«Κι αν πέσει ο Λίβανος κι ανοίξουν οι καταυλισµοί;». Το ερώτηµα για το μεταναστευτικό πρόβλημα επανέρχεται επιτακτικά όσο οι προκρινόµενες λύσεις προσκρούουν πότε στη λογική, πότε στη διεθνή νοµολογία, άλλοτε στο συναίσθηµα και πάντοτε στο εθνικό συµφέρον.

Οπως φάνηκε στο πρόσφατο Ευρωπαϊκό Συµβούλιο, υπάρχει πρόθεση αναθεώρησης του κανονισµού των επιστροφών ώστε το ποσοστό όσων θα γυρνούν στις χώρες καταγωγής τους να αυξηθεί πάνω από το σηµερινό 20%, ενώ σχετικές αναδιατυπώσεις θα γίνουν και στον προσδιορισµό της έννοιας «ασφαλής τρίτη χώρα», µε σκοπό όσοι κινούνται παράνοµα προς την Ε.Ε. από τη Μέση Ανατολή, την Αφρική ή την Ασία να παραµένουν σε «µη εµπόλεµες ζώνες», υπό όποιο καθεστώς αυτές τελούν. Για την... ταµπακιέρα πάντως δεν µιλά κανείς.

*Διαβάστε ακόμα: Νίκος Παναγιωτόπουλος: Εξετάζονται σενάρια δημιουργίας χώρων προσωρινής φύλαξης προσφύγων και μεταναστών σε Ρόδο-Κρήτη


Μεταναστευτικό: Το µικρό νησί Αλιµιά ως έσχατη λύση 

Κι επειδή η Ελλάδα θίγεται άµεσα και κυριότερα ως ευρωπαϊκό σύνορο στην Ανατολική Μεσόγειο, τα ήδη εφαρµοζόµενα, όπως οι αποτροπές λαθραίας εισόδου στην επικράτεια και η αυστηρή εξέταση των αιτήσεων ασύλου, έχουν µειώσει καταλυτικά τις µεταναστευτικές ροές.

Εφόσον όµως το πεδίο ενδιαφέροντος έχει µετακινηθεί προς τους πραγµατικούς πρόσφυγες πολέµου, όπως οι Παλαιστίνιοι, αλλά και οι περίπου 1,8 εκατοµµύριο καταυλιζοµένοι στις δοµές του Βόρειου Λιβάνου, τότε ως έσχατη λύση -σύµφωνα µε πληροφορίες της «Κυριακάτικης Απογευµατινής»- προκρίνεται η παραµονή τους στο µικρό νησί Αλιµιά, στα δυτικά της Ρόδου, απέναντι από τη Χάλκη.

Η Αλιµιά συµπεριλαµβάνεται στο σύµπλεγµα της ∆ωδεκανήσου και έως τη δεκαετία του ’70 κατοικούνταν από κάποιες οικογένειες. ∆ιαθέτει υποδοµές, δύο προπολεµικά στρατόπεδα, κάποια οικήµατα και άρτιους κόλπους για αγκυροβόλια. Στους τουριστικούς οδηγούς εγγράφεται ως τόπος ενδιαφέροντος φυσιολατρών και ορισµένων παραγωγών τηλεοπτικών «παιχνιδιών επιβίωσης».


Γιατί θεωρείται ιδανικό - Τα εμπόδια

Στις τάξεις των υπηρεσιών ασφαλείας αποτελεί κοινό µυστικό ότι πρόκειται για «καταφύγιο πλούσιων µεταναστών και προσφύγων». Υπολογίζεται ότι την πρώτη περίοδο της εµφύλιας σύγκρουσης στη Συρία, µεταξύ 2011-2016, µεταφέρθηκαν εκεί 30.000-50.000 Σύροι, χριστιανοί στο θρήσκευµα, όπου διέµειναν για διάστηµα λίγων ηµερών έως ότου συνεχίσουν το ταξίδι τους, κυρίως προς τη Γερµανία, το Βέλγιο και τη Μ. Βρετανία, ακτοπλοϊκώς ή αεροπορικώς, µε πτήσεις τσάρτερ από τη Ρόδο.

Ενεκα της ιδανικής γεωγραφικής της θέσης, αφού στο νότιο άκρο της προσεγγίζεται απρόσκοπτα από τα λιβυκά παράλια και στο βόρειο από τα τουρκικά, η Αλιµιά χαρακτηρίζεται επιχειρησιακά ως «διάδροµος διαφυγής» µε ευνοϊκό ανάγλυφο εδάφους (βραχώδη και δασώδη σηµεία, αλλά και ορισµένα επίπεδα). Εχει έκταση 7,4 τετρ. χλµ. και ακτογραµµή 21 χιλιοµέτρων και δοµικά η κατασκευή hot spot (λυόµενα, µεγάλες σκηνές, υπόστεγα) εκτιµάται ότι µπορεί να στεγάσει περίπου 10.000 ανθρώπους.

