Δημήτρης Κανέλλος: Ο τραγουδιστής που επέλεξε ο Θ. Μικρούτσικος
Ο Δημήτρης Κανέλλος μίλησε στο parapolitika.gr και στον Γιάννη Ξυνόπουλο για την συνεργασία του με τον Θάνο Μικρούτσικο, λίγο προτού φύγει από την ζωή. Ένα γνήσιο παιδί του Πειραιά, μια γνήσια λαϊκή φωνή που δίνει άλλη αξία στο ρεπερτόριο που ερμηνεύει.
Ο Δημήτρης Κανέλλος έχοντας στο ενεργητικό του τις συναυλίες - αφιερώματα στα μελοποιημένα ποιήματα του Άλκη Αλκαίου, κυκλοφόρησε από την Minos Emi - Universal Company, το νέο του album με ανέκδοτα ποιήματα του Άλκη Αλκαίου σε πρωτότυπες μουσικές των Θάνου Μικρούτσικου, Θύμιου Παπαδόπουλου και Μανόλη Ανδρουλιδάκη καθώς και επιλεγμένες επανεκτελέσεις, πάντα σε ποίηση του Άλκη Αλκαίου.
Ο Δημήτρης Κανέλλος μίλησε στο parapolitika.gr και στον Γιάννη Ξυνόπουλο για την συνεργασία του με τον Θάνο Μικρούτσικο, λίγο προτού φύγει από την ζωή, τα όνειρα του, και τα επόμενα σχέδια που έχει. Ένα γνήσιο παιδί του Πειραιά, μια γνήσια λαϊκή φωνή που δίνει άλλη αξία στο ρεπερτόριο που ερμηνεύει.
Ποιος είναι ο Δημήτρης Κανέλλος;
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Νίκαια του Πειραιά. Από πολύ μικρή ηλικία (στην ηλικία περίπου των 8) πήρε μέρος σε σχολικές εκδηλώσεις όπου και τραγούδησε για πρώτη φορά. Στην ηλικία των 11 πήγε στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Νίκαιας όπου κι έκανε μαθήματα μπουζουκιού, θεωρίας της μουσικής και αρμονία. Στα 17 του χρόνια, κι αφού πλέον η ενασχόλησή του με το τραγούδι αυξανόταν, πήγε στο Εθνικό Ωδείο στη πλατεία Βάθης όπου κι έκανε μαθήματα φωνητικής σύγχρονου τραγουδιού με δασκάλα, την Άννα Διαμαντοπούλου. Ήδη από την ηλικία των 16-17 ξεκίνησε δειλά δειλά να δουλεύει, να παίζει κιθάρα και να τραγουδάει, σε μουσικά μεζεδοπωλεία.
Δισκογραφικά, κυκλοφόρησε ένα cd το 2010, με τίτλο «Χίλια Γράμματα», που περιείχε επανεκτελέσεις τραγουδιών, όπως το «Καλοκαίρια και χειμώνες», το «Έτσι σ’ αγάπησα», κ.α, το 2017 μια ακόμα δισκογραφική δουλειά από τη heaven με τίτλο, «Ο Δημήτρης Κανέλλος ερμηνεύει Φώντα Λάδη». Τελευταία, πριν λίγες μέρες συγκεκριμένα, κυκλοφόρησε μια δισκογραφική δουλειά από τη Minos EMI, με τίτλο «Όσα Ονειρευτήκαμε» σε ποίηση Άλκη Αλκαίου και σε μουσικές, Θάνου Μικρούτσικου, Μίλτου, Πασχαλίδη, Θύμιου Παπαδόπουλου και Μανόλη Ανδρουλιδάκη.
