Μοτέλ: Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου μιλάει στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ για το νέο του έργο που είναι εμπνευσμένο από τις γυναικοκτονίες
Ο γνωστός σκηνοθέτης και ηθοποιός μιλάει για τη νέα του δουλειά στο Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν
Μια βαθιά ανθρώπινη ιστορία εμπνευσμένη από τις γυναικοκτονίες είναι το νέο έργο του Βασίλη Μαυρογεωργίου που παρουσιάζεται στο Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν σε σκηνοθεσία του ίδιου. Είναι ανατρεπτικό, ατμοσφαιρικό, έχει τίτλο «Μοτέλ» και του πήρε δύο χρόνια να το γράψει. Έξι ηθοποιοί, ο Νίκος Αλεξίου, η Κλέλια Ανδριολάτου, η Κατερίνα Λυπηρίδου, η Ιωάννα Μαυρέα, η Ελευθερία Παγκάλου και ο Χρήστος Σαπουντζής συνθέτουν μια παράσταση με ρεαλιστικό υπόβαθρο φέρνωντας στην επιφάνεια αλήθειες θαμμένες πολύ βαθιά. Από αυτές που κρύβουμε κι από τους ίδιους μας τους εαυτούς.
Κάπου μακριά, στη μαύρη ερημιά υπάρχει ένα φτηνό μοτέλ. Κάποιοι άνθρωποι ζουν σ’ αυτό, κάποιοι πεθαίνουν, και κάποιοι είναι απλώς περαστικοί. Γύρω του ένα πυκνό δάσος, μια σκοτεινή λίμνη και μια μικρή πόλη, γεμάτη μυστικά. Οι κάτοικοι ζουν μια απλή ζωή, κι έχουν μεταξύ τους μια άρρητη συμφωνία: κανείς δεν μιλάει γι’ αυτά που όλοι ξέρουν. Όμως χρειάζεται μόνο ένα μικρό σπρώξιμο για να διαλυθεί μια ολόκληρη κοινωνία.
Μια νέα γυναίκα δολοφονείται στο δωμάτιο νούμερο πέντε και γίνεται η πέτρα που ταράζει τα νερά της λίμνης και φέρνει στην επιφάνεια αλήθειες θαμμένες πολύ βαθιά. Από αυτές που κρύβουμε κι από τους ίδιους μας τους εαυτούς.
Το νέο έργο του Βασίλη Μαυρογεωργίου κινείται από τους αντιήρωες. Ένα κορίτσι που φαίνεται λίγο επικίνδυνο, λίγο διαταραγμένο στα μάτια των “φυσιολογικών”. Ένας άντρας που κάνει ένα περίεργο επάγγελμα, περιπλανιέται από τόπο σε τόπο, και αναλαμβάνει να “επιδιορθώσει” χώρους όπου έχουν γίνει άγρια εγκλήματα. Οι δυο τους βάζουν σε δοκιμασία τις συμβάσεις της κοινωνίας που τους περιβάλλει. Ξετυλίγουν το νήμα της ιστορίας από τον σκληρό ρεαλισμό στη μαγεία της κάθαρσης.
Ο γνωστός ηθοποιός και σκηνοθέτης μιλώντας στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ και τη Μαριάνθη Κουνιά εξηγεί από που άντλησε την έμπνευση του για το νέο του έργο.
Το θέατρο έχει έναν κοινωνικό και πολιτικό χαρακτήρα. Θεωρώ οτι το σύγχρονο θέατρο οφείλει να ασχολείται με κοινωνικά θέματα που μας απασχολούν αυτή τη στιγμή. Η δουλειά του είναι να κάνει το ανάποδο από την τηλεόραση και τα μέσα ενημέρωσης που επαναλαμβάνουν πληροφορίες διαρκώς, με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να γίνονται συνήθεια. Όπως, ας πουμε, τα περιστατικά δολοφονιών γυναικών που στην αρχή ήταν σοκαριστικά και σιγα-σιγα, με τον καιρό, φτάνουμε σε σημείο να τα αντιμετωπίζουμε σαν μια νέα πραγματικότητα. Το θέατρο όμως οφείλει να πατάει φρένο σ’ αυτή την κατάσταση. Στο θέατρο, οι θεατές παρακολουθούν μια ιστορία που θα τους βάλει σε διαδικασία να ξανασκεφτούν, να αναρωτηθούν ενεργοποιεί τη συζήτηση γύρω από ζητήματα που μας απασχολούν αυτή τη στιγμή, στο παρόν. Πιστεύω, με βάση τα έργα που διαβάζω, ότι οι σύγχρονοι συγγραφείς, τείνουν να γράφουν έργα επίκαιρα, με πολιτικό χαρακτήρα, χωρίς να έχουν απαραίτητα την ανάγκη τα έργα αυτά να γίνουν διαχρονικά.
