Ακυβερνησία και απλή αναλογική θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ
Τα υπόγεια συμπεράσματα που προκύπτουν από τη δεύτερη ανάγνωση των δημοσκοπήσεων για την επόμενη μέρα της κυβέρνησης
Σανίδα σωτηρίας σε σκηνικό ακυβερνησίας φαίνεται να αναζητεί η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. ενόψει του επικείµενου εκλογικού ναυαγίου. Η πρόσφατη δήλωση του υπουργού Εσωτερικών Πάνου Σκουρλέτη στον Real FM πως η κυβέρνηση είναι πρόθυµη, αν επανατοποθετηθούν τα κόµµατα, να κάνει και δεύτερη προσπάθεια ώστε η απλή αναλογική να εφαρµοστεί από τις επόµενες εκλογές έβαλε φωτιά στο πολιτικό σκηνικό, αποκαλύπτοντας παράλληλα το κυβερνητικό σχέδιο.
Ο δηµοσκοπικός καταποντισµός του ΣΥΡΙΖΑ και το φλερτ της Νέας ∆ηµοκρατίας µε την αυτοδυναµία προκαλεί πονοκέφαλο στο Μέγαρο Μαξίµου. Η πρώτη προσπάθεια εφαρµογής της απλής αναλογικής από τις επόµενες εκλογές απέτυχε, καθώς το σχετικό άρθρο ψηφίστηκε τον Ιούλιο του 2016 από 179 βουλευτές αντί για 200, όπως απαιτεί το Σύνταγµα για άµεση εφαρµογή.
Στην κυβέρνηση, το «179» δεν θεωρήθηκε αποτυχία. Αντιθέτως, η εκτίµηση είναι πως άνοιξε τον δρόµο ώστε να γίνει και δεύτερη προσπάθεια για επίτευξη του 200, µε αύξηση της πίεσης σε ανεξάρτητους βουλευτές, αλλά και στην Κοινοβουλευτική Οµάδα της ∆ηµοκρατικής Συµπαράταξης των 20 βουλευτών να αλλάξει την αρνητική της στάση. Η στόχευση µιας τέτοιας προσπάθειας είναι προφανής. Παρά τις εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ περί υλοποίησης µιας παραδοσιακής του θέσης για απλή αναλογική, τα πραγµατικά αίτια θα πρέπει να αναζητηθούν στον αποκλεισµό κάθε πιθανότητας να γίνει η Νέα ∆ηµοκρατία αυτοδύναµη κυβέρνηση, και ο ΣΥΡΙΖΑ να αποκτήσει ρόλο στο σκηνικό ακυβερνησίας που θα διαµορφωθεί.
Η γλώσσα των αριθµών είναι αµείλικτη και η αναγωγή της απλής αναλογικής στα αποτελέσµατα των εκλογών του περασµένου Σεπτεµβρίου περιγράφει ξεκάθαρα το σκηνικό ακυβερνησίας, το οποίο µπορεί να αποφευχθεί µόνο µε το σενάριο του µεγάλου συνασπισµού. Κι αυτό γιατί αν δεν επιβεβαιωθεί το σενάριο του µεγάλου κυβερνητικού συνασπισµού µεταξύ του πρώτου και του δεύτερου κόµµατος -σενάριο επιστηµονικής φαντασίας µε τα µέχρι στιγµής δεδοµένα-, το συµπέρασµα που προκύπτει είναι ότι ακόµα και ο συνασπισµός τριών κοµµάτων δεν θα ήταν επαρκής για να σχηµατιστεί κυβέρνηση. Με το ισχύον εκλογικό σύστηµα, τα κόµµατα που περνούν το όριο του 3% στις εθνικές εκλογές µοιράζονται µε βάση το ποσοστό τους 250 έδρες, ενώ ακόµα 50 έδρες δίδονται ως µπόνους στο πρώτο κόµµα, ανεξαρτήτως του ποσοστού που έχει.
Η µεγάλη αλλαγή που φέρνει το σύστηµα της απλής αναλογικής είναι πως το µπόνους καταργείται και η κατανοµή των εδρών θα γίνεται µε βάση τα ποσοστά των κοµµάτων, όχι όµως επί 250 εδρών αλλά επί του συνόλου των 300 εδρών. Στην πράξη, µεγάλος χαµένος είναι το πρώτο κόµµα, το οποίο χάνει αυτοµάτως 50 έδρες, ενώ όλα τα υπόλοιπα κόµµατα και κυρίως το δεύτερο κερδίζουν περισσότερες έδρες.
