Επιτροπή Αναθεώρησης: Στο επίκεντρο το άρθρο περί ευθύνης υπουργών
Συζητήθηκε επίσης το άρθρο 3 που εντάσσεται στην ενότητα των υπό αναθεώρηση άρθρων του συντάγματος και αφορά τις σχέσεις κράτους-εκκλησίας
Με την συζήτηση των άρθρων 62 και 86 που αφορούν την βουλευτική ασυλία και την ευθύνη υπουργών, άνοιξε η αυλαία της συνταγματικής αναθεώρησης στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής.
Στο επίκεντρο της επιτροπής Αναθεώρησης βρέθηκε και το άρθρο 3 που εντάσσεται στην ενότητα των υπό αναθεώρηση άρθρων του συντάγματος και αφορά τις σχέσεις κράτους-εκκλησίας.
Από τις τοποθετήσεις των γενικών εισηγητών των κομμάτων, διαπιστώθηκε ότι υπάρχει συναίνεση ως προς την αναγκαιότητα αλλαγών στα άρθρα 62 και 86, παρά τις διαφορετικές προσεγγίσεις ως προς το περιεχόμενο τους, ενώ σε ό,τι αφορά το άρθρο 3 για τις σχέσεις κράτους-εκκλησίας, ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΝΔ κινήθηκαν σε εντελώς διαφορετικές γραμμές και κατευθύνσεις ενώ το ΚΚΕ ζήτησε πλήρη διαχωρισμό των λειτουργιών τους.
Ειδικότερα για τα άρθρα 62 και 86, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Κατρούγκαλος, έκανε λόγο για καλό κλίμα που ανέδειξε η συζήτηση για την αναθεώρηση. «Επιβεβαιώθηκε η ανάγκη κατάργησης της σύντομης αποσβεστικής προθεσμίας στα αδικήματα που συνδέονται με την άσκηση των υπουργικών καθηκόντων», τόνισε ο κ. Κατρούγκαλος.
Παράλληλα, απευθυνόμενος προς τον γενικό εισηγητή της ΝΔ, Κώστα Τασσούλα, τόνισε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει τις συγκλίσεις και περιμένει την εξειδίκευση των προτάσεων του κόμματος του.
Από την πλευρά του, ο γενικός εισηγητής της ΝΔ Κώστας Τασσούλας, άφησε ανοιχτό να υπάρξουν προσθήκες και βελτιωτικές αλλαγές πάνω στο κυρίως σώμα των προτάσεων της ΝΔ.
Όπως είπε, το κόμμα του «συμφωνεί στο να υπάρξει δραστική μείωση αυτών που θεωρούνται προνόμια του πολιτικού προσωπικού, χωρίς όμως η αναθεώρηση να φθάσει στο άλλο άκρο και να ριφθεί η υπουργική ιδιότητα βορρά στην επιπολάζουσα δικομανία».
«Κυρίως δεν πρέπει να καταλήγει στην απελπιστική κατάσταση επιβολής πλήρους ευθυνοφοβίας» συμπλήρωσε.
Ακόμα, ο κ. Τασσούλας δήλωσε θετικός στη πρόταση, ορισμένες προβλέψεις του «νόμου Καστανίδη» να γίνουν συνταγματικές διατάξεις, τονίζοντας ότι είναι προς τη σωστή κατεύθυνση η ιδέα αυτή.
Από την πλευρά του, ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελος Βενιζέλος, καταλόγισε στη κυβέρνηση «απόπειρα αναθεώρησης του άρθρου 86 κατά το δοκούν» και πρόσθεσε ότι «με κυνισμό και με πολιτικές σκοπιμότητες, αναθεώρηση του συντάγματος δεν γίνεται».
«Έχει οργανωθεί και αναπαράγεται τελευταία το μεγαλύτερο fake news της χώρας, που το καλλιέργησε συστηματικά λέγοντας ενσυνείδητα ψέματα ο ίδιος ο πρωθυπουργός και ο κυβερνητικός του εταίρος, για το άρθρο 86 περί ευθύνης υπουργών» τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Βενιζέλος.