Κάτι άλλο σημαντικό είναι πως η συγγραφή ενός θεατρικού έργου δημιουργεί έναν ολόκληρο κόσμο που συντίθεται πάνω στη σκηνή. Είναι μαγικό το ότι ο συγγραφέας μπορεί να φανταστεί έναν κόσμο, ο οποίος υλοποιείται, ζωντανεύει στη σκηνή τόσο άμεσα, κι έχει τη δύναμη να έλκει ανθρώπους να μπουν σ’ αυτόν, να ασχοληθούν μαζί του.
Συγκεκριμενα το “Μοτελ” μου πήρε δύο χρόνια. Γενικά πιστεύω ότι είναι καλό να δίνεις χρόνο στα πράγματα. Καθώς περνάει ο καιρός κάνεις νέες σκέψεις πάνω σε αυτό που γράφεις, αναθεωρείς, συνειδητοποιείς πράγματα, παρατηρείς την πραγματικότητα σε σχέση με αυτό. Ενώ όταν κάνεις κάτι γρήγορα, αυτό περιέχει το κομμάτι της σκέψης μιας σύντομης χρονικής περιόδου.
Έμπνευση για το “Μοτέλ” ήταν αυτές οι ιστορίες των γυναικών που δολοφονήθηκαν μέσα στην καραντίνα. Σκέφτηκα οτι οφείλουμε να ασχοληθούμε με αυτό το θέμα. Το έργο λοιπόν διαδραματίζεται σ’ ένα μοτέλ όπου έχει γίνει ο φόνος μιας γυναίκας. Εκεί φτάνει ένας εντεταλμένος καθαριστής, για να επαναφέρει το δωμάτιο σε λειτουργική κατάσταση. Ο άνθρωπος αυτός δημιουργεί μια πολύ ιδιαίτερη σχέση με την κόρη του ιδιοκτήτη του ξενοδοχείου η οποία εξελίσσεται παράλληλα με τη διερεύνηση του φόνου. Σκοπός του έργου είναι να αναζητήσει την πιθανότητα ενός νέου είδους σχέσης ανάμεσα στο αρσενικό και το θηλυκό. Μια σχέση που ξεφεύγει από κάθε σύμβαση, αψηφά τους κοινωνικούς κανόνες, η οποία μπορεί να φαίνεται περίεργη στους “κανονικούς” ανθρώπους, φέρνει όμως μια αίσθηση απελευθέρωσης και ισότητας με έναν τρόπο που δεν έχουμε συνηθίσει.
Το έργο διαδραματίζεται στην σύγχρονη Ελλάδα, κοντά σε μια επαρχιακή κωμόπολη. Το πλαίσιο της ιστορίας είναι μια κλειστή κοινωνία που κρύβει μυστικά. Άνθρωποι που ξέρουν αλλά δεν μιλάνε για όσα συμβαίνουν. Αυτή η σιωπή.
Ο βασικός λόγος είναι ο φόβος νομίζω. Οι άνθρωποι φοβούνται να μιλήσουν και να αναλάβουν κάποια ευθύνη. Είναι πάρα πολύ δύσκολο να βγεις μπροστά, να πάρεις πάνω σου τι βάρος μια κατάστασης και να σταθείς απέναντι στους άλλους. Καταλήγεις λοιπόν απλώς να δέχεσαι αυτά που συμβαίνουν και να συνεχίζεις τη ζωή σου. Μόνο που κάποια προβλήματα τελικά φτάνουν μέχρι την πόρτα σου και τότε συνειδητοποιείς ότι η σιωπή που κρατούσες απειλεί κι εσένα τον ίδιο. Σημαντικός παράγοντας επίσης είναι κι η ντροπή. Ο φόβος κι η ντροπή είναι ένας επικίνδυνος συνδυασμός.
Η καραντίνα ήταν στην πραγματικότητα μια ανάπαυλα, ένα χρονικό διάστημα όπου μας επιβλήθηκε, λόγω ενός εξωτερικού παράγοντα, να μείνουμε κλεισμένοι σπίτι και να μην κάνουμε τίποτα. Μου έκανε εντύπωση ο τρόπος που νιώσαμε αυτή την τεράστια απομόνωση. Μου φάνηκε ότι, αυτό που αναδείχθηκε στην πραγματικότητα ήταν πως είμασταν ήδη απομονωμένοι από πριν. Σαν να είναι οι διάφορες δραστηριότητες, η πίεση και το τρέξιμο της καθημερινότητας που μας ναρκώνουν και μας κρατάνε ζωντανούς. Και τη στιγμή που θα μείνουμε για λίγο μόνοι, συνειδητοποιούμε ότι, δεν έχουμε καμία επαφή με τον εαυτό μας, καμία αναζήτηση, και ότι ζούμε μόνιμα μέσα στην αποξένωση και την μοναξιά.
