Επί χρόνια οι Άραβες κοιτούσαν επενδύσεις στην Ελλάδα. Ειδικά µετά την οικονοµική κρίση του 2010, η ελληνική κυβέρνηση επιχείρησε να φέρει τα πετροδόλαρά τους για να γίνουν ανάχωµα στην οικονοµική ύφεση που ακολούθησε. Η περίπτωση της αξιοποίησης του Ελληνικού επί κυβέρνησης Παπανδρέου αποτέλεσε την πρώτη προσπάθεια, για να ακολουθήσουν άλλες για λιµάνια, τουριστικές αναπτύξεις, real estate κ.λπ. Όλες οι προσπάθειες ωστόσο πήγαιναν χαµένες.

Οι Άραβες επενδυτές, µε λίγη δόση καχυποψίας για το Grexit, δεν επιθυµούσαν να «διαγωνιστούν» µε άλλους στην απόκτηση περιουσιακών στοιχείων που εκποιούνταν την περίοδο εκείνη. Ηθελαν διακρατικές συµφωνίες, είτε για το Ελληνικό είτε για τον ∆ΕΣΦΑ είτε για άλλα περιουσιακά στοιχεία. «Οι Αραβες συζητούν πολύ, αλλά σπανίως βάζουν το χέρι στην τσέπη», έλεγε τότε κυβερνητικό στέλεχος που βρισκόταν σε επαφές µε πιθανούς Αραβες επενδυτές.

Η µόνη µεγάλη αραβική επένδυση που προχώρησε ήταν αυτή του «Αστέρα» Βουλιαγµένης. Αραβες και Τούρκοι επενδυτές (την πλειοψηφία την είχαν οι Αραβες του Abu Dhabi) απέκτησαν το «διαµάντι» της ΕΤΕ αντί 440 εκατ. ευρώ. Τα χρήµατα που έβγαλαν ωστόσο είναι πολλαπλάσια. Μόνο την περίοδο 2021- 2023 τα µερίσµατα που έλαβαν οι µέτοχοι ξεπέρασαν τα 500 εκατ. ευρώ. Την εβδοµάδα που µας πέρασε µάλιστα ο εφοπλιστής Γ. Προκοπίου απέκτησε το σύνολο των µετοχών του «Αστέρα».

Οι πρώτες κινήσεις για επενδύσεις στην Ελλάδα

Ο «Αστέρας» Βουλιαγµένης αναµφίβολα έβαλε την Ελλάδα στο ραντάρ των αραβικών κεφαλαίων. Η δεύτερη κίνηση έγινε πάλι από το Abu Dhabi και το κρατικό επενδυτικό fund Mubadala το 2018. To fund δέσµευσε 200 εκατ. ευρώ για συνεπενδύσεις µε την Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΑΤΕ), πρώην Ταµείο Ανάπτυξης Νέας Οικονοµίας (ΤΑΝΕΟ), συνολικού ύψους 400 εκατ. ευρώ. Η Mubadala έβαλε κεφάλαια σε τουλάχιστον τρία εγχώρια επενδυτικά κεφάλαια, αλλά και σε µεµονωµένες επιχειρήσεις, π.χ. Blueground, Μύλοι Λούλη κ.ά. Η αραβική επενδυτική άνοιξη ωστόσο στην Ελλάδα έγινε µετά το 2020.

Η κινητικότητα που έδειξε η πρώτη κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη στο να φέρει Αραβες επενδυτές στη χώρα, συν το γεγονός ότι ο «Αστέρας» Βουλιαγµένης φάνηκε ότι έγινε µια... χρυσοτόκος όρνιθα, άλλαξε τη στάση των αραβικών επενδυτικών κεφαλαίων. Μάλιστα οι συζητήσεις δεν αφορούσαν µόνον τα περισσότερο εξωστρεφή Αραβικά Εµιράτα, αλλά και τη µεγάλη δύναµη της περιοχής, τη Σαουδική Αραβία. Οι συµφωνίες που έκλεισαν το τελευταίο διάστηµα µε τη ∆ΕΗ, για τη δηµιουργία του καλωδιακού συστήµατος Eastto-Med Data Corridor (EMC), είναι ενδεικτική της στάσης που ακολουθούν οι Σαουδάραβες.

