Γιάννης Ζουγανέλης για Μαχαιρίτσα: «Τον ευχαριστώ για όλα»
Ο στενός φίλος και συνεργάτης του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα ανοίγει την καρδιά του στην εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ
Ένιωθε τρακ πάντα τα πρώτα πέντε λεπτά πριν βγει στη σκηνή, είτε εμφανιζόταν στο Καλλιμάρμαρο με 50.000 κόσμο είτε σε κάποιο μικρό μαγαζί των 150 ατόμων. Η μουσική γι’ αυτόν ήταν κάτι σαν ρεπορτάζ. Εψαχνε πολύ πριν γράψει ένα τραγούδι. Τον οδηγούσαν τα γεγονότα και έγραφε όπως ακριβώς αισθανόταν. Οπως ο ίδιος είχε αποκαλύψει, όφειλε τη μουσική του ύπαρξη στον Γιώργο Νταλάρα, από τότε που είπε τη «Σκόνη» με τους Τερμίτες και αργότερα με το «Διδυμότειχο Μπλουζ».
Η παρακαταθήκη του μεγάλη. «Εχω κάνει ένα καλό, ευγενικό παιδί, με ήθος, και τέσσερα-πέντε τραγούδια που έχουν μείνει στον χρόνο», είχε πει, αλλά όλοι ξέρουμε ότι το τεράστιο μουσικό έργο του δεν περιορίζεται σε τέσσερα τραγούδια.
Οταν τον ρωτούσες τι κέρδισε από το τραγούδι, η απάντηση ήταν απλή… «Τη ζωή μου όλη. Ξεκίνησα 20 χρόνων πιτσιρικάς και έφτασα 60. Σαράντα χρόνια αυτό το πράγμα», είχε πει παλαιότερα. Αν τον ρωτούσες για το πιο ιερό πράγμα της ζωής του, πάλι σου απαντούσε αβίαστα… «Το παιδί μου, φυσικά. Από τότε που έκανα οικογένεια, σταμάτησα να κάνω του κεφαλιού μου. Ηταν προσωπική μου επιλογή, δεν προέκυψε. Κάποια στιγμή μετά τα 35 μου κουράστηκα. Ηθελα να αράξω. Βρήκα τον άνθρωπο που γούσταρα και έκανα ένα παιδί. Την οικογένεια την είχα ανάγκη. Οταν η κόρη μου ήταν 5 χρόνων και την έβλεπα στο πάρκο με αυτά τα πανέμορφα μάτια, έγραψα το “Μάτια δίχως λογική”. Τώρα μου τηλεφωνεί κάθε μέρα και ζητάει τη γνώμη μου για διάφορα».
Ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας δεν είναι πια κοντά μας. Ακούγεται σαν ψέμα, αλλά πρέπει να το συνηθίσουμε. «Τον χαιρετώ και τον ευχαριστώ για όλα όσα μου έχει προσφέρει με τη στάση του και τη σεμνότητα που τον διέκρινε. Ηταν ένας άνθρωπος που αγαπούσε πολύ τη ζωή και αυτό το εξέφραζε μέσα από τα τραγούδια του. Οι συνεργασίες μας ήταν πάντα συν-Εργασίες. Δεθήκαμε πολύ, γιατί μοιραστήκαμε πολλά πράγματα στις δουλειές μας. Μου επέτρεπε να μπαίνω στη διαδικασία της σάτιρας, γιατί ήταν από τους λίγους που καταλάβαιναν τη σημασία της. Το πόσο σοβαρό πράγμα στη ζωή είναι η κωμικότητα. Γνωριστήκαμε στην Πλάκα πριν από 40 περίπου χρόνια. Και έκτοτε βιώσαμε μαζί άπειρα πράγματα. Ακόμα και οι διαφωνίες που είχαμε κατέληγαν σε αρμονία. Ηταν τελείως ακομπλεξάριστος. Και ήταν πάντα ένα μέρος της ζωής μου. Είχε πολλά όνειρα και οράματα ακόμη, γιατί είχε νεανικότητα στο μυαλό. Ηταν προς πραγματοποίηση όλα αυτά, αλλά δεν πρόλαβε», είπε προ ημερών στο SECRET ο Γιάννης Ζουγανέλης, ένας από τους πιο κοντινούς του ανθρώπους.