Πως βρεθήκατε στον χώρο της Τέχνης και από ποια ηλικία;
Όταν τελείωσα το σχολείο σπούδασα σκίτσο στη σχολή του Σπύρου Ορνεράκη. Μου άρεσε πάρα πολύ να ζωγραφίζω από μικρός. Μέχρι που μια μέρα κατάλαβα οτι μου αρέσει πιο πολύ να αφηγούμαι ιστορίες παρά να τις ζωγραφίζω. Έτσι ανακάλυψα το θέατρο και πήγα στη σχολή “Αρχή” της Νέλλης Καρρά. Ήμουν τότε 20 χρονών.
Εκείνη την περίοδο οι συνθήκες ήταν πολύ διαφορετικές. Υπήρχαν χώροι πολύ ανοιχτοί προς τους νέους καλλιτέχνες, όπως το “Θέατρο του Νέου Κόσμου” και ο “Άδειος χώρος” του Εθνικού Θεάτρου. Λειτουργούσαν υποστηρικτικά κι έδιναν το βήμα για να κάνουν παραστάσεις και να προτείνουν πράγματα καλλιτέχνες που είχαν μόλις αποφοιτήσει. Εγώ τέλειωσα τη σχολή το 2002, κι εκείνη την εποχή ξεκινούσαν διάφορες ομάδες που τους ενδιέφερε να παρουσιάσουν τη δουλειά τους, όπως οι Blitz, οι Abovo. Υπήρχε γενικά ένα κλίμα δημιουργικότητας και μια διάθεση να κατοικήσουμε σε αυτά τα θέατρα που ήταν τόσο φιλόξενα. Αυτό λοιπόν βοηθούσε να ξεπεράσουμε τις όποιες δυσκολίες κι ήταν πάρα πολύ σημαντικό για την πορεία μας στο θέατρο.
Το θέατρο σου δίνει την ευκαιρία να μελετήσεις και να αποκτήσεις γνώση σε πάρα πολλούς διαφορετικούς τομείς. Να κάνεις έρευνα για διαφορετικές φιλοσοφίες, για κινήματα, για τον τρόπο που λειτουργούσε η κοινωνία σε διάφορες εποχές, για τις κοινωνικές τάξεις… Γενικά είναι ένας χώρος από τον οποίο μπορείς να αντλήσεις πάρα πολλή γνώση και πληροφορία. Κάθε δουλειά που κάνεις μοιάζει με ένα γρίφο που πρέπει να λύσεις κι αυτό κρατάει πάντα το μυαλό σου ζωντανό. Αν δεν είχα ασχοληθεί με το θέατρο θα μου άρεσε να ήμουν ντετέκτιβ. Δεν ξέρω αν υπάρχει στα αλήθεια αυτό το επάγγελμα όπως το βλέπουμε στην τηλεόραση αλλά είναι σίγουρα πολύ γοητευτικό.
Σε μια παράσταση που σκηνοθετούσα παλιά είχε συμβεί κάτι τραγελαφικό. Υπήρχε μια παρεξήγηση σχετικά με την μουσική που θα είχαμε στην παράσταση, η οποία κατέληξε στο να εμφανιστεί τη μέρα της πρεμιέρας, από το πουθενά μια ολόκληρη μπάντα, η οποία επέμενε να ανέβει στη σκηνή και να παίξει στην παράσταση πρίμα βίστα. Εγώ δεν είχα ιδέα για όλο αυτό! Ευτυχώς το ζήτημα λύθηκε τελικά και οι μουσικοί, μαζί με τα μουσικά όργανα τους, έμειναν τελικά με χαρά και είδαν την πρεμιέρα μας από τη θέση του κοινού.
Πιστεύω ότι, τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα μετά το κίνημα “Me too”. Ελπίζω ότι, οι άνθρωποι μετά από αυτό θα είναι πιο υποστηρικτικοί μέσα στις διαπροσωπικές σχέσεις του θεάτρου, πιο ευγενικοί, θα συμπεριφέρονται ισότιμα ο ένας απέναντι στον άλλο, ασχέτως αναγνωρισιμότητας, ηλικίας και εμπειρίας. Κάνει πολύ καλό στη ζωή μας να έχουμε ενσυναίσθηση και να μην εκτονώνουμε τα προβλήματα και τα σκοτάδια μας πάνω στους άλλους.
