Ανεμόγερτος: Ένα βιβλίο ενάντια στην παραίτηση από τη ζωή
Μια ιστορία γραμμένη με πόνο αλλά και ελπίδα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών μας
Ένα άντρας που βιώνει την απώλεια και την ολοκληρωτική καταστροφή των ονείρων του, αναγκάζεται να αποδεχτεί την ήττα του για να μην τρελαθεί και να μπορέσει να συνεχίσει τη ζωή του. Ο «Ανεμόγερτος» του συγγραφέα Γιώργου Τζιτζικάκη, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ, είναι μια ιστορία βασισμένη σε αληθινά γεγονότα, που αφορά τις στιγμές που ένας άνθρωπος λυγίζει και δοκιμάζονται οι δυνάμεις του.
Ο συγγραφέας μιλάει στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ και τη Μαριάνθη Κουνιά για αυτό το συγγραφικό ταξίδι που έχει στοιχεία αυτοβιογραφίας.
Η λέξη «Ανεμόγερτος» δεν υπήρχε στα ελληνικά λεξικά, είναι μια δική μου σύνθεση από τις προφανείς λέξεις. Αφορά στον άνθρωπο που, ενίοτε, υποχωρεί από το βάρος των καταστάσεων, λυγίζει, και τότε δοκιμάζονται οι δυνάμεις του όπως ένα δέντρο που το γέρνει ο άγριος άνεμος. Εκτιμώ πως όλοι στις ζωές μας έχουμε τέτοιες περιόδους, και τότε είναι που πρέπει να πιστέψουμε στις δυνάμεις μας και στο γεγονός πως το δέντρο της ύπαρξής μας έχει, εντέλει, γερές ρίζες στις οποίες πρέπει να πιστέψουμε και να τις δυναμώσουμε.
Ναι, είναι βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα. Η καταγραφή του «Ανεμόγερτου» ξεκίνησε σε ημερολογιακή μορφή, ύστερα από ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας που είχα. Τα δύο μονοπάτια που είχα μπροστά μου ήταν: Να βυθιστώ στο πρόβλημα, να παραιτηθώ και να δώσω τέλος στη ζωή μου ή να προσπαθήσω να βρω τον τρόπο για να με κάνω καλά. Γράφω από την εφηβεία μου και η γραφή πάντοτε με έπαιρνε από το χέρι και με έβγαζε από το χάος, τη θλίψη και τον πανικό, οπότε το ίδιο έκανα και όταν βυθίστηκα στον «Ανεμόγερτο». Γράφοντάς τον επί δυόμιση χρόνια, μέσα από τις καταστάσεις που δημιουργήθηκαν και τους ήρωες που μου έφερε η ζωή και γνώρισα (κάποιοι με μεγαλύτερα προβλήματα από τα δικά μου και άλλοι με εντελώς αδιάφορη φύση) είδα κι εγώ τον εαυτό μου να αλλάζει απέναντι στα προβλήματα που είχαν πακτωθεί εντός μου. Εντέλει μια μέρα σήκωσα το κεφάλι μου νιώθοντας καλύτερα, και τότε πίστεψα ότι παρά τις βαριές μου ήττες, πήρα μαθήματα από αυτές, οπότε ήταν στο χέρι μου πλέον να με οδηγήσω σε νέες νίκες. Τώρα που η ιστορία αυτή έχει γίνει βιβλίο, εισπράττω από τον κόσμο τόση αγάπη που με συγκινεί, και τους ευχαριστώ, καθώς δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευλογία από το να μου λένε πως εκείνοι που έχουν περάσει τα ίδια και χειρότερα από εμένα, ταυτίζονται με την ιστορία του «Ανεμόγερτου» ενώ παίρνουν δύναμη από το βιβλίο για να δούνε πιο φωτεινά τη ζωή τους.
Κατά τη συγγραφή του «Ανεμόγερτου» η δυσκολία ήταν πως το πρόβλημα που είχα ήταν έντονο και άμεσο σε σχέση με νευρολογικά θέματα, κρίσεις πανικού, έλεγχο συνείδησης, διαχείριση σκέψεων κ.α., οπότε γράφοντάς τον ήταν πολύ «καυτό το τηγάνι» για να το πιάσω με γυμνά χέρια. Όποιος θα διαβάσει τον «Ανεμόγερτο» θα παρατηρήσει ότι το έργο ξεκινά δειλά και με κάποιες παύσεις, κι ετούτο συνέβη καθώς αποτελούσε καταγραφή σε πραγματικό χρόνο και ενόσω πάθαινα τις κρίσεις, οπότε έπρεπε να σταματώ μέχρι να καταλαγιάσει η ψυχική φουρτούνα και να συνεχίσω άλλη στιγμή. Στην πορεία κατάλαβα πως η διαδικασία γινόταν ολοένα και πιο μαλακή –κατά σημεία βοηθούσε η χρήση σαρκασμού και χιούμορ, παρά τη σοβαρότητά του ως θέμα–, και έτσι, βήμα το βήμα και σελίδα τη σελίδα, κατάφερα να ολοκληρώσω το ταξίδι του και σήμερα να χαμογελώ. Βέβαια, θα πρέπει εδώ να σας πω ότι ο «Ανεμόγερτος» είναι το ένα ποδάρι επάνω στο σχοινί που ενώνει τη ζωή μου με την τρέλα, το δεύτερο είναι ο «Παραθεριστής». Αυτά τα δύο βιβλία είναι εντελώς διαφορετικά σε ύφος, γραφή, θέμα και λογοτεχνικό τόνο μεταξύ τους. Ο «Παραθεριστής» μπορεί εκδοτικά να προηγήθηκε του «Ανεμόγερτου», όμως γράφτηκε μετά από εκείνον, την περίοδο που πίστευα ότι είμαι καλά, όμως και πάλι όλα γκρεμίστηκαν –είπαμε, χρειάζονται πολλές πτώσεις πριν τελικά σηκωθείς στα πόδια σου. Τότε, χρειάστηκε να περάσω λίγο χρόνο μέσα σε ένα ίδρυμα, και εκεί, μέσα από τις συνεδρίες που έκανα με τους ψυχιάτρους, να γράψω και πάλι για να μπορέσω να διαχειριστώ εμένα και όσα συνέβησαν. Καταλήγω, λοιπόν, στο ότι η μεγαλύτερη δυσκολία για να γράψεις (αλλά και να σβήσεις πολλά από τη ζωή σου) είναι ο ίδιος μας ο εαυτός και το πώς θα τον διαχειριστούμε.
Σας το λέω με κάθε ειλικρίνεια: Κανένας δεν μπορεί να μας πληγώσει και κανένας δεν μπορεί να μας γιατρέψει εκτός από τον ίδιο μας τον εαυτό, όμως αυτό θα πρέπει να το θελήσουμε πρώτα εμείς, και για να το θελήσουμε, θα πρέπει να καταλάβουμε ότι το τόσο μεγάλο πρόβλημά μας –μια αδικία, μια εξαπάτηση, μια απιστία, ένας χωρισμός, ένας θάνατος και τόσα ακόμη– είναι κάτι που άπαξ και συνέβη, συνέβη έξω από εμάς, δίχως να ρωτηθούμε, δίχως να υπάρχει δυνατότητα να το αποτρέψουμε και δίχως να μπορούμε να το αλλάξουμε σε ορισμένες των περιπτώσεων. Οπότε, κάθε μα κάθε φορά που τρώμε το χαστούκι και πέφτουμε, οφείλουμε στον εαυτό μας (τον οποίο μόνο αυτόν έχουμε –σκληρό, όμως αυτή είναι η αλήθεια) να σηκωνόμαστε στα πόδια μας και να προχωράμε, όχι μεμψιμοιρώντας και ούτε περιμένοντας μια ακόμη πτώση ως έκφανση του κάρμα μας (μια δικαιολογία που την κάνουν χρήση πολλοί), αλλά γνωρίζοντας πώς θα διαχειριστούμε την κάθε επόμενη πτώση μας και κατανοώντας πως οι πτώσεις μας είναι κομμάτια της ζωής μας. Όλοι μας στις ζωές μας θα ζήσουμε περισσότερες ήττες από νίκες, και αυτό, όσο τραχύ και απογοητευτικό κι αν ακούγεται, είναι κομμάτι του κέρδους μας από αυτό που λέγεται ζωή.
Κοιτάξτε... Το θέμα της κατάθλιψης είναι ένα μεγάλο θέμα το οποίο χρίζει ιατρικής συμβουλής, παρακολούθησης και ενίοτε φαρμακευτικής αγωγής (και εγώ, έχοντας περάσει και από τα τρία, δεν βρίσκω τίποτα κακό σε αυτά, αρκεί να γίνονται με μέτρο και όχι ως πανάκεια). Οι κρίσεις πανικού είναι το πιο άμεσο από τα κοινά προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου· για αυτό, εκτιμώ ότι φταίει ο τρόπος της ζωής μας, εννοώντας τις ιλιγγιώδεις ταχύτητες με τις οποίες τρέχει η καθημερινότητά μας, τις κοινωνικές επιταγές που όλοι κυνηγούν να εκτελέσουν, την αγριότητα των σχέσεων, την εξυπηρέτηση μιας εικόνας για τους άλλους βάζοντας σε δεύτερο πλάνο την αλήθεια μας, και τόσα ακόμη. Εκείνο που χρειάζεται κάποιος για να είναι καλά, είναι απλώς και μόνο να εκτελέσει τη σύλληψη πως η ζωή του είναι μία και μοναδική, οπότε αδίκως σκοτίζεται για πράγματα που του φαίνονται βουνό. Ξέρετε, κάθε βουνό έχει την ανηφόρα του όπως έχει και την κατηφόρα του, όμως εμείς επιμένουμε πάντα να μιλάμε για το ζόρι της υπόθεσης, εκτιμώντας πως υπάρχει μόνο αυτό. Δεν υπάρχει μόνο η ανηφόρα και ούτε μόνο η κατηφόρα! Υπάρχει όλη η διαδρομή με τα πάνω και τα κάτω της. Αν πράγματι καθίσεις σε μια γωνιά, πάρεις μερικές βαθιές ανάσες αδειάζοντας το κεφάλι του από σκέψεις και κοιτάξεις τριγύρω σου, θα συνειδητοποιήσεις πως κανένας δεν ζει διαφορετικά προβλήματα από τα δικά σου, όλοι κολυμπάμε μέσα στην ίδια σούπα ύπαρξης και όλοι μας το παλεύουμε. Όταν το καταλάβεις αυτό, συνειδητοποιώντας ταυτόχρονα και ότι ζεις, νιώσε τυχερός γι' αυτό, διότι την ίδια στιγμή χιλιάδες άλλοι πεθαίνουν και λήγει η μία και μοναδική διαδρομή της ζωής τους. Ζεις! Δεν αρκεί αυτό για να χαμογελάσεις και να προχωρήσεις τη ζωή σου; Προχώρα! Και μην ξεχνάς: προχωρώντας, πάντα κάτι διαφορετικό και απρόσμενο θα συναντάς στις γωνιές της ζωής σου που δεν έχεις κοιτάξει, μένοντας στάσιμος είναι που δεν θα αλλάξει ποτέ τίποτα.
Καταλυτικό, και δεν τον παίζει μόνο στον «Ανεμόγερτο» αλλά σε όλα μου τα έργα, όπως επίσης και στη ζωή μου. Ωστόσο, ο έρωτας είναι ένα συναίσθημα με φινάλε και χρόνο λήξης, όπως θα γνωρίζετε (κι ας λέμε εμείς οι ρομαντικοί πως ο αληθινός έρωτας κρατάει για πάντα –δεν κρατάει!). Περισσότερο από τον έρωτα, αγαπώ άλλα συναισθήματα, όπως η αγάπη, η εμπιστοσύνη, ο σεβασμός και το φιλότιμο, κοινώς η μπέσα που λίγοι στις μέρες μας μπορούν να αντιπροσωπεύσουν ως έννοια.
Η πανδημία εκτιμώ ότι δεν έφερε τον κόσμο κοντά αλλά τον απομάκρυνε. Αυτό, φυσικά, έχει επηρεάσει τη γενικότερη διάθεση του κόσμου, σε σχέση με όλες τις Τέχνες, όπως το θέατρο, τη μουσική, τον κινηματογράφο, όμως ας μη κοροϊδευόμαστε, η γενικότερη κουλτούρα μας δεν τείνει προς το βιβλίο και αυτό φαίνεται από τα επίσημα νούμερα των ερευνών που λένε ότι δεν διαβάζουμε και τόσο. Ο περισσότερος κόσμος βρίσκει διέξοδο ξεδίνοντας σε άλλες μορφές (και οι εφαρμογές στα κινητά έχουν πάρει φωτιά!), οπότε άσχετα με κορονοϊούς, κοινωνικοπολιτικές καταστάσεις, κοσμοϊστορικά γεγονότα, εξωγήινους ή πλάσματα από άλλες διαστάσεις, εκείνος που αγαπά το βιβλίο θα το διαβάσει σε κάθε συνθήκη, εκείνος που δεν το έχει περασμένο στην κουλτούρα του και δεν το αγαπά, δεν θα έρθει κοντά του εύκολα.
Ο συγγραφέας μιλάει στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ και τη Μαριάνθη Κουνιά για αυτό το συγγραφικό ταξίδι που έχει στοιχεία αυτοβιογραφίας.
Ο τίτλος του βιβλίου σας δημιουργεί αίσθημα περιέργειας και αγωνίας για όσα πρόκειται να διαβάσει ο αναγνώστης. Πως επιλέξατε αυτόν τον τίτλο;
Η λέξη «Ανεμόγερτος» δεν υπήρχε στα ελληνικά λεξικά, είναι μια δική μου σύνθεση από τις προφανείς λέξεις. Αφορά στον άνθρωπο που, ενίοτε, υποχωρεί από το βάρος των καταστάσεων, λυγίζει, και τότε δοκιμάζονται οι δυνάμεις του όπως ένα δέντρο που το γέρνει ο άγριος άνεμος. Εκτιμώ πως όλοι στις ζωές μας έχουμε τέτοιες περιόδους, και τότε είναι που πρέπει να πιστέψουμε στις δυνάμεις μας και στο γεγονός πως το δέντρο της ύπαρξής μας έχει, εντέλει, γερές ρίζες στις οποίες πρέπει να πιστέψουμε και να τις δυναμώσουμε.
Πρόκειται για αληθινή ιστορία; Πως πήρατε την απόφαση να την γράψετε;
Ναι, είναι βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα. Η καταγραφή του «Ανεμόγερτου» ξεκίνησε σε ημερολογιακή μορφή, ύστερα από ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας που είχα. Τα δύο μονοπάτια που είχα μπροστά μου ήταν: Να βυθιστώ στο πρόβλημα, να παραιτηθώ και να δώσω τέλος στη ζωή μου ή να προσπαθήσω να βρω τον τρόπο για να με κάνω καλά. Γράφω από την εφηβεία μου και η γραφή πάντοτε με έπαιρνε από το χέρι και με έβγαζε από το χάος, τη θλίψη και τον πανικό, οπότε το ίδιο έκανα και όταν βυθίστηκα στον «Ανεμόγερτο». Γράφοντάς τον επί δυόμιση χρόνια, μέσα από τις καταστάσεις που δημιουργήθηκαν και τους ήρωες που μου έφερε η ζωή και γνώρισα (κάποιοι με μεγαλύτερα προβλήματα από τα δικά μου και άλλοι με εντελώς αδιάφορη φύση) είδα κι εγώ τον εαυτό μου να αλλάζει απέναντι στα προβλήματα που είχαν πακτωθεί εντός μου. Εντέλει μια μέρα σήκωσα το κεφάλι μου νιώθοντας καλύτερα, και τότε πίστεψα ότι παρά τις βαριές μου ήττες, πήρα μαθήματα από αυτές, οπότε ήταν στο χέρι μου πλέον να με οδηγήσω σε νέες νίκες. Τώρα που η ιστορία αυτή έχει γίνει βιβλίο, εισπράττω από τον κόσμο τόση αγάπη που με συγκινεί, και τους ευχαριστώ, καθώς δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευλογία από το να μου λένε πως εκείνοι που έχουν περάσει τα ίδια και χειρότερα από εμένα, ταυτίζονται με την ιστορία του «Ανεμόγερτου» ενώ παίρνουν δύναμη από το βιβλίο για να δούνε πιο φωτεινά τη ζωή τους.
Ποιες ιδιαιτερότητες συναντήσατε στη συγγραφή αυτής της ιστορίας;
Κατά τη συγγραφή του «Ανεμόγερτου» η δυσκολία ήταν πως το πρόβλημα που είχα ήταν έντονο και άμεσο σε σχέση με νευρολογικά θέματα, κρίσεις πανικού, έλεγχο συνείδησης, διαχείριση σκέψεων κ.α., οπότε γράφοντάς τον ήταν πολύ «καυτό το τηγάνι» για να το πιάσω με γυμνά χέρια. Όποιος θα διαβάσει τον «Ανεμόγερτο» θα παρατηρήσει ότι το έργο ξεκινά δειλά και με κάποιες παύσεις, κι ετούτο συνέβη καθώς αποτελούσε καταγραφή σε πραγματικό χρόνο και ενόσω πάθαινα τις κρίσεις, οπότε έπρεπε να σταματώ μέχρι να καταλαγιάσει η ψυχική φουρτούνα και να συνεχίσω άλλη στιγμή. Στην πορεία κατάλαβα πως η διαδικασία γινόταν ολοένα και πιο μαλακή –κατά σημεία βοηθούσε η χρήση σαρκασμού και χιούμορ, παρά τη σοβαρότητά του ως θέμα–, και έτσι, βήμα το βήμα και σελίδα τη σελίδα, κατάφερα να ολοκληρώσω το ταξίδι του και σήμερα να χαμογελώ. Βέβαια, θα πρέπει εδώ να σας πω ότι ο «Ανεμόγερτος» είναι το ένα ποδάρι επάνω στο σχοινί που ενώνει τη ζωή μου με την τρέλα, το δεύτερο είναι ο «Παραθεριστής». Αυτά τα δύο βιβλία είναι εντελώς διαφορετικά σε ύφος, γραφή, θέμα και λογοτεχνικό τόνο μεταξύ τους. Ο «Παραθεριστής» μπορεί εκδοτικά να προηγήθηκε του «Ανεμόγερτου», όμως γράφτηκε μετά από εκείνον, την περίοδο που πίστευα ότι είμαι καλά, όμως και πάλι όλα γκρεμίστηκαν –είπαμε, χρειάζονται πολλές πτώσεις πριν τελικά σηκωθείς στα πόδια σου. Τότε, χρειάστηκε να περάσω λίγο χρόνο μέσα σε ένα ίδρυμα, και εκεί, μέσα από τις συνεδρίες που έκανα με τους ψυχιάτρους, να γράψω και πάλι για να μπορέσω να διαχειριστώ εμένα και όσα συνέβησαν. Καταλήγω, λοιπόν, στο ότι η μεγαλύτερη δυσκολία για να γράψεις (αλλά και να σβήσεις πολλά από τη ζωή σου) είναι ο ίδιος μας ο εαυτός και το πώς θα τον διαχειριστούμε.
Πόσο μπορεί να πληγώσει έναν άνθρωπο μια μεγάλη αδικία και πως μπορεί ο ίδιος να την ξεπεράσει και να προχωρήσει τη ζωή του;
Σας το λέω με κάθε ειλικρίνεια: Κανένας δεν μπορεί να μας πληγώσει και κανένας δεν μπορεί να μας γιατρέψει εκτός από τον ίδιο μας τον εαυτό, όμως αυτό θα πρέπει να το θελήσουμε πρώτα εμείς, και για να το θελήσουμε, θα πρέπει να καταλάβουμε ότι το τόσο μεγάλο πρόβλημά μας –μια αδικία, μια εξαπάτηση, μια απιστία, ένας χωρισμός, ένας θάνατος και τόσα ακόμη– είναι κάτι που άπαξ και συνέβη, συνέβη έξω από εμάς, δίχως να ρωτηθούμε, δίχως να υπάρχει δυνατότητα να το αποτρέψουμε και δίχως να μπορούμε να το αλλάξουμε σε ορισμένες των περιπτώσεων. Οπότε, κάθε μα κάθε φορά που τρώμε το χαστούκι και πέφτουμε, οφείλουμε στον εαυτό μας (τον οποίο μόνο αυτόν έχουμε –σκληρό, όμως αυτή είναι η αλήθεια) να σηκωνόμαστε στα πόδια μας και να προχωράμε, όχι μεμψιμοιρώντας και ούτε περιμένοντας μια ακόμη πτώση ως έκφανση του κάρμα μας (μια δικαιολογία που την κάνουν χρήση πολλοί), αλλά γνωρίζοντας πώς θα διαχειριστούμε την κάθε επόμενη πτώση μας και κατανοώντας πως οι πτώσεις μας είναι κομμάτια της ζωής μας. Όλοι μας στις ζωές μας θα ζήσουμε περισσότερες ήττες από νίκες, και αυτό, όσο τραχύ και απογοητευτικό κι αν ακούγεται, είναι κομμάτι του κέρδους μας από αυτό που λέγεται ζωή.
Ο ήρωάς σας αναμετριέται και με την κατάθλιψη και τις κρίσεις πανικού. Τι χρειάζεται περισσότερο κάποιος που βιώνει τέτοιες καταστάσεις, ώστε να καταφέρει να τις αντέξει;
Κοιτάξτε... Το θέμα της κατάθλιψης είναι ένα μεγάλο θέμα το οποίο χρίζει ιατρικής συμβουλής, παρακολούθησης και ενίοτε φαρμακευτικής αγωγής (και εγώ, έχοντας περάσει και από τα τρία, δεν βρίσκω τίποτα κακό σε αυτά, αρκεί να γίνονται με μέτρο και όχι ως πανάκεια). Οι κρίσεις πανικού είναι το πιο άμεσο από τα κοινά προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου· για αυτό, εκτιμώ ότι φταίει ο τρόπος της ζωής μας, εννοώντας τις ιλιγγιώδεις ταχύτητες με τις οποίες τρέχει η καθημερινότητά μας, τις κοινωνικές επιταγές που όλοι κυνηγούν να εκτελέσουν, την αγριότητα των σχέσεων, την εξυπηρέτηση μιας εικόνας για τους άλλους βάζοντας σε δεύτερο πλάνο την αλήθεια μας, και τόσα ακόμη. Εκείνο που χρειάζεται κάποιος για να είναι καλά, είναι απλώς και μόνο να εκτελέσει τη σύλληψη πως η ζωή του είναι μία και μοναδική, οπότε αδίκως σκοτίζεται για πράγματα που του φαίνονται βουνό. Ξέρετε, κάθε βουνό έχει την ανηφόρα του όπως έχει και την κατηφόρα του, όμως εμείς επιμένουμε πάντα να μιλάμε για το ζόρι της υπόθεσης, εκτιμώντας πως υπάρχει μόνο αυτό. Δεν υπάρχει μόνο η ανηφόρα και ούτε μόνο η κατηφόρα! Υπάρχει όλη η διαδρομή με τα πάνω και τα κάτω της. Αν πράγματι καθίσεις σε μια γωνιά, πάρεις μερικές βαθιές ανάσες αδειάζοντας το κεφάλι του από σκέψεις και κοιτάξεις τριγύρω σου, θα συνειδητοποιήσεις πως κανένας δεν ζει διαφορετικά προβλήματα από τα δικά σου, όλοι κολυμπάμε μέσα στην ίδια σούπα ύπαρξης και όλοι μας το παλεύουμε. Όταν το καταλάβεις αυτό, συνειδητοποιώντας ταυτόχρονα και ότι ζεις, νιώσε τυχερός γι' αυτό, διότι την ίδια στιγμή χιλιάδες άλλοι πεθαίνουν και λήγει η μία και μοναδική διαδρομή της ζωής τους. Ζεις! Δεν αρκεί αυτό για να χαμογελάσεις και να προχωρήσεις τη ζωή σου; Προχώρα! Και μην ξεχνάς: προχωρώντας, πάντα κάτι διαφορετικό και απρόσμενο θα συναντάς στις γωνιές της ζωής σου που δεν έχεις κοιτάξει, μένοντας στάσιμος είναι που δεν θα αλλάξει ποτέ τίποτα.
Ο έρωτας τι ρόλο παίζει στην ιστορία σας;
Καταλυτικό, και δεν τον παίζει μόνο στον «Ανεμόγερτο» αλλά σε όλα μου τα έργα, όπως επίσης και στη ζωή μου. Ωστόσο, ο έρωτας είναι ένα συναίσθημα με φινάλε και χρόνο λήξης, όπως θα γνωρίζετε (κι ας λέμε εμείς οι ρομαντικοί πως ο αληθινός έρωτας κρατάει για πάντα –δεν κρατάει!). Περισσότερο από τον έρωτα, αγαπώ άλλα συναισθήματα, όπως η αγάπη, η εμπιστοσύνη, ο σεβασμός και το φιλότιμο, κοινώς η μπέσα που λίγοι στις μέρες μας μπορούν να αντιπροσωπεύσουν ως έννοια.
Η πανδημία του Κορωνοιού έχει επηρεάσει την διάθεση του κόσμου για το βιβλίο;
Η πανδημία εκτιμώ ότι δεν έφερε τον κόσμο κοντά αλλά τον απομάκρυνε. Αυτό, φυσικά, έχει επηρεάσει τη γενικότερη διάθεση του κόσμου, σε σχέση με όλες τις Τέχνες, όπως το θέατρο, τη μουσική, τον κινηματογράφο, όμως ας μη κοροϊδευόμαστε, η γενικότερη κουλτούρα μας δεν τείνει προς το βιβλίο και αυτό φαίνεται από τα επίσημα νούμερα των ερευνών που λένε ότι δεν διαβάζουμε και τόσο. Ο περισσότερος κόσμος βρίσκει διέξοδο ξεδίνοντας σε άλλες μορφές (και οι εφαρμογές στα κινητά έχουν πάρει φωτιά!), οπότε άσχετα με κορονοϊούς, κοινωνικοπολιτικές καταστάσεις, κοσμοϊστορικά γεγονότα, εξωγήινους ή πλάσματα από άλλες διαστάσεις, εκείνος που αγαπά το βιβλίο θα το διαβάσει σε κάθε συνθήκη, εκείνος που δεν το έχει περασμένο στην κουλτούρα του και δεν το αγαπά, δεν θα έρθει κοντά του εύκολα.