Ο «αναβαπτισμένος» από τις εσωκομματικές εκλογές του ΠΑΣΟΚ - ΚΙΝΑΛ Νίκος Ανδρουλάκης ετοιμάζεται να οδηγήσει το Κίνημα που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου στην επόμενη πίστα καθώς μετά την επικράτηση του έναντι του Χάρη Δούκα καλείται να λάβει τις αποφάσεις εκείνες που θα καταστήσουν το ΠΑΣΟΚ αρχικά ισχυρό πόλο αντιπολίτευσης - λαμβάνοντας ως δεδομένο την εικόνα διάλυσης που παρουσιάζει το τελευταίο διάστημα ο ΣΥΡΙΖΑ - και στη συνέχεια διεκδικητή της εξουσίας.

Όλες οι πληροφορίες συγκλίνουν στο ότι ο κ. Ανδρουλάκης θα παρουσιάσει το ανανεωμένο ΠΑΣΟΚ στις αρχές της εβδομάδας - το αργότερο μέχρι την Τρίτη - καθώς τα τελευταία 24ωρα ρυθμίζονται οι τελικές λεπτομέρειες γύρω από τα πρόσωπα που θα αναλάβουν συγκεκριμένους τομείς ευθύνης.

Παράλληλα μένει να αποσαφηνιστούν οι ρόλοι που θα έχουν ο Παύλος Γερουλάνος και η Άννα Διαμαντοπούλου. Μάλιστα εντός της ημέρας αναμένεται να υπάρξει τηλεφωνική επικοινωνία του κ. Ανδρουλάκη με τους δύο. Παράλληλα στο τραπέζι έχει πέσει η αξιοποίησή τους σε ρόλους αντιπροέδρων. Ωστόσο κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί άμεσα αλλά στο συνέδριο του κόμματος καθώς πρέπει να υπάρξει η σχετική προσθήκη στο καταστατικό του κόμματος.

Ακόμη όπως είναι σε θέση να γνωρίζουν τα parapolitika.gr στις προθέσεις του κ. Ανδρουλάκη είναι η αξιοποίηση στελεχών της νεότερης γενιάς ενώ με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένεται η σύνθεση της σκιώδους κυβέρνησης - κατά τα βρετανικά πρότυπα -, τα μέλη της οποίας θα ασκούν ασφυκτικό πρέσινγκ στους υπουργούς της κυβέρνησης.

Την ίδια ώρα η Στεφανία Μουρελάτου παραμένει και με ενισχυμένο ρόλο στη θέση της Διευθύντριας Επικοινωνίας, όπου ορίστηκε αμέσως μετά από την εκλογή στην ηγεσία του κ. Ανδρουλάκη το 2021. Ο Βαγγέλης Τσόγκας, στενός συνεργάτης του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, θα συνεχίσει να βρίσκεται δίπλα του, ενώ ο Θανάσης Γλαβίνας θα παραμείνει στη θέση του εκπροσώπου Τύπου του κόμματος. Παράλληλα στις θέσεις των κοινοβουλευτικών εκπροσώπων θα παραμείνουν ο Δημήτρης Μάντζος και ο Παναγιώτης Δουδωνής. Για τη θέση του τρίτου κοινοβουλευτικού εκπροσώπου ακούγεται το όνομα του Παύλου Χρηστίδη.

Ακόμη όσον αφορά το πρόσωπο που θα αντικαταστήσει την Ευαγγελία Λιακούλη, «παίζουν» τα ονόματα της Μιλένας Αποστολάκη και του Πάρη Κουκουλόπουλου, χωρίς ωστόσο να αποκλείεται η επιλογή προσώπου που δεν έχει ακουστεί μέχρι τώρα. Στον πρωϊνό καφέ πέρα από τους κοινοβουλευτικούς εκπροσώπους και τα πρόσωπα του επικοινωνιακού επιτελείου θα συμμετέχουν η υποψήφια ευρωβουλευτής Όλγα Μαρκογιαννάκη, ο εργατολόγος Κώστας Τσουκαλάς. Το κρίσιμο πόστο του πολιτικού σχεδιασμού ενδέχεται να αναλάβει ο Λευτέρης Καρχιμάκης. 

Mε αφορμή την επανεκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ - ΚΙΝΑΛ τα parapolitika.gr ζήτησαν τη γνώμη τεσσάρων ειδικών αναλυτών σχετικά με το τι προβλέπεται να συμβεί στο Κίνημα την επόμενη μέρα, αλλά και τα στοιχήματα που καλείται να κερδίσει ο πρόεδρος του κόμματος.


Μαρία Καρακλιούμη - Πολιτική αναλύτρια

Η επανεκλογή του κ. Ν. Ανδρουλάκη στο ΠΑΣΟΚ, ενός γνώριμου πλέον πολιτικού που δε χρειάζεται να συστηθεί στο πολιτικό σώμα, φέρνει πιο γρήγορα στη δημόσια κουβέντα το ερώτημα αν «το ΠΑΣΟΚ μπορεί να γίνει ο ισχυρός πόλος της αντιπολίτευσης».

Η επανεκκίνηση με όρους ανανέωσης προσώπου δεν επετεύχθη και ως εκ τούτου η αλλαγή θα πρέπει να έχει χαρακτηριστικά rebranding. Μια τεχνική που χρησιμοποιείται στην αγορά στις περιπτώσεις όπου μια εταιρεία έχει μείνει πίσω, καθώς το κοινό αλλάζει και ο ανταγωνισμός κινείται με πιο γρήγορους ρυθμούς. Η πρόκληση λοιπόν και η ανάγκη είναι: το ΠΑΣΟΚ και ο αρχηγός του να επανατοποθετηθούν στην πολιτική αγορά και να δημιουργήσουν νέα εικόνα στη συνείδηση του κόσμου. Με όρους αγοράς θα πρέπει να δώσουν νέο προσανατολισμό και να δημιουργήσουν νέες προσδοκίες.

Στην πολιτική όμως δεν υπάρχουν μόνον τα αντικειμενικά δεδομένα που πρέπει να συνυπολογίζονται αλλά και η συγκυρία που μπορεί να αλλάξει τον ρου των γεγονότων. Σήμερα η πολιτική συγκυρία είναι τέτοια που μπορεί να αναδείξει το ΠΑΣΟΚ ως τέκνο της ανάγκης για στιβαρή αξιωματική αντιπολίτευση. Το ΠΑΣΟΚ έχει την ευκαιρία να καλύψει το κενό που αφήνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Για να γίνει κάτι τέτοιο όμως απαιτείται συντονισμένη δράση και πρόγραμμα. Χρειάζεται να δώσει ένα νέο πολιτικό μήνυμα, να προβάλει ένα δυνατό και φρέσκο αφήγημα αν δε θέλει να παραμείνει κόμμα ανάμνησης και νοσταλγίας.

Τι έχει όμως σήμερα ανάγκη ο τόπος, τι ψάχνουν οι πολίτες, αν ψάχνουν από την πολιτική; Η χώρα έχει ανάγκη από περισσότερη και καλύτερη δημοκρατία, από αναβάθμιση των θεσμών και κοινωνική λογοδοσία. Από ένα πολιτικό σύστημα που θα δουλεύει και δεν θα μας δουλεύει.

Οι πολίτες θέλουν να ακούσουν προτάσεις, να ψηφίσουν πολιτικούς άξιους να τους εμπιστευτούν, ανθρώπους που θα τους δώσουν την αίσθηση πως ξέρουν τι λένε και πως θα το υλοποιήσουν. Το εγχείρημα δεν είναι ακατόρθωτο όμως έχει μία προϋπόθεση: απαιτεί κόπο, συνέπεια, αντίληψη της πραγματικότητας, επιμονή στο στόχο, πρόγραμμα και σαφή κατεύθυνση. Για τον κ. Ανδρουλάκη είναι λοιπόν η ώρα να ξεπεράσει τον εαυτό του, να κινηθεί με ταχύτητα, να αδράξει την ευκαιρία, διότι: όσα φέρνει η ώρα δεν τα φέρνει ο πολιτικός χρόνος.


Γιάννης Κωνσταντινίδης - Αναπληρωτής Καθηγητής Πανεπιστημίου Μακεδονίας

Για πολλούς, τα δικομματικά συστήματα είναι απλά και λειτουργικά. Ο ένας παίκτης κερδίζει σήμερα τις εκλογές, υλοποιεί στη συνέχεια το πολιτικό του πρόγραμμα -με υψηλότερο ή χαμηλότερο βαθμό συνέπειας- και φτάνει να κριθεί κάποια χρόνια μετά για τα πεπραγμένα του και το ήθος της εξουσίας του.

Αν κριθεί αρνητικά, τότε ο άλλος παίκτης παίρνει τη θέση του και ο κύκλος ξεκινά πάλι από την αρχή. Το δικομματικό παιχνίδι έχει εύκολους κανόνες και μοιάζει δίκαιο, στον βαθμό βέβαια που οι ψηφοφόροι είναι επαρκώς ενημερωμένοι και επιλέγουν ορθολογικά, προϋποθέσεις που δύσκολα πληρούνται. Ας υποθέσουμε όμως, για λόγους συντομίας, ότι πληρούνται.

Ακόμα και στην περίπτωση αυτή, σε ένα τέτοιο παιχνίδι μπορείς να νικήσεις ακόμα και αν δεν κάνεις τίποτα, αρκεί να κάνει πολλά στραβά ο αντίπαλός σου. Ο ατομικός ορθολογισμός δικαιολογεί την επιλογή ως κυβέρνησης εκείνου του κόμματος που απλώς δεν είναι εκείνο που έχει κάνει σφάλματα. Κοντολογίς λοιπόν, όποιο κόμμα καταφέρει να κερδίσει μία από τις δύο «κάρτες συμμετοχής» στο δικομματικό παιχνίδι, είναι έτοιμο να νικήσει, ακόμα και χωρίς να προσπαθήσει.

Για το ΠΑΣΟΚ, ένα κόμμα που έχασε αιφνιδίως μία από τις δύο αυτές κάρτες το 2012, η προοπτική επιστροφής της «χαμένης κάρτας» έχει σχεδόν την αξία μιας εκλογικής νίκης επί του αντιπάλου του. Και αυτό είναι απολύτως λογικό, γιατί το ΠΑΣΟΚ -όπως κάθε δικομματικός παίκτης- μπορεί θεωρητικά να κερδίσει στις επόμενες κάλπες, χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, απλώς επειδή ο αντίπαλός του δεν θα είναι πλέον δημοφιλής. Και έρχεται πάντα μια μέρα που μια κυβέρνηση δεν είναι δημοφιλής. Άρα είναι περίπου δεδομένη η επιτυχία του ΠΑΣΟΚ;

Προφανώς όχι, όμως, από την άλλη, είναι δύσκολο να αποτύχει αφής στιγμής βρέθηκε πίσω σε θέση μονομάχου. Οι κίνδυνοι για μια τέτοια αποτυχία βρίσκονται στα εξής δύο σημεία.

Κατά πρώτον, στην εξέλιξη των σχέσεων μεταξύ των κορυφαίων στελεχών ή και των υποψηφίων για την ηγεσία, καθώς οι εσωκομματικές έριδες -ιδιαίτερα όταν έχουν και ιδεολογικό περιτύλιγμα, όπως συμβαίνει στην περίπτωση του σημερινού ΠΑΣΟΚ όπου εκφράζονται ανοιχτά διαφορετικές οπτικές
έναντι της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ- μπορούν να δημιουργήσουν την εικόνα του διχασμένου και συνεπώς αναποτελεσματικού κόμματος.

Κατά δεύτερον, στην επιλογή περαιτέρω στροφής της ΝΔ προς τον φιλελευθερισμό και τη σοσιαλδημοκρατία, καθώς μια τέτοια ιδεολογική μετατόπιση του κυβερνώντος κόμματος πιο κοντά στο ΠΑΣΟΚ -πιθανώς μετά από μια οριστική παραίτηση από τον στόχο διατήρησης της υπέρ-δεξιάς απόληξής της ΝΔ- θα στερούσε από το ΠΑΣΟΚ το επιχείρημα περί εγγενούς συντηρητισμού της ΝΔ. Το πρώτο σημείο είναι  ελέγξιμο από το ίδιο το κόμμα, το δεύτερο όχι. Θα ήταν αυτοκτονικό λοιπόν να αποτύχει εξαιτίας του πρώτου σημείου. Και είναι μάλλον απίθανο να βρεθεί απέναντι στο δύσκολο δεύτερο σημείο.


Γιώργος Τράπαλης - Αναλυτής δεδομένων και συνιδρυτής της Good Affairs

Πέρασαν 4 μήνες από το βράδυ των ευρωεκλογών όταν και α τρία πρώτα κόμματα απώλεσαν ψήφους σε σχέση με τις προηγούμενες εθνικές εκλογές ταυτόχρονα. Όσο και αν η περίφημη χαλαρή (και αδικαιολόγητη θα έλεγα για την σημασία των εκλογών αυτών) στάση των ψηφοφόρων των ευρωεκλογών μπορεί να δικαιολογεί ως ένα βαθμό το γεγονός αυτό, δεν παύει να είναι ένα θέμα το οποίο από μόνο του έθεσε τα τρία κόμματα υπό το καθεστώς γκρίνιας.

