Με ενδιαφέρον παρακολουθεί το Μέγαρο Μαξίμου τις δημοσκοπήσεις των τελευταίων ημερών, με την άνοδο που παρουσιάζει το ΠΑΣΟΚ στις έρευνες κοινής γνώμης να ερμηνεύεται ως αναμενόμενη σε αυτή τη φάση, έπειτα από την όλη εσωκομματική διαδικασία και την ανανέωση της θητείας του Νίκου Ανδρουλάκη.

Το νέο τοπίο ωστόσο, όπως διαμορφώθηκε με το ΠΑΣΟΚ ενισχυμένο στις μετρήσεις, την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε μη αναστρέψιμη αποδρομή, καθιστά απαραίτητη την αναμόρφωση της στρατηγικής του Μαξίμου ως προς την προσέγγιση του κεντρώου χώρου. Και με βασικό στόχο να κοπούν οι δρόμοι επιστροφής κεντρώων στο ΠΑΣΟΚ, εκείνης δηλαδή της κρίσιμης εκλογικής δεξαμενής που έδωσε στον Κυριάκο Μητσοτάκη το θεαματικό 41%.

Μητσοτάκης: Προβάλλει το δίπολο «πρόοδος-οπισθοχώρηση», βάζοντας απέναντί τον Ανδρουλάκη - «Πυρά» με στόχο το ΠΑΣΟΚ, γίνεται «πράσινος ΣΥΡΙΖΑ»

Πολύ περισσότερο καθώς ο Νίκος Ανδρουλάκης επιχειρεί να εμφανιστεί ως το αντίπαλο δέος του Κυριάκου Μητσοτάκη, χωρίς ωστόσο τα στοιχεία των μετρήσεων να καταδεικνύουν διαφαινόμενη απειλή. Ήδη ο πρωθυπουργός, όπως φάνηκε στην προ ημερησίας συζήτηση στη Βουλή, έβαλε στο κάδρο τον Νίκο Ανδρουλάκη ως βασικό αντίπαλο, επαναφέροντας στη ρητορική του το δίπολο «πρόοδος - οπισθοχώρηση», επιλέγοντας να απευθυνθεί στο μετριοπαθές εκλογικό κοινό. Το τμήμα δηλαδή εκείνο το οποίο δεν ταυτίζεται με συνθήματα και ιδεολογικές ταμπέλες, αντιθέτως κατευθύνει την ψήφο του βάσει προγράμματος και αποτελεσμάτων.

Προς αυτή την κατεύθυνση, το κυβερνών κόμμα, που ούτως ή άλλως επιδίδεται σε μια προσπάθεια ανάσχεσης διαρροών, ταυτίζει την κυβερνητική πολιτική με προοδευτικές μεταρρυθμίσεις, που έχει ανάγκη η χώρα, την ώρα που καταλογίζει στο ΠΑΣΟΚ ότι εξελίσσεται σε «πράσινο» ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζοντας στη γραμμή «όχι σε όλα». Την κυβερνητική επιχειρηματολογία ενισχύει η στάση του ΠΑΣΟΚ στο νομοσχέδιο για την επιτάχυνση των προσλήψεων μέσω του ΑΣΕΠ, το οποίο και καταψήφισε.

Από την άλλη πλευρά, ο Ν. Ανδρουλάκης έχει δώσει δείγματα γραφής ότι θα επιδιώξει να παρουσιάσει την κυβέρνηση περιχαρακωμένη σε στενά κομματικά όρια, ώστε να διεκδικήσει από την πλευρά του με αξιώσεις το κεντρώο ακροατήριο, με εφαλτήριο βέβαια την τάση ανόδου στις δημοσκοπήσεις. Στο Μαξίμου ωστόσο «διαβάζουν» τις συγκεκριμένες μετρήσεις έχοντας υπ’ όψιν δύο παράγοντες: 1) Διεξάγονται σε νεκρό πολιτικά χρόνο, χωρίς να υπάρχει κανένα ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών και 2) δεν μπορούν να προκύψουν ασφαλείς εκτιμήσεις για τον κεντρώο χώρο έως ότου αποκρυσταλλωθεί η κατάσταση με τον ΣΥΡΙΖΑ.

Σε αυτό το πλαίσιο ο Παύλος Μαρινάκης έδωσε το στίγμα, ασκώντας σφοδρή κριτική πρωτίστως κατά του ΠΑΣΟΚ και δευτερευόντως κατά του ΣΥΡΙΖΑ με αφορμή τη μη υπερψήφιση του Δημήτρη Σωτηρόπουλου για τη θέση του Συνηγόρου του Πολίτη. Και τα δύο κόμματα ακολούθησαν κοινή στάση, ψηφίζοντας «παρών» στη Διάσκεψη των Προέδρων, αναλαμβάνοντας την ευθύνη τελικά της μη εκλογής νέου Συνηγόρου του Πολίτη (παρότι πέρασαν πάνω από δύο χρόνια μετά τη λήξη της θητείας του προηγούμενου). Διόλου τυχαία ο κυβερνητικός εκπρόσωπος χαρακτήρισε «αναμενόμενη» για τη συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ. Αντιθέτως -όπως είπε- «η στάση του ΠΑΣΟΚ αποτελεί ένα ακόμα δείγμα ότι η υποτιθέμενη αλλαγή στάσης και νοοτροπίας μετά την επανεκλογή Ανδρουλάκη θα παραμείνει ανεκπλήρωτη υπόσχεση και η χώρα θα συνεχίσει να πορεύεται με αντιπολίτευση της γραμμής “όχι σε όλα”». Η στρατηγική πρόθεση βεβαίως ήταν σαφής. Να καταδείξει δηλαδή την ταύτιση του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ και παράλληλα την αδυναμία του ΠΑΣΟΚ να ακολουθήσει υπεύθυνη στάση στις μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη ο τόπος.

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή