Καλοκαίρι του 2000 και οι σχέσεις Κράτους - Εκκλησίας είχαν φτάσει στα όριά τους καθώς τότε έλαβε χώρα μία από τις πιο σημαντικές αντιπαραθέσεις που υπήρξαν κατά την οκταετή πρωθυπουργία του Κώστα Σημίτη, ο οποίος έφυγε για το τελευταίο του ταξίδι το πρωί της Κυριακής 5 Ιανουαρίου, σε ηλικία 88 ετών.



Κώστας Σημίτης: Όταν οι σχέσεις Κράτους - Εκκλησίας έφτασαν στα όριά τους

Εκείνη την περίοδο η κυβέρνηση πήρε την απόφαση να αφαιρέσει την αναγραφή του θρησκεύματος από τις αστυνομικές ταυτότητες. Πιο συγκεκριμένα έναν μόλις μήνα μετά τις εκλογές, τις οποίες κέρδισε με διαφορά μιας ποσοστιαίας μονάδας το ΠΑΣΟΚ, ο τότε υπουργός δικαιοσύνης Μιχάλης Σταθόπουλος δήλωνε πως η αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες είναι αντίθετη με το νόμο 2472/1997 για την προστασία των προσώπων από την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων. Η δήλωση Σταθόπουλου προκάλεσε έντονες αντιδράσεις με τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο να αντιτάσσεται σθεναρά στις προθέσεις της κυβέρνησης, ισχυριζόμενος ότι προστάχθηκαν «από νεο-διανοούμενους που θέλουν να μας επιτεθούν σαν σκυλιά και να μας κόψουν τις σάρκες».



Η αντίδραση της Εκκλησίας

Η Ιερά Σύνοδος αποφάσισε να αντιδράσει αρχικά με τη διοργάνωση δύο λαοσυνάξεων: Η πρώτη στη Θεσσαλονίκη στις 14 Ιουνίου και δεύτερη στην Αθήνα στις 21 Ιουνίου. Η δεύτερη απόφασή της ήταν τη συλλογή υπογραφών προκειμένου να διενεργηθεί δημοψηφίσμα για το εν λόγω θέμα. Η συλλογή υπογραφών καλούσε στην ενεργοποίηση του άρθρου 44 του Συντάγματος περί διενέργειας δημοψηφισμάτων και ξεκίνησε στις 14 Σεπτεμβρίου 2000.

Μετά από έναν περίπου χρόνο, στις 29 Αυγούστου 2001 ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος παρέδωσε τις περίπου 3 εκατομμύρια υπογραφές, κατά τα στοιχεία της Εκκλησίας, στον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Στεφανόπουλο. Παρόλα αυτά η κυβέρνηση δεν έκανε πίσω, προχωρώντας τη δέσμευσή της. Μάλιστα τόσο ο Κώστας Σημίτης όσο και ο τότε υπουργός Παιδείας Πέτρος Ευθυμίου ξεκαθάρισαν σε όλους τόνους ότου η κυβέρνηση δεν επρόκειτο να κάνει πίσω.

Πάντως η απόφαση είχε βασιστεί στις υποδείξεις της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, η οποία έκρινε ότι η αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες παραβίαζε τη Συνταγματική Αρχή της θρησκευτικής ελευθερίας και τις ευρωπαϊκές νομοθεσίες περί προστασίας προσωπικών δεδομένων. Η κυβέρνηση Σημίτη, θέλοντας να διατηρήσει συνέπεια στη δέσμευσή της για εκσυγχρονισμό του κράτους και εναρμόνιση με τα ευρωπαϊκά πρότυπα, αποφάσισε να προχωρήσει άμεσα στην υλοποίηση της απόφασης.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η απόφαση της τότε κυβέρνησης, βρήκε συμπαραστάτη στο πρόσωπο του τότε προέδρου της Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλου. Ο τότε πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε στηρίξει την απόφαση της κυβέρνησης, αρνούμενος να δεχθεί το αίτημα για δημοψήφισμα, τονίζοντας ότι η απόφαση ήταν σύμφωνη με το Σύνταγμα. Ως εκ τούτου το αίτημα για δημοψήφισμα δεν έγινε δεκτό.