Ψυχογιός: Μείναμε αλώβητοι στην κρίση
Για τις σημαντικές στιγμές, το μυστικό της επιτυχίας, την πορεία του ελληνικού βιβλίου αλλά και τους προβληματισμούς του για το σύστημα παιδείας
Οι εκδόσεις «Ψυχογιός» ξεκίνησαν το επιτυχηµένο ταξίδι τους στον κόσµο του βιβλίου το 1979 και από τότε παραµένουν Νο 1 στην προτίµηση των Ελλήνων βάσει της Metron Analysis (2011- 2019). Φέτος γιορτάζουν 40 χρόνια λειτουργίας και ο Θάνος Ψυχογιός µιλώντας στο «S» εκµυστηρεύεται πως, αν ξεχώριζε κάποιες από τις πιο σηµαντικές στιγµές, θα διάλεγε σίγουρα την έκδοση του κλασικού πλέον βιβλίου του Πάτρικ Ζίσκιντ «Το άρωµα», αλλά και την κάθε νέα έκδοση της σειράς «Χάρι Πότερ», µε τα βιβλιοπωλεία να ανοίγουν τα µεσάνυχτα και πλήθος κόσµου να περιµένει για να παραλάβει τη νέα ιστορία.
Όσον αφορά το εταιρικό κοµµάτι, υπογραµµίζει ότι οι πιο σηµαντικοί σταθµοί της πορείας των εκδόσεων ήταν το 1994, όταν ο οίκος έγινε ανώνυµη εταιρεία, το 2007, όταν εγκαταστάθηκαν στο ιδιόκτητο κτίριό τους στη Μεταµόρφωση, αλλά και το 2014, όταν εγκαινίασαν το νέο τους βιβλιοπωλείο στην Εµµανουήλ Μπενάκη. Ποιο είναι το µυστικό της επιτυχίας; «∆εν εναποθέτω την επιτυχία σε κάποιο µυστικό, αλλά στην άρτια οργάνωση, στο καταρτισµένο προσωπικό, στη σκληρή δουλειά, στη συνεχή παρακολούθηση των τεχνολογικών εξελίξεων, αλλά και κάποιες φορές στο ρίσκο που καλούµαστε να πάρουµε», απαντά.
Για την ιστορία, το 1979 ο οίκος ξεκίνησε µε την έκδοση τεσσάρων βραβευµένων παιδικών βιβλίων, µε τον κ. Ψυχογιό να εξηγεί ότι επιλογή δεν ήταν τυχαία, καθώς «οι µελλοντικοί αναγνώστες είναι τα παιδιά». Πάνω σε αυτό επισηµαίνει πως, «αν καταφέρουµε από την παιδική ηλικία να εµφυσήσουµε σε εκείνα την αγάπη για την ανάγνωση, τότε θα τους έχουµε δώσει ένα από τα σηµαντικότερα εφόδια».
Μιλώντας όµως για το σήµερα και για µια εποχή στην οποία οι νέοι έχουν ενσωµατώσει στην καθηµερινότητά τους την τεχνολογία, εκφράζει τις ανησυχίες του λέγοντας ότι «το φαινόµενο της εξάρτησης των παιδιών από την οθόνη δεν είναι ελληνικό, αλλά παγκόσµιο». Ωστόσο, ο ίδιος δεν στοχοποιεί τα παιδιά, αλλά τους ενήλικους, που είναι «σκυµµένοι πάνω από µια οθόνη».
Αναφερόµενος στην κατάσταση που επικρατεί στα ελληνικά σχολεία, χαρακτήρισε το σύστηµα της ελληνικής Παιδείας «στάσιµο» και τονίζει ότι «δεν βοηθάει τα παιδιά στο να ανακαλύψουν την κλίση τους». Χαρακτηρίζει «ξύλινη» και «πεπερασµένη» τη µέθοδο που κατά κόρον χρησιµοποιείται στα σχολεία για να µεταδοθεί η γνώση. «Αν µπορούσα να αλλάξω κάτι, θα ήταν να ενσωµατώσω µεθόδους που θα “ξεκλειδώνουν” τα χαρίσµατα των παιδιών και θα δίνουν εφόδια να αριστεύσουν σε ό,τι αγαπούν», τονίζει.
Σε µια Ελλάδα όπου η οικονοµική κρίση «γονάτισε» το βιβλίο, µε λουκέτα σε οίκους και βιβλιοπωλεία, αποκαλύπτει ότι ήταν από τους λίγους που χάρη στα ανακλαστικά τους έµειναν αλώβητοι. Για τη µεγάλη ποικιλία τους στα e-books, παρατηρεί ότι «προς το παρόν το ποσοστό τους στον συνολικό τζίρο είναι µάλλον µικρό, παρόλη την αρχική τους άνοδο», ενώ προβλέπει ότι «σε 40 χρόνια από τώρα η ανάγνωση θα είναι πιο διαδραστική». Αισθάνεται υπηρηφάνεια που µέσα σε αυτά τα 40 χρόνια δραστηριότητας οι εκδόσεις «Ψυχογιός» πρωταγωνιστούν στο ελληνικό εκδοτικό στερέωµα, αλλά µεγαλύτερη υπηρηφάνεια και συγκίνηση αισθάνεται που παραδίδει τη σκυτάλη στα τρία του παιδιά, τον Χάρη, τον Νίκο και την Πέννυ, που «αγάπησαν και επέλεξαν να ασχοληθούν µε την εταιρεία».