Η συνεπένδυση αυτή στόχο έχει να δηµιουργήσει ένα καλωδιακό σύστηµα οπτικών ινών από την Ινδία έως την Ευρώπη, µέσω της Μέσης Ανατολής και την Ελλάδα. Ο βασικός επενδυτής µε 75% είναι η STC, δηλαδή ο σαουδαραβικός τηλεπικοινωνιακός όµιλος, η ∆ΕΗ και η κυπριακή Cyta που έχουν το 25%. O EMC τροχιοδρόµησε άλλη µια συνεπένδυση ∆ΕΗ και Αράβων, που αφορά τη δηµιουργία data center στην Ελλάδα. Αυτή τη φορά συνεπενδυτής είναι η DAMAC από το Ντουµπάι και στόχος είναι η δηµιουργία ενός µεγάλου data center (12,5 ΜW) στην Ανατολική Αττική. H επένδυση αυτή εκτιµάται σε µερικές εκατοντάδες εκατ. ευρώ. Η ∆ΕΗ µε το data center αυτό θα υποστηρίξει -πέρα από το EMC- και τις δικές της δραστηριότητες στις τηλεπικοινωνίες.

Η συνεργασία µε τη Σαουδική Αραβία µπορεί να είναι και ενεργειακή, αν προχωρήσει η ενεργειακή διασύνδεση των δύο χωρών. Προς την κατεύθυνση αυτή έχει δηµιουργηθεί η κοινή εταιρεία ειδικού σκοπού των Α∆ΜΗΕ και National Grid (ο σαουδαραβικός «Α∆- ΜΗΕ»), που ονοµάζεται Saudi-GreekInterconnection (SGI).

Deals πολλών δισεκατοµµυρίων

Οι επενδύσεις ωστόσο που καθιστούν πλέον σηµαντικούς για την ελληνική οικονοµία τους Αραβες επενδυτές είναι αναµφίβολα οι εξαγορές της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή και της Hellenic HealthCare (HHC). Η πρώτη από τις δύο εξαγοράστηκε από τη Masdar, αντί 2,3 δισ. ευρώ, ενώ η δεύτερη αντί 1,3 δισ. ευρώ. Σε όρους επιχειρηµατικής αξίας, οι δύο συµφωνίες ανέρχονται στα 5,5 δισ. ευρώ και είναι από τις µεγαλύτερες που έχουν υπογραφεί τα τελευταία χρόνια.

Ειδικότερα η συµφωνία της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ µε τη Masdar είναι η µεγαλύτερη συµφωνία εξαγοράς ελληνικής επιχείρησης που έχει συντελεστεί τουλάχιστον τα τελευταία 5 χρόνια. Η συνολική επένδυση της Masdar στην εταιρεία ανέρχεται σε 3,2 δισ. ευρώ, αν συνυπολογιστούν και οι υποχρεώσεις της επιχείρησης που εξαγόρασε. Η Masdar είναι η κρατική εταιρεία που ελέγχεται από τη Mubadala και εστιάζει στις επενδύσεις του ενεργειακού κλάδου. Σηµειώνεται ότι η Masdar συµµετέχει και στο έργο της ενεργειακής καλωδιακής σύνδεσης της Αιγύπτου µε την Ελλάδα, το γνωστό GRECY, που προωθείται από την αιγυπτιακή και την ελληνική κυβέρνηση. Η εξαγορά της HHC έγινε από µια άλλη ιδιωτική εταιρεία του Abu Dhabi.

Πρόκειται για τον ιατρικό όµιλο PureHealth και συνιστά από τις µεγαλύτερες επενδύσεις που έγιναν στη χώρα µας, τα τελευταία χρόνια. Ο πωλητής της HHC, το fund CVC, έβγαλε πολλά χρήµατα, καθώς οι επενδύσεις που έκανε δεν ξεπέρασαν τα 400 εκατ. ευρώ, ενώ ο όµιλος που δηµιούργησε αποτιµήθηκε στα 2,3 δισ. ευρώ από την PureHealth. Μόνον από την πώληση του 55% η CVC θα εισπράξει 1 δισ. ευρώ, ενώ µέχρι σήµερα έχει εισπράξει και µερίσµατα πάνω από 150 εκατ. ευρώ. Οι επενδύσεις των Αράβων αναµφίβολα διευρύνονται.

Πολλές γίνονται σε τουριστικές αναπτύξεις (Ermioni Club, One & Only Kea Island κ.ά.), αλλά και σε άλλες επιχειρήσεις (Μύλοι Λούλη). Το αραβικό κύµα επενδύσεων στην Ελλάδα θα διογκωθεί ακόµη περισσότερο, και µάλιστα από την πλευρά της Σαουδικής Αραβίας, αν τεθεί σε εφαρµογή η δηµιουργία του διαδρόµου IMEC (India-Middle EastEurope Economic Corridor).


*Δημοσιεύτηκε στην «Κυριακάτικη Απογευματινή»