Τίποτα δεν έχει συμφωνηθεί, αν δεν συμφωνηθούν όλα: Πότε θα επιστρέψουν, πόσο καιρό θα παραμείνουν στην Ελλάδα, ποια θα είναι τα ανταλλάγματα, ποιο το ακριβές περιεχόμενο της συμφωνίας, ποια η νομική μορφή που θα ενδυθεί η επιστροφή.

*Διαβάστε ακόμα: Αλεξάντερ Χέρμαν για τα Γλυπτά του Παρθενώνα: "Ο Βρετανικός νόμος δεν θα αλλάξει, θα πρέπει να βρεθούν δημιουργικές λύσεις"

Αυτή είναι η πραγματικότητα σήμερα σε σχέση με τη δύσκολη και λεπτή διαπραγμάτευση για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα, διαπραγμάτευση η οποία διεξάγεται εντατικά την τελευταία τριετία με το Βρετανικό Μουσείο, από τότε δηλαδή που ανέλαβε επικεφαλής ο Τζορτζ Όσμπορν.

Η τελική συμφωνία – εφόσον τελικά επιτευχθεί– θα προβλέπει την επανένωσή τους στην Αθήνα έναντι μιας γενναίας παραχώρησης της χώρας μας προς το Βρετανικό Μουσείο, με τακτικό δανεισμό κορυφαίων συλλογών, περιλαμβανομένων ορισμένων από τα πιο γνωστά και εμβληματικά έργα, που ουδέποτε έχουν βρεθεί εκτός Ελλάδας.

Η ανά διαστήματα παραχώρηση σπάνιων ελληνικών αρχαιοτήτων έναντι της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα θα γεμίσει τα ταμεία του Μουσείου με τα χρήματα που αποδεδειγμένα φέρνουν οι προβεβλημένες περιοδικές εκθέσεις – καθώς έχουν είσοδο έναντι σχετικά υψηλού αντιτίμου, σε αντίθεση με τη δωρεάν είσοδο στο υπόλοιπο μουσείο.

Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό αυτή την περίοδο, αφού η ήδη μειωμένη κρατική και ιδιωτική χρηματοδότηση στο Βρετανικό Μουσείο περιορίζεται τελευταία ακόμα περισσότερο, καθώς οι χορηγοί εμφανίζονται πιο διστακτικοί να δωρίσουν μεγάλα ποσά υπό το φως των εξελίξεων με την κλοπή εκατοντάδων σπουδαίων αρχαιοτήτων. Κι όλα αυτά την ώρα που ο Όσμπορν έχει ήδη ανακοινώσει και ξεκινά να υλοποιήσει ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο ριζικής ανακαίνισης του μουσείου, που εκτιμάται ότι θα στοιχίσει σχεδόν ένα δισεκατομμύριο ευρώ.

Ο νόμος που διέπει το Βρετανικό Μουσείο (British Museums Act, 1963) δεν επιτρέπει τις επιστροφές αρχαιοτήτων.

Ωστόσο, υπάρχουν δύο παραδείγματα επιστροφών στη βάση μακροχρόνιων, διαρκώς ανανεούμενων δανείων: το 2005 το Μουσείο επέστρεψε τη μάσκα Νάμγκις στον Καναδά και το 2017 επέστρεψε έξι πιόνια σκακιού από τη συλλογή «Lewis Chessmen» στο Μουσείο Στορνογουέι, στη Σκωτία.

Οι επιστροφές αυτές έγιναν με συμφωνία μακροχρόνιων δανεισμών, αλλά το πιθανότερο είναι ότι ποτέ δεν θα επιστρέψουν τελικά στο Λονδίνο. Κάτι αντίστοιχο θα μπορούσε να συμβεί και με τα Γλυπτά του Παρθενώνα, αλλά το εμπόδιο αποδοχής από την Αθήνα του όρου «δανεισµός» –που σηµαίνει αναγνώριση ιδιοκτησίας από το Βρετανικό Μουσείο– µοιάζει ανυπέρβλητο.

