Η κυβέρνηση μεθοδεύει δημοψήφισμα για δραχμή
Τα επικίνδυνα παιχνίδια της κυβέρνησης εις βάρος της χώρας, τα γεγονότα που το αποδεικνύουν και η συνάφεια µε τους αρχικούς στόχους της
Σε επικίνδυνα παιχνίδια, υπό τον µανδύα της σκληρής, κάθε φορά, υποτίθεται, διαπραγµάτευσης, επιδίδεται η κυβέρνηση, µε ορισµένους να υποστηρίζουν ότι πίσω από αυτά κρύβονται οι επιθυµίες ενός πυρήνα στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης για έξοδο από την ευρωζώνη. Πολιτικοί αναλυτές, µάλιστα, υποστηρίζουν πως εκπορεύονται από την ιδεοληπτική εµµονή της συγκεκριµένης Αριστεράς, η οποία πλέον βλέπει ότι οι αρχικοί της στόχοι, που εκφράστηκαν κατά τον καλύτερο τρόπο τους πρώτους µήνες της διακυβέρνησής της από την πλευρά Λαφαζάνη, µπορεί να έχουν τώρα εφαρµογή, µε το άλλοθι του παραλογισµού των µέτρων, στα οποία πάντως συνέβαλαν:
(α) οι συνεχείς καθυστερήσεις στην υλοποίηση κατά τα άλλα συµφωνηµένων δεσµεύσεων, ως όρων των δανείων, και
(β) η δηµιουργία της εντύπωσης εµπαιγµού των θεσµών από τη στάση της ελληνικής κυβέρνησης.
Αποκορύφωµα του εµπαιγµού υπήρξε το είδος της ιδιόρρυθµης διαπραγµάτευσης επί εποχής Βαρουφάκη.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι η τελική πράξη του ελληνικού δράµατος, το οποίο κορύφωσε η κυβέρνηση της «πρώτη φορά Αριστεράς», θα είναι η εξέταση της δυνατότητας διεξαγωγής ακόµα ενός δηµοψηφίσµατος µε συγκεκριµένο ερώτηµα, που θα αφορά την παραµονή ή µη της Ελλάδας στην ευρωζώνη. Με την κυβέρνηση να προσπαθεί να εκµεταλλευθεί την απόγνωση του λαού από τη φτωχοποίησή του, στην οποία η ίδια συνέβαλε κυρίως από το καλοκαίρι του 2015 και µε τη σειρά των επώδυνων µέτρων που ήταν το αποτέλεσµα των δικών της, σκόπιµων παλινδροµήσεων στις διαπραγµατεύσεις.
Το σενάριο της εφαρµογής ενός τέτοιου σχεδίου -αλλά κυρίως ως επιβεβαίωση του αρχικού στόχου της αριστερής κυβέρνησηςτο αποκαλύπτουν εκµυστηρεύσεις παλαιού συνεργάτου της, ο οποίος διείδε από τις πρώτες εβδοµάδες της διακυβέρνησης τους στόχους του Αλέξη Τσίπρα και του περιβάλλοντός του. Μάλιστα, η πολύωρη διάσκεψη στις Βρυξέλλες τον Ιούνιο του 2015, περί της οποίας εκαυχάτο ο πρωθυπουργός, ως ένδειξη σκληρής διαπραγµάτευσης, όταν στην ουσία η χώρα βρέθηκε κυριολεκτικώς στο χείλος του γκρεµού, απέβλεπε µέχρι την τελευταία στιγµή στη ρήξη. Απλώς, ο πρωθυπουργός συνειδητοποίησε πολύ αργά ότι δεν θα µπορούσε να αντέξει το βάρος και την ευθύνη µιας καταστροφής και την τελευταία στιγµή ανέκρουσε πρύµναν, λαµβάνοντας υπ’ όψιν και την προειδοποίηση Ευρωπαίων αξιωµατούχων ότι δεν θα υφίστατο πλήγµα µόνον η χώρα, αλλά θα καταστρεφόταν, πολιτικά, και ο ίδιος. Ηταν µια υπαναχώρηση όχι στο «παρά πέντε», αλλά στο «και πέντε», που στοίχισε στον ελληνικό λαό δισεκατοµµύρια και, βεβαίως, έφερε τα capital controls. Επιπλέον, το συγκεκριµένο γεγονός ανέδειξε τις πραγµατικές προθέσεις του ΣΥΡΙΖΑ ευθύς εξαρχής ως ανέλαβε την εξουσία, προθέσεις που είναι αντιπροσωπευτικές των ιδεολογικών αρχών του κόµµατος και του καταστατικού του.
ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ
Βεβαίως, σήµερα οι συνθήκες έχουν µεταβληθεί, υπό την έννοια ότι αναδεικνύονται µεν στα µάτια των Ελλήνων οι παραλογισµοί των δανειστών ως προς τις απαιτήσεις τους, γεγονός που είναι εκ-µεταλλεύσιµο για την αριστερή κυβέρνηση, αποσιωπάται όµως το ποιος έχει την ευθύνη για την εξώθηση των δανειστών σε παράλογες απαιτήσεις, που και αυτές είναι αποτέλεσµα της αναξιοπιστίας της κυβέρνησης.
Τόσο στην αντιπολίτευση όσο και στις Βρυξέλλες ηχούν αδιάφορα οι καθησυχαστικές κορώνες από πλευράς των κυβερνητικών στελεχών, διότι ο κ. Τσίπρας έχει χάσει την εµπιστοσύνη του εγχώριου πολιτικού συστήµατος και των εταίρων, εξαιτίας της διαµορφωµένης πεποίθησης ότι «δουλεύει» τους πάντες. Στις µεν Βρυξέλλες έχουν δείγµατα των υπαναχωρήσεων στα συµφωνηθέντα, µε βασική τακτική τις σκόπιµες καθυστερήσεις, στη δε εγχώρια «πολιτική αγορά» παραδείγµατα έντεχνης εξαπάτησης ή αποκρύψεων µπορούν να αναζητηθούν στην αριστερή στάση απέναντι σε κορυφαία πολιτικά πρόσωπα, όπως είναι ο ∆ηµήτρης Αβραµόπουλος, ο Προκόπης Παυλόπουλος και ο Κώστας Καραµανλής.
Ετσι, κανείς δεν έδωσε σηµασία στις πρόσφατες διαβεβαιώσεις του υπουργού των Εσωτερικών -και εκπροσώπου της σκληρής αριστερής γραµµήςΠάνου Σκουρλέτη, ο οποίος απέκλεισε κατηγορηµατικά τόσο τα σενάρια εκλογών όσο και το δηµοψήφισµα. Αντιθέτως, στους κόλπους της αντιπολίτευσης υποστηρίζεται ότι αφενός τέτοιου είδους µείζονες πολιτικές ενέργειες δεν διαφηµίζονται εκ προοιµίου, αφετέρου επελέγη ο κ. Σκουρλέτης για τις διαβεβαιώσεις αυτές προκειµένου να είναι πιο πειστικές και, κυρίως, καθησυχαστικές, αφού ο ίδιος είναι κατά τα άλλα εκπρόσωπος της σκληρής αριστερής γραµµής.
Σηµειώνεται, πάντως, παρά τα όσα λέγονται για τις περιορισµένες δυνατότητες διενέργειας ακόµα ενός δηµοψηφίσµατος, ότι, σύµφωνα µε το άρθρο 44, παρ. 2 του Συντάγµατος, ο Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας είναι υποχρεωµένος να εκδώσει διάταγµα για τη διενέργεια δηµοψηφίσµατος ύστερα από απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας του όλου αριθµού των βουλευτών, που λαµβάνεται µε πρόταση του Υπουργικού Συµβουλίου. ∆εν υπάρχει, δε, καµία αµφιβολία ότι το περιεχόµενο ενός τέτοιου δηµοψηφίσµατος, ως αυτό που µελετά η κυβέρνηση, ανταποκρίνεται πλήρως στην έννοια του «εθνικού θέµατος», που αποτελεί, δεσµευτικά από το Σύνταγµα, αντικείµενο κάθε δηµοψηφίσµατος. Από την άλλη, δεν χωρεί αµφιβολία ότι σε µια τέτοια προοπτική τόσο το Υπουργικό Συµβούλιο όσο και η κοινοβουλευτική πλειοψηφία της κυβέρνησης θα είναι συµπαγείς.