Καθώς οι πολιτικοί συσχετισµοί αλλάζουν απροσδόκητα κάθε φορά που έχουµε νέο κύµα δηµοσκοπήσεων, νέες εκδοχές έρχονται να καλύψουν το κενό του χαµένου εδώ και καιρό στα συρτάρια του παρελθόντος δικοµµατισµού. Γίνεται πλέον αναφορά για «ευνοϊκό δικοµµατισµό», για ικανοποίηση στο Μαξίµου για την ορµητική -δηµοσκοπική πάντα- άνοδο της Πλεύσης Ελευθερίας. Υπάρχει και η εκτίµηση ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης πριµοδοτεί το κόµµα της κ. Κωνσταντοπούλου ώστε στις εκλογές να έχει απέναντί του µια αντίπαλο που θα του δίνει πόντους στο δίληµµα της κυβερνησιµότητας. Μάλιστα ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης, αναρωτιόταν στις 24.3.2025: «Τι θέλουν σήµερα; Κόµµατα χωρίς πρόγραµµα, κόµµατα µονοπρόσωπα, κόµµατα του TikTok. Αυτά τα κόµµατα θα αλλάξουν την Ελλάδα;», αφήνοντας υπαινιγµούς για «σχέδια του παρασκηνίου».

Διαβάστε ακόμη: Κυριάκος Μητσοτάκης: Ήρθε µια... µέρα ξαφνικά και πάγωσε η Τουρκία

Μπορεί στ’ αλήθεια ο Κυριάκος Μητσοτάκης να κινεί την πολιτική του µπαγκέτα και να επιλέγει την αξιωµατική αντιπολίτευση της αρεσκείας του; ∆εν προκύπτει κάτι τέτοιο από την εποχή της πρώτης νίκης της Ν.∆. στις εκλογές του 2019 µέχρι σήµερα. Η κυβερνητική παράταξη βρέθηκε αντιµέτωπη µε τρία κόµµατα που διαδέχθηκαν το ένα το άλλο στον ρόλο της αξιωµατικής αντιπολίτευσης: τον ΣΥΡΙΖΑ µέχρι την κατάρρευσή του, το ΠΑΣΟΚ που έγινε κοινοβουλευτικά δεύτερο κόµµα λόγω της διάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ και της δηµοσκοπικής δεύτερης θέσης της Πλεύσης Ελευθερίας τον τελευταίο µήνα. Και µόνο η απαρίθµηση αυτών των εναλλαγών -και ο διαφορετικός τρόπος που έγιναν- δείχνει πως είναι οι πολιτικές συγκυρίες που καθόρισαν τους εκάστοτε συσχετισµούς και όχι οι επιθυµίες του Μαξίµου για τον ποιον θα έχει απέναντι.

Ανάκτηση δυνάμεων

Σήµερα είναι δυσκολότερο από το 2019 ή το 2023 να υποθέσει κάποιος ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης κινεί τα νήµατα για µια «βολική αντιπολίτευση». Η κυβερνητική παράταξη, µετά τη νίκη της µε 41% στις εκλογές του 2023, µετρά µεγάλες απώλειες που καταγράφτηκαν στις ευρωεκλογές, µε πτώση του ποσοστού της στο 28%. Η τραγωδία των Τεµπών την έφερε στο χαµηλότερο µέχρι σήµερα σηµείο της πολιτικής της ισχύος. Η Ν.∆. επιχειρεί µέσα σε δύσκολες συνθήκες να επανακτήσει δυνάµεις. Επιπλέον, το αντισυστηµικό κλίµα αλλά και ο µεγάλος βαθµός απογοήτευσης από την κυβερνητική πολιτική, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την ακρίβεια, µεγαλώνουν τον βαθµό δυσκολίας στην υλοποίηση σχεδίων ανάκαµψης. Είναι, συνεπώς, έωλο σε τέτοιες συνθήκες να κυοφορούνται σχέδια στα... υπόγεια του Μαξίµου για «κατασκευή» βολικής αντιπολίτευσης.