Οι συζητήσεις, ωστόσο, που γίνονται σε εποικοδοµητικό κλίµα, εξετάζουν άλλες πιθανές νοµικές φόρµουλες.


Συγκρατημένη αισιοδοξία στην κυβέρνηση για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα

Μια τέτοια φόρµουλα έχει περιγράψει σε ανύποπτο χρόνο ο Νίκος Αλιβιζάτος. Ο έµπειρος συνταγµατολόγος, αναφερόµενος στο θραύσµα Fagan, που είχε επιστρέψει στην Ελλάδα ως deposit (κατάθεση), είπε ότι ο όρος θα πρέπει να µεταφραστεί στα ελληνικά ως «παρακαταθήκη».

«∆εν είναι απλώς µια λέξη», είπε ο Αλιβιζάτος, που είναι και µέλος της συµβουλευτικής επιτροπής του Parthenon Project.

«Είναι µία έννοια που περιλαµβάνεται στον Αστικό µας Κώδικα, στο Αρθρο 822, που προ έρχεται από το Ρωµαϊκό ∆ίκαιο».

Σύµφωνα µε τον οµότιµο καθηγητή ∆ηµοσίου ∆ικαίου, «αν υπογράψουµε µια συµφωνία η οποία προσδιορίζει τη συ ναλλαγή σαν “παρακαταθήκη”, δεν αναγνωρίζουµε αυτοµάτως στον καταθέτη την ιδιότητα του ιδιοκτήτη, κάτι που λύνει πολλά προβλήµατα».

Επεσήµανε δε πως «η µόνη νοµική υποχρέωση που προκύπτει είναι να επιστρέψει το αντικείµενο όταν ζητηθεί». Μια αλλαγή στη νοµοθεσία είναι ένα µακρινό σενάριο και όχι τόσο πιθανό.

Πρόκειται για µια επιλογή που έχει κάνει δύο φορές στο παρελθόν η βρετανική κυβέρνηση, µε τον νόµο για τους ανθρώπινους ιστούς (Human Tissue Act), που επέτρεψε σε µουσεία της χώρας να επιστρέψουν υπολείµµατα Αβορίγινων στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία, και µε τον Νόµο για το Ολοκαύτωµα (Holocaust Act), που επέτρεψε σε άλλα µουσεία να επιστρέψουν στους ιδιοκτήτες τους έργα Τέχνης που είχαν κλαπεί από τους ναζί.

Στην κυβέρνηση, ωστόσο, υπάρχει συγκρατηµένη αισιοδοξία ότι, εφόσον πλέον ο Κιρ Στάρµερ διαβεβαίωσε τον Κυριάκο Μητσοτάκη ότι δεν θα σταθεί εµπόδιο σε µια συµφωνία και αφού οι συζητήσεις µεταξύ του Γιώργου Γεραπετρίτη και του Τζορτζ Όσµπορν βρίσκονται σε προχωρηµένο στάδιο, τα Γλυπτά µπορεί να επιστρέψουν στο «σπίτι» τους ακόµα και µέσα στο 2025.


Οι επτά «πρωταγωνιστές» των συζητήσεων

Στη «σκακιέρα» των Γλυπτών του Παρθενώνα, σε ένα σύνθετο και απαιτητικό «παιχνίδι», έχει ξεχωριστή σημασία να δούμε πώς τοποθετείται κάθε «παίκτης», τόσο στο προσκήνιο όσο και στο παρασκήνιο.

