Στην τελική ευθεία εισέρχονται µοιραία οι σκέψεις του Κυριάκου Μητσοτάκη και οι αντίστοιχες ζυµώσεις σε ό,τι αφορά την επιλογή του σχετικά µε το πρόσωπο που θα προτείνει για την Προεδρία της ∆ηµοκρατίας, δεδοµένης της εξαγγελίας του ιδίου περί ανακοίνωσης των τελικών αποφάσεών του µετά το πέρας του πρώτου δεκαπενθηµέρου του Ιανουαρίου.

Σε αυτή τη συγκυρία φαίνεται να προκύπτουν δύο νέα στοιχεία, που καθοδηγούν τις διεργασίες και διαφοροποιούν το κάδρο των υποψηφιοτήτων σε σχέση µε το πρόσφατο παρελθόν. Κατ’ αρχάς φαίνεται πως πλέον το σενάριο προώθησης στο ύπατο πολιτειακό αξίωµα ενός στελέχους κεντροδεξιάς προέλευσης, προκειµένου να λειτουργήσει στην κατεύθυνση της διατήρησης της ενότητας της κυβερνητικής πλειοψηφίας, δεν βρίσκεται σε πρώτο πλάνο, χωρίς βεβαίως αυτό να σηµαίνει ότι έχει απορριφθεί οριστικά.

Ο βασικός λόγος δεν είναι άλλος από τη βελτίωση του κλίµατος στο εσωτερικό της Ν.∆. µετά τη λαίλαπα των δηµόσιων διαφοροποιήσεων των Κώστα Καραµανλή και Αντώνη Σαµαρά, µε αποκορύφωµα φυσικά τη διαγραφή του δεύτερου, η οποία, προϊόντος του χρόνου, αποτέλεσε επί της ουσίας τη συγκολλητική ουσία για την επίδειξη εσωκοµµατικής συνοχής του τελευταίου διαστήµατος, αλλά και τη βαλβίδα αποσυµπίεσης για φαινόµενα τύπου οµαδικών, ενοχλητικών επίκαιρων ερωτήσεων από «γαλάζιους» βουλευτές σε κορυφαίους υπουργούς. Ως εκ τούτου, στο προσκήνιο έρχεται το εγχείρηµα της εξεύρεσης µιας περίπτωσης που θα µπορούσε να έχει ευρύτερα χαρακτηριστικά και να στριµώξει κυρίως το ΠΑΣΟΚ, το οποίο υπό αυτές τις συνθήκες θα αναγκαζόταν να ακολουθήσει την υπόδειξη Μητσοτάκη.

Αυτή, φυσικά, η προϋπόθεση δεν αποκλείει αυτοµάτως κάποιο κεντροδεξιό πολιτικό στέλεχος, ωστόσο, χάριν της παράδοσης που θέλει Πρόεδρο από άλλον χώρο ή έστω όχι ταυτισµένο µε την εκάστοτε κυβερνώσα παράταξη, ο πρωθυπουργός βλέπει πια πολύ πιο ζεστά αυτό το ενδεχόµενο. Ενδεικτικό της διάθεσης που υπάρχει πλέον στους κόλπους της Κοινοβουλευτικής Οµάδας της Ν.∆. είναι πως ακόµα και το πρόσωπο της Κατερίνας Σακελλαροπούλου, η οποία είχε συγκεντρώσει ουκ ολίγα πυρά το προηγούµενο διάστηµα εξαιτίας της παρουσίας της στα περιβόητα επινίκια µετά την ψήφιση του γάµου των οµόφυλων ζευγαριών, φαίνεται να αντιµετωπίζεται µε µεγαλύτερη ανοχή, χωρίς όµως σε καµία περίπτωση να έχουν εκλείψει οι ενστάσεις. Αλλωστε, όπως σηµειώνουν µε νόηµα οι γνωρίζοντες τις συζητήσεις πίσω από τις κλειστές πόρτες του Μαξίµου, µπορεί ο Μητσοτάκης να δυσκολευτεί να εξηγήσει το πλαίσιο για την ανανέωση της θητείας της άλλοτε κορυφαίας δικαστικού, όµως οι άλλοι θα περιέλθουν σε ακόµα πιο δυσχερή θέση να δικαιολογήσουν για ποιον λόγο δεν θα την υπερψήφιζαν τώρα, ενώ είχαν δώσει θετική ψήφο πριν από µία πενταετία.

Με βάση λοιπόν τα παραπάνω, κερδίζει πόντους το ενδεχόµενο επιλογής µιας προσωπικότητας που ναι µεν θα έχει πολιτικά χαρακτηριστικά (πιθανώς να συνδυάζονται και µε τον τεχνοκρατικό παράγοντα, για να υπογραµµιστεί και η σύνδεση µε τον πυρήνα της κυβερνητικής λογικής Μητσοτάκη), ωστόσο αυτά δεν θα είναι τόσο έντονα ώστε να παραπέµπουν σε καταστάσεις ισχυρών αντιπαραθέσεων. Ετσι, θα είναι πιο εύπεπτη η οποιαδήποτε αντίστοιχη λύση βγει µπροστά από τις Κοινοβουλευτικές Οµάδες τόσο της συµπολίτευσης όσο και της αξιωµατικής αντιπολίτευσης. Στην ίδια γραµµή θα µπορούσε να αναζητηθεί και µια νέα υπόθεση Σακελλαροπούλου (δηλαδή µιας προσωπικότητας κύρους που θα κουβαλάει ιδιαίτερους συµβολισµούς, έστω κι αν δεν έχει άµεσες πολιτικές αναφορές), αν και εφόσον η νυν Πρόεδρος δεν προταθεί από τον πρωθυπουργό για ακόµη µία θητεία.

Δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη Απογευματινή