Ηαλλαγή σκυτάλης στις ΗΠΑ, με την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, καθυστερεί τον διάλογο στο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας. Η Τουρκία ναρκοθετεί τον διάλογο εφευρίσκοντας προσχήματα, ενώ οι κινήσεις της στη σκακιέρα του Μεσανατολικού ευθυγραμμίζονται περισσότερο με τις επιθυμίες Τραμπ. Ο Αμερικανός πρόεδρος, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, θα ήθελε να καταστήσει την Τουρκία τοποτηρητή για τα αμερικανικά συμφέροντα στη Μέση Ανατολή. Από την άλλη πλευρά η Ελλάδα έχει επιρροή στο Κογκρέσο. Μέσα σε αυτό το κλίμα, η «Απογευματινή» ζήτησε από τρεις Ελληνοαμερικανικούς αναλυτές και διπλωμάτες που ζουν στην Ουάσινγκτον να μεταφέρουν τις εκτιμήσεις τους για το «πού το πάει» ο Τραμπ στα Ελληνοτουρκικά.

Ο γεωπολιτικός στρατηγιστής Ιωάννης Συτιλίδης εκτιμά ότι «όταν οποιαδήποτε χώρα υιοθετεί μια πολιτική θέση που ο πρόεδρος Τραμπ θεωρεί ότι είναι αντίθετη προς το εθνικό συμφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών, θα χρησιμοποιήσει σκόπιμα διπλωματική αναστάτωση και θα εκμεταλλευτεί την πολιτική αβεβαιότητα στις διαπραγματεύσεις του, για να επιτύχει τελικά το επιθυμητό αποτέλεσμα. Κοιτάζοντας πίσω στην πρώτη κυβέρνηση Τραμπ, οι σχέσεις μεταξύ Ουάσινγκτον και Αθήνας ενισχύθηκαν σημαντικά με την έναρξη του Στρατηγικού Διαλόγου, ο οποίος ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο υπό την κυβέρνηση Μπάιντεν και πιθανότατα θα διαρκέσει και θα ανθήσει τα επόμενα τέσσερα χρόνια, καθώς οι προτεραιότητες εξωτερικής πολιτικής και άμυνας ΗΠΑ και Ελλάδας συνεχίζουν να ευθυγραμμίζονται.

»Η βάση εδώ είναι η μακροχρόνια δέσμευση της Ελλάδας να δαπανήσει πολύ πάνω από το ΝΑΤΟ, τουλάχιστον 2% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος, για να διατηρήσει την απαραίτητη αμυντική ετοιμότητα, είτε κατά της Τουρκίας είτε έναντι άλλων περιφερειακών απειλών. Η σχέση ΗΠΑ – Τουρκίας είναι διαφορετική υπόθεση. Ο πρόεδρος Τραμπ εκπλήρωσε την απειλή του για κατάρρευση της τουρκικής οικονομίας όταν ένας Αμερικανός πάστορας κρατήθηκε άδικα και παράνομα από τις τουρκικές Αρχές με παράλογες κατηγορίες. Ο πρόεδρος Τραμπ επέβαλε σκληρές οικονομικές κυρώσεις σε Τούρκους αξιωματούχους και διπλασίασε τους δασμούς στις τουρκικές εξαγωγές χάλυβα και αλουμινίου.

»Η λίρα έχασε το 40% της αξίας της και η διεθνής πιστοληπτική ικανότητα της Τουρκίας υποβαθμίστηκε επανειλημμένα έως ότου ο πρόεδρος Ερντογάν υποχώρησε και κανόνισε την απελευθέρωση του πάστορα. Ο πρόεδρος Τραμπ αφαίρεσε αργότερα την Τουρκία από το εξαιρετικά προηγμένο πρόγραμμα μαχητικών αεροσκαφών F-35 και επέβαλε ευρείες οικονομικές κυρώσεις στην Τουρκία για την αγορά του ρωσικού αντιαεροπορικού πυραυλικού συστήματος S-400, που θα έθετε σε κίνδυνο τις προηγμένες τεχνολογίες του F-35. Οι πολιτικές της Άγκυρας στην κατεστραμμένη από τον πόλεμο Συρία, η εχθρική της στάση εναντίον του Ισραήλ και οι προσπάθειές της να ενταχθεί στο δίκτυο χωρών BRICS, που επιδιώκουν να υπονομεύσουν την παγκόσμια οικονομική επιρροή της Αμερικής, δείχνουν μια δύσκολη σχέση με την Ουάσιγκτον».

Ο Αμερικανός διπλωμάτης Πάτρικ Θέρος επισημαίνει ότι μέχρι στιγμής δεν έχουμε συγκεκριμένες απόψεις από τον κ. Τραμπ που να υποδηλώνουν οτιδήποτε σε σχέση με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις: «Εδώ και χρόνια, η Ελλάδα ήταν σχεδόν το μοναδικό κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ που ξόδευε πάνω από το 2%, ξεπερνώντας μάλιστα κάποτε και το ποσοστό των ΗΠΑ. Αυτό θα έπρεπε να τον ικανοποιεί, αλλά μετά από εκτεταμένη έρευνα δεν βρήκα καμία περίπτωση όπου ο Τραμπ αναγνώρισε προσωπικά το ελληνικό επίτευγμα. Τώρα απαιτεί από τα μέλη του ΝΑΤΟ να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες στο 5%. Το υπονοούμενο παραμένει: Αν περιμένουν οι χώρες την αμερικανική προστασία, πρέπει να ξοδέψουν περισσότερα. Επιπλέον, αναμένει ότι η αύξηση αυτή θα κατευθυνθεί στην αγορά αμερικανικών όπλων. Αυτό θα είναι δύσκολο για την Ελλάδα, αλλά ακόμα πιο δύσκολο για την Τουρκία, δεδομένης της κατάστασης της οικονομίας της».


Έντι Ζεμενίδης: «Η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει την πολιτική που ακολουθεί τα τελευταία πέντε, έξι, επτά χρόνια, όχι μόνο σαν πυλώνας σταθερότητας αλλά και ως αξιόπιστος σύμμαχος στην περιοχή. Η Αμερική δεν θα μπορούσε να κάνει αυτά που κάνει στην Ουκρανία ούτε στη Μέση Ανατολή χωρίς την Ελλάδα, και αυτό πρέπει να το κάνει κατανοητό πιο πολύ. Έχουν αλλάξει τόσα πρόσωπα στο Κογκρέσο και στην κυβέρνηση, που δεν θα πρέπει να παίρνουμε ως δεδομένο ότι όλοι αυτοί γνωρίζουν τι έχει προσφέρει η Ελλάδα. Πρέπει να δώσουμε σαφέστατα μηνύματα ότι δεν είμαστε μόνο αξιόπιστοι αλλά και απαραίτητοι. Τώρα, όσοι μιλάνε για επιρροή στον πρόεδρο είναι ανοησίες. Δεν υπάρχει κάποιος που να ψιθυρίζει στο αυτί του Τραμπ. Οι μόνοι που θα μπορούσαμε να πούμε πως έχουν επιρροή είναι οι Ρεπουμπλικανοί της ομάδας της Φλόριντα, ανάμεσα τους και ο κ. Μπιλιράκης».
Ο εκτελεστικός διευθυντής του Συμβουλίου Ελληνοαμερικανικής Ηγεσίας (HALC), Έντι Ζεμενίδης, στέκεται περισσότερο στους ανθρώπους που θα εμπιστευτεί ο πρόεδρος Τραμπ για την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής και κυρίως σε αυτούς που θα διορίσει ως υφυπουργούς για θέματα ΕΕ: «Περιμένουμε τους επόμενους έξι μήνες για να δούμε ποιον θα διορίσει υφυπουργό για θέματα Ευρώπης. Δεν το έχει κάνει ακόμη, και λίγο με προβληματίζει. Πρέπει να ακούσουμε τι θα πει και η νέα πρέσβης στην Αθήνα, Κίμπερλι Γκίλφοϊλ, αλλά και ο πρέσβης στην Άγκυρα, Τομ Μπάρακ. Όταν παρουσιαστούν στη Γερουσία, θα δώσουν δείγματα της πολιτικής που θα ακολουθήσουν. Βλέπω ότι με δυσκολία ο πρόεδρος Τραμπ θα θυσιάσει τις σχέσεις του με την Ελλάδα, καθώς τη θεωρεί αξιόπιστο συνεταίρο».