Η δηµοσκοπική εκτόξευση της Πλεύσης Ελευθερίας, εξάλλου, οφείλεται σε µικρό βαθµό στις απώλειες που καταγράφει η Ν.∆. Στην έρευνα της MRB, µόλις ένα 4% των δυνάµεών της µετακοµίζουν στο κόµµα της κ. Κωνσταντοπούλου. Αντίθετα, οι απώλειες που καταγράφονται από τον ΣΥΡΙΖΑ προς την Πλεύση (23,5%) αλλά και από το ΠΑΣΟΚ (21,1%) είναι αυτές που εκτοξεύουν το κόµµα αυτό στη δεύτερη θέση. Η κ. Κωνσταντοπούλου κέρδισε σηµαντικό έδαφος «επενδύοντας» στην υπόθεση των Τεµπών -εκεί που η κυβέρνηση βρέθηκε µε την πλάτη στον τοίχο- αλλά φαίνεται πως σταθεροποιεί τα ποσοστά της, καθώς οι εισροές από τον χώρο της Κεντροαριστεράς έχουν να κάνουν και µε τη συνολική απογοήτευση για την αντιπολιτευτική τακτική του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ. Ολα αυτά φανερώνουν µεγάλες µετατοπίσεις σε ένα αντισυστηµικό τοπίο και έντονες πολιτικές διεργασίες, που καµία πολιτική δύναµη δεν µπορεί να ελέγξει. Μήπως όµως η ανάδειξη της Πλεύσης Ελευθερίας σε δεύτερο κόµµα στο τελευταίο κύµα ερευνών είναι µια βολική εξέλιξη για τη Ν.∆.; Πολύ περισσότερο που ήδη γίνονται εκτιµήσεις ότι η άνοδος της Ζωής Κωνσταντοπούλου δεν είναι µόνο προϊόν συγκυρίας λόγω των Τεµπών, αλλά σταδιακά αποκτά πιο πάγια χαρακτηριστικά; Αυτή είναι µια άλλη συζήτηση, µε επιχειρήµατα υπέρ και κατά. 

Οι αναλύσεις και το... χάος

Η αντιπολίτευση καταγράφει την αύξηση των αναφορών από τον Κυριάκο Μητσοτάκη στη Βουλή κατά της Πλεύσης Ελευθερίας, συνάγοντας το συµπέρασµα ότι αξιοποιεί την κ. Κωνσταντοπούλου για να αναδείξει το δίληµµα «Μητσοτάκης ή χάος». Υπάρχει και η ανάλυση πως διαµορφώνεται µια άτυπη συµµαχία µεταξύ του «συστηµικού» Κυριάκου Μητσοτάκη και της «αντιθεσµικής» Ζωής Κωνσταντοπούλου, όπου «το ένα χέρι νίβει το άλλο», αλλά στο τέλος της ηµέρας ο ωφεληµένος θα είναι ο πρωθυπουργός, που θα κερδίσει το στοίχηµα της κυβερνησιµότητας. Ολα αυτά βεβαίως απέχουν πολύ από τις προσεχείς εκλογές, που εκτός απροόπτου θα διεξαχθούν το 2027, µε τα κριτήρια ψήφου και τους συσχετισµούς να είναι διαφορετικοί. Ωστόσο, παραµένει ανοιχτό το ερώτηµα αν και ποιον συµφέρουν οι ακτιβισµοί τόσο της Πλεύσης Ελευθερίας όσο -ας µην το ξεχνάµε- και της Ελληνικής Λύσης.

Ας εστιάσουµε την προσοχή µας σε ένα από τα πιθανά σενάρια, µε τη Ν.∆. να µην έχει την αυτοδυναµία στις εκλογές ή εάν προσφύγουµε σε δεύτερη αναµέτρηση. Πόσο ωφελεί τον τόπο η βεβαιότητα πως το ενδεχόµενο µετεκλογικών συνεργασιών κάθε άλλο παρά εξυπηρετείται από τα κόµµατα της «βολικής» για τη Ν.∆. αντιπολίτευσης; Εξάλλου, µε την επανεκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη στο ΠΑΣΟΚ στο τέλος της περασµένης χρονιάς υπήρξαν ελπίδες για ένα «θεσµικό δίπολο», αλλά και ψήγµατα συναίνεσης σε πολύ βασικά θέµατα. Αυτή η τάση εδώ και δύο µήνες δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Αντί γι’ αυτό έχουµε την εικόνα µιας πολυκερµατισµένης αντιπολίτευσης όσο ποτέ άλλοτε -και αυτό τίποτα ευοίωνο δεν προοιωνίζεται.

Δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη Απογευματινή