Ο Πειραιάς τελικά είναι πόλη καλλιτεχνική;
Μπορεί τελικά και να ‘ναι. Η αλήθεια είναι πως μένω σε μια περιοχή, στη Νίκαια, που πέρασαν πολλοί μεγάλοι τραγουδιστές τα παλιά τα χρόνια. Ο Στέλιος Καζαντζίδης, η Καίτη Γκρέυ, ο Στράτος Διονυσίου, ο Πάνος Γαβαλάς κ.α, πέρασαν από ξακουστά τότε μαγαζιά της Νίκαιας, τον Περιβόλα και τον Κεφάλα. Είχα τη χαρά, όταν πια μεγάλωσα και ήμουν στην ηλικία του λυκείου, να γνωρίσω τον μεγάλο Στέλιο Καζαντζίδη μιας και έμενε κι εκείνος στη Νίκαια. Τον έβλεπα συχνά σε κουτούκια στη Νίκαια και στον Κορυδαλλό. Πρώτη φορά τον γνώρισα θυμάμαι, όταν, με αφορμή τη κυκλοφορία του τότε δίσκου του «Τραγουδώ», μαζεύτηκαν σ’ ένα ταβερνάκι στο Κερατσίνι για να γιορτάσουν το γεγονός. Πήρα τον αδερφό μου τότε και πήγαμε. Μεγάλη η χαρά μου τότε που γνώρισα το Στέλιο Καζαντζίδη, και κάποια στιγμή σηκώθηκα και χόρεψα ένα ζεϊμπέκικο σ’ ένα από τα τραγούδια που παίζανε. Στο «Εϊ Καπετάνιε» αν θυμάμαι καλά Ήρθε με σκούντηξε στον ώμο και μου είπε, «μπράβο παλικάρι μου». Δε θα τη ξεχάσω ποτέ εκείνη τη στιγμή.
Τα υπόλοιπα παιδιά έπαιζαν μπάλα, κι εσύ έτρεχες στα ωδεία;
Χαχα, ναι μπορείς να το πεις κι αυτό. Μακάρι να ήταν μόνο τα ωδεία που έτρεχα, όταν τα υπόλοιπα παιδιά έπαιζαν μπάλα. Από μικρή ηλικία, κι επειδή η οικογένεια μου ήταν αρκετά φτωχή, μιας και μόνο ο πατέρας μου δούλευε(η μητέρα μου ήταν στο σπίτι και μας μεγάλωνε..), αναγκάστηκα να βγω στο μεροκάματο με τον πατέρα μου, στην οικοδομή. Θυμάμαι, άλλα παιδιά, όταν είχαμε κάποια αργία στο σχολείο, έπαιρναν το λεωφορείο και πήγαιναν για μπάνιο σε διάφορα μέρη, κι εγώ, πήγαινα στην οικοδομή μαζί με το πατέρα μου. Έτσι όμως μας είχαν μάθει από μικρούς εμένα και τα αδέρφια μου. Στη πορεία, ναι, ξεκίνησα και το ωδείο. Πρώτη φορά που πήγα στο Εθνικό ωδείο στη πλατεία Βάθης, για να κάνω μαθήματα φωνητικής με την Άννα Διαμαντοπούλου, πήγα με το ποδήλατο θυμάμαι. Δύσκολα χρόνια πολύ, γιατί κάλυπτα τα έξοδα των σπουδών μου τελείως μόνος μου(δεν ήθελα να επιβαρύνω καθόλου τους γονείς μου), αλλά ήμουν αποφασισμένος αυτό που αγαπάω τόσο πολύ, το τραγούδι, να το σπουδάσω για να το κάνω, όσο πιο καλά μπορώ.
Από το Εθνικό Ωδείο και τα μαθήματα φωνητικής σε ηλικία 16-17 ετών άρχισες τις εμφανίσεις σε μουσικά μεζεδοπωλεία, σε ταβερνάκια στη Παλιά Κοκκινιά και στον Κορυδαλλό;
Τις εμφανίσεις στα ταβερνάκια στη Παλιά Κοκκινιά και στον Κορυδαλλό τις είχα αρχίσει νωρίτερα. Στην ηλικία περίπου των 14-15, κι επειδή ήδη είχα κάποια χρόνια που έπαιζα λίγο μπουζουκάκι και κιθάρα, είχαμε ξεκινήσει με κάποιους φίλους να παίζουμε σε διάφορα ταβερνάκια στην αρχή για το χαρτζιλίκι μας. Βέβαια, όσο περνούσαν τα χρόνια όλη αυτή η ενασχόληση με τη μουσική έγινε καθαρά εννοείται επαγγελματική.
Πως προέκυψε να συνεργαστείς με την Γλυκερία, την Ελένη Βιτάλη, και την Πόλυ Πάνου;
Με τη Γλυκερία έτυχε να τη γνωρίσω, και να συνεργαστώ μαζί της για πάνω από δέκα χρόνια σε διάφορες δουλειές, λόγω του τότε παραγωγού μου, Στέλιου Φωτιάδη. Μέσα από τη συνεργασία μου με τη Γλυκερία είχα τη μεγάλη χαρά επίσης, σε κάποιες συναυλίες καλοκαιριού, να συνεργαστώ και με την εξίσου αγαπημένη μου, Ελένη Βιτάλη. Αυτή η χρόνια συνεργασία μου με τη Γλυκερία, μου έδωσε πριν από τρία περίπου χρόνια, και την σημαντική στιγμή για μένα να πω ένα ντουέτο μαζί της σ’ ένα παλιό τραγούδι, σε ποίηση Φώντα Λάδη και σε μουσική του Δημήτρη Λάγιου, του οποίου ο τίτλος είναι, «Τα μάτια σου που κλαίνε». Η Πόλυ Πάνου ήταν μια από τις πρώτες μου συνεργασίες με τόσο μεγάλα ονόματα του λαϊκού τραγουδιού. Μόλις είχα απολυθεί από φαντάρος και μέσω της επαφής μου τότε με έναν φίλο, τον Σπύρο Νικόπουλο, με πήρε σε κάποιες από τις συναυλίες που είχαν κλείσει με την Πόλυ Πάνου.
Έχεις δυο δισκογραφικές δουλειές στο παρελθόν, αλλά νιώθεις ότι τώρα τα καλλιτεχνικά σου όνειρα άρχισαν να παίρνουν σάρκα και οστά; Κάθε δισκογραφικό βήμα που έχω καταφέρει μέχρι τώρα, αποτελεί για μένα και μια σημαντική παρακαταθήκη στη μέχρι τώρα πορεία μου.
Αποτελεί όμως, όντως τεράστια τιμή, να σου δίνει καινούργια τραγούδια ο Θάνος Μικρούτσικος. Πόσο μάλλον όταν είναι και σε ποίηση Άλκη Αλκαίου. Ναι, μπορώ να πω πως, ένα σημαντικό μέρος των ονείρων μου, όντως πήραν σάρκα και οστά. Ελπίζω να τα καταφέρω και να συνεχίσω στον ίδιο δρόμο.
Πως έγινε η γνωριμία με τον Θάνο Μικρούτσικο και προέκυψε το τραγούδι που ερμηνεύεις «Όσα ονειρευτήκαμε» σε ποίηση Άλκη Αλκαίου;
Η γνωριμία μου με τον Θάνο Μικρούτσικο, προέκυψε μέσα από κάποιες συναυλίες που γίνανε το 2018, αφιερώματα στον Γιάννη Ρίτσο. Μετά κι από κείνες τις συναυλίες, συναποφασίσαμε να πω κάποια δικά του τραγούδια. Για αρχή είχαμε αποφασίσει να πω κάποιες επανεκτελέσεις. Το «Όσο κρατάει ένας καφές» και το «Μια παλιά φωτογραφία». Στη πορεία, λίγο πριν ολοκληρωθεί το άλμπουμ, μου έδωσε και δύο καινούργια του τραγούδια πάντα σε ποίηση Άλκη Αλκαίου εκ των οποίων το ένα, είναι και το ομότιτλο του δίσκου, το «Όσα ονειρευτήκαμε».