Στο ερώτημα εάν ο αναθεωρητισμός Τραμπ μπορεί να γύρει την πλάστιγγα προς την Τουρκία, καθώς έχει την ίδια θεώρηση, ο κ. Συτιλίδης εμφανίζεται κατηγορηματικά αντίθετος σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο: «Ο πρόεδρος Τραμπ δεν αναμένεται να δώσει προτεραιότητα στη σχέση Ελλάδας – Τουρκίας στην αρχή της κυβέρνησής του. Επικεντρώνεται στον στρατηγικό στρατιωτικό, οικονομικό και τεχνολογικό ανταγωνισμό με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας, στην επίτευξη εκεχειρίας και ελπιδοφόρας διευθέτησης του προβλήματος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας κ.ά. Η κυβέρνηση Τραμπ θα εξετάσει τα διπλωματικά βήματα της Άγκυρας στην Ουκρανία, τη Συρία, τη βόρεια Αφρική και αλλού. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα υπολείπεται.

»Οι αμερικανικές σχέσεις με την Ελλάδα και την Τουρκία δεν βασίζονται σε μια ατζέντα μηδενικού αθροίσματος, όπου η μία χώρα πρέπει να ωφεληθεί εις βάρος της άλλης. Δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι οποιεσδήποτε ενέργειες της Ουάσινγκτον, κατευθυνόμενες προσωπικά από τον πρόεδρο Τραμπ ή προερχόμενες από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ υπό τον υπουργό Μάρκο Ρούμπιο, τον Ρεπουμπλικανό συν-συγγραφέα του νόμου για την ενέργεια και την ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο, που είναι πολύ ευνοϊκή για την Ελλάδα, θα οδηγούσαν σε παύση του ελληνοτουρκικού διαλόγου».

Πάτρικ Θέρος: «Τα επόμενα τέσσερα χρόνια, η Ελλάδα θα πρέπει να εξισορροπήσει τη συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ με την οπτική του Τραμπ, να παραμείνει σε επαγρύπνηση για πιθανές κρίσεις που μπορεί να προκαλέσει ο Ερντογάν και να κινηθεί άμεσα για να ευθυγραμμιστεί δημοσίως με τις ΗΠΑ σε θέματα που δεν επηρεάζουν ζωτικά ελληνικά συμφέροντα».

Σε ένα τόσο ρευστό διπλωματικό περιβάλλον, η στάση που θα τηρήσει αυτή τη δεδομένη στιγμή η χώρα μας παραμένει για πολλούς το ζητούμενο. Κατά τον κ. Συτιλίδη: «Η Ελλάδα πρέπει να αντιμετωπίσει τις σκληρές γεωπολιτικές πραγματικότητες της επικίνδυνης γειτονιάς της, μακριά από τις γραφειοκρατικές ανέσεις των Βρυξελλών. Αυτό συνεπάγεται αναγκαστικά αυξημένη λειτουργικότητα των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ και λιγότερο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ειδικά δεδομένου ότι το οικονομικό μπλοκ της ΕΕ δεν παρέχει ασφάλεια στην Ελλάδα ή σε οποιοδήποτε από τα μέλη της. Ο πρόεδρος Τραμπ θα εξετάσει ευνοϊκά τις ενεργές αγορές προηγμένων αεροσκαφών, ελικοπτέρων, μη επανδρωμένων αεροσκαφών, φρεγατών και περιπολικών σκαφών από την Ελλάδα. Είμαι βέβαιος ότι η επερχόμενη πρέσβειρα των ΗΠΑ, Κίμπερλι Γκίλφοϊλ, μια εξαιρετικά έξυπνη γυναίκα, με άμεση προσωπική πρόσβαση στον πρόεδρο Τραμπ, μπορεί να προσφέρει σημαντική υποστήριξη για μια ακόμη μεγαλύτερη και ισχυρότερη διμερή σχέση που προωθεί περιφερειακούς και διεθνείς στόχους στην ενέργεια, την ασφάλεια, την ειρήνη και την ευημερία».

Εφημερίδα Απογευματινή