Ο ΒΟΛΟΣ
Μια άλλη μεγάλη αγάπη του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα ήταν ο Βόλος, ο τόπος όπου γεννήθηκε στις 5 Νοεμβρίου του 1956 και έμελλε να αφήσει την τελευταία του πνοή. «Εγώ είμαι από τον Βόλο και εκεί θα ζούσα πολύ καλύτερα, αλλά με κέρδισε η Αθήνα», έλεγε και ξαναέλεγε. Ωστόσο, αν και γεννήθηκε στη Νέα Ιωνία Βόλου, μεγάλωσε σε μια ωραία, γραφική γειτονιά της Πλάκας και φοίτησε στο 1ο Γυμνάσιο Αθηνών.
Η ΚΑΡΙΕΡΑ
Από πολύ μικρή ηλικία ήρθε σε επαφή με τη μουσική, καθώς άρχισε να εργάζεται χειρωνακτικά στην αποθήκη της δισκογραφικής εταιρείας Columbia. Μετά τη στρατιωτική του θητεία άρχισε να τραγουδάει αντάρτικα με τον Πάνο Τζαβέλλα στη «Συντροφιά». Στα 20 του χρόνια δημιούργησε με τον Παύλο Κικριλή και τον Τάκη Βασαλάκη το συγκρότημα P.L.J, ενώ το 1983 κυκλοφόρησε ο δεύτερος δίσκος του συγκροτήματος, το οποίο μετονομάστηκε σε Τερμίτες, όνομα που παρέπεμπε στους Beatles (Σκαθάρια). Η μεγάλη τους επιτυχία «Πόσο σε θέλω» ακούστηκε για πρώτη φορά στον Λυκαβηττό το 1986. Τρία χρόνια αργότερα, το 1989, ο Λαυρέντης ξεκίνησε την προσωπική του σταδιοδρομία ως συνθέτης και ερμηνευτής, με τις μεγάλες επιτυχίες να διαδέχονται η μία την άλλη. Συνεργάστηκε δισκογραφικά με τους Μαρία Φαραντούρη, Γιώργο Νταλάρα, Διονύση Σαββόπουλο, Δήμητρα Γαλάνη, Δημήτρη Μητροπάνο, Βασίλη Παπακωνσταντίνου, Ελευθερία Αρβανιτάκη, Πυξ Λαξ, Γιάννη Κότσιρα, Γιώργο Μαργαρίτη, Βαγγέλη Κονιτόπουλο, Αναστασία Μουτσάτσου, Μίλτο Πασχαλίδη, Κατερίνα Στανίση, Χαρούλα Αλεξίου, Γιάννη Βαρδή, Γιάννη Ζουγανέλη, Ελεωνόρα Ζουγανέλη, Émigré, Χάρη και Πάνο Κατσιμίχα, Ελισσάβετ Καρατζόλη, Κίτρινα Ποδήλατα, Αλκιβιάδη Κωνσταντόπουλο, Μagic de Spell, Νότη Μαυρουδή, Παναγιώτη Μάργαρη, Αντώνη Μιτζέλο, Σάκη Μπουλά, Δημήτρη Μπάση, Φλέρυ Νταντωνάκη, Φίλιππο Πλιάτσικα, Δημήτρη Σταρόβα, Μπάμπη Στόκα, Διονύση Τσακνή, W.C. και η λίστα τελειωμό δεν έχει.
Ο ΕΡΩΤΑΣ
Η κινητήριος δύναμή του σε ό,τι έκανε ήταν πάντα ο έρωτας. Τον ρούφηξε μέχρι το μεδούλι και τον τραγούδησε υπέροχα. «Η εργένικη ζωή δεν μου έμαθε τίποτα. Εκεί δεν θες να μάθεις, θες να ζήσεις. Ημουν χορτάτος από όλες τις απόψεις όταν παντρεύτηκα. Γιατί έζησα τα πάντα από τα 20 μέχρι τα 37. Γύρισα όλον τον κόσμο και γνώρισα πολλές επιτυχίες. Γυναίκες, ποτά, ταξίδια. Κοιμόμουν όταν νύσταζα, έτρωγα όταν πείναγα. Κάπνιζα ό,τι έβρισκα μπροστά μου, έπινα τα πάντα και ήμουν από το ένα κωλόμπαρο στο άλλο. Για μένα ο έρωτας είναι ένα συστατικό, χαρακτηριστικό της ζωής. Δεν μπορείς να ζήσεις χωρίς έρωτα. Είναι η αρχέγονη ιστορία του να υπάρχει ζωή. Μου κάνει εντύπωση που βλέπω κόσμο να κλαίει με κάποια τραγούδια μου, όπως, για παράδειγμα, τον “Μικρό Τιτανικό”», είχε πει πριν από λίγα χρόνια. Οσο για τα λάθη του, πάντα έβρισκε τη δύναμη να τα παραδέχεται, ζητώντας συγγνώμη. Η ζωή του όλη μια «Ανάσα», ένα «Φλασάκι». «Ελα, ψυχούλα μου», «Ρίξε κόκκινο στη νύχτα...». Κλαίει ακόμα και αυτό το παριζιάνικο γατί, ο «Τούρκος». Καλό ταξίδι.