Η ταυτόχρονη άνοδος των κομμάτων δεξιότερα της ΝΔ φάνταζε πως θα χτύπαγε κυρίαρχα την κυβέρνηση. Παρόλαυτα οι εσωτερικές έριδες ήταν σαφώς μεγαλύτερες στον ΣΥΡΙΖΑ και στο ΠΑΣΟΚ. Αφήνοντας τον ΣΥΡΙΖΑ στην άκρη μιας και ο κυνισμός η έννοια της απόλυτης καταστροφής του αντιπάλου, δίχως να υπολογίζεται το κόστος, έχουν ξεπεράσει κάθε έννοια πολιτικού red flag, στο ΠΑΣΟΚ οι εξελίξεις προηγήθηκαν.

Ο Νίκος Ανδρουλάκης κατηγορήθηκε για θέματα κλειστής κομματικής λειτουργείας, ελλιπούς ηγετικής ικανότητας και αργών αντιδράσεων σε κρίσιμα πολίτικά θέματα, ζητήματα τα οποία οδηγούσαν το ΠΑΣΟΚ σε …στατική άνοδο (αν μπορεί κάποιος να χρησιμοποιήσει αυτόν τον αδόκιμο όρο) την στιγμή που γύρω του έβρεχαν μονάδες από αριστερά και δεξιά.

Χωρίς κανείς να μπορεί να πει πως οι διαπιστώσεις ήταν λάθος, αναρωτιέμαι γιατί όλα αυτά δεν ειπώθηκαν όλα αυτά τα τρία χρόνια κατά τα οποία ο Νίκος
Ανδρουλάκης ήταν πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Υπήρξε στα αλήθεια εσωκομματική αντιπολίτευση με ενεργό ρόλο η οποία να έθετε τα προβλήματα, να εξέφραζε έναν άλλο δρόμο και εν τέλει να έβαζε το ΠΑΣΟΚ προ των πραγματικών του ευθυνών; Είδαμε αλήθεια κάποιο πρόσωπο να μπορεί να συνασπίσει και να εκφράσει το πλειοψηφικό, πράγματι, αίτημα για αλλαγή ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ; Σε αυτά τα τρία χρόνια προσωπικά δεν κατάλαβα αν υπήρξε κάποιος βουλευτής ο οποίος αντιδρούσε σε ότι συνέβαινε στο ΠΑΣΟΚ είτε στα όργανα είτε με διαφοροποίηση στη Βουλή, με σταθερό και κομματικό ευσυνείδητο τρόπο.

Ένας βασικός λόγος που ο Χάρης Δούκας και η Άννα Διαμαντοπούλου, πήραν αυτά τα σημαντικά ποσοστά είναι πως προσπάθησαν να θέσουν μια διαφορετική ατζέντα αλλά κακά τα ψέματα, αμφότεροι όντας μη βουλευτές είχαν το χάντικαπ της μη καθημερινής επαφής με το κοινοβούλιο & τον κόσμο με αποτέλεσμα οι 4 μήνες από τις ευρωεκλογές να μην φτάνουν να καλύψουν το χάντικαπ επαφών 3 χρόνων.

Ο Νίκος Ανδρουλάκης, πέτυχε την επανεκλογή του διότι πολύ απλά απέδειξε πως ξέρει να παλεύει και μαζί με μια ομάδα ανθρώπων που τον εμπιστεύεται έδωσε έναν αγώνα επιβίωσης χωρίς να υποτιμά κανένα αντίπαλο. Από το μαζί στο όλοι μαζί η διαφορά έγκειται στο γεγονός πως, πλέον όλα τα κακώς κείμενα παραμένουν κακογραμμένα και για αλλάξει αυτό απαιτείται ένας επικεφαλής ενωτικό, μια ομάδα η οποία είναι πολιτικά (και όχι μόνο κομματικά) έμπειρη και κυρίως φωνές οι οποίες λένε την γνώμη του με τόλμη, θάρρος και πίστη για το καλό του κόμματος.

Το ΠΑΣΟΚ πάντα είχε πολλές απόψεις οι οποίες το οδηγούσαν σε μια κερδοφόρα κοινή συνισταμένη. Η Βάσω Παπανδρέου αν άφησε μια κομματική παρακαταθήκη είναι πως είχε πλάνο, σχέδιο και τόλμαγε να πει την γνώμη της ακόμη και κόντρα σε πανίσχυρους πρωθυπουργούς. Σήμερα την τιμάμε για πολλά αλλά ας θυμηθούν στο ΠΑΣΟΚ και αυτό το στοιχείο της.