Ο Βαρδής Ι. Βαρδινογιάννης δεν ήταν απλώς ο αδελφός της µητέρας µου.

Ηταν κάτι πολύ περισσότερο: ήταν ο βράχος της οικογένειάς µας, το στήριγµα που µας κρατούσε ενωµένους, µια ήρεµη και δυνατή παρουσία, που πάντα βρισκόταν εκεί για µας.

Για εµένα, ήταν ένας δεύτερος πατέρας, ένας άνθρωπος που µε ενέπνευσε και διαµόρφωσε την προσωπικότητά µου µε το παράδειγµά του. Η αφοσίωσή του στην πολυαγαπηµένη του σύζυγο, Μαριάννα, και η σπουδαία οικογένεια που δηµιούργησαν µαζί ήταν ένα µάθηµα αγάπης και αφοσίωσης. Πάντα µε συγκινούσε το βλέµµα του όταν µιλούσε για εκείνη και τα παιδιά τους, ένας συνδυασµός τρυφερότητας και υπερηφάνειας, που τον έκανε µοναδικό. Ηταν ένας άνθρωπος που έφτασε ψηλά στον επιχειρηµατικό κόσµο, µα που ποτέ δεν ξέχασε την αξία της ταπεινότητας και της προσφοράς. Πίσω από κάθε επίτευγµά του έκρυβε µια τεράστια καρδιά, γεµάτη ευαισθησία, αγάπη για την πατρίδα και αυθεντική διάθεση για κοινωνική προσφορά.

Ο θείος µου υπήρξε υπερασπιστής της δηµοκρατίας, αληθινός πατριώτης, που ποτέ δεν δίστασε να αγωνιστεί για τα ιδανικά του. Η εξορία του στην Αµοργό από τη χούντα, λόγω της σθεναρής του στάσης, αποτελεί ένα από τα πιο συγκινητικά κεφάλαια της ζωής του. Πόσο αγαπούσε να µιλά για τους ανθρώπους του νησιού, που τον στήριξαν σαν δικό τους άνθρωπο, και για τη δύναµη που του έδινε η σκέψη της οικογένειάς του, που τον περίµενε.

Μέσα από αυτές τις αφηγήσεις µπορούσα να διακρίνω την άσβεστη αγάπη του για τους απλούς, καθηµερινούς ανθρώπους. Το Ναυτικό ήταν ο µεγάλος του έρωτας, µια θάλασσα αναµνήσεων και εµπειριών, που πάντα τον γεµίζανε µε περηφάνια. Ως αξιωµατικός, ήταν ικανότατος και ιδιαίτερα αγαπητός στους συναδέλφους του. Ακόµη θυµάµαι να µας λέει ιστορίες από τα χρόνια του στη Σχολή ∆οκίµων, ιστορίες γεµάτες νεανικό πάθος και όνειρα. ∆εν ήταν τυχαίο που κράτησε για µια ζωή τις φιλίες εκείνες, µια απόδειξη της αφοσίωσης και της ευγένειας που τον χαρακτήριζαν.

Ηταν ένας αληθινός Σφακιανός, αυστηρός στην όψη, µα γαλήνιος στην ψυχή. Η θάλασσα ήταν το δεύτερο σπίτι του. Η Κρήτη, το Ρέθυµνο, ήταν για τον Βαρδή κάτι παραπάνω από πατρίδα: ήταν η ψυχή του. Ελαµπε το βλέµµα του όποτε µιλούσε για το νησί του, για τα παιδικά του χρόνια στο Γεράνι και την Επισκοπή.

Κι εγώ θα θυµάµαι για πάντα µε συγκίνηση τις στιγµές που τον έβλεπα στην ταράτσα του πατρικού µας σπιτιού να αγναντεύει µε ήρεµη περηφάνια τα Σφακιά και τα Λευκά Ορη ως το Κρητικό Πέλαγος. Ηταν λες και έβρισκε σε εκείνη την εικόνα την ειρήνη που πάντα αναζητούσε. Αυτός ήταν ο θείος µου ο Βαρδής. ∆υνατός, αγέρωχος, ηθικός, δοτικός, ευαίσθητος. Ενας άνθρωπος που θα κρατώ για πάντα ζωντανό στη µνήµη και την καρδιά µου.

Καλό ταξίδι, αγαπηµένε µου Ναύαρχε! Θα σε αγαπώ και θα σε τιµώ πάντα, όπως θα σε θυµόµαστε όλοι όσοι είχαµε την τύχη να σε γνωρίσουµε και να σε αγαπήσουµε.

Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά