Σε λίγες ηµέρες, ο Ελληνας υπουργός Εξωτερικών θα συναντήσει τον Τούρκο οµόλογό του. ∆ιερευνώντας εάν υφίστανται οι προϋποθέσεις για την έναρξη της συζήτησης περί οριοθέτησης των θαλάσσιων ζωνών µακριά από την αναθεωρητικά φορτωµένη ολιστική προσέγγιση που συστηµατικά θέτει η Αγκυρα. Η απαιτητική συζήτηση για τις πιθανότητες επιτυχίας της αποστολής του κ. Γεραπετρίτη είναι τελείως διαφορετική από τον προδήλως υπονοµευτικό δηµόσιο διάλογο στο εσωτερικό της χώρας και τη διαίρεση σε περισσότερο και λιγότερο πατριώτες στα Ελληνοτουρκικά. Επιστρέφοντας στα θεµελιώδη και µη αµφισβητούµενα, αξίζει να υπενθυµίσουµε πως ο µαχητικός πατριωτισµός, που πράγµατι έχουµε ανάγκη ως έθνος, είναι γνήσιος και αποτελεσµατικός όταν δεν διαιρεί, αλλά ενώνει την κοινωνία και τους λαούς. Χωρίς να αφήνει περιθώρια για τον ψεύτικο και διαιρετικό λαϊκισµό. Με τον τελευταίο να ανατροφοδοτείται από µια πατρίδα που θα παραµένει ακίνητη, ανασφαλής και αυτοηττηµένη. Ως τόπος µιζέριας για τους πατριώτες του καναπέ, µε τον µυγιάγγιχτο, ηττοπαθή εθνικισµό. Με θεωρίες συνωµοσίας να υποκαθιστούν την επαγωγική σκέψη.

Μία αδυναµία της Ελλάδας που την ωθεί σε φοβική στάση απορρέει από το γεγονός πως, υποτιµώντας το ογκώδες και πολύπλευρο κόστος των Ελληνοτουρκικών, δείχνει να διακατέχεται από την ψευδαίσθηση πως ήδη τα έχει όλα και ο χρόνος ας κυλά. Εποµένως, κάθε προσπάθεια επίλυσης, µε προσφυγή στη Χάγη ως την πλέον ενδεδειγµένη, που θα ενέχει «συµβιβασµούς», µπορεί να εκληφθεί ως ήττα. ∆εδοµένου και του θυµικού φορτίου των Ελληνοτουρκικών, αυτό εγκλωβίζει το πολιτικό σύστηµα, όπου κάθε κυβέρνηση φοβάται πως θα χάσει, αν το επιχειρήσει, ενώ κάθε αντιπολίτευση πως θα κερδίσει, αν η όποια κυβέρνηση το πράξει. Εδώ υποβόσκει ο κίνδυνος της παθητικότητας και της ακινησίας, θέτοντας την Τουρκία στον ρόλο της διεκδικήτριας, που θεωρεί ότι αποκλείεται από την άσκηση δικαιωµάτων της, εκκινώντας φαύλους κύκλους µαξιµαλισµού. Στην αντίπερα όχθη, τα τελευταία χρόνια, είναι ο υγιής και εξωστρεφής πατριωτισµός µε φιλελεύθερο πρόσηµο, που οδήγησε στην ουσιαστικότερη αναβάθµιση της Ελλάδας από το τέλος του Ψυχρού Πολέµου. Αποβάλλοντας τις υπονοµευτικές αντιφάσεις αµφιθυµίας και καχυποψίας. Με καθαρές θέσεις για την τοποθέτηση και, το κυριότερο, τον αξιόπιστο στρατηγικό προσανατολισµό µιας χώρας status quo. Εκείνης που ορθά αποφάσισε να βρεθεί εντός και όχι εκτός παιχνιδιού. Ενθαρρύνοντας και την Κυπριακή ∆ηµοκρατία προς µια τέτοια κατεύθυνση. Θα συνεχίσουµε να είµαστε κερδισµένοι, εφόσον διατηρούµε και ενδυναµώνουµε αυτή την ενεργητική και διεκδικητική πορεία. Με εφαρµογή, µεταξύ άλλων, τόσο στην ανάσχεση όσο και στην εκλογίκευση της Τουρκίας. Αποκηρύσσοντας συνταγές που δοκιµάστηκαν και απέτυχαν. Με πρώτη εκείνη του µυγιάγγιχτου εθνικισµού της στασιµότητας και της γκετοποίησης της εξωτερικής µας πολιτικής.

*ΑΡΘΡΟ ΤOY ΣΩΤΗΡΗ ΣΕΡΜΠΟΥ, ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΟ ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά»