Ξέφυγε ο Κοντονής – Κατηγορεί τον πρόεδρο του ΣτΕ πως ξεπέρασε κάθε όριο
«Ρόλος της κυβέρνησης είναι να προστατεύσει τους θεσμούς και πρώτα και κύρια το κύρος της Δικαιοσύνης στα μάτια των πολιτών», τόνισε ο υπουργός Δικαιοσύνης
Να υπερασπιστεί την θέση του επιχειρεί και σήμερα ο υπουργός Δικαιοσύνης Σταύρος Κοντονής, μετά την κόντρα που ξέσπασε μεταξύ του ίδιου και των εκπροσώπων της Δικαιοσύνης. Οι σοβαρές καταγγελίες του Προέδρου του ΣτΕ κ. Σακελλαρίου άνοιξαν ένα ακόμη σοβαρό μέτωπο για την κυβέρνηση, η οποία βρίσκεται έκθετη μετά τις αποκαλύψεις του κ. Σακελλαρίου ότι ο υπουργός κάνει παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη.
Επιχειρώντας να δώσει εξηγήσεις ο κ. Κοντονής επανήλθε στο θέμα δηλώνοντας «Είναι αναφαίρετο δικαίωμα των πολιτών η κριτική των δικαστικών αποφάσεων», συμπλήρωσε ωστόσο ότι κατά την άποψή του αυτός που ξεπέρασε κάθε όριο είναι ο πρόεδρος του ΣτΕ. Ειδικότερα, μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού - Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 fm», και σε ό,τι αφορά τις αιτιάσεις, που διατύπωσε σε βάρος του ο κ. Σακελλαρίου περί «ωμής παρέμβασης στη Δικαιοσύνη», ο υπουργός απάντησε: «Νομίζω ότι ο πρόεδρος του ΣτΕ ξεπέρασε κάθε όριο χθες με αυτή την ακραία και άδικη φρασεολογία. Αδικεί και τον ίδιο και τον θεσμό που υπηρετεί».
«Στις διατάξεις του πόθεν έσχες δεν πρέπει να εμφιλοχωρούν εξαιρέσεις», συνέχισε, εξηγώντας ότι «δεν γίνεται να προχωρήσει αυτή η κοινωνία με εξαιρέσεις, διότι τότε καταστρατηγείται κάθε κανόνας ισονομίας».
«Ένας πολίτης -είτε είναι υπουργός ή ένας οποιοσδήποτε πολίτης- δεν δικαιούται να έχει γνώμη για μια απόφαση που εξέδωσε ένα δικαστήριο;» διερωτήθηκε ο κ. Κοντονής, υπογραμμίζοντας πως «ρόλος της κυβέρνησης είναι να προστατεύσει τους θεσμούς και πρώτα και κύρια το κύρος της Δικαιοσύνης στα μάτια των πολιτών». «Δεν γίνεται να υποχρεούται κάποιος να δηλώνει εισοδήματα και χρήματα, τα οποία έχει στους λογαριασμούς των τραπεζών και να μην υποχρεούται να δηλώσει χρήματα ή άλλα τιμαλφή, που έχει σε μία θυρίδα τράπεζας. Ειλικρινά γι αυτόν τον λόγο επανήλθα [...] Όταν οι πολίτες βλέπουν ότι για θέματα, που τους αφορούν, οι δικαστές χρησιμοποιούν δύο μέτρα και δύο σταθμά, τότε ο θεσμός φθείρεται και η εμπιστοσύνη των πολιτών στη Δικαιοσύνη απομειούται» επισήμανε ο κ. Κοντονης.
Παρατήρησε, δε: «Είναι πρόβλημα γενικά στην κοινωνία μας, κάθε φορά που έρχεται η κυβέρνηση να θεσπίσει κανόνες, οι οποίοι θα ισχύουν έναντι όλων, μία μερίδα πολιτών να αντιδρά --είτε αυτοί είναι οι δικαστές για τη δήλωση του πόθεν έσχες, είτε είναι π.χ. ένας επαγγελματικός κλάδος, για το αν θα πρέπει να έχει μηχανήματα πλαστικού χρήματος στο γραφείο για την είσπραξη αμοιβών».
Σχολιάζοντας τις ανακοινώσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης με αφορμή την αντιπαράθεση ο κ. Κοντονής έκανε λόγο για «πολιτικά παιχνίδια που παίζει η Νέα Δημοκρατία, που έφεραν τη χώρα εδώ που την έφεραν», ενώ για την ουσία της αντιπαράθεσης παρατήρησε: «Ποια είναι η χειραγώγηση; Η κυβέρνηση έχει καταθέσει την πρότασή της και την εντονότατη διαφωνία της για το θέμα -εδώ και τρεις μήνες τουλάχιστον- ότι το πόθεν έσχες των δικαστών δεν πρέπει να περιλαμβάνει εξαιρέσεις, γιατί αν έχουμε έναν επίορκο δικαστή -υπάρχουν και τέτοιοι και έχουν δικαστεί από τη δικαιοσύνη στο παρελθόν- ο οποίος, για να διαφύγει τον έλεγχο για χρήματα τα οποία παράνομα λαμβάνει, αντί να τα βάλει σε έναν λογαριασμό που ελέγχεται, τα βάλει σε μία θυρίδα τράπεζας, τότε καταστρατηγείται ο νόμος».
Στο πλαίσιο αυτό ο υπουργός υπενθύμισε ότι «και η υπόθεση Τσοχατζόπουλου ξεκίνησε από τη δήλωση πόθεν έσχες, όπου βρέθηκαν στοιχεία ανακριβή και ξεκίνησε μία έρευνα που κατέληξε όπου κατέληξε».
«Δεν είναι δυνατόν κάποιοι να ισχυρίζονται ότι δεν πρέπει να ελέγχονται. Το χειρότερο είναι να το λένε αυτοί που αποφασίζουν για την υπόθεση κι εδώ έχουμε σοβαρότατο ζήτημα. Αυτοί οι οποίοι προσφεύγουν στη δικαιοσύνη είναι και αυτοί, οι οποίοι τελικά αποφασίζουν. Υπάρχει ένα πρόβλημα», τόνισε, απορρίπτοντας το επιχείρημα ότι ο δικαστικός ή εισαγγελικός κλάδο τίθεται εν συνόλω σε υποψία: «Δηλαδή το πολιτικό προσωπικό της χώρας, άλλοι επαγγελματίες οι οποίες κατέχουν υπεύθυνες θέσεις και οι οποίοι υποβάλλουν αναλυτική δήλωση του πόθεν έσχες τίθενται σε υποψία ότι κάτι κάνουν; Ακριβώς για την άρση των υποψιών γίνεται η δήλωση του πόθεν έσχες και ο έλεγχος» εξήγησε.
Αναφερόμενος, εξάλλου, στο θέμα των πλειστηριασμών ο υπουργός Δικαιοσύνης εξέφρασε την πεποίθηση ότι με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο η προστασία της πρώτης κατοικίας είναι απόλυτη. «Κάνω και δημόσια έκκληση σε όλους τους πολίτες, οι οποίοι θεωρούν ότι έχουν ένα πρόβλημα να αντεπεξέλθουν στις υποχρεώσεις, που είχαν γεννηθεί προ της κρίσεως και αλλιώς είχαν υπολογίσει για την οικονομική και οικογενειακή τους κατάσταση, να απευθυνθούν στη Δικαιοσύνη, στα αρμόδια ειρηνοδικεία και να κρίνουν τα δικαστήρια αν χρήζουν προστασίας» τόνισε. Σημείωσε, δε, ότι «ιδίως για τα λαϊκά νοικοκυριά, τους φτωχούς ανθρώπους, οι αποφάσεις που εκδίδουν τα ειρηνοδικεία είναι σε απολύτως θετική κατεύθυνση μέχρι και κούρεμα χρεών γίνεται».
Ο κ. Κοντονής διευκρίνισε πως το καθεστώς της προστασίας από τους πλειστηριασμούς αφορά «την πρώτη κατοικία δανειοληπτών, δεν έχει να κάνει ο νόμος με ιδιωτικά χρέη, γιατί κανένας δεν μπορεί να σταματήσει κάποιον, ο οποίος έχει πετύχει μία τελεσίδικη δικαστική απόφαση να στραφεί κατά της περιουσίας ενός άλλου, σε μία διαφορά π.χ. μεταξύ εμπόρων». «Δε γίνεται να εντάσσουμε και αυτές τις κατηγορίες μέσα σε ένα πλέγμα προστασίας.
Αυτό ποτέ δεν υπήρχε και δεν πρέπει να υπάρχει, ούτε βεβαίως μπορεί σε μία γενική προστασία της πρώτης κατοικίας να μπουν δανειολήπτες, οι οποίοι έχουν πάρει δάνεια 1,5 και 2 εκατ. ευρώ για χτίσουν βίλες με πισίνες, ποτέ δεν πλήρωσαν αυτά τα δάνεια και τελικά όλο το κόστος της μη πληρωμής των στρατηγικών κακοπληρωτών πέφτει στις πλάτες των πολιτών» εξήγησε.