"Ο πιθανός αντίκτυπος στην ελληνική οικονοµία", άρθρο του Γεώργιου Γαλανού στα Παραπολιτικά
Opinions
"Οταν αξιολογούµε την επίδραση των αµερικανικών εκλογών στην ελληνική οικονοµία, πρέπει να εστιάζουµε στο κατά πόσο συµβάλλει στην προαγωγή σταθερότητας και βιώσιµης ανάπτυξης, χωρίς εξτρεµισµούς και περιορισµούς στην οπτική µας"
Οι προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ αποτελούν ένα σηµαντικό γεγονός, µε ευρύτερες επιπτώσεις σε όλη την παγκόσµια οικονοµία, συµπεριλαµβανοµένης της ελληνικής. Κατά τη διάρκεια της µακράς προεκλογικής περιόδου, ιδιαίτερα το τελευταίο τρίµηνο, παρατηρήθηκε πλήθος Ελλήνων οικονοµολόγων να αναπτύσσουν επιχειρήµατα υπέρ του ενός ή του άλλου υποψηφίου, µε γνώµονα το συµφέρον της ελληνικής οικονοµίας. Η επικράτηση του Ντόναλντ Τραµπ στις πρόσφατες αµερικανικές εκλογές έχει εντείνει τις συζητήσεις σχετικά µε τις πιθανές επιπτώσεις των πολιτικών του στην ελληνική οικονοµία.
Σύµφωνα µε αυτά που ακούσαµε προεκλογικά, ο πρόεδρος Τραµπ φαίνεται να θέλει να προωθήσει µια οικονοµική πολιτική βασισµένη στη µείωση των φόρων για τις επιχειρήσεις, την ενθάρρυνση της επιχειρηµατικότητας µέσω ευέλικτων αγορών και την επιβολή περαιτέρω δασµών στις εισαγωγές ιδιαίτερα από την Κίνα, µέτρα που στοχεύουν κυρίως στην ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής και στη µείωση του εµπορικού ελλείµµατος. Επιπλέον, έχει προτείνει µια πιο αποφασιστική πολιτική απέναντι στους Ευρωπαίους εταίρους, ζητώντας αυξηµένες συνεισφορές στο ΝΑΤΟ.
Η Ελλάδα έχει ισχυρές εµπορικές και επενδυτικές σχέσεις µε τις ΗΠΑ, µε τη χώρα µας να εξάγει προϊόντα προς τις ΗΠΑ αξίας 2,1 δισ. ευρώ και να εισάγει αγαθά αξίας 1,5 δισ. ευρώ, σηµειώνοντας πλεόνασµα στο εµπορικό ισοζύγιο της τάξης των 614 εκατ. ευρώ. Σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις, οι ΗΠΑ είναι ο 5ος σε σειρά προορισµός ελληνικών κεφαλαίων, µε τις επενδύσεις να επικεντρώνονται στην πληροφορική, τις ανανεώσιµες πηγές ενέργειας και τα ακίνητα.
Κατ’ επέκταση, η επιστροφή σε πιο προστατευτικές πολιτικές θα έχει ως επακόλουθο αντίστοιχες αντιδράσεις από τους υπόλοιπους εµπορικούς εταίρους των ΗΠΑ και θα προκαλέσει µια αναταραχή στο διεθνές εµπόριο, πιθανόν οδηγώντας σε επιπρόσθετες αυξήσεις των προϊόντων, αλλά και σε µείωση ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων στην αµερικανική αγορά.
Η Ιστορία έχει αποδείξει ότι τέτοιες κινήσεις βραχυπρόθεσµα έχουν ως αποτέλεσµα να προκαλούν ύφεση στο παγκόσµιο εµπόριο και, κατ’ επέκταση, καθίζηση της οικονοµικής δραστηριότητας και επιδείνωση του επιχειρηµατικού κλίµατος.
Πέραν αυτών, θα πρέπει να βάλουµε και µια άλλη πτυχή. Για την ελληνική οικονοµία, η προσέγγιση της έννοιας του συµφέροντός της από τις αµερικανικές εκλογές πρέπει να εστιάσει αποκλειστικά στην επίτευξη σταθερότητας. Ως µια µικρή χώρα µε υψηλό εξωτερικό χρέος και ευαισθησία στις διεθνείς οικονοµικές διακυµάνσεις, καθώς και γεωγραφική θέση µε έντονες γεωπολιτικές συγκρούσεις, είναι κρίσιµο να διασφαλιστεί η οικονοµική, πολιτική και γεωγραφική σταθερότητα. Η ανάγκη για σταθερότητα είναι πιο ζωτική από ποτέ, καθώς η Ελλάδα επιδιώκει να ολοκληρώσει ένα µεσοπρόθεσµο σχέδιο µε σηµαντικές διαρθρωτικές και οικονοµικές µεταρρυθµίσεις. Η σταθερότητα θα διασφαλίσει ότι οι προσπάθειες αυτές δεν θα υπονοµευτούν από εξωτερικές αναταράξεις και θα παρέχει την απαραίτητη ηρεµία για την εφαρµογή των βασικών µεταρρυθµίσεων, που θα θέσουν τα θεµέλια για µια ανθεκτική και βιώσιµη ελληνική οικονοµία.
Οταν αξιολογούµε την επίδραση των αµερικανικών εκλογών στην ελληνική οικονοµία, πρέπει να εστιάζουµε στο κατά πόσο συµβάλλει στην προαγωγή σταθερότητας και βιώσιµης ανάπτυξης, χωρίς εξτρεµισµούς και περιορισµούς στην οπτική µας. Εξάλλου, οι ελληνοαµερικανικές σχέσεις έχουν αποδείξει ότι είναι ισχυρές και ανθεκτικές, ανεξαρτήτως ∆ηµοκρατικών ή Ρεπουµπλικάνων στην εξουσία, διασφαλίζοντας συνεργασία και κοινούς στόχους στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
*Αναπληρωτής καθηγητής Τµήµατος ∆ιεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών, Πανεπιστήµιο Πειραιώς