Διορθωτικές κινήσεις μέσα και έξω από τον Μητσοτάκη με φόντο την αδυναμία της αντιπολίτευσης να επωφεληθεί
Στο κέντρο της πολιτικής επικαιρότητας τα Τέμπη
Στο Μέγαρο Μαξίμου έχουν αποδεχθεί πλήρως ότι τα Τέμπη θα βρίσκονται στο κέντρο της πολιτικής επικαιρότητας για τις επόμενες εβδομάδες, με όλες τις εξάρσεις που δικαιολογημένα προκαλούνται στην κοινωνία ενόψει των νέων συγκεντρώσεων την 28η Φεβρουαρίου
![mitsotakis_skeptikos](https://s.parapolitika.gr/images/1130x667/jpg/files/2025-02-03/mitsotakis_skeptikos.jpg)
Να διέλθει χωρίς απώλειες τον σκόπελο των Τεμπών επιδιώκει το Μέγαρο Μαξίμου, βλέποντας την ομολογουμένως εντυπωσιακή αδυναμία της αντιπολίτευσης να επωφεληθεί και ελπίζοντας πως η παντοδυναμία Μητσοτάκη στην καταλληλότητα για την πρωθυπουργία όπως επίσης η απουσία ικανού πολιτικού αντιπάλου θα λειτουργήσουν αργότερα, στον δρόμο προς το 2027. Όπως έγινε άλλωστε στις δύο τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις.
Την ίδια ώρα όμως, η αλλαγή των ανέμων στο διεθνές περιβάλλον και η επέλαση της αποπαγκοσμιοποίησης αναγκάζουν το κυβερνητικό επιτελείο σε μεγάλες διορθωτικές κινήσεις (θα αποτυπωθούν και στη δημόσια ρητορική και στον ανασχηματισμό) και πάντα υπό τον φόβο ότι η εποχή Τραμπ, με το πλήθος των αναθεωρητισμών που εξέπεμψε ο Λευκός Οίκος, μπορεί να αποθρασύνει τον Ερντογάν.
Στο Μέγαρο Μαξίμου έχουν αποδεχθεί πλήρως ότι τα Τέμπη θα βρίσκονται στο κέντρο της πολιτικής επικαιρότητας για τις επόμενες εβδομάδες, με όλες τις εξάρσεις που δικαιολογημένα προκαλούνται στην κοινωνία ενόψει των νέων συγκεντρώσεων την 28η Φεβρουαρίου, αλλά και της διαδικασίας που ξεκινά στη Βουλή για τη σύσταση της Προανακριτικής Επιτροπής και τον ορισμό τής προ ημερησίας διατάξεως συζήτησης για το δυστύχημα. Η θέση της κυβέρνησης έχει ήδη διατυπωθεί και σε όλους τους τόνους: η όλη υπόθεση έχει ξεκάθαρες ποινικές διαστάσεις, για τις οποίες μόνη αρμόδια είναι η Δικαιοσύνη και, βέβαια, δεν επιχειρήθηκε καμία συγκάλυψη με ευθύνη κυβερνητικών παραγόντων.
Παράλληλα, το μήνυμα, όπως εκφράστηκε διά στόματος Κυριάκου Μητσοτάκη, είναι πως όπου προκύψουν ποινικές ευθύνες, είτε πρόκειται για πρόσωπα του κρατικού μηχανισμού είτε πολιτικά, τότε αυτές θα αποδοθούν στα αρμόδια δικαστήρια. Αυτά όσον αφορά το δικαστικό σκέλος. Στο αμιγώς πολιτικό, όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μεν τη ΝΔ καθηλωμένη σε ποσοστά πέριξ του 25%, ωστόσο το ΠΑΣΟΚ κατά κύριο λόγο και ακολούθως ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν καταφέρνουν να κερδίσουν από το περιρρέον κλίμα αλλά, παραδόξως, χάνουν δυνάμεις.
Και ακριβώς αυτό το στοιχείο είναι που ενισχύει την αισιοδοξία στα επιτελικά γραφεία για τη συνέχεια, καθώς η γενική εκτίμηση που επικρατεί είναι πως η κοινωνία, παρά την οργή που τώρα εκφράζει για τη σιδηροδρομική τραγωδία, αντιλαμβάνεται ότι δεν καταγράφεται άλλη εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης. Κυβερνητικοί παράγοντες σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις σημείωναν ότι τα μεγάλα τμήματα του πληθυσμού δεν ξεχνούν τις σοβαρές περιπέτειες της χώρας και τις καταρρεύσεις στα χρόνια των ανέξοδων υποσχέσεων και πλέον κρίνουν με όρους κυβερνησιμότητας και ασφάλειας.
Υπό αυτή την έννοια εξηγούν τη χαοτική διαφορά στις μετρήσεις κοινής γνώμης όσον αφορά την καταλληλότητα ανάμεσα στον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Νίκο Ανδρουλάκη. Και όπως λένε, όταν η υπόθεση των Τεμπών πάρει τον δρόμο της και η αγανάκτηση του κόσμου καταλαγιάσει, η κοινωνία θα σκεφτεί σοβαρά και θα επιλέξει με γνώμονα την πολιτική σταθερότητα και την αποκατάσταση των τραυμάτων που επέφεραν τα τρία μνημόνια και οι διεθνείς κρίσεις που ακολούθησαν (πληθωριστική, ενεργειακή).
Το διεθνές όμως περιβάλλον, όπως αυτό μεταλλάσσεται ραγδαία μετά την επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, όσο και αν ακόμη δεν εισέρχεται σε πρώτο πλάνο, ανησυχεί και μάλιστα σοβαρά το Μέγαρο Μαξίμου, καθώς ουδείς εντέλει γνωρίζει πώς θα επιλέξει να πολιτευτεί ο νέος πλανητάρχης σε σχέση και µε τα Ελληνοτουρκικά αλλά και όσον αφορά το κοµµάτι των εµπορικών σχέσεων.
Σε αυτό το περιβάλλον ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θα πάει τελικά στο Μόναχο, εκεί όπου παίζεται το µέλλον της Ουκρανίας, και αυτή η απουσία επιδέχεται ερµηνείες.
Το βέβαιο είναι πως ο γαλλογερµανικός άξονας, που υποστήριξε θερµότατα τους Ουκρανούς στη σύγκρουση µε τους Ρώσους, θα βρεθεί σε αµήχανη θέση, καθώς όλα δείχνουν πως οι Αµερικανοί θα αφήσουν τους Ευρωπαίους να βγάλουν το φίδι από την τρύπα, µε ό,τι αυτό σηµαίνει για τη γερµανική και τη γαλλική οικονοµία, οι οποίες ως γνωστόν διανύουν ισχνές περιόδους. Θυµίζουµε ότι ο Μακρόν προ µηνών είχε ουσιαστικά προτείνει την αποστολή ευρωπαϊκών χερσαίων δυνάµεων στα πολεµικά µέτωπα της Ουκρανίας, πρόταση µε την οποία είχε αντιδράσει τότε και µάλιστα έντονα ο Έλληνας πρωθυπουργός.
Η Αθήνα απέναντι σε αυτή τη νέα πραγµατικότητα, όπως αποτυπώνεται στην πρωτοφανή διάσταση ανάµεσα στην Ουάσινγκτον από τη µία και το Βερολίνο και το Παρίσι από την άλλη, κρατά τ η δική της διακριτή θέση µε δεδοµένες τις εξαιρετικές ελληνοαµερικανικές σχέσεις αλλά και τον συµµαχικό άξονα µε το Ισραήλ. Ωστόσο, το απρόβλεπτο του νέου Αµερικανού προέδρου δεν αφήνει περιθώρια εφησυχασµού στα κυβερνητικά γραφεία, εκεί όπου στελέχη οµολογούν (εκ των υστέρων) ότι θα έπρεπε να είχαν γίνει καλύτερες εκτιµήσεις και να είχε προβλεφθεί η επανεκλογή Τραµπ, ώστε εγκαίρως να συγκροτηθούν ικανοί δίαυλοι επικοινωνίας ανάµεσα στην ελληνική πλευρά και τη Ρεπουµπλικανική αντιπαγκοσµιοποιητική Αµερική.
*Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή
Την ίδια ώρα όμως, η αλλαγή των ανέμων στο διεθνές περιβάλλον και η επέλαση της αποπαγκοσμιοποίησης αναγκάζουν το κυβερνητικό επιτελείο σε μεγάλες διορθωτικές κινήσεις (θα αποτυπωθούν και στη δημόσια ρητορική και στον ανασχηματισμό) και πάντα υπό τον φόβο ότι η εποχή Τραμπ, με το πλήθος των αναθεωρητισμών που εξέπεμψε ο Λευκός Οίκος, μπορεί να αποθρασύνει τον Ερντογάν.
Στο κέντρο της πολιτικής επικαιρότητας τα Τέμπη
Στο Μέγαρο Μαξίμου έχουν αποδεχθεί πλήρως ότι τα Τέμπη θα βρίσκονται στο κέντρο της πολιτικής επικαιρότητας για τις επόμενες εβδομάδες, με όλες τις εξάρσεις που δικαιολογημένα προκαλούνται στην κοινωνία ενόψει των νέων συγκεντρώσεων την 28η Φεβρουαρίου, αλλά και της διαδικασίας που ξεκινά στη Βουλή για τη σύσταση της Προανακριτικής Επιτροπής και τον ορισμό τής προ ημερησίας διατάξεως συζήτησης για το δυστύχημα. Η θέση της κυβέρνησης έχει ήδη διατυπωθεί και σε όλους τους τόνους: η όλη υπόθεση έχει ξεκάθαρες ποινικές διαστάσεις, για τις οποίες μόνη αρμόδια είναι η Δικαιοσύνη και, βέβαια, δεν επιχειρήθηκε καμία συγκάλυψη με ευθύνη κυβερνητικών παραγόντων.Παράλληλα, το μήνυμα, όπως εκφράστηκε διά στόματος Κυριάκου Μητσοτάκη, είναι πως όπου προκύψουν ποινικές ευθύνες, είτε πρόκειται για πρόσωπα του κρατικού μηχανισμού είτε πολιτικά, τότε αυτές θα αποδοθούν στα αρμόδια δικαστήρια. Αυτά όσον αφορά το δικαστικό σκέλος. Στο αμιγώς πολιτικό, όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μεν τη ΝΔ καθηλωμένη σε ποσοστά πέριξ του 25%, ωστόσο το ΠΑΣΟΚ κατά κύριο λόγο και ακολούθως ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν καταφέρνουν να κερδίσουν από το περιρρέον κλίμα αλλά, παραδόξως, χάνουν δυνάμεις.
Και ακριβώς αυτό το στοιχείο είναι που ενισχύει την αισιοδοξία στα επιτελικά γραφεία για τη συνέχεια, καθώς η γενική εκτίμηση που επικρατεί είναι πως η κοινωνία, παρά την οργή που τώρα εκφράζει για τη σιδηροδρομική τραγωδία, αντιλαμβάνεται ότι δεν καταγράφεται άλλη εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης. Κυβερνητικοί παράγοντες σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις σημείωναν ότι τα μεγάλα τμήματα του πληθυσμού δεν ξεχνούν τις σοβαρές περιπέτειες της χώρας και τις καταρρεύσεις στα χρόνια των ανέξοδων υποσχέσεων και πλέον κρίνουν με όρους κυβερνησιμότητας και ασφάλειας.
Υπό αυτή την έννοια εξηγούν τη χαοτική διαφορά στις μετρήσεις κοινής γνώμης όσον αφορά την καταλληλότητα ανάμεσα στον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Νίκο Ανδρουλάκη. Και όπως λένε, όταν η υπόθεση των Τεμπών πάρει τον δρόμο της και η αγανάκτηση του κόσμου καταλαγιάσει, η κοινωνία θα σκεφτεί σοβαρά και θα επιλέξει με γνώμονα την πολιτική σταθερότητα και την αποκατάσταση των τραυμάτων που επέφεραν τα τρία μνημόνια και οι διεθνείς κρίσεις που ακολούθησαν (πληθωριστική, ενεργειακή).
Το διεθνές όμως περιβάλλον, όπως αυτό μεταλλάσσεται ραγδαία μετά την επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, όσο και αν ακόμη δεν εισέρχεται σε πρώτο πλάνο, ανησυχεί και μάλιστα σοβαρά το Μέγαρο Μαξίμου, καθώς ουδείς εντέλει γνωρίζει πώς θα επιλέξει να πολιτευτεί ο νέος πλανητάρχης σε σχέση και µε τα Ελληνοτουρκικά αλλά και όσον αφορά το κοµµάτι των εµπορικών σχέσεων.
Σε αυτό το περιβάλλον ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θα πάει τελικά στο Μόναχο, εκεί όπου παίζεται το µέλλον της Ουκρανίας, και αυτή η απουσία επιδέχεται ερµηνείες.
Το βέβαιο είναι πως ο γαλλογερµανικός άξονας, που υποστήριξε θερµότατα τους Ουκρανούς στη σύγκρουση µε τους Ρώσους, θα βρεθεί σε αµήχανη θέση, καθώς όλα δείχνουν πως οι Αµερικανοί θα αφήσουν τους Ευρωπαίους να βγάλουν το φίδι από την τρύπα, µε ό,τι αυτό σηµαίνει για τη γερµανική και τη γαλλική οικονοµία, οι οποίες ως γνωστόν διανύουν ισχνές περιόδους. Θυµίζουµε ότι ο Μακρόν προ µηνών είχε ουσιαστικά προτείνει την αποστολή ευρωπαϊκών χερσαίων δυνάµεων στα πολεµικά µέτωπα της Ουκρανίας, πρόταση µε την οποία είχε αντιδράσει τότε και µάλιστα έντονα ο Έλληνας πρωθυπουργός.
Η Αθήνα απέναντι σε αυτή τη νέα πραγµατικότητα, όπως αποτυπώνεται στην πρωτοφανή διάσταση ανάµεσα στην Ουάσινγκτον από τη µία και το Βερολίνο και το Παρίσι από την άλλη, κρατά τ η δική της διακριτή θέση µε δεδοµένες τις εξαιρετικές ελληνοαµερικανικές σχέσεις αλλά και τον συµµαχικό άξονα µε το Ισραήλ. Ωστόσο, το απρόβλεπτο του νέου Αµερικανού προέδρου δεν αφήνει περιθώρια εφησυχασµού στα κυβερνητικά γραφεία, εκεί όπου στελέχη οµολογούν (εκ των υστέρων) ότι θα έπρεπε να είχαν γίνει καλύτερες εκτιµήσεις και να είχε προβλεφθεί η επανεκλογή Τραµπ, ώστε εγκαίρως να συγκροτηθούν ικανοί δίαυλοι επικοινωνίας ανάµεσα στην ελληνική πλευρά και τη Ρεπουµπλικανική αντιπαγκοσµιοποιητική Αµερική.
*Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή