Με το βλέμμα στο μέλλον και στόχο τη διασφάλιση αξιοπρεπών μισθών για τους εργαζόμενους με εγγυημένο το ελάχιστο ύψος του κατώτατου μισθού, αλλά και την ενίσχυση του ποσοστού των εργαζομένων των οποίων οι μισθοί θα καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις, ψηφίσαμε στη Βουλή το νομοσχέδιο του Υπουργείου Εργασίας που ενσωματώνει την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2022/2041 για επαρκείς κατώτατους μισθούς, προστατεύοντας για πρώτη φορά και τους δημοσίους υπαλλήλους ως προς τον κατώτατο μισθό, και προβλέπει την εκπόνηση σχεδίου δράσης για την ενίσχυση και προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Είναι ένα ακόμα σημαντικό βήμα της κυβέρνησής μας προς τη σταθεροποίηση και τη βελτίωση της ρύθμισης της αγοράς εργασίας στη χώρα μας, σε περιβάλλον διαφάνειας και αυξανόμενης προστασίας των εργαζομένων από παράνομες ή καταχρηστικές εργοδοτικές συμπεριφορές. Ας μην ξεχνάμε ότι η εφαρμογή της Ψηφιακής Κάρτας Εργασίας, είχε σαν αποτέλεσμα να αυξηθούν κατακόρυφα οι δηλωθείσες υπερωρίες – σε ορισμένους κλάδους ακόμη και κατά 61%, ενισχύοντας έτσι τους εργαζομένους με τις αμοιβές που δικαιούνται βάσει των πραγματικών ωρών εργασίας τους.

Με το νομοσχέδιο ενισχύουμε την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων διαμορφώνοντας από το 2027 και μετά τον κατώτατο μισθό μέσω ενός αλγορίθμου, όπως οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, που θα λαμβάνει υπόψη αντικειμενικά κριτήρια, όπως τον πληθωρισμό για τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα και τη παραγωγικότητα της οικονομίας.

Μειώνουμε την εργασιακή ανασφάλεια αφού ο εκάστοτε επανακαθοριζόμενος κατώτατος μισθός ή ημερομίσθιο δεν θα μπορεί να μειωθεί σε σχέση με το επίπεδο του προηγούμενου έτους, ανεξάρτητα από τυχόν έκτακτες συνθήκες ή την επίκληση ειδικών περιστάσεων από τους εργοδότες. Ας μην ξεχνάμε πως η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη παρέλαβε το 2019 τον κατώτατο μισθό στα 650 ευρώ και σήμερα, μετά από τρεις αυξήσεις βρίσκεται στα 830 ευρώ, αυξημένος κατά 28% από το 2019. Ενώ το 2027 θα φτάσει τα 950 ευρώ, σημειώνοντας συνολική αύξηση 46% από το 2019, και θα αποτελέσει το σημείο «εκκίνησης» για την εφαρμογή του αλγορίθμου.

Εντάσσουμε τους δημόσιους υπαλλήλους, για πρώτη φορά, στις αυξήσεις του κατώτατου μισθού δημιουργώντας ενιαίους κανόνες για όλους.
Θέτουμε τα θεμέλια για μια δίκαιη και προβλέψιμη αγορά εργασίας με την υποχρεωτική εκπόνηση σχεδίου δράσης για την αύξηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τη διαμόρφωση μισθών, ενισχύοντας το ρόλο των κοινωνικών εταίρων με τη συγκρότηση ενός ειδικού θεσμικού οργάνου των κοινωνικών εταίρων ώστε να ενεργούν συλλογικά και διασφαλίζοντας ότι οι συμβάσεις θα καλύπτουν ευρύτερα στρώματα εργαζομένων.

Αναφορικά όμως με τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, θα ήθελα να επισημάνω ότι η ύπαρξη και μόνο του θεσμού δεν είναι πανάκεια. Η επιτυχία τους εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, μεταξύ των οποίων, ένα σαφές και διαφανές θεσμικό πλαίσιο, ειλικρινής διάλογος, δέσμευση για συνεργασία με τους κοινωνικούς εταίρους και, κυρίως, συνθήκες οικονομικής σταθερότητας και οικονομικής ανάπτυξης ώστε οι επιχειρήσεις να έχουν περιθώρια να συμφωνήσουν σε αυξήσεις μισθών. Και ακριβώς προς τις κατευθύνσεις αυτές προχωρά, παράλληλα και βήμα-βήμα, η κυβέρνησή μας από το 2019 υλοποιώντας μία προς μία τις προεκλογικές δεσμεύσεις της.

Για την κυβέρνησή μας, εργαζόμενοι και επιχειρήσεις μπορούν να λειτουργήσουν προς τους κοινούς στόχους της κοινωνικής ευημερίας και οικονομικής ανάπτυξης, αντί να βρίσκονται «απέναντι», επειδή αυτό εξυπηρετούν μικροπολιτικές και ιδεοληψίες.

Πιστεύουμε πως οι ικανοποιημένοι εργαζόμενοι είναι προϋπόθεση για επιτυχημένες επιχειρήσεις, αλλά και οι επιτυχημένες επιχειρήσεις είναι η απαραίτητη συνθήκη για την αύξηση της απασχόλησης, τη μείωση της ανεργίας και, εν τέλει, την οικονομική και κοινωνική ευημερία όλων.
Ψηφιστήκαμε από τους πολλούς, εκπροσωπούμε τους πολλούς, νομοθετούμε θετικές αλλαγές για τους πολλούς.