Κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις «ΑΓΓΕΛΑΚΗ» τα διηγήματα του Γιώργου Ανδρίτσου με τίτλο «Εδώ δεν είναι Αμερική (ή μήπως είναι;)»

Με το άμεσο, απλό ύφος και την κινηματογραφική τους ατμόσφαιρα, οι ιστορίες οικοδομούν ιδιαίτερους χαρακτήρες που αντιμαχόμενοι την πραγματικότητα που βιώνουν, ωθούνται στο χείλος της ύπαρξής τους.

Με φόντο μια χώρα σε οικονομική κρίση, η κάθε ιστορία χαράζει με ειλικρίνεια και δυναμισμό τη δική της πορεία, αφήνοντας μια αίσθηση δικαιοσύνης, αρμονίας και αισιοδοξίας.

Εδώ τίποτα δεν θυμίζει Αμερική. Εδώ δεν υπάρχει Χόλλυγουντ, Λας Βέγκας ή Route 66 με μοτέλ χτισμένα στο πουθενά. Εδώ όλα φαντάζουν διαφορετικά. Εδώ, λοιπόν, δεν είναι Αμερική (ή μήπως είναι;)

Γιώργος Ανδρίτσος

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΓΙΩΡΓΟΥ ΑΝΔΡΙΤΣΟΥ

Ο Γιώργος Ανδρίτσος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Έζησε για χρόνια στο εξωτερικό και εργάστηκε ως οδηγός, μπάρμαν, DJ και μάνατζερ σε εστιατόρια - μπαρ στη Σκανδιναβία, την Αγγλία, την Τενερίφη και την Ισπανία.

Το 2007 το βιβλίο του με τίτλο «A Little More Than Just Drinks & Cocktails», διακρίθηκε για τη λογοτεχνική του αξία αποσπώντας το πρώτο βραβείο για το «Καλύτερο Βιβλίο Ποτών» στον κόσμο, στην Έκθεση Βιβλίου του Λονδίνου. Έχει, επίσης, κυκλοφορήσει σε Νορβηγία, Σουηδία, Γαλλία, Κεμπέκ, Ισπανία και Ελλάδα.

Το 2010 ξεκίνησε να παρακολουθεί σεμινάρια δημιουργικής γραφής στη Βαρκελώνη, συνέχισε τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης και πήρε το μεταπτυχιακό του στη δημιουργική γραφή από το «Bath Spa University» της Αγγλίας, όπου αποφοίτησε με άριστα το 2013.

Έκτοτε παραδίδει σεμινάρια δημιουργικής γραφής στη Νορβηγία, την Αγγλία, την Ισπανία και συνεχίζει μέχρι και σήμερα στην Ελλάδα.

Έχει γράψει τη συλλογή ποιημάτων “Stop and listen”, volume Ι & ΙΙ, ενώ σύντομα ολοκληρώνει το πρώτο του μυθιστόρημα.

Έχει, επίσης, επιμεληθεί τη λογοτεχνική πραγματεία «Και το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας πηγαίνει στον… Bob Dylan», του Δημήτριου Π. Νάσκου.


Γιώργος Ανδρίτσος

Ο συγγραφέας Γιώργος Ανδρίτσος απάντησε στις ερωτήσεις του parapolitika.gr και μας έδωσε όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για το έργο του, και τα ταξίδια του που του έδωσαν έμπνευση.

Εδώ δεν είναι Αμερική ή μήπως τελικά είναι; Ποιο είναι το δικό σας συμπέρασμα;

«Όταν ξεκίνησα να γράφω τις ιστορίες για το μεταπτυχιακό μου στην Αγγλία το 2013, δεν είχα στο μυαλό μου αυτόν τον τίτλο. Έγραψα πέντε ιστορίες, τις παρέδωσα, πήρα καλό βαθμό και στα επόμενα χρόνια έγραψα άλλες δεκαπέντε. Ο τίτλος του βιβλίου μού ήρθε στην πορεία καθώς έγραφα τη συλλογή. Τον τελευταίο χρόνο που γινόταν η μετάφραση από τα αγγλικά στα ελληνικά, και με τη βοήθεια της μεταφράστριας και επιμελήτριάς μου, προσθέσαμε τον υπότιτλο ( ή μήπως είναι;) και ταυτόχρονα δυναμώσαμε τις ιστορίες συμπληρώνοντας πολιτισμικά στοιχεία που έχουν άμεση και έμμεση σχέση με τον τίτλο. Το συμπέρασμά μου είναι ότι, όχι, εδώ δεν είναι Αμερική, αλλά σε πολλά αποσπάσματα αρκετών διηγημάτων μέσα στο βιβλίο, η χώρα μας μοιάζει με εκείνη. Οι Έλληνες όπως και πολλοί άλλοι λαοί είναι επηρεασμένοι από την αμερικανική κουλτούρα σε πολλά και διάφορα επίπεδα της καθημερινότητας: ενδυμασία, τεχνολογία, γκάτζετς, λογοτεχνία, σινεμά, τρόποι συμπεριφοράς, γλώσσα κτλ.»

'Έχετε επηρεαστεί από την αμερικανική λογοτεχνία; Ποιος είναι ο αγαπημένος σας Αμερικανός συγγραφέας;

«Η αλήθεια είναι ότι έχω επηρεαστεί σε πολύ μεγάλο βαθμό από τη σπουδαία αμερικανική λογοτεχνία, η οποία διαφέρει σε πολλά από την ευρωπαϊκή. Αν και υπάρχουν σαφείς συσχετισμοί μεταξύ τους, υπάρχουν όμως και σημαντικές διαφορές στον τρόπο που οι δύο λαοί χρησιμοποιούν την αγγλική γλώσσα. Θα τολμούσα να πω ότι ενδημεί ένας πνευματικός διαχωρισμός μεταξύ των δύο χωρών. Στα γραπτά των Αμερικανών πεζογράφων μπορούμε να διακρίνουμε μία νέα φωνή, μία φωνή απαλλαγμένη από τους κοινωνικούς και εκφραστικούς περιορισμούς της παλιάς χώρας, της Αγγλίας.

Η ελευθερία, που είναι η ουσία κάθε αμερικανικής ιδεολογίας, μαζί με την πουριτανική κληρονομιά, την πλούσια παράδοση προφορικών αφηγήσεων από τους ινδιάνους, τη γεωγραφική και εθνοτική ποικιλομορφία, την επιδίωξη του νέου και του μεγάλου, τη συνεχόμενη καινοτομία και μία ισχυρή ορμή προς τα δυτικά, εκεί προς τη λαμπερή θάλασσα, κατάφερε να σμιλέψει το πνεύμα, την ψυχή και τα συναισθήματα του Αμερικανού καλλιτέχνη με αποτέλεσμα να δημιουργήσει ένα ξεχωριστό και μείζον ιδίωμα που μόνο η αμερικανική λογοτεχνία το συλλαμβάνει στην ολότητά του. Ο Τζορτζ Μπέρναρντ Σο έλεγε ότι η Αγγλία και η Αμερική είναι δύο έθνη που τα χωρίζει μία κοινή γλώσσα. Και αυτό το κατανοώ σε βάθος γιατί γράφω και διαβάζω στα αγγλικά.

Αφού διάβασα αξιοθαύμαστα έργα Ευρωπαίων ποιητών και συγγραφέων, όπως Όμηρο, Θερβάντες, Ντοστογιέφσκι, Βιρτζίνια Γούλφ, Τσέχοφ, Καμύ, Κάφκα, Καλβίνο κτλ. έστρεψα το βλέμμα μου μου στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Έτσι λοιπόν, εδώ και δύο δεκαετίες διαβάζω κυρίως αμερικανική λογοτεχνία.

Δεν μπορώ να πω ότι έχω έναν και μόνο αγαπημένο συγγραφέα. Μου αρέσουν οι Έρνεστ Χέμινγουεϊ, Τζακ Λόντον, Χέρμαν Μέλβιλ, Φλάνερυ Ο Κόνορ, Πωλ Μπάουελς, Τόνι Μόρρισον, Γουίλιαμ Φώκνερ, Τζον Στάινμπεκ, οι Μπιτ, ο Κόρμακ Μακ Κάρθυ, η Τζίλιαν Φλιν, ο Ρέιμοντ Κάρβερ, Ρίτσαρντ Φορντ, Στίβεν Κινγκ. Τους παραπάνω συγγραφείς, όχι μόνο έχω διαβάσει το έργο τους, αλλά επίσης έχω μελετήσει σε βάθος τον τρόπο που χρησιμοποιούν τα λογοτεχνικά εργαλεία στη γραφή τους και τον τρόπο με τον οποίον αντιλαμβάνονται και αποδίδουν την πραγματικότητα που βιώνουν από τον υλικό, πνευματικό και φανταστικό κόσμο, οι ίδιοι και οι χαρακτήρες τους επάνω στο χαρτί. Τα πανεπιστημιακά μεταπτυχιακά προγράμματα σου μαθαίνουν χρήσιμα και σημαντικά πράγματα για τη λογοτεχνία και τη γραφή, αλλά για να καταφέρεις να πετύχεις ένα άρτιο αποτέλεσμα και να βρεις τη δική σου μοναδική φωνή θέλει πολύ διάβασμα και λογοτεχνική μελέτη σε καθημερινή βάση».

Θα βλέπατε κάποιο διήγημά σας σεναριοποιημένο στον κινηματογράφο;

«Γιατί όχι; Θα ήταν ευχής έργο κάτι τέτοιο φαντάζομαι είναι το όνειρο κάθε συγγραφέα να δει τη μαγική δύναμη των λέξεων του να μεταμορφώνονται σε εικόνες πάνω στο πανί νικώντας έτσι δύο φορές τον θάνατο. Από τα δεκαέξι διηγήματα της συλλογής μου, τα πέντε μπορούν να συνδεθούν μεταξύ τους. Κάλλιστα θα μπορούσε να τα πάρει ένας σεναριογράφος και ένας σκηνοθέτης και να γυρίσουν μία σπονδυλωτή ταινία όπως έκανε ο Ρόμπερτ Άλτμαν με τα διηγήματα του Ρέιμοντ Κάρβερ, "Στιγμιότυπα"».

Γιώργος Ανδρίτσος

Έχετε ήδη πάρει ένα βραβείο για το καλύτερο βιβλίο ποτών στον κόσμο; Αυτή ήταν η αρχή της εκδοτικής σας περιπέτειας;

«Πράγματι, κέρδισα το βραβείο του καλύτερου βιβλίου κοκτέιλ στον κόσμο το 2007 στην έκθεση βιβλίου του Λονδίνου ανάμεσα σε τριάντα τίτλους. Αυτό που έκανε το βιβλίο να ξεχωρίσει ήταν η λογοτεχνική αξία του κειμένου, η δομή και το περιεχόμενό του.

Δεν μπορώ να πω με σιγουριά ότι το παραπάνω βιβλίο αποτέλεσε το έναυσμα της συγγραφικής-εκδοτικής μου περιπέτειας. Και ναι και όχι. Τότε είχα ήδη τελειώσει ένα σεμινάριο δημιουργικής γραφής εξ αποστάσεως και έκανα μερικές αποτυχημένες απόπειρες να γράψω διηγήματα. Αλλά ήταν πολύ δύσκολο επιχείρημα επειδή δεν είχα τις απαραίτητες γνώσεις για να ολοκληρώσω με επιτυχία ένα από τα πιο δύσκολα είδη γραφής.

Στη συνέχεια και με την έκδοση του βιβλίου μου σε έξι χώρες, μερικοί φίλοι μου με ενθαρρύναν να συνεχίσω να γράφω. Και έτσι μετά από άλλα δύο σεμινάρια, ένα στη Βαρκελώνη κι ένα στο πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης, αλλά και ένα μεταπτυχιακό στη δημιουργική γραφή από το "Bath Spa University" της Αγγλίας, άρχισα να γράφω σχεδόν σε καθημερινή βάση».

Διαβάζοντας το βιογραφικό σας βλέπω ένα ταξίδι μεγάλο σε διάφορα μέρη του κόσμου;

«Έτσι ακριβώς είναι. Έχω ζήσει, σπουδάσει και δουλέψει στη Νορβηγία, στη Σουηδία, στην Αγγλία και στην Ισπανία. Έλειπα από την Ελλάδα είκοσι εφτά χρόνια. Επίσης έχω ταξιδέψει σε πολλές χώρες ανά τον κόσμο, αλλά τα τελευταία πέντε χρόνια ζω και εργάζομαι στη Θεσσαλονίκη. Σε όσες χώρες και να έχω ταξιδέψει, η Ελλάδα είναι πάντα μέσα μου. Χαίρομαι που είμαι Έλληνας, αλλά ταυτόχρονα αυτή η χώρα κάποιες φορές με πληγώνει».

Τελικά η παγκοσμιοποίηση κάνει τις χώρες και τους ανθρώπους να είναι ίδιοι παντού;

«Δεν πιστεύω κάτι τέτοιο. Καταρχήν, ο όρος παγκοσμιοποίηση μπορεί να μετράει σχεδόν εξήντα χρόνια από τη γέννησή του, αλλά δεν είναι σύγχρονο φαινόμενο. Υπήρχε από την αρχαιότητα. Το λιμάνι του Πειραιά στα χρόνια του Περικλή έσφυζε από ζωή. Έμποροι από την Ιωνία, τη Μικρά Ασία, τη Μέση Ανατολή, την Περσία και αλλά μέρη του τότε γνωστού κόσμου, δεν αντάλλαζαν μόνο τα προϊόντα τους, αλλά και σπουδαίες σκέψεις και ιδέες. Εάν ο Πυθαγόρας, για παράδειγμα, δεν έφευγε από τη Σάμο για να πάει στην Αίγυπτο και στη Βαβυλώνα όπου και μυήθηκε σε θρησκευτικά και επιστημονικά κέντρα για πάνω από είκοσι χρόνια, δεν νομίζω ότι θα άφηνε πίσω του αυτή τη σπουδαία πνευματική κληρονομιά. Εάν ο Περικλής δεν παντρευόταν τη χαρισματική και πανέξυπνη Ασπασία, η οποία είχε έρθει από την Ιωνία φέρνοντας μαζί της έναν αξιοζήλευτο ψυχικό και πνευματικό πλούτο, τα πράγματα στο περίφημο κλεινόν άστυ της εποχής εκείνης ίσως να είχαν πάρει εντελώς διαφορετική πορεία.

Κατά τη δική μου ταπεινή γνώμη, δεν νομίζω ότι η παγκοσμιοποίηση κάνει τους ανθρώπους ίδιους. Εκτός από ένα συνονθύλευμα νέων ιδεών και αντιλήψεων, φέρνει στη ζωή μας την πολύ-πολιτισμικότητα και τολμάω να πω, αν και είμαι σε αρκετές όψεις της παγκοσμιοποίησης αντίθετος, ότι έχει αλλάξει τον κόσμο προς το καλύτερο. Αυτό που κατάλαβα ζώντας τόσα χρόνια στο εξωτερικό είναι ότι η παγκοσμιοποίηση ευνόησε την ειρηνική μου συνύπαρξη με διαφορετικούς λαούς, έμαθα τη γλώσσα τους, τα ήθη και τα έθιμά τους και κατάφερα να αφομοιώσω τα θετικά στοιχεία της κουλτούρας τους χωρίς όμως να χάσω την ταυτότητά μου ως Έλληνας. Αυτό με βοήθησε να ανοίξω τους ορίζοντές μου, να αποκτήσω έναν κοσμοπολίτικο αέρα και έναν διαφορετικό τρόπο κοσμοθέασης. Ταυτόχρονα, μου δόθηκε η ευκαιρία να συνειδητοποιήσω τα ουσιαστικά συστατικά που κάνουν τον κάθε άνθρωπο και λαό μοναδικό».

Γράφετε ήδη το επόμενο βιβλίο σας; Θα είναι μυθιστόρημα;

«Σύντομα τελειώνω το πρώτο μου μυθιστόρημα, "Σκοτεινά μονοπάτια". Είναι ένα πολύπλευρο και δυναμικό έργο που διαδραματίζεται στη Θεσσαλονίκη, σε ένα χωριό́ στα βουνά́ της Μακεδονίας, καθώς επίσης και στην Αθήνα. Ξεκίνησα να το γράφω το 2016. Είχα επηρεαστεί από ένα διήγημα του Χέμινγουεϊ, "Οι Δολοφόνοι". Έτσι αποφάσισα να γράψω ένα διήγημα, αλλά το διήγημα έγινε νουβέλα και στη συνέχεια άρχισε να παίρνει τη μορφή μυθιστορήματος. Σε αυτό το συναισθηματικό, δραματικό, αστυνομικό μυθιστόρημα, προσπαθώ να εξερευνήσω το αν η αγάπη είναι ισχυρότερη από το μίσος, αν η βία είναι η απάντηση στα προβλήματά μας και αν οι αναμνήσεις είναι ισχυρότερες από́ την πραγματικότητα; Και τέλος, υπάρχει ζωή μετά τον θάνατο;»