η ικανότητα να μετασχηματίζεται. Να προσαρμόζεται δηλαδή, κατά τρόπο τέτοιο, που όχι απλά θα απαντά πειστικά σε κοινωνικές ανάγκες, αλλά θα μετουσιώνει δίκαια κοινωνικά αιτήματα και θέσεις, σε πολιτικές ο πυρήνας των οποίων αποτελούσε μέχρι πρότινος, προνομιακό χώρο άλλων κομματικών οργανισμών.

Αυτή ακριβώς είναι άλλωστε,  η πολιτική φιλοσοφία που εμπεριέχεται αριστοτεχνικά στη φράση του Κυριάκου Μητσοτάκη, από βήματος Ρηγίλλης, “Αποδεικνύεται ότι εμείς, ως Νέα Δημοκρατία, στερήσαμε από άλλα κόμματα το πολιτικό τους «οξυγόνο», σπάζοντας από τη μια πλευρά ιστορικές αγκυλώσεις και δόγματα….. Με άλλα λόγια, είναι το κόμμα μας το οποίο ακύρωσε τα θεμέλια πάνω στα οποία στέκονταν για πολλά χρόνια οι αντίπαλοί μας”.

Και αυτή είναι πράγματι, μια κατάσταση βαθιά πραγματική. Η στρατηγική τοποθέτηση της ΝΔ στο πολιτικό σκηνικό -εκείνη που πολλοί βιαστικά χαρακτήρισαν ως προδοσία των παραδοσιακών της αρχών- είναι η κύρια αιτία που οδήγησε την αντιπολίτευση σε αυτή την εσωτερική περιδίνηση, αναγκάζοντας την σε εσωστρέφεια και ρήξεις.

Μέσω ενός συνδυασμού πραγματιστικής διακυβέρνησης, ιδεολογικής επαναπροσέγγισης κοινωνικών ομάδων και στοχευμένης αφομοίωσης δίκαιων κοινωνικών διεκδικήσεων, που άλλοτε δεν θα “αγγίζαμε” λόγω ιδεολογικών αγκυλώσεων, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όχι μόνο εδραίωσε την κυριαρχία του κόμματός του, αλλά κατάφερε το αδύνατο… Να στερήσει από το σύνολο του αντιπολιτευτικού χώρου το πολιτικό του αφήγημα.

Μια στέρηση πολιτικού αφηγήματος, όχι μόνο με την αρνητική της χροιά, υπο την έννοια δηλαδή του μη πειστικού αντιπολιτευτικού λόγου εξαιτίας μιας διακυβέρνησης, που χαρακτηρίζεται από ταχύτητα και αποτελεσματικότητα, αλλά και με την θετική της διάσταση, αφου η ΝΔ εντοπίζοντας και εφαρμόζοντας εκείνες τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις χωρίς τις παρωπίδες ενός στενού ιδεολογικού προσανατολισμού, οδήγησε την αντιπολίτευση να κατακεραυνώνει αμήχανα προτάσεις, κάποιες εκ των οποίων αποτελούσαν μέχρι πρότινος, πάγια δικά της αιτήματα.

Ο δήθεν προνομιακός χώρος της ευρύτερης αριστεράς σχετικά με τη στήριξη των πίο ευάλωτων και την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους για παράδειγμα, υποχώρισε πια κάτω από το βάρος μεταρρυθμίσεων, όπως τα προγράμματα στέγασης και την αποτελεσματική στήριξη επιχειρήσεων και νοικοκυριών μέσω κρατικών παροχών.

Ενώ, στην αντιμετώπιση των διακρίσεων και του ρατσισμού, εκεί που η Νέα Δημοκρατία κατηγορούνταν για αναλγησία, σήμερα ακόμη και ο πιο δύσπιστος, οφείλει να παραδεχτεί οτι τα βήματα που γίνονται είναι πολλά και αρχίζουν να αποδίδουν καρπούς.

Η ιδεολογική σύγκρουση σχετικά με τη δημόσια και ιδιωτική εκπαίδευση είναι πια μονάχα μια ανάμνηση ενός παρελθόντος χρόνου, αφού η στήριξη και η ενίσχυση του ρόλου της δημόσιας εκπαίδευσης με την παράλληλη εισαγωγή του ιδιωτικού τομέα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, έπεισε τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών.

Αλλά και η “αιώνια” κατηγορία περί ενίσχυσης των πολλών και εκλεκτών, σε βάρος των λίγων, κατέρρευσε με κρότο όταν με πολιτικές και συνολική στρατηγική, η ΝΔ αύξησε το εισόδημα όλων των πολιτών.

Με όλες αυτές τις στρατηγικές επιλογές, ο Πρωθυπουργός κατάφερε να ηγεμονεύσει στον μεσαίο χώρο, ωθώντας την αντιπολίτευση σε ακραίες θέσεις χάριν επιβίωσης.

Ο ΣΥΡΙΖΑ για παράδειγμα, μετά την διακυβέρνηση του στη διάρκεια της οποίας εξουθένωσε φορολογικά κυρίως τα μεσαία και χαμηλά στρώματα, σε αντιδιαστολή με την κυβέρνηση Μητσοτάκη, σήμερα αδυνατεί να μιλήσει πειστικά για κοινωνική δικαιοσύνη.

Το ΠΑΣΟΚ, που κάποτε πρωταγωνιστούσε στην ελληνική πολιτική σκηνή, αγωνίστηκε να ανακτήσει τη “σημασία” του μπροστά σε ένα εξελισσόμενο πολιτικό τοπίο. Δυστυχώς για εκείνο, ο Πρωθυπουργός έχει συστηματικά αναιρέσει τα εκσυγχρονιστικά θεμέλια του ΠΑΣΟΚ, τοποθετώντας αποτελεσματικά την κυβέρνησή του ως τον πραγματικό φορέα προοδευτικών και εκσυγχρονιστικών αξιών, ιδίως στους τομείς του ψηφιακού μετασχηματισμού, της παιδείας και των οικονομικών μεταρρυθμίσεων.

Η κρίση της αντιπολίτευσης, για την οποία κανείς δεν μπορεί να είναι χαρούμενος, δεν αποτέλεσε μια τυχαιότητα, αλλά γεννήθηκε από την εσωτερική ανεπάρκεια και την αδυναμία να προσφέρει μια πειστική εναλλακτική λύση. Κατέληξε, στερούμενη “οξυγόνου”, να παλεύει ανώφελα με τις ερινύες της, όσο η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αλλάζει για πάντα το παρόν και το μέλλον του τόπου.

Κατερίνα Παπακώστα - Παλιούρα είναι Υφυπουργός Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, Βουλευτής Ν. Τρικάλων με τη ΝΔ και Δικηγόρος

Δημοσιεύτηκε σήμερα στην Απογευματινή