Μποτόπουλος: Ευτελίστηκε και η κορυφαία θεσμική διαδικασία
Οι εκτιμήσεις του συνταγματολόγου, ο οποίος μίλησε στα Παραπολιτικά 90,1
«Φτάσαμε εκεί να ευτελίσουμε ακόμα και την κορυφαία θεσμική διαδικασία που είναι η αναθεώρηση του συντάγματος. Με αυτά που γίνονται από χθες ιδίως, αλλά ήδη και από τότε που ξεκίνησε η συνταγματική αναθεώρηση, με τον τρόπο που ξεκίνησε, φοβούμαι ότι την ευτελίζουμε» τόνισε ο συνταγματολόγος Κωνσταντίνος Μποτόπουλος, μιλώντας στα Παραπολιτικά 90,1 για το πώς εξελίσσεται η διαδικασία στη Βουλή.
Ο ίδιος υπενθύμισε ότι η συνταγματική αναθεώρηση είναι μια διαδικασία που απαιτεί η ίδια από τη φύση της, αλλά και από τη συνταγματική κατάστρωσή της, ευρύτατες συναινέσεις. «Και χθες είχαμε και το τελευταίο σκαλοπάτι σε αυτή την κατηφόρα όταν προκειμένου να μην προχωρήσει μια διαδικασία, ο εισηγητής της πλειοψηφίας εμμέσως ίσως, αλλά πλην σαφώς, σίγουρα απείλησε ότι οι ίδιοι δεν θα ψηφίσουν την πρόταση που έχουν κάνει, ώστε να μην μπορεί η επόμενη Βουλή να τη ψηφίσει. Όταν η ίδια η έννοια του Συντάγματος είναι να βρούμε τη συναίνεση, να βρούμε συμφωνία όχι να μη ψηφίσουμε την πρόταση που κάνουμε εμείς οι ίδιοι. Καταλαβαίνετε σε τι βαθμό διαστρέβλωσης έχει φτάσει όλη αυτή η διαδικασία. Είναι προφανές ότι είναι υπό την επήρεια των κομματικών και πολιτικών συσχετισμών και οι θεσμοί ελάχιστα ενδιαφέρουν αυτή τη στιγμή.»
Για το άρθρο 32: «Η απειλή να διαλύεται η Βουλή, να έχουμε εκλογές επειδή δεν μπορεί να βρεθεί –επειδή δεν θέλουν να κόμματα να βρεθεί – ένα πρόσωπο κοινής αποδοχής νομίζω ότι δημιουργεί μια πολιτειακή αστάθεια στην οποία δυστυχώς προτίθεται και η συγκυρία που είναι ότι έτσι όπως πάνε τα πράγματα στην τωρινή κατάσταση είτε γίνουν εκλογές το Μάιο όπως πιστεύουμε οι περισσότεροι είτε ακόμα χειρότερα τον Οκτώβριο τρεις μήνες μετά υπάρχει περίπτωση να ξαναγίνουν εκλογές ... για αυτό και είναι το κεντρικό ζήτημα και για αυτό θα είδατε και από τον κ. Κατρούγκαλο, ίσως άθελά του, η απειλή ότι δεν θα ψηφίσουν την ίδια τους την πρόταση συνδέθηκε άμεσα με το ζήτημα του άρθρου 32.»
Ερωτηθείς για τη συζήτηση που έχει ανοίξει αν ένα άρθρο αλλάζει ως προς το άρθρο ή ως προς την ουσία: «Υπάρχει πράγματι μια διχογνωμία την οποία όμως την προκάλεσε έντεχνα διότι στο πεδίο αλλαγής ατζέντας έχει καλή τεχνική η κυβέρνηση, την προκάλεσε η ίδια η κυβέρνηση. Δεν υπήρχε ποτέ μέχρι τώρα τέτοιο ζήτημα, έχουν γίνει τέσσερις αναθεωρήσεις, τρεις πραγματικές και μια πολύ μικρή το 2008, ποτέ δεν είχαμε το παραμικρό ζήτημα όσον αφορά τους ρόλους. Οι ρόλοι είναι σαφείς από το ίδιο το σύνταγμα, το σύνταγμα μας λεει ότι η πρώτη Βουλή, αυτή που διανύουμε τώρα, είναι αυτή που αποφασίζει την ανάγκη για την αναθεώρηση και στέλνει στην επόμενη ορισμένες διατάξεις και η επόμενη Βουλή αποφασίζει το περιεχόμενο. Είναι σαφές, έτσι έχει γίνει μέχρι τώρα. Το ζήτημα δημιουργήθηκε από τη βούληση της κυβέρνησης η οποία πάτησε σε μια αμφιλεγόμενη απόφαση του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου, υπάρχει ένα πάτημα νομικό που κατά τη γνώμη μου δεν αρκεί- η βούληση όμως η πολιτική είναι ότι γνωρίζοντας ότι πιθανότητα θα χάσει την πλειοψηφία στη Βουλή που θα ψηφίσει τις συνταγματικές αλλαγές προσπαθεί να τις προλάβει. Είναι και ένα είδος αυτογκόλ δηλαδή το να λεει ο ίδιος ο εισηγητής της πλειοψηφίας ότι «μας αναγκάζετε να κάνουμε πράγματα που δεν θέλουμε» είναι παραδοχή και της ήττας και του γεγονότος ότι δρουν αντιθεσμικά. Νομίζω ότι ήταν μια άτυχη στιγμή και για την κυβερνώσα παράταξη και για τον ίδιο τον εισηγητή της.»