Αυτό που με σόκαρε περισσότερο είναι η αίσθηση ότι, κατά κάποιον τρόπο, δεν μου προκάλεσε έκπληξη όλο αυτό.
Αγαπάω πολύ τη δουλειά μου και κάτι που σκέφτομαι πάντα είναι οτι θέλω να ξυπνάω το πρωί χαρούμενος και να πηγαίνω στην πρόβα χωρίς να επιβαρύνομαι από τη σκέψη οτι θα χρειαστεί να συνεργαστώ με κάποιον που μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στη ζωή μου. Έτσι, ευτυχώς, έχω αναπτύξει ένα ένστικτο και είμαι πολύ προσεκτικός στο πως επιλέγω τις συνεργασίες μου. Από την αρχή της καριέρας μου μέχρι σήμερα, οι συνεργασίες που έχω κάνει ήταν όλες πάρα πολύ ευχάριστες, υπήρχε πάντα ευγένεια, συναδελφικότητα και δεν προέκυψε ποτέ κάποιο ζήτημα που να με έχει δυσκολέψει με τέτοιο τρόπο.
Πληροφορίες παράστασης
Μοτέλ - Βασίλης Μαυρογεωργίου
Μουσική: Νίκος Κυπουργός
Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν [Φρυνίχου]
Ημέρες και ώρες παραστάσεων:
Τετάρτη 7μμ, Πέμπτη 9μμ, Παρασκευή-Σάββατο 8.30μμ., Κυριακή 6μμ.
Η υπόθεση του έργου
Κάπου μακριά, στη μαύρη ερημιά υπάρχει ένα φτηνό μοτέλ. Κάποιοι άνθρωποι ζουν σ’ αυτό, κάποιοι πεθαίνουν, και κάποιοι είναι απλώς περαστικοί. Γύρω του ένα πυκνό δάσος, μια σκοτεινή λίμνη και μια μικρή πόλη, γεμάτη μυστικά. Οι κάτοικοι ζουν μια απλή ζωή, κι έχουν μεταξύ τους μια άρρητη συμφωνία: κανείς δεν μιλάει γι’ αυτά που όλοι ξέρουν. Όμως χρειάζεται μόνο ένα μικρό σπρώξιμο για να διαλυθεί μια ολόκληρη κοινωνία.
Μια νέα γυναίκα δολοφονείται στο δωμάτιο νούμερο πέντε και γίνεται η πέτρα που ταράζει τα νερά της λίμνης και φέρνει στην επιφάνεια αλήθειες θαμμένες πολύ βαθιά. Από αυτές που κρύβουμε κι από τους ίδιους μας τους εαυτούς.
Το νέο έργο του Βασίλη Μαυρογεωργίου κινείται από τους αντιήρωες. Ένα κορίτσι που φαίνεται λίγο επικίνδυνο, λίγο διαταραγμένο στα μάτια των “φυσιολογικών”. Ένας άντρας που κάνει ένα περίεργο επάγγελμα, περιπλανιέται από τόπο σε τόπο, και αναλαμβάνει να “επιδιορθώσει” χώρους όπου έχουν γίνει άγρια εγκλήματα. Οι δυο τους βάζουν σε δοκιμασία τις συμβάσεις της κοινωνίας που τους περιβάλλει. Ξετυλίγουν το νήμα της ιστορίας από τον σκληρό ρεαλισμό στη μαγεία της κάθαρσης.
Ο γνωστός ηθοποιός και σκηνοθέτης μιλώντας στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ και τη Μαριάνθη Κουνιά εξηγεί από που άντλησε την έμπνευση του για το νέο του έργο.
Τι είναι για εσάς η συγγραφή θεατρικών έργων; Γιατί σας αρέσει τόσο πολύ το γράψιμο;
Το θέατρο έχει έναν κοινωνικό και πολιτικό χαρακτήρα. Θεωρώ οτι το σύγχρονο θέατρο οφείλει να ασχολείται με κοινωνικά θέματα που μας απασχολούν αυτή τη στιγμή. Η δουλειά του είναι να κάνει το ανάποδο από την τηλεόραση και τα μέσα ενημέρωσης που επαναλαμβάνουν πληροφορίες διαρκώς, με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να γίνονται συνήθεια. Όπως, ας πουμε, τα περιστατικά δολοφονιών γυναικών που στην αρχή ήταν σοκαριστικά και σιγα-σιγα, με τον καιρό, φτάνουμε σε σημείο να τα αντιμετωπίζουμε σαν μια νέα πραγματικότητα. Το θέατρο όμως οφείλει να πατάει φρένο σ’ αυτή την κατάσταση. Στο θέατρο, οι θεατές παρακολουθούν μια ιστορία που θα τους βάλει σε διαδικασία να ξανασκεφτούν, να