Κυριάκος Μητσοτάκης
Από την αρχή της πρωθυπουργικής του θητείας έθεσε σε κίνηση μια νέα στρατηγική για τα Γλυπτά του Παρθενώνα και την πολιτιστική διπλωματία. Μόλις δύο μήνες μετά την εκλογή του το 2019, αποφάσισε να ταράξει τα λιμνάζοντα στο θέμα αυτό νερά, προτείνοντας με συνέντευξη στον «Observer», ως μια πρώτη κίνηση για την οριστική επιστροφή τους, να σταλούν τα Γλυπτά του Παρθενώνα στην Αθήνα ως δάνειο για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, με αντάλλαγμα την προσωρινή παραχώρηση σημαντικών ελληνικών αρχαιοτήτων, για να εκτεθούν σε περιοδική έκθεση στο Βρετανικό Μουσείο. Τα επόμενα χρόνια έθετε επανειλημμένα το αίτημα της επανένωσης των Γλυπτών σε σειρά συνεντεύξεων, άρθρων σε διεθνή ΜΜΕ και δημόσιων παρεμβάσεων. Το ανέφερε στη συνάντηση που είχε με τον τότε πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου, Μπόρις Τζόνσον, στην Ντάουνινγκ Στριτ, σε ομιλία του στην UNESCO, στην ομιλία του στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ και στην ιστορική ομιλία του στην κοινή Σύνοδο της Γερουσίας και της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ. Σημαντικό κομμάτι της στρατηγικής αποτελεί η δημιουργία ενός διεθνούς κύματος υποστήριξης του αιτήματος και η μεταστροφή της βρετανικής κοινής γνώμης.

Λίνα Μενδώνη
Σε συνεννόηση με τον πρωθυπουργό, η υπουργός Πολιτισμού έχει προετοιμάσει το έδαφος με ουσιαστικές κινήσεις για να ωριμάσει το αίτημα επιστροφής των Γλυπτών. Έπειτα από πολύμηνες και ευαίσθητες δια πραγματεύσεις, επέστρεψε τo 2022 στην Ελλάδα και στο Μουσείο της Ακρόπολης το θραύσμα Fagan από το Μουσείο Antonino Salinas του Παλέρμο, ενώ με ομόφωνη απόφασή της η Διακυβερνητική Επιτροπή της UNESCO για πρώτη φορά κάλεσε το Ηνωμένο Βασίλειο να αναθεωρήσει τη στάση του και να συνομιλήσει με την Ελλάδα, αναγνωρίζοντας ότι το θέμα έχει διακυβερνητικό χαρακτήρα και κυρίως ότι η χώρα μας διεκδικεί δικαίως και νομίμως την επιστροφή των Γλυπτών στη γενέθλια γη. Μήνυμα επανένωσης όλων των τμημάτων του Παρθενώνα έστειλε και η επιστροφή θραυσμάτων των Γλυπτών του Παρθενώνα από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στο Μουσείο της Ακρόπολης.

Γιώργος Γεραπετρίτης
Ο έμπειρος καθηγητής Νομικής και υπουργός, πέρα από την πολιτική διάσταση του ζητήματος, γνωρίζει πολύ καλά και τη νομική του διάσταση. Έχει εμπλακεί προσωπικά στις διαπραγματεύσεις ήδη από την π ρίοδο που ήταν υπουργός Επικρατείας και πρωτοστατεί τον τελευταίο ενάμιση χρόνο ως υπουργός Εξωτερικών, έχοντας πολύ καλή συνεργασία και συνεννόηση με τη Λίνα Μενδώνη. «Τα Γλυπτά του Παρθενώνα είναι οικουμενικά, αλλά ανήκουν εδώ», είναι η θέση που εκφράζει.

Κιρ Στάρμερ
Η στάση του είχε ήδη γίνει ουσιαστικά γνωστή πριν αναλάβει την εξουσία. «Εμμένουμε στον υπάρχοντα νόμο, αλλά, εάν υπάρξει μια συμφωνία δανεισμού που είναι αμοιβαία αποδεκτή από το Βρετανικό Μουσείο και την ελληνική κυβέρνηση, δεν θα σταθούμε εμπόδιο», είχε αναφέρει στους «Financial Times» πηγή από το στενό περιβάλλον του τότε αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευ σης. Όπως έγραφε την περασμένη εβδομάδα ο «Economist», ο πρωθυπουργός πλέον (εδώ και πέντε μήνες) του Ηνωμένου Βασιλείου έχει αφήσει να εννοηθεί ότι δεν θα εμποδίσει μια συμφωνία μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και του Βρετανικού Μου σείου. Αυτό φέρεται να είπε και στη διάρκεια της συνάντησης που είχε με τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην Ντάουνινγκ Στριτ.