Δημοσιεύτηκε στο ένθετο «S» στην ενότητα του Πολιτισμού στην εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ.
Όσον αφορά το εταιρικό κοµµάτι, υπογραµµίζει ότι οι πιο σηµαντικοί σταθµοί της πορείας των εκδόσεων ήταν το 1994, όταν ο οίκος έγινε ανώνυµη εταιρεία, το 2007, όταν εγκαταστάθηκαν στο ιδιόκτητο κτίριό τους στη Μεταµόρφωση, αλλά και το 2014, όταν εγκαινίασαν το νέο τους βιβλιοπωλείο στην Εµµανουήλ Μπενάκη. Ποιο είναι το µυστικό της επιτυχίας; «∆εν εναποθέτω την επιτυχία σε κάποιο µυστικό, αλλά στην άρτια οργάνωση, στο καταρτισµένο προσωπικό, στη σκληρή δουλειά, στη συνεχή παρακολούθηση των τεχνολογικών εξελίξεων, αλλά και κάποιες φορές στο ρίσκο που καλούµαστε να πάρουµε», απαντά.
Για την ιστορία, το 1979 ο οίκος ξεκίνησε µε την έκδοση τεσσάρων βραβευµένων παιδικών βιβλίων, µε τον κ. Ψυχογιό να εξηγεί ότι επιλογή δεν ήταν τυχαία, καθώς «οι µελλοντικοί αναγνώστες είναι τα παιδιά». Πάνω σε αυτό επισηµαίνει πως, «αν καταφέρουµε από την παιδική ηλικία να εµφυσήσουµε σε εκείνα την αγάπη για την ανάγνωση, τότε θα τους έχουµε δώσει ένα από τα σηµαντικότερα εφόδια».
Μιλώντας όµως για το σήµερα και για µια εποχή στην οποία οι νέοι έχουν ενσωµατώσει στην καθηµερινότητά τους την τεχνολογία, εκφράζει τις ανησυχίες του λέγοντας ότι «το φαινόµενο της εξάρτησης των παιδιών από την οθόνη δεν είναι ελληνικό, αλλά παγκόσµιο». Ωστόσο, ο ίδιος δεν στοχοποιεί τα παιδιά, αλλά τους ενήλικους, που είναι «σκυµµένοι πάνω από µια οθόνη».
Αναφερόµενος στην κατάσταση που επικρατεί στα ελληνικά σχολεία, χαρακτήρισε το σύστηµα της ελληνικής Παιδείας «στάσιµο» και τονίζει ότι «δεν βοηθάει τα παιδιά στο να ανακαλύψουν την κλίση τους». Χαρακτηρίζει «ξύλινη» και «πεπερασµένη» τη µέθοδο που κατά κόρον χρησιµοποιείται στα σχολεία για να µεταδοθεί η γνώση. «Αν µπορούσα να αλλάξω κάτι, θα ήταν να ενσωµατώσω µεθόδους που θα “ξεκλειδώνουν” τα χαρίσµατα των παιδιών και θα δίνουν εφόδια να αριστεύσουν σε ό,τι αγαπούν», τονίζει.
Σε µια Ελλάδα όπου η οικονοµική κρίση «γονάτισε» το βιβλίο, µε λουκέτα σε οίκους και βιβλιοπωλεία, αποκαλύπτει ότι ήταν από τους λίγους που χάρη στα ανακλαστικά τους έµειναν αλώβητοι. Για τη µεγάλη ποικιλία τους στα e-books, παρατηρεί ότι «προς το παρόν το ποσοστό τους στον συνολικό τζίρο είναι µάλλον µικρό, παρόλη την αρχική τους άνοδο», ενώ προβλέπει ότι «σε 40 χρόνια από τώρα η ανάγνωση θα είναι πιο διαδραστική». Αισθάνεται υπηρηφάνεια που µέσα σε αυτά τα 40 χρόνια δραστηριότητας οι εκδόσεις «Ψυχογιός» πρωταγωνιστούν στο ελληνικό εκδοτικό στερέωµα, αλλά µεγαλύτερη υπηρηφάνεια και συγκίνηση αισθάνεται που παραδίδει τη σκυτάλη στα τρία του παιδιά, τον Χάρη, τον Νίκο και την Πέννυ, που «αγάπησαν και επέλεξαν να ασχοληθούν µε την εταιρεία».
Δημοσιεύτηκε στο ένθετο «S» στην ενότητα του Πολιτισμού στην εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ.