«Δεν συμφέρει την κυβέρνηση να συγκαλύψει οτιδήποτε», δήλωσε ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, κος Νίκος Παναγιώτοπουλος, μιλώντας στα Παραπολιτικά 90,1 και στην εκπομπή «Στον αέρα», με τη δημοσιογράφο Νίκη Λυμπεράκη.

*Διαβάστε ακόμα: Άδωνις Γεωργιάδης: Ο κόσμος ζητάει κάθαρση για τα Τέμπη και κάθαρση πρέπει να συμβεί - Η κυβέρνηση δεν έχει να φοβηθεί κάτι


Νίκος Παναγιωτόπουλος: Δεν συμφέρει την κυβέρνηση να συγκαλύψει οτιδήποτε

Αναφορικά με τις χθεσινές συγκεντρώσεις για την τραγωδία στα Τέμπη, ο κ. Παναγιωτόπουλος είπε: «Ήταν μεγάλες συγκεντρώσεις, αυτό δείχνει ότι σύσσωμη η κοινωνία επιδεικνύει μεγάλη ευαισθησία για το θέμα. Προσήλθε πάρα πολύς κόσμος, δύσπιστος ενδεχομένως, ενδεχομένως και αγανακτισμένος σε αυτό που αντιλαμβάνεται ως αργή διεκπεραίωση αυτής της υπόθεσης από τη Δικαιοσύνη, αλλά σίγουρα όχι καθοδηγούμενος από κόμματα, παρά τη σφοδρή επιθυμία κομμάτων να εργαλειοποιήσουν αυτή την υπόθεση. Υπάρχει μια διάχυτη πεποίθηση ότι η Δικαιοσύνη προχωρά αργά ακόμα και με πρόθεση συγκάλυψης, εγώ αυτό που έχω να πω είναι ότι σίγουρα και δεν είναι και δεν ήταν ποτέ πρόθεση αυτής της κυβέρνησης να συγκαλύψει οτιδήποτε, δεν την συμφέρει».

«Πρέπει να προχωρήσει η διαδικασία στη Δικαιοσύνη. Δεν είναι απλή υπόθεση είναι πάρα πολύ σύνθετη υπόθεση και προφανώς οι έρευνες πρέπει να επεκταθούν σε όλες τις εκφάνσεις της. Πρέπει να προχωρήσει αυτή η υπόθεση, δεν είναι στο συμφέρον κανενός να μην προχωρήσει», πρόσθεσε.

Αναφορικά με την εξεταστική επιτροπή στη Βουλή για το δυστύχημα των Τεμπών, σημείωσε: «Όταν η διαδικασία ανάγεται στο επίπεδο της εξέτασης της υπόθεσης από μια εξεταστική επιτροπή, αναπόφευκτα τον πρώτο λόγο πλέον έχει η πολιτική αντιπαράθεση».

Μάλιστα, στην ερώτηση αν πρέπει να τις καταργήσουμε, απάντησε: «Είναι ένα ζήτημα. Αν σκεφτούμε ότι ποτέ δεν παράχθηκε αποτέλεσμα συγκεκριμένο ή πόρισμα στο οποίο συμφωνούν όλα τα κόμματα από τις εξεταστικές επιτροπές, ναι υπάρχει ένα ζήτημα. Οι εξεταστικές επιτροπές εξετάζουν τα δεδομένα γύρω από μια υπόθεση που αφορά τον δημόσιο βίο, ερευνούνε πιθανές ποινικές ενδείξεις που να οδηγούν σε εμπλοκή πολιτικών προσώπων, αλλά μέχρι εκεί και πάντα στην προσέγγισή τους προτάσσεται το πολιτικό συμφέρον σε επίπεδο κοινοβουλευτικής αντιπαράθεσης, έστω και στο κλειστό σύστημα μιας εξεταστικής επιτροπής με αντιπροσωπείες των κομμάτων δεν βγαίνει όμως πολύ ουσία».

«Σε αυτό που συμφωνούμε όλοι είναι το ατελέσφορο αυτής της διαδικασίας, άρα πρέπει να το δούμε λίγο διαφορετικά», εξήγησε.

Αναφορικά με την κατάσταση στη Συρία, είπε: «Δεν έχουμε ακόμα ενδείξεις ότι έχει ξεκινήσει η ροή επιστροφών στη Συρία και αυτό είναι πολύ φυσιολογικό διότι ακόμα εκεί δεν έχει σταθεροποιηθεί η κατάσταση. Δεν είναι ασφαλές για κάποιον να επιστρέψει στην Συρία. Έχουμε βολιδοσκοπήσει διά της υπηρεσίας υποδοχής και ταυτοποίησης του υπουργείου εξωτερικής πολιτικής που εποπτεύει τις δομές τις προθέσεις των Σύρων που φιλοξενούνται στις δομές ελάχιστοι έχουν εκφράσει την επιθυμία να επιστρέψουν».

Σχετικά με τη νέα στάση της Γερμανίας και της Αμερικής πάνω στο μεταναστευτικό, επισήμανε: «Σηματοδοτεί μια γενικότερη στροφή στην αντιμετώπιση του μεταναστευτικού επί το αυστηρότερο από πολλές χώρες. Εκτιμώ ότι σιγά-σιγά μπαίνουν στο τραπέζι ζητήματα όπως αλλαγή πολιτικής για τις επιστροφές, επιστροφές σε τρίτες χώρες, αναθεώρηση των διατάξεων περί ασύλου».