Τζορτζ Όσμπορν
Ο υπουργός Οικονοµικών της κυβέρνησης Κάµερον (2010-2016) ανέλαβε πριν από τρία χρόνια πρόεδρος στο Βρετανικό Μουσείο και έχει εµπλακεί εποικοδοµητικά σε συ ζητήσεις µε την ελληνική κυβέρνηση. Ο Ρίσι Σούνακ φέρεται να µην έβλεπε µε καλό µάτι τις κινήσεις του, θεωρώντας ότι ο Όσµπορν θα µπορούσε στο µέλλον να διεκδικήσει ακόµα και τη θέση του, ως αρχηγού των Τόρις δηλαδή. Μεσολάβησαν οι εκλογές, η κυβέρνηση Σούνακ έπεσε, ο Όσµπορν δεν δείχνει διάθεση να επιστρέψει στην ενεργό πολιτική, ξέρει όµως καλά λόγω της µακράς του θητείας στο κοινοβούλιο και στην κυβέρνηση πώς να κάνει διαπραγµατεύσεις µε υψηλόβαθµα κυβερνητικά στελέχη, όπως είναι ο Γιώργος Γεραπετρίτης. «Εξετάζουµε αν µπορούµε να καταλήξουµε σε µια συµφωνία, όπου κάποια στιγµή ορισµένα από τα Γλυπτά θα βρίσκονται στην Αθήνα, όπου φυσικά ήταν αρχικά τοποθετηµένα», ανέφερε ο Όσµπορν πρόσφατα σε podcast. «Σε αντάλλαγµα, η Ελλάδα θα µας δανείσει µερικούς από τους θησαυρούς της. Έχουµε σηµειώσει αρκετή πρόοδο, αλλά είµαστε ακόµη µακριά από οποιοδήποτε είδος συµφωνίας», είπε.

Νίκολας Κάλιναν
Επικεφαλής της Εθνικής Πινακοθήκης Πορτραίτων από το 2015, έφερε εις πέρας µια πλήρη αναδιευθέτηση των συλλογών του µουσείου. Ιστορικός Τέχνης και πρώην επίτροπος του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης της Νέας Υόρκης και της Tate Modern του Λονδίνου, ο Κάλιναν ανέλαβε την περασµένη άνοιξη διευθυντής στο Βρετανικό Μουσείο. Μιλώντας πρόσφατα στους «Financial Times», είπε ότι θέλει πραγµατικά µια συναρπαστική και καινοτόµο απάντηση στον γρίφο για το µέλλον των Γλυπτών «έξω από το πλαίσιο», όπως είπε, µε τον ίδιο να ση µειώνει ότι ξεκινά µε την ιδέα πως «όλα είναι δυνατά».

Βασιλιάς Κάρολος
Εκ της θέσης του δεν µπορεί ούτε πρόκειται να πάρει δηµόσια θέση για ένα τέτοιο ζήτηµα, ωστόσο σιωπηλά φέρεται να βρίσκει δίκαιο το ελληνικό αίτηµα. Το θέµα έχει συζητηθεί σε κατ’ ιδίαν συνάντηση που είχε µε τον Κυριάκο Μητσοτάκη προτού ανέλθει στον θρόνο, χωρίς πάντως να βγει καµία διαρροή από τις δύο πλευρές.


Τα Μάρµαρα του Παρθενώνα, οι συντελεστές και ο βαθµός ωρίµανσης, άρθρο της Ειρήνης Σταματούδη

Οι διαπραγµατεύσεις για τα Μάρµαρα του Παρθενώνα έχουν ξεκινήσει επισήµως από το 1983, κυρίως στο πλαίσιο της UNESCO. Τα µέρη συναντώνται κάθε δύο χρόνια, προκειµένου να συζητήσουν το ζήτηµα.

Η συµµετοχή των Βρετανών σε αυτήν τη διαδικασία ήταν καθαρά τυπική. Τα δύο µέρη δήλωναν την πρόθεσή τους να βρεθεί µια λύση, στην ουσία όµως τη λύση αυτήν την επιδίωκε η Ελλάδα µόνον και καθόλου η Βρετανία.