Αυτός είναι και ο λόγος που στη Νέα ∆ηµοκρατία υποστηρίζουν ότι ο κ. Τσίπρας, βλέποντας τη δηµοσκοπική πρωτιά της Ν.∆., η οποία δείχνει να παγιώνεται, προσπαθεί να πριονίσει τη δύναµη της «γαλάζιας» παράταξης και να ενδυναµώσει τον ρυθµιστικό ρόλο του ΣΥΡΙΖΑ την εποµένη των εκλογών. Οδηγός για το τι σηµαίνει η απλή αναλογική, ακόµα και µε το πλαφόν του 3%, είναι η αναγωγή αυτού του συστήµατος στις εθνικές εκλογές του Σεπτεµβρίου του 2015. Τα αποτελέσµατα όσον αφορά στις έδρες που θα έπαιρναν τα κόµµατα δεν έχουν καµία σχέση µε τον αριθµό των βουλευτών των κοµµάτων σήµερα, καθώς όλα τα κόµµατα θα επηρεάζονταν.
Συγκεκριµένα, από την πρώτη κατανοµή ο ΣΥΡΙΖΑ µε 35,46% θα έπαιρνε 107 έδρες, η Νέα ∆ηµοκρατία µε 28,09% 84 έδρες, η Χρυσή Αυγή µε 6.99% 21 έδρες, η ∆ηµοκρατική Συµπαράταξη µε 6,29% 19 έδρες, το ΚΚΕ µε 5,55% 17 έδρες, το Ποτάµι µε 4,09% 12 έδρες, οι ΑΝ.ΕΛ. µε 3.69% 11 έδρες, ενώ η Εν. Κεντρώων µε 3,44% θα έπαιρνε στην πρώτη κατανοµή 10 έδρες.
ΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ
Με δεδοµένο ότι θα γινόταν αναλογική κατανοµή και στο αδιάθετο των 19 εδρών που αναλογούσαν στα κόµµατα κάτω του 3%, τότε οι τελικές έδρες για κάθε κόµµα θα διαµορφώνονταν ως εξής: Ο ΣΥΡΙΖΑ, που ήταν το πρώτο κόµµα, θα είχε 114 έδρες, 31 ολόκληρες έδρες λιγότερες από όσες πήρε τον Σεπτέµβριο του 2015, και δεν θα είχε ούτε το ψυχολογικό όριο των 120 έδρων για µια κυβέρνηση ψήφου ανοχής. Από εκεί και πέρα, όλα τα υπόλοιπα κόµµατα θα αύξαναν τη δύναµή τους. Η Νέα ∆ηµοκρατία θα ελάµβανε 90 έδρες, 15 περισσότερες από όσες έχει σήµερα. Η Χρυσή Αυγή θα κέρδιζε τέσσερις έδρες και από τις 18 θα πήγαινε στις 22.
Η ∆ηµοκρατική Συµπαράταξη θα πήγαινε από τις 17 στις 20, κερδίζοντας τρεις έδρες, όσες και το ΚΚΕ, το οποίο θα είχε 18 έδρες αντί 15 που έχει σήµερα. Από εκεί και πέρα, το Ποτάµι θα είχε 13 έδρες αντί 11 που πήρε τον Σεπτέµβριο, οι ΑΝ.ΕΛ. 12 αντί 10, ενώ και η Ενωση Κεντρώων θα κέρδιζε δύο έδρες και από τις εννιά θα ανέβαινε στις έντεκα. Το σκηνικό περιγράφει την πλήρη ακυβερνησία. Οχι µόνο γιατί ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝ.ΕΛ., οι οποίοι σχηµάτισαν τον Σεπτέµβριο κυβέρνηση 155 εδρών, θα είχαν µαζί 126 έδρες, µη µπορώντας να σχηµατίσουν κυβέρνηση.
Το σκηνικό πολιτικής αστάθειας θα εντεινόταν, καθώς κυβέρνηση δεν θα µπορούσε να σχηµατιστεί ούτε µε τη συµµετοχή τρίτου κόµµατος της ελάσσονος αντιπολίτευσης, καθώς ακόµα και στο σενάριο που η ∆ηµοκρατική Συµπαράταξη των 20 βουλευτών συµµαχούσε, τότε το άθροισµα θα έφτανε µόλις στις 146 έδρες.
Το ανωτέρω σκηνικό φαίνεται πως είναι ο διακαής πόθος του ΣΥΡΙΖΑ ενόψει των επερχόµενων εκλογών. Σε τυχόν επιβεβαίωση των δηµοσκοπικών ευρηµάτων, αν οι εκλογές διεξαχθούν µε απλή αναλογική, η Νέα ∆ηµοκρατία θα χάσει περισσότερες από 30 έδρες, ενώ ο δεύτερος ΣΥΡΙΖΑ θα ενισχυθεί µε περίπου 15 έδρες, µειώνοντας τη διαφορά που θα είχαν τα δύο κόµµατα σε εκλογές ενισχυµένης αναλογικής, τουλάχιστον κατά 45 έδρες. Αυτοµάτως, ο ΣΥΡΙΖΑ θα αποκτούσε καθοριστικό ρόλο για την πορεία των πραγµάτων. Η ανάλυση της Πειραιώς πάντως πάει ένα βήµα παραπέρα, διακρίνοντας καθαρά ωφελιµιστικά κριτήρια στην επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ. Οπως λένε χαρακτηριστικά στη Νέα ∆ηµοκρατία, στον ΣΥΡΙΖΑ γνωρίζουν πολύ καλά ότι η επόµενη ηµέρα κυβέρνησης της Ν.∆. θα σηµάνει αυτόµατα και καταιγίδα προανακριτικών επιτροπών για τα πεπραγµένα ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝ.ΕΛ. Οι ίδιες πηγές υποστηρίζουν ότι µόνος τρόπος για να αποφύγουν τα κορυφαία στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ τη βάσανο αυτής της διαδικασίας είναι ο ΣΥΡΙΖΑ να έχει σηµαίνοντα ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις µετά τις επόµενες εκλογές.
ΣΤΟ 40% ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ
Η πρώτη αλλαγή στην εκλογική διαδικασία φαίνεται πως θα έλθει από το παράθυρο και θα αφορά στην αύξηση της ποσόστωσης γυναικών στα ψηφοδέλτια των εθνικών εκλογών στο 40%. Η τροποποίηση βρίσκεται σε νοµοσχέδιο του υπουργείου Εσωτερικών µε τίτλο «Προώθηση της ουσιαστικής ισότητας των φύλων και καταπολέµηση της έµφυλης βίας». Η διαβούλευση επί του νοµοσχεδίου ολοκληρώθηκε πρόσφατα και το σχέδιο παίρνει τον δρόµο προς τη Βουλή, υλοποιώντας τήν από του περασµένου Μαρτίου σχετική δέσµευση του πρωθυπουργού.
Με το άρθρο 10 τροποποιείται η σχετική παράγραφος του άρθρου 34 του Προεδρικού ∆ιατάγµατος, που όριζε υποχρεωτική ποσόστωση 33%, και αντικαθίσταται ως εξής: «Για την ανακήρυξη των εκλογικών συνδυασµών αυτοτελών κοµµάτων, συνασπισµού συνεργαζόµενων κοµµάτων και ανεξαρτήτων, ο αριθµός των υποψηφίων βουλευτών, από κάθε φύλο, πρέπει να ανέρχεται σε ποσοστό τουλάχιστον ίσο µε το 40% του συνολικού αριθµού των υποψηφίων τους, αντιστοίχως, σε όλη την επικράτεια». Η προωθούµενη διάταξη έχει συγκεντρώσει ήδη αρκετές αντιδράσεις, καθώς τα σχόλια στη διαβούλευση επί του συγκεκριµένου άρθρου ήταν επικριτικά.
Τόσο από τους υπέρµαχους του 5050 όσο και από την αντίθετη πλευρά, η οποία θέλει την πραγµατική ισότητα να επιτυγχάνεται χωρίς ποσόστωση. Στο ίδιο νοµοσχέδιο, ανάλογες τροποποιήσεις επέρχονται και στον «Καλλικράτη» για τα ψηφοδέλτια των αυτοδιοικητικών εκλογών. Η µέχρι σήµερα υποχρέωση για συµµετοχή στα ψηφοδέλτια ποσοστού γυναικών ίση µε τουλάχιστον 1/3 των συµβούλων, οι οποίοι εκλέγονται, ανεβαίνει σε όλες τις περιπτώσεις (περιφερειακά, δηµοτικά και τοπικά συµβούλια στο 40%).
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ, Σάββατο 12 Μαίου 2018