Ερωτηθείς αν μελετά και η Ελλάδα αυστηροποίηση της μεταναστευτικής πολιτικής, απάντησε: «Κι εμείς πρέπει να δούμε μερικά πράγματα όσον αφορά τις νέες διαστάσεις του προβλήματος. Η γενική εκτίμηση είναι ότι σταδιακά το ζήτημα των μεταναστευτικών ροών μετεξελίσσεται σε ένα πρόβλημα εκεί που ήταν κάποτε πρωτίστως ανθρωπιστικό και δευτερευόντως ασφαλείας τώρα να μετατρέπεται σε ένα πρόβλημα πρωτίστως ασφαλείας και δευτερευόντως ανθρωπιστικό. Πρέπει να βρισκόμαστε σε εγρήγορση. Έχουνε προκύψει κάποια ζητήματα όπως στη Γερμανία με πράξεις οι οποίες έχουν ξεσηκώσει την κοινωνία απέναντι σε όλο αυτό το πρόβλημα, κάποιες εγκληματικές ενέργειες μεμονωμένες οι οποίες δημιουργούν όμως κλίμα και φυσικά υπάρχει ένα ζήτημα προστασίας των ευρωπαϊκών συνόρων απέναντι σε απόπειρες εργαλειοποίησης από τις μεταναστευτικές ροές».

Όσον αφορά στις δομές φιλοξενίας στα νησιά, είπε: «Πολλές δομές είναι στο όριο της πληρότητας, αλλά γίνεται μια διαρκής προσπάθεια να μεταφέρονται άνθρωποι στην ενδοχώρα, όταν αυτό γίνεται σε συνθήκες κρίσεις κάποιοι από αυτούς θα είναι και ακατάγραφοι και ο σκοπός ήταν, και πέτυχε, να προωθούνται στις δύο δομές της ενδοχώρας Μαλακάσα και Διαβατά ώστε εκεί να γίνεται η καταγραφή τους. Όλοι όσοι περνάνε από το σύστημα στην Ελλάδα καταγράφονται, δεν συμβαίνει αυτό και σε άλλες χώρες εισόδου στην Ευρώπη. Στην Ελλάδα όλοι καταγράφονται και έτσι μπορεί κάποιος να βρεθεί εύκολα από πού πρωτομπήκε στην ΕΕ».

Στη συνέχεια, αναφορικά με τα ασυνόδευτα παιδιά στις δομές, σημείωσε: «Υπάρχουν οι λεγόμενες ασφαλείς περιοχές στις δομές πολλές φορές όμως και σε αυτές υπάρχει πληρότητα. Αυτή τη στιγμή ανακύπτει ανάγκη να μεταφέρουμε ασυνόδευτα ανήλικα στις αντίστοιχες δομές της ενδοχώρας».

«Πάντα έλεγα ότι οι δομές δεν είναι παρθεναγωγεία ιδίως όταν υπάρχουν συνθήκες υπερπληρότητας, αδιαχώρητου, πίεσης και συμβάντα σαν αυτά θα συμβαίνουν. Προσπαθούμε να τα περιορίσουμε στο ελάχιστο ή όπου συμβαίνουν να επιλαμβάνονται οι αρμόδιοι για να εκτονώνεται η κατάσταση», συμπλήρωσε.

Στην ερώτηση αν αυτή τη στιγμή υπάρχουν παιδιά σε χώρους ενηλίκων, απάντησε: «Υπάρχουν και το ζητούμενο για το υπουργείο είναι να κατασκευάσουμε περισσότερες διαθέσιμες θέσεις σε διάφορες δομές του συστήματος είτε σε συνεργασία με τις ΜΚΟ είτε τις δυνάμεις και δυνατότητες του υπουργείου ανά την επικράτεια. Υπάρχει project για επέκταση χωρητικότητας δύο ή τριών ασφαλών περιοχών σε υφιστάμενες δομές όπως και δημιουργία δυο καινούργιων δομών με 10-20 θέσεις στην ενδοχώρα. Συνολικά πρέπει να αυξήσουμε κατά 500 τις θέσεις στο σύστημα».

Αναφορικά με το ζήτημα της έλλειψης του εργατικού δυναμικού, είπε: «Πριν από λίγες μέρες εγκρίθηκε από το υπουργικό συμβούλιο η πράξη που προσδιορίζει τον αριθμό αλλοδαπών που είναι να έρθουν τον επόμενο χρόνο για να εργαστούν στην Ελλάδα σε όλες τις κατηγορίες. Είναι περί τις 90 χιλιάδες. Ο στόχος της πράξης του υπουργικού συμβουλίου είναι να απασχοληθούνε εργαζόμενοι από χώρες της αλλοδαπής με μετάκληση. Αυτή τη στιγμή μιλάμε με τις Φιλιππίνες, με την Ινδία και με το Βιετνάμ. εργαζόμενοι από αυτές τις χώρες ήδη εργάζονται στη χώρα μας αλλά όχι στη βάση μιας διμερούς διακρατικής συμφωνίας αλλά με συμφωνίες εργοδότη- εργαζόμενου, πρέπει να οργανώσουμε καλύτερα αυτό το σύστημα. Υπάρχει μια προσπάθεια να οργανωθεί καλύτερα η νόμιμη μετανάστευση».