Η παρακαταθήκη του μεγάλη. «Εχω κάνει ένα καλό, ευγενικό παιδί, με ήθος, και τέσσερα-πέντε τραγούδια που έχουν μείνει στον χρόνο», είχε πει, αλλά όλοι ξέρουμε ότι το τεράστιο μουσικό έργο του δεν περιορίζεται σε τέσσερα τραγούδια.
Οταν τον ρωτούσες τι κέρδισε από το τραγούδι, η απάντηση ήταν απλή… «Τη ζωή μου όλη. Ξεκίνησα 20 χρόνων πιτσιρικάς και έφτασα 60. Σαράντα χρόνια αυτό το πράγμα», είχε πει παλαιότερα. Αν τον ρωτούσες για το πιο ιερό πράγμα της ζωής του, πάλι σου απαντούσε αβίαστα… «Το παιδί μου, φυσικά. Από τότε που έκανα οικογένεια, σταμάτησα να κάνω του κεφαλιού μου. Ηταν προσωπική μου επιλογή, δεν προέκυψε. Κάποια στιγμή μετά τα 35 μου κουράστηκα. Ηθελα να αράξω. Βρήκα τον άνθρωπο που γούσταρα και έκανα ένα παιδί. Την οικογένεια την είχα ανάγκη. Οταν η κόρη μου ήταν 5 χρόνων και την έβλεπα στο πάρκο με αυτά τα πανέμορφα μάτια, έγραψα το “Μάτια δίχως λογική”. Τώρα μου τηλεφωνεί κάθε μέρα και ζητάει τη γνώμη μου για διάφορα».
Ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας δεν είναι πια κοντά μας. Ακούγεται σαν ψέμα, αλλά πρέπει να το συνηθίσουμε. «Τον χαιρετώ και τον ευχαριστώ για όλα όσα μου έχει προσφέρει με τη στάση του και τη σεμνότητα που τον διέκρινε. Ηταν ένας άνθρωπος που αγαπούσε πολύ τη ζωή και αυτό το εξέφραζε μέσα από τα τραγούδια του. Οι συνεργασίες μας ήταν πάντα συν-Εργασίες. Δεθήκαμε πολύ, γιατί μοιραστήκαμε πολλά πράγματα στις δουλειές μας. Μου επέτρεπε να μπαίνω στη διαδικασία της σάτιρας, γιατί ήταν από τους λίγους που καταλάβαιναν τη σημασία της. Το πόσο σοβαρό πράγμα στη ζωή είναι η κωμικότητα. Γνωριστήκαμε στην Πλάκα πριν από 40 περίπου χρόνια. Και έκτοτε βιώσαμε μαζί άπειρα πράγματα. Ακόμα και οι διαφωνίες που είχαμε κατέληγαν σε αρμονία. Ηταν τελείως ακομπλεξάριστος. Και ήταν πάντα ένα μέρος της ζωής μου. Είχε πολλά όνειρα και οράματα ακόμη, γιατί είχε νεανικότητα στο μυαλό. Ηταν προς πραγματοποίηση όλα αυτά, αλλά δεν πρόλαβε», είπε προ ημερών στο SECRET ο Γιάννης Ζουγανέλης, ένας από τους πιο κοντινούς του ανθρώπους.
Ο ΒΟΛΟΣ
Μια άλλη μεγάλη αγάπη του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα ήταν ο Βόλος, ο τόπος όπου γεννήθηκε στις 5 Νοεμβρίου του 1956 και έμελλε να αφήσει την τελευταία του πνοή. «Εγώ είμαι από τον Βόλο και εκεί θα ζούσα πολύ καλύτερα, αλλά με κέρδισε η Αθήνα», έλεγε και ξαναέλεγε. Ωστόσο, αν και γεννήθηκε στη Νέα Ιωνία Βόλου, μεγάλωσε σε μια ωραία, γραφική γειτονιά της Πλάκας και φοίτησε στο 1ο Γυμνάσιο Αθηνών.