Παράλληλα, υπεραμύνθηκε της προηγούμενης αναθεώρησης του άρθρου 86, τονίζοντας ότι επί 6 χρόνια, από το 1995 έως το 2001, συζητήθηκε και έγιναν δεκτές όλες οι παρεμβάσεις της αντιπολίτευσης - για αυτό και το συγκεκριμένο άρθρο ψηφίστηκε με 268 ψήφους, ενώ όταν ήρθε ο εκτελεστικός νόμος το 2003, ψηφίστηκε ομόφωνα, και από το ΚΚΕ και από το Συνασπισμό.
«Τότε έγινε δεκτή η πρόταση της ΝΔ που προέβλεπε ότι η Βουλή επιλαμβάνεται μέχρι το τέλος της δεύτερης συνόδου, και διπλασιάστηκε ο χρόνος παραγραφής. Το άρθρο 86 δεν παρεμπόδισε τη δίωξη των κυρίων Τσοχατζόπουλου, Μαντέλη, Παπαντωντίου αλλά υπήρξαν δίκες και καταδίκες», τόνισε. Αντίθετα, με την νεωτερική ερμηνεία ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ, περί αδικημάτων επ΄ ευκαιρία και όχι κατά την εκτέλεση των υπουργικών καθηκόντων, οδηγηθήκαμε σε παρωδίες, όπως στο φιάσκο της «Νοβάρτις», συμπλήρωσε ο κ. Βενιζέλος. «Αυτή είναι η διαφορά, και σημειώστε το καλά, όταν θα μπούμε με άλλο συσχετισμό κοινοβουλευτικό την επόμενη περίοδο. Δεν υπάρχει κανένας χρονικός περιορισμός για τα εγκλήματα. Είναι διαρκή», υπογράμμισε.
Ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ Παναγιώτης Κουρουμπλής, τόνισε ότι η αναθεώρηση πρέπει να βρει τον τρόπο να απαντήσει στα μεγάλα και κρίσιμα ζητήματα της εποχής που απασχολούν την ελληνική κοινωνία, γιατί ακρωτηριάζουν τη δημοκρατία.
«Σε κρίσιμα ζητήματα πρέπει με πνεύμα ευρύτερης συνεννόησης να προχωρήσουμε», τόνισε ο κ. Κουρουμπλής.
«Στο πυρήνα της αναθεώρησης του άρθρου 86, υπάρχει ευρύτατη συμφωνία ότι πρέπει να καταργηθεί η αποσβεστική προθεσμία. Όλοι θεωρούμε ότι πρέπει να λειάνει το έλλειμμα εμπιστοσύνης του πολίτη απέναντι στον πολιτικό κόσμο και να μην υπάρχει η εντύπωση ότι προστατεύεται. Μέσα από την εμπειρία μας, καταλάβαμε ότι δεν την έχει ανάγκη σε υπερβολικό βαθμό την προστασία ο πολιτικός, και για αυτό βρίσκει τόση μεγάλη ανταπόκριση αυτή η διάταξη», υπογράμμισε.
Για το άρθρο 62, ο κ. Κουρουμπλής ανέφερε ότι, «κατά καιρούς έγινε υπερβολική κατάχρηση από το Κοινοβούλιο σε ζητήματα που οι βουλευτές δεν έπρεπε να τύχουν κάποιας προστασίας, είτε εντός είτε εκτός Βουλής».
«Με την επερχόμενη τροποποίηση, σε συνδυασμό με το άρθρο 83 του Κανονισμού της Βουλής, θα μπορέσουμε να προστατεύσουμε τη Βουλή και να καταστήσουμε σαφές ότι η ασυλία περιορίζεται στα καθαρά κοινοβουλευτικά καθήκοντα του βουλευτή και τον αφήνουμε στη κοινή δικαστική διαδικασία», πρόσθεσε.
Ο γενικός εισηγητής της ΝΔ, Νίκος Παναγιωτόπουλος, σημείωσε ότι τα άρθρα 62 και 86 έχουν να κάνουν με ζητήματα που έχουν άμεση επίδραση στο δημόσιο βίο, υποστήριξε ότι το ακαταδίωκτο έχει περισσότερη κοινοβουλευτική προστασία από την επιβαλλόμενη, σε σχέση με την ισότιμη μεταχείριση των πολιτών - και τόνισε ότι έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για την αλλαγή τους.
Ωστόσο, «η πολιτική αντιπαράθεση διεξάγεται μέσα σε ένα συγκρουσιακό κλίμα με όρους τοξικότητας» ανέφερε.
«Το άρθρο 62 δεν έχει να κάνει τόσο με την προβληματική του διατύπωση, όσο με την προβληματική εφαρμογή του που συνίσταται στην στρεβλή καταχρηστική ασυλία. Επί 100 αιτήσεων για άρσεις ασυλίας, είχαμε άρσεις μόνο σε πέντε περιπτώσεις. Από την άλλη, η Βουλή πρέπει να είναι το θεσμικό πλέγμα για να μην είναι έρμαιο οι βουλευτές σε αυθαίρετες σκοπιμότητες ή καταχρηστικές κακόπιστες και αστήρικτες αναφορές», υπογράμμισε.
Αναφερόμενος στο άρθρο 86, ο κ. Παναγιώτοπουλος συμφώνησε στην κατάργηση της αποδεσμευτικής προθεσμίας, έτσι ώστε να εξαλειφθεί σε σύντομο διάστημα το αξιόποινο των πράξεων ενός υπουργού.
Ωστόσο, όπως είπε, όταν ακούς από κυβερνητικά στόματα για αναδρομικές υποθέσεις από το 2000 που θα ερευνηθούν σε βάθος το 2018, το κόμμα του ανησυχεί και είναι δύσπιστο.
Παράλληλα ζήτησε να γίνει εξειδίκευση των αδικημάτων που τελούνται υπό δημόσια υπηρεσία. Διαφορετικά όμως, είπε, δεν θα αποφύγουμε στο μέλλον καταχρηστικές διώξεις σε κλίμα έξαρσης.
«Ο δημόσιος βίος δεν είμαι σίγουρος ότι θα αναβαθμιστεί ποιοτικά όταν στο μέλλον οι μισοί διατελέσαντες υπουργοί θα διώκονται, και το σύνολο των υπουργών θα αδρανούν λόγω ευθυνοφοβίας», κατέληξε.
Από την πλευρά της, η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ, Τασία Χριστοδουλοπούλου, χαρακτήρισε εξαιρετικά χρήσιμη την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, να αρχίσει η συζήτηση αναθεώρησης με τα άρθρα 86 και 62, γιατί όπως είπε, «ένας βαθμός συναίνεσης πρέπει να καταγράφεται και σε αυτήν και στην επόμενη Βουλή».
«Είναι ζητούμενη η συναίνεση πάνω σε ζητήματα που είναι ώριμα πια. Ωστόσο, ενώ συμφωνούμε και συμπίπτουμε κάπως στη αυστηροποίηση με την αποσβεστική προθεσμία, δεν φροντίσαμε να μιλήσουμε για την πρόληψη. Γιατί έχουμε συνεχώς εγκλήματα και παρατηρούμε φαινόμενα διαφθοράς», σημείωσε.
«Όταν συζητούμε πώς θα καταστείλουμε τα φαινόμενα χρηματισμού από επιχειρηματίες, πρέπει να σκεφτόμαστε με ποιο τρόπο πρέπει και να τα αποτρέψουμε» ανέφερε η κ. Χριστοδουλοπούλου.
«Η Συνταγματική Αναθεώρηση, και μόνο για να αλλάξουν τα άρθρα 86 και 62 θα έχει δικαιωθεί σαν πρωτοβουλία, πολύ περισσότερο αν υπάρξει και για άλλα άρθρα. Θα πρέπει να φροντίσουμε όλοι να συμβάλουμε στην πρόληψη για τη διαφθορά και τη διαπλοκή, για να είμαστε αντάξιοι μιας αναθεώρησης που μόλις ξεκίνησε» εκτίμησε η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο εισηγητής της ΝΔ, Θόδωρος Φορτσάκης, τόνισε την ανάγκη διευκρινήσεων στην συνταγματική διάταξη για την διεύρυνση των αδικημάτων κατά την εκτέλεση των καθηκόντων των υπουργών, σημειώνοντας ότι «αν διευκρινιστεί ότι περιλαμβάνονται η δωροληψία, η δωροδοκία ή το ξέπλυμα χρήματος, αυτό θα επέτρεπε στη Βουλή να είναι πεντακάθαρη».
Πάντως, επεσήμανε ότι το ζήτημα της αποσβεστικής προθεσμίας και παραγραφής του αδικήματος, θα πρέπει να εξεταστεί χωρίς λαϊκισμό, ώστε να προστατεύονται τα πολιτικά πρόσωπα από ενδεχόμενο κακόβουλο διασυρμό τους. Όπως είπε, θα μπορούσε να ισχύσουν στο σύνταγμα ορισμένες διατάξεις που προβλέπονται στο «νόμο Καστανίδη», ενώ τόνισε την ανάγκη ταχείας εκδίκασης της υπόθεσης.
Ο κ. Φορτσάκης, τόνισε ακόμα, ότι δεν υπάρχει καμία δέσμευση για την επόμενη Βουλή ως προς τις αναθεωρητέες διατάξεις, καθώς μπορεί να αποφασίσει διαφορετικά για ορισμένες.
Ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ Αντώνης Συρίγος, έκανε λόγο για «αδήριτη ανάγκη να αλλάξουν οι συνταγματικές διατάξεις 62 και 86, ήσυχα και με ωραίο τρόπο».
Ταυτόχρονα, απέρριψε τα περί κυνισμού που καταλόγισε ο κ. Βενιζέλος στον ΣΥΡΙΖΑ, αντιτείνοντας ότι κανένας στο κόμμα του δεν έχει επιδείξει τέτοια συμπεριφορά, αντίθετα όλα τα στελέχη έδειξαν ιδιαίτερη ευαισθησία.
Ο κ. Συρίγος τάχθηκε υπέρ της απάλειψης της αποσβεστικής προθεσμίας και τόνισε ότι «η πρόταση που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ είναι εντός πραγματικότητας, ισορροπημένη και δίνει απαντήσεις».
Ο εισηγητής της ΝΔ, Γιάννης Τραγάκης, υπογράμμισε ότι η προτείνουσα αναθεωρητέα Βουλή δεν δεσμεύει την επόμενη Βουλή. Τάχθηκε υπέρ της αλλαγής των άρθρων 62 και 86, ενώ πρότεινε μεταξύ άλλων, να προβλεφθούν συνταγματικά ορισμένες διατάξεις του νόμου Καστανίδη, και η ποινική δίωξη να ασκείται από την εισαγγελία του Ανώτατου Δικαστηρίου.
«Έχουμε την άνεση να αναπτύξουμε τις προτάσεις μας και μέσα από τον διάλογο να βρούμε τη συναίνεση που απαιτείται. Αυτό είναι σημαντικό στοιχείο της δημοκρατίας μας», πρόσθεσε ο κ. Τραγάκης.
Την στήριξή του στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για κατάργηση της ασφυκτικής προθεσμίας που οδηγεί σε ατιμωρησία, εξέφρασε και ο εισηγητής του κόμματος Χάρης Τζαμακλής.
Ο εισηγητής της ΝΔ Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης, έκανε λόγο για άκρατο μελάνι λαϊκισμού που χύθηκε, ενώ χαρακτήρισε άδικη την κριτική για την αναθεώρηση του άρθρου 86 το 2001, καθώς, όπως είπε, η τότε αναθεώρηση διεύρυνε τον έλεγχο για τους υπουργούς.
«Αυτό το οποίο οφείλουμε, πέραν από την κατάργηση της ασφυκτικής προθεσμίας για την παραγραφή, είναι να εξετάσουμε να περιοριστεί ο διπλός ρόλος της Βουλής, να σταματήσουμε να κάνουμε το ρόλο του δικαστή και να αφεθεί η κρίση στη Δικαιοσύνη για όλη την εξέλιξη της υπόθεσης. Χρειάζεται να δίνεται η δυνατότητα στη Δικαιοσύνη να ελέγχει την βασιμότητα των κατηγοριών σε μεγαλύτερο βαθμό πριν αποστείλει την υπόθεση στη Βουλή, και να αποδίδεται γρήγορη δικαιοσύνη», υπογράμμισε ο κ. Βαρβιτσιώτης.
Ο εισηγητής της Ένωσης Κεντρώων, Μάριος Γεωργιάδης, τόνισε ότι «όλα τα κόμματα πρέπει να εξετάσουν τις προτάσεις για αλλαγές στο άρθρο 86, μακριά από λαϊκισμούς».
«Το άρθρο 86 δεν επινοήθηκε για να καλύψει υπουργούς. Σκοπός ήταν να ασκούν τα καθήκοντα τους χωρίς να φοβούνται την υπογραφή τους», τόνισε ο κ. Γεωργιάδης.
Παράλληλα, επεσήμανε ότι δεν πρέπει να καλλιεργηθεί κλίμα ευθυνοφοβίας στους υπουργούς και τάχθηκε υπέρ της αλλαγής της κατάργησης της αποσβεστικής προθεσμίας.
«Εμείς θα συμβάλουμε στα μέγιστα για να συμφωνήσουμε και οι αλλαγές να είναι αποτέλεσμα συναίνεσης για αυτόν τον τεράστιο θεσμό, μακριά από πολιτικά συμφέροντα και λαϊκισμούς», κατέληξε ο εισηγητής της Ένωσης Κεντρώων.
Ο εισηγητής της ΔΗΣΥ Ανδρέας Λοβέρδος, υποστήριξε ότι πολύ σοφά το άρθρο 110 ορίζει την αναθεώρηση σε δύο Βουλές.
Ο γενικός εισηγητής του ΚΚΕ, Γιάννης Γκιόκας, χαρακτήρισε «μετέωρο βήμα που κινδυνεύει να γκρεμιστεί» την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για την αναθεώρηση του άρθρου 86, ενώ και για το άρθρο 62 μίλησε για κινδύνους που υπάρχουν.
«Οι ΑΝΕΛ πιστεύουν ότι αν δεν υπάρξει αποτελεσματική αναθεώρηση του άρθρου 86 περί ευθύνης υπουργών, ο έλεγχος της εκτελεστικής εξουσίας θα καταλήξει αλυσιτελής», τόνισε ο γενικός εισηγητής του κόμματος Κώστας Κατσίκης.
Επίσης, χαρακτήρισε «αναγκαίο τον έλεγχο των μελών της κυβέρνησης απευθείας από τη δικαιοσύνη σύμφωνα με τις διατάξεις του ποινικού κώδικα».
Υποστήριξε επίσης, ότι για τα αδικήματα φοροδιαφυγής, δωροδοκίας, δωροληψίας ή ξεπλύματος χρήματος, θα πρέπει αμελλητί να εξετάζονται από τη τακτική Δικαιοσύνη, ενώ τόνισε ότι αποτελεί ύψιστο πολιτικό καθήκον η ανάγκη απάλειψης της σύντομης προθεσμίας για τη διαγραφή του αδικήματος κατά την άσκηση των καθηκόντων των υπουργών.
Ο γενικός εισηγητής του Ποταμιού, Γιώργος Μαυρωτάς, τόνισε την ανάγκη κατάργησης της ατιμωρησίας του πολιτικού προσωπικού και αποτοξίνωσης της πολιτικής ζωής, σημειώνοντας ότι είναι ώριμες πλέον οι συνθήκες. Ακόμα, επεσήμανε την ανάγκη «να βρεθεί η χρυσή τομή για να μην προκληθεί φοβία διώξεων» και πρότεινε την απεμπλοκή της διαδικασίας από τη Βουλή και τη θεσμοθέτηση Δικαστικού Συμβουλίου διευρυμένης σύνθεσης, με πλειοψηφία δικαστών και εισαγγελέων και συμμετοχή βουλευτών.
ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ -ΚΡΑΤΟΥΣ ΚΑΙ 'ΑΡΘΡΟ 3
Αναγκαία τομή χαρακτήρισε την τροποποίηση του άρθρου 3 του συντάγματος ο υπουργός Εξωτερικών, αρμόδιος για ευρωπαϊκές υποθέσεις Γιώργος Κατρούγκαλος, παρά το γεγονός όπως είπε, ότι ήδη απορρέει από το σύνολο της έννομης τάξης η ρητή πρόβλεψη περί του ουδετερόθρησκου.
«Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ δεν καταργεί το προοίμιο του συντάγματος που αναφέρεται στο όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος. Δεν προτείνουμε τη απάλειψή του - κρατάμε το προοίμιο, γιατί αυτό ήταν παρόν σε όλα τα επαναστατικά συντάγματα και είναι μέρος της Ιστορίας μας», υπογράμμισε ο κ. Κατρούγκαλος, ο οποίος κατά τα άλλα, υπεραμύνθηκε των προτάσεων του κόμματός του σε ό,τι αφορά τις σχέσεις κράτους και εκκλησίας.
Ακόμα, υποστήριξε ότι η συνταγματική αναθεώρηση που είναι αναγκαία στο άρθρο 3 παρερμηνεύθηκε - και πρόσθεσε ότι «αποδεσμεύουμε νομικά την πολιτεία από μεταφυσικά ή θρησκευτικά κριτήρια».
«Οι δημοκρατίες βασίζονται στη λαϊκή κυριαρχία. Απελευθερώνουμε την εκκλησία από τον εναγκαλισμό του κράτους που τις αφαιρεί ελευθερία», τόνισε ο κ. Κατρούγκαλος απαντώντας στη κριτική της ΝΔ ότι οι όποιες αλλαγές μπορεί να γίνουν με νόμο.
«Έχουμε τις προτάσεις μας, θα αναζητήσουμε συναινέσεις είμαστε διατεθειμένοι να συζητήσουμε, αλλά είμαστε σαφείς ότι δεν θα έρχεστε υποκριτικά και να μιλάτε για διαφορετικό ιδεολογικό πρόσημο», συμπλήρωσε ο κ. Κατρούγκαλος.
Από την πλευρά του, ο κ. Τασσούλας επέμεινε ότι δεν χρειάζεται συνταγματική αναθεώρηση επί του άρθρου 3 για το διαχωρισμό κράτους εκκλησίας, αλλά ανάγκη εξορθολογισμού των λειτουργιών τους, που μπορεί να γίνει με νομοθετική παρέμβαση.
«Το ζήτημα της θρησκευτικής ελευθερίας είναι μεγαλύτερο και πληρέστερο από το ζήτημα της ανεξιθρησκίας, και κατοχυρώνεται πλήρως από το σύνταγμα με το άρθρο 13, το οποίο απαιτεί από την πολιτεία, όχι απλώς την ανεξιθρησκία, αλλά την ενεργητική προστασία της θρησκευτικής ελευθερίας», τόνισε.
Ο γενικός εισηγητής της ΔΗΣΥ Ανδρέας Λοβέρδος κατηγόρησε το ΣΥΡΙΖΑ για υποκρισία και ατελέσφορη πρόταση, τονίζοντας ότι εκ του περισσού μιλά για ανάγκη διάκρισης των ρόλων κράτους-εκκλησίας.
Ο γενικός εισηγητής της Χρυσής Αυγής, Χρήστος Παπάς, υποστήριξε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έφερε μια πρόταση για αλλαγή του άρθρου 3 που επιβουλεύεται όσους έχουν πίστη, και πρόσθεσε ότι είναι το πρώτο πλήγμα σε ένα πυλώνα ύπαρξης του ορθόδοξου ελληνικού γένους. Παράλληλα κατηγόρησε και τη ΝΔ για υποκρισία.
Ο γενικός εισηγητής του ΚΚΕ, Γιάννης Γκιόκας, τόνισε ότι το κόμμα του τάσσεται υπέρ του πλήρους διαχωρισμού κράτους-εκκλησίας, ενώ κατηγόρησε τον ΣΥΡΙΖΑ και την ΝΔ, ότι 100 χρόνια μετά, έρχονται με τις προτάσεις τους να διατηρήσουν την επικρατούσα θρησκεία στο σύνταγμα.
«Δεν μπορείτε, δεν θέλετε, φοβάστε, δεν τολμάτε να κάνετε τον πλήρη διαχωρισμό» ανέφερε ο κ. Γκιόκας απευθυνόμενος στο ΣΥΡΙΖΑ,
και τον κατηγόρησε, ότι όχι μόνο δεν λύνει το περιουσιακό ζήτημα, αλλά δίνει το δικαίωμα στην εκκλησία να διεκδικεί και αμφισβητούμενες εκτάσεις με αμφισβητούμενους τίτλους.
«Επιδεινώνεται ακόμα περισσότερο το περιουσιακό ζήτημα. Καμία ιστορική εκκρεμότητα δεν λύνει. Αντίθετα διαιωνίζει τον επιχειρηματικό εναγκαλισμό της εκκλησίας με τον ενεργοποίηση του Ταμείου Εκκλησιαστικής Περιουσίας», τόνισε ο κ. Γκιόκας.
Από την πλευρά του, ο γενικός εισηγητής του Ποταμιού, Γιώργος Μαυρωτάς τόνισε ότι το κόμμα του πιστεύει στους διακριτούς ρόλους κράτους-εκκλησίας, σημειώνοντας ότι αυτό δεν έχει να κάνει με το θρησκευτικό συναίσθημα, αλλά ούτε και θα ξεριζωθεί η πίστη των Ελλήνων.