Μάλιστα, η Βρετανία είχε επιδιώξει να βγάλει το ζήτηµα από την ατζέντα της UNESCO, διατεινόµενη ότι δεν συνιστά διακρατικό ζήτηµα, αλλά ζήτηµα µεταξύ µουσείων.
Με αυτόν τον τρόπο προσπαθούσε να αποφύγει την πίεση των άλλων κρα τών και τη διεθνή έκθεση.

Σήµερα, περισσότερο από σαράντα χρόνια µετά, τα πράγµατα έχουν ωριµάσει. Το ∆ίκαιο πολιτιστικής κληρονοµιάς έχει εξελιχθεί και τα ήθη επίσης.

Στο πλαίσιο αυτό έχουν διενεργηθεί επιστροφές αρχαιοτήτων στις χώρες προέλευσής τους ακόµα και από όσους παραδοσιακά ήταν κατά τέτοιων επιστροφών. Σε αυτούς περιλαµβάνεται και το Βρετανικό Μουσείο.

Συγκεκριµένα, το Βρετανικό Μουσείο επέστρεψε το 2005 τη µάσκα Kwakwaka’wakw στο Alert Bay του Καναδά και το 2014 τα πιό νια σκακιού Lewis Chessmen στη Σκωτία.

Οι επιστροφές αυτές έγιναν µε τη µορφή µακροπρόθεσµων, διαρκώς ανανεούµενων δανείων, ενώ µέχρι σήµερα τα αντικείµενα αυτά δεν έχουν επιστρέψει στο Μουσείο.

Το δάνειο προτάθηκε ως λύση διότι ο Βρετανικός Νόµος για τα Μουσεία του 1963 δεν επιτρέπει να διενεργηθούν επιστροφές µε την κλασική έννοια του όρου. Μία λύση θα ήταν η αλλαγή του νόµου, αλλά, εκτός του ότι κάτι τέτοιο θα ήταν δύσκολο, η βρετανική κυβέρνηση το έχει επίσης ρητά αποκλείσει. Στην παρούσα συγκυρία, η λήψη της πρωθυπουργίας από τον Κιρ Στάρµερ, δικηγόρο για τα ανθρώπινα δικαιώµατα, βοηθάει σηµαντικά.

Ο ίδιος δεσµεύτηκε ήδη ως αντιπολίτευση και τώρα ως κυβέρνηση ότι, αν θα υπάρξει µια συµφωνία µεταξύ Ελλάδος και Βρετανικού Μουσείου, δεν θα την εµποδίσει.
Με άλλα λόγια, έδωσε το πράσινο φως. Θετικός είναι και ο ρόλος του Τζορτζ Οσµπορν (προέδρου των εφόρων του Βρετανικού Μουσείου) και του Νίκολας Κάλιναν (διευθυντή του µουσείου). Και οι δύο φαίνεται να έχουν ανοικτό πνεύµα, ενώ ο δεύτερος θεωρείται και µεταρρυθµιστής.

Ταυτόχρονα, ο βρετανικός Τύπος και η βρετανική κοινή γνώµη έχουν ταχθεί υπέρ της επιστροφής. Τη συγκυρία αυτή εκµεταλλεύτηκε µε τον καλύτερο δυνατό τρόπο ο Έλληνας πρωθυπουργός, ο οποίος έθεσε το θέµα ψηλά στην πολιτική του ατζέντα και το επιδίωξε µε επιµονή και συνέπεια.

Το πλαίσιο, έτσι όπως διαµορφώνεται σήµερα, φαίνεται να οδηγεί σε µια στρατηγικής φύσεως πολιτιστική συνεργασία µεταξύ Ελλάδος και Βρετανικού Μουσείου, που θα παραµερίζει τα «αγκάθια» των διαπραγµατεύσεων (ιδιοκτησία και δανεισµό) και θα στοχεύει σε µια πραγµατιστική λύση.

* καθηγήτριας Νοµικής Σχολής του Πανεπιστηµίου Λευκωσίας.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά» στις 7/12/2024