Η ΚΑΡΙΕΡΑ
Από πολύ μικρή ηλικία ήρθε σε επαφή με τη μουσική, καθώς άρχισε να εργάζεται χειρωνακτικά στην αποθήκη της δισκογραφικής εταιρείας Columbia. Μετά τη στρατιωτική του θητεία άρχισε να τραγουδάει αντάρτικα με τον Πάνο Τζαβέλλα στη «Συντροφιά». Στα 20 του χρόνια δημιούργησε με τον Παύλο Κικριλή και τον Τάκη Βασαλάκη το συγκρότημα P.L.J, ενώ το 1983 κυκλοφόρησε ο δεύτερος δίσκος του συγκροτήματος, το οποίο μετονομάστηκε σε Τερμίτες, όνομα που παρέπεμπε στους Beatles (Σκαθάρια). Η μεγάλη τους επιτυχία «Πόσο σε θέλω» ακούστηκε για πρώτη φορά στον Λυκαβηττό το 1986. Τρία χρόνια αργότερα, το 1989, ο Λαυρέντης ξεκίνησε την προσωπική του σταδιοδρομία ως συνθέτης και ερμηνευτής, με τις μεγάλες επιτυχίες να διαδέχονται η μία την άλλη. Συνεργάστηκε δισκογραφικά με τους Μαρία Φαραντούρη, Γιώργο Νταλάρα, Διονύση Σαββόπουλο, Δήμητρα Γαλάνη, Δημήτρη Μητροπάνο, Βασίλη Παπακωνσταντίνου, Ελευθερία Αρβανιτάκη, Πυξ Λαξ, Γιάννη Κότσιρα, Γιώργο Μαργαρίτη, Βαγγέλη Κονιτόπουλο, Αναστασία Μουτσάτσου, Μίλτο Πασχαλίδη, Κατερίνα Στανίση, Χαρούλα Αλεξίου, Γιάννη Βαρδή, Γιάννη Ζουγανέλη, Ελεωνόρα Ζουγανέλη, Émigré, Χάρη και Πάνο Κατσιμίχα, Ελισσάβετ Καρατζόλη, Κίτρινα Ποδήλατα, Αλκιβιάδη Κωνσταντόπουλο, Μagic de Spell, Νότη Μαυρουδή, Παναγιώτη Μάργαρη, Αντώνη Μιτζέλο, Σάκη Μπουλά, Δημήτρη Μπάση, Φλέρυ Νταντωνάκη, Φίλιππο Πλιάτσικα, Δημήτρη Σταρόβα, Μπάμπη Στόκα, Διονύση Τσακνή, W.C. και η λίστα τελειωμό δεν έχει.
Ο ΕΡΩΤΑΣ
Η κινητήριος δύναμή του σε ό,τι έκανε ήταν πάντα ο έρωτας. Τον ρούφηξε μέχρι το μεδούλι και τον τραγούδησε υπέροχα. «Η εργένικη ζωή δεν μου έμαθε τίποτα. Εκεί δεν θες να μάθεις, θες να ζήσεις. Ημουν χορτάτος από όλες τις απόψεις όταν παντρεύτηκα. Γιατί έζησα τα πάντα από τα 20 μέχρι τα 37. Γύρισα όλον τον κόσμο και γνώρισα πολλές επιτυχίες. Γυναίκες, ποτά, ταξίδια. Κοιμόμουν όταν νύσταζα, έτρωγα όταν πείναγα. Κάπνιζα ό,τι έβρισκα μπροστά μου, έπινα τα πάντα και ήμουν από το ένα κωλόμπαρο στο άλλο. Για μένα ο έρωτας είναι ένα συστατικό, χαρακτηριστικό της ζωής. Δεν μπορείς να ζήσεις χωρίς έρωτα. Είναι η αρχέγονη ιστορία του να υπάρχει ζωή. Μου κάνει εντύπωση που βλέπω κόσμο να κλαίει με κάποια τραγούδια μου, όπως, για παράδειγμα, τον “Μικρό Τιτανικό”», είχε πει πριν από λίγα χρόνια. Οσο για τα λάθη του, πάντα έβρισκε τη δύναμη να τα παραδέχεται, ζητώντας συγγνώμη. Η ζωή του όλη μια «Ανάσα», ένα «Φλασάκι». «Ελα, ψυχούλα μου», «Ρίξε κόκκινο στη νύχτα...». Κλαίει ακόμα και αυτό το παριζιάνικο γατί, ο «Τούρκος». Καλό ταξίδι.