Τα εµπόδια για την υλοποίηση ενός τέτοιου εγχειρήµατος θεωρούνται και πολλά και σοβαρά. Οπως επισηµαίνουν αξιωµατούχοι του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, «ακόµη και αν η Ε.Ε. αποφασίσει στην επόµενη Σύνοδό της τον ∆εκέµβριο “κατανοµή” 20.000 προσφύγων από τη Μέση Ανατολή στην Ελλάδα, τα υφιστάµενα campus και ίσως κάποιο από τα κλειστά έχουν χώρους για να εγκαταστήσουν προσωρινά κόσµο».

Η επιλογή της Αλιµιάς ή οποιουδήποτε ακατοίκητου νησιού, δεδοµένου ότι η επικράτεια είναι ενιαία, ναρκοθετεί θεµελιώδεις αρχές του κράτους. Επιπλέον, βάσει υφιστάµενης νοµολογίας, καµία περιοχή δεν έχει ποσοστό άνω του 1% µεταναστών σε σχέση µε τον πληθυσµό της. Εποµένως, αν καταλύσουν στην ακατοίκητη Αλιµιά µόνο πρόσφυγες τότε το αλλοεθνές ποσοστό θα είναι απόλυτο. Ολα βέβαια είναι υπό αίρεση, εάν συνεχιστεί ο πόλεµος στη Μέση Ανατολή και δεν αντιµετωπιστεί το οξύ πρόβληµα µε τα ορµητήρια των λαθροδιακινητών στο Τοµπρούκ της Λιβύης, στις ακτές του κατεχόµενου κοµµατιού της Κύπρου και στη µικρασιατική πλευρά της Τουρκίας.

Το ιταλοαλβανικό µοντέλο

Οσον αφορά το «ιταλοαλβανικό µοντέλο» διαχείρισης, κυβερνητικοί παράγοντες υπογράµµιζαν από την πρώτη στιγµή ότι πάσχει θεσµικά. Και τούτο διότι τα hot spots στη Βόρεια Αλβανία υπάγονται στην ιταλική δικαιοδοσία, δηλαδή µια ευρωπαϊκή χώρα (Ιταλία) έχει κτήση και δικαιοδοσία σε ξένο έδαφος, στο οποίο στέλνει ανθρώπους που εισήλθαν παράνοµα στο δικό της. Τα ιταλικά δικαστήρια έκριναν τη συµφωνία παράνοµη, ενώ οι Αλβανοί... σιωπούν, αφού αποκοµίζουν οικονοµικά οφέλη. Κατά το µοντέλο λειτουργίας τους, φυλάσσονται εσωτερικά από Ιταλούς, µόνο η εξωτερική επιτήρηση ανήκει στις αλβανικές αρχές. Τα αιτήµατα ασύλου θα εξετάζονται µε fast track διαδικασίες ώστε να διεκπεραιώνονται εντός 28 ηµερών. Εκείνοι των οποίων τα αιτήµατα απορρίπτονται θα κρατούνται µέχρι τον επαναπατρισµό τους.

Η συµφωνία είναι πενταετής µε ισόχρονη «οψιόν». Περισσότεροι από 300 Ιταλοί, στρατιωτικό προσωπικό, γιατροί, νοσηλευτές, δικαστές και διοικητικοί, θα απασχολούνται στις δοµές. Στο Σεντζίν θα γίνεται η διαδικασία ταυτοποίησης αποκλειστικά υγιών ανδρών. Γυναίκες, ανήλικοι, κακοποιηµένοι και ασθενείς, όλοι υπό τον όρο «ευπαθείς οµάδες», θα παραµένουν εντός Ιταλίας προκειµένου το αίτηµά τους να εξεταστεί εκεί. Μετά το hot spot του Σεντζίν οι µετανάστες θα οδηγούνται στο κέντρο του Γκιαντέρ, 20 χλµ. στην ενδοχώρα, µια πρώην βάση της Πολεµικής Αεροπορίας της Αλβανίας, όπου οι ιταλικές αρχές έχουν δηµιουργήσει τρεις δοµές: δύο κλειστά κέντρα µε 1.000 κλίνες σε οικίες προκάτ των 12 τ.µ. Το τρίτο είναι ένα σωφρονιστικό ίδρυµα, χωρητικότητας 20 ατόµων για «ειδικές περιπτώσεις».

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή της Κυριακής