Είσαι ένα γνήσια λαϊκό παιδί, λαϊκή φωνή με μουσικές σπουδές και βιώματα. Ποιος ήταν ο στόχος σου όταν ξεκινούσες την καλλιτεχνική σου πορεία;
Ο στόχος μου ήταν και είναι, να κάνω μια αξιοπρεπή κι έντιμη καριέρα καλού λαϊκού τραγουδιστή. Αυτό νομίζω θα ευχαριστούσε τη ψυχή μου. Τα πρότυπα μου όταν ξεκίνησα ήταν ο Στέλιος Καζαντζίδης, ο Στράτος Διονυσίου, η Ελένη Βιτάλη, η Γλυκερία, ο Δημήτρης Μητροπάνος κ.α. Σ’ αυτόν τον δύσκολο δρόμο του λαϊκού τραγουδιού έχω σκοπό να συνεχίζω να περπατάω. Όσο δύσκολο κι αν είναι.
Τι δυσκολίες αντιμετωπίζεις στην δουλειά σου;
Όταν θέλεις να κάνεις ποιοτικό τραγούδι σήμερα αλλά παράλληλα να έχει και καθαρά λαϊκή χροιά, δυσκολεύεσαι πολύ η αλήθεια είναι. Από την άλλη όμως, αυτή είναι και η ομορφιά στη ζωή. Να καταφέρνεις κάτι τόσο αντικειμενικά όμορφο, μέσα από πολλούς και δύσκολους αγώνες στη ζωή σου.
Τι να περιμένουμε από εσένα στο άμεσο μέλλον; Τι σχέδια έχεις για το επόμενο βήμα;
Καταρχάς να περάσει αυτή η πανδημία του κοροναϊού που ταλαιπωρεί και τη χώρα μας. Εύχομαι οι επιστήμονες να κάνουν το θαύμα τους αληθινά, για όλο τον κόσμο. Κατά τα άλλα, συναυλίες το καλοκαίρι, όπως και διάφορες συζητήσεις για την επόμενη χειμερινή σεζόν.
Δημήτρη πως θέλεις να φαντάζεσαι τον εαυτό σου μετά από 10 χρόνια;
Θα ήθελα μουσικά, να τα καταφέρω να συνεχίσω στο δρόμο που έχω ήδη χαράξει. Αγαπώ το λαϊκό τραγούδι.
Σε ποια κατηγορία τραγουδιού κατατάσσεις τον εαυτό σου;
Θα απαντήσω με λόγια του Θάνου Μικρούτσικου.. «Εσύ είσαι λαϊκός τραγουδιστής»..
Ο Δημήτρης Κανέλλος μίλησε στο parapolitika.gr και στον Γιάννη Ξυνόπουλο για την συνεργασία του με τον Θάνο Μικρούτσικο, λίγο προτού φύγει από την ζωή, τα όνειρα του, και τα επόμενα σχέδια που έχει. Ένα γνήσιο παιδί του Πειραιά, μια γνήσια λαϊκή φωνή που δίνει άλλη αξία στο ρεπερτόριο που ερμηνεύει.
Ποιος είναι ο Δημήτρης Κανέλλος;
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Νίκαια του Πειραιά. Από πολύ μικρή ηλικία (στην ηλικία περίπου των 8) πήρε μέρος σε σχολικές εκδηλώσεις όπου και τραγούδησε για πρώτη φορά. Στην ηλικία των 11 πήγε στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Νίκαιας όπου κι έκανε μαθήματα μπουζουκιού, θεωρίας της μουσικής και αρμονία. Στα 17 του χρόνια, κι αφού πλέον η ενασχόλησή του με το τραγούδι αυξανόταν, πήγε στο Εθνικό Ωδείο στη πλατεία Βάθης όπου κι έκανε μαθήματα φωνητικής σύγχρονου τραγουδιού με δασκάλα, την Άννα Διαμαντοπούλου. Ήδη από την ηλικία των 16-17 ξεκίνησε δειλά δειλά να δουλεύει, να παίζει κιθάρα και να τραγουδάει, σε μουσικά μεζεδοπωλεία.
Δισκογραφικά, κυκλοφόρησε ένα cd το 2010, με τίτλο «Χίλια Γράμματα», που περιείχε επανεκτελέσεις τραγουδιών, όπως το «Καλοκαίρια και χειμώνες», το «Έτσι σ’ αγάπησα», κ.α, το 2017 μια ακόμα δισκογραφική δουλειά από τη heaven με τίτλο, «Ο Δημήτρης Κανέλλος ερμηνεύει Φώντα Λάδη». Τελευταία, πριν λίγες μέρες συγκεκριμένα, κυκλοφόρησε μια δισκογραφική δουλειά από τη Minos EMI, με τίτλο «Όσα Ονειρευτήκαμε» σε ποίηση Άλκη Αλκαίου και σε μουσικές, Θάνου Μικρούτσικου, Μίλτου, Πασχαλίδη, Θύμιου Παπαδόπουλου και Μανόλη Ανδρουλιδάκη.
Ο Πειραιάς τελικά είναι πόλη καλλιτεχνική;
Μπορεί τελικά και να ‘ναι. Η αλήθεια είναι πως μένω σε μια περιοχή, στη Νίκαια, που πέρασαν πολλοί μεγάλοι τραγουδιστές τα παλιά τα χρόνια. Ο Στέλιος Καζαντζίδης, η Καίτη Γκρέυ, ο Στράτος Διονυσίου, ο Πάνος Γαβαλάς κ.α, πέρασαν από ξακουστά τότε μαγαζιά της Νίκαιας, τον Περιβόλα και τον Κεφάλα. Είχα τη χαρά, όταν πια μεγάλωσα και ήμουν στην ηλικία του λυκείου, να γνωρίσω τον μεγάλο Στέλιο Καζαντζίδη μιας και έμενε κι εκείνος στη Νίκαια. Τον έβλεπα συχνά σε κουτούκια στη Νίκαια και στον Κορυδαλλό. Πρώτη φορά τον γνώρισα θυμάμαι, όταν, με αφορμή τη κυκλοφορία του τότε δίσκου του «Τραγουδώ», μαζεύτηκαν σ’ ένα ταβερνάκι στο Κερατσίνι για να γιορτάσουν το γεγονός. Πήρα τον αδερφό μου τότε και πήγαμε. Μεγάλη η χαρά μου τότε που γνώρισα το Στέλιο Καζαντζίδη, και κάποια στιγμή σηκώθηκα και χόρεψα ένα ζεϊμπέκικο σ’ ένα από τα τραγούδια που παίζανε. Στο «Εϊ Καπετάνιε» αν θυμάμαι καλά Ήρθε με σκούντηξε στον ώμο και μου είπε, «μπράβο παλικάρι μου». Δε θα τη ξεχάσω ποτέ εκείνη τη στιγμή.
Τα υπόλοιπα παιδιά έπαιζαν μπάλα, κι εσύ έτρεχες στα ωδεία;
Χαχα, ναι μπορείς να το πεις κι αυτό. Μακάρι να ήταν μόνο τα ωδεία που έτρεχα, όταν τα υπόλοιπα παιδιά έπαιζαν μπάλα. Από μικρή ηλικία, κι επειδή η οικογένεια μου ήταν αρκετά φτωχή, μιας και μόνο ο πατέρας μου δούλευε(η μητέρα μου ήταν στο σπίτι και μας μεγάλωνε..), αναγκάστηκα να βγω στο μεροκάματο με τον πατέρα μου, στην οικοδομή. Θυμάμαι, άλλα παιδιά, όταν είχαμε κάποια αργία στο σχολείο, έπαιρναν το λεωφορείο και πήγαιναν για μπάνιο σε διάφορα μέρη, κι εγώ, πήγαινα στην οικοδομή μαζί με το πατέρα μου. Έτσι όμως μας είχαν μάθει από μικρούς εμένα και τα αδέρφια μου. Στη πορεία, ναι, ξεκίνησα και το ωδείο. Πρώτη φορά που πήγα στο Εθνικό ωδείο στη πλατεία Βάθης, για να κάνω μαθήματα φωνητικής με την Άννα Διαμαντοπούλου, πήγα με το ποδήλατο θυμάμαι. Δύσκολα χρόνια πολύ, γιατί κάλυπτα τα έξοδα των σπουδών μου τελείως μόνος μου(δεν ήθελα να επιβαρύνω καθόλου τους γονείς μου), αλλά ήμουν αποφασισμένος αυτό που αγαπάω τόσο πολύ, το τραγούδι, να το σπουδάσω για να το κάνω, όσο πιο καλά μπορώ.
Από το Εθνικό Ωδείο και τα μαθήματα φωνητικής σε ηλικία 16-17 ετών άρχισες τις εμφανίσεις σε μουσικά μεζεδοπωλεία, σε ταβερνάκια στη Παλιά Κοκκινιά και στον Κορυδαλλό;
Τις εμφανίσεις στα ταβερνάκια στη Παλιά Κοκκινιά και στον Κορυδαλλό τις είχα αρχίσει νωρίτερα. Στην ηλικία περίπου των 14-15, κι επειδή ήδη είχα κάποια χρόνια που έπαιζα λίγο μπουζουκάκι και κιθάρα, είχαμε ξεκινήσει με κάποιους φίλους να παίζουμε σε διάφορα ταβερνάκια στην αρχή για το χαρτζιλίκι μας. Βέβαια, όσο περνούσαν τα χρόνια όλη αυτή η ενασχόληση με τη μουσική έγινε καθαρά εννοείται επαγγελματική.
Πως προέκυψε να συνεργαστείς με την Γλυκερία, την Ελένη Βιτάλη, και την Πόλυ Πάνου;
Με τη Γλυκερία έτυχε να τη γνωρίσω, και να συνεργαστώ μαζί της για πάνω από δέκα χρόνια σε διάφορες δουλειές, λόγω του τότε παραγωγού μου, Στέλιου Φωτιάδη. Μέσα από τη συνεργασία μου με τη Γλυκερία είχα τη μεγάλη χαρά επίσης, σε κάποιες συναυλίες καλοκαιριού, να συνεργαστώ και με την εξίσου αγαπημένη μου, Ελένη Βιτάλη. Αυτή η χρόνια συνεργασία μου με τη Γλυκερία, μου έδωσε πριν από τρία περίπου χρόνια, και την σημαντική στιγμή για μένα να πω ένα ντουέτο μαζί της σ’ ένα παλιό τραγούδι, σε ποίηση Φώντα Λάδη και σε μουσική του Δημήτρη Λάγιου, του οποίου ο τίτλος είναι, «Τα μάτια σου που κλαίνε». Η Πόλυ Πάνου ήταν μια από τις πρώτες μου συνεργασίες με τόσο μεγάλα ονόματα του λαϊκού τραγουδιού. Μόλις είχα απολυθεί από φαντάρος και μέσω της επαφής μου τότε με έναν φίλο, τον Σπύρο Νικόπουλο, με πήρε σε κάποιες από τις συναυλίες που είχαν κλείσει με την Πόλυ Πάνου.
Έχεις δυο δισκογραφικές δουλειές στο παρελθόν, αλλά νιώθεις ότι τώρα τα καλλιτεχνικά σου όνειρα άρχισαν να παίρνουν σάρκα και οστά; Κάθε δισκογραφικό βήμα που έχω καταφέρει μέχρι τώρα, αποτελεί για μένα και μια σημαντική παρακαταθήκη στη μέχρι τώρα πορεία μου.
Αποτελεί όμως, όντως τεράστια τιμή, να σου δίνει καινούργια τραγούδια ο Θάνος Μικρούτσικος. Πόσο μάλλον όταν είναι και σε ποίηση Άλκη Αλκαίου. Ναι, μπορώ να πω πως, ένα σημαντικό μέρος των ονείρων μου, όντως πήραν σάρκα και οστά. Ελπίζω να τα καταφέρω και να συνεχίσω στον ίδιο δρόμο.
Πως έγινε η γνωριμία με τον Θάνο Μικρούτσικο και προέκυψε το τραγούδι που ερμηνεύεις «Όσα ονειρευτήκαμε» σε ποίηση Άλκη Αλκαίου;
Η γνωριμία μου με τον Θάνο Μικρούτσικο, προέκυψε μέσα από κάποιες συναυλίες που γίνανε το 2018, αφιερώματα στον Γιάννη Ρίτσο. Μετά κι από κείνες τις συναυλίες, συναποφασίσαμε να πω κάποια δικά του τραγούδια. Για αρχή είχαμε αποφασίσει να πω κάποιες επανεκτελέσεις. Το «Όσο κρατάει ένας καφές» και το «Μια παλιά φωτογραφία». Στη πορεία, λίγο πριν ολοκληρωθεί το άλμπουμ, μου έδωσε και δύο καινούργια του τραγούδια πάντα σε ποίηση Άλκη Αλκαίου εκ των οποίων το ένα, είναι και το ομότιτλο του δίσκου, το «Όσα ονειρευτήκαμε».
Είσαι ένα γνήσια λαϊκό παιδί, λαϊκή φωνή με μουσικές σπουδές και βιώματα. Ποιος ήταν ο στόχος σου όταν ξεκινούσες την καλλιτεχνική σου πορεία;
Ο στόχος μου ήταν και είναι, να κάνω μια αξιοπρεπή κι έντιμη καριέρα καλού λαϊκού τραγουδιστή. Αυτό νομίζω θα ευχαριστούσε τη ψυχή μου. Τα πρότυπα μου όταν ξεκίνησα ήταν ο Στέλιος Καζαντζίδης, ο Στράτος Διονυσίου, η Ελένη Βιτάλη, η Γλυκερία, ο Δημήτρης Μητροπάνος κ.α. Σ’ αυτόν τον δύσκολο δρόμο του λαϊκού τραγουδιού έχω σκοπό να συνεχίζω να περπατάω. Όσο δύσκολο κι αν είναι.
Τι δυσκολίες αντιμετωπίζεις στην δουλειά σου;
Όταν θέλεις να κάνεις ποιοτικό τραγούδι σήμερα αλλά παράλληλα να έχει και καθαρά λαϊκή χροιά, δυσκολεύεσαι πολύ η αλήθεια είναι. Από την άλλη όμως, αυτή είναι και η ομορφιά στη ζωή. Να καταφέρνεις κάτι τόσο αντικειμενικά όμορφο, μέσα από πολλούς και δύσκολους αγώνες στη ζωή σου.
Τι να περιμένουμε από εσένα στο άμεσο μέλλον; Τι σχέδια έχεις για το επόμενο βήμα;
Καταρχάς να περάσει αυτή η πανδημία του κοροναϊού που ταλαιπωρεί και τη χώρα μας. Εύχομαι οι επιστήμονες να κάνουν το θαύμα τους αληθινά, για όλο τον κόσμο. Κατά τα άλλα, συναυλίες το καλοκαίρι, όπως και διάφορες συζητήσεις για την επόμενη χειμερινή σεζόν.
Δημήτρη πως θέλεις να φαντάζεσαι τον εαυτό σου μετά από 10 χρόνια;
Θα ήθελα μουσικά, να τα καταφέρω να συνεχίσω στο δρόμο που έχω ήδη χαράξει. Αγαπώ το λαϊκό τραγούδι.
Σε ποια κατηγορία τραγουδιού κατατάσσεις τον εαυτό σου;
Θα απαντήσω με λόγια του Θάνου Μικρούτσικου.. «Εσύ είσαι λαϊκός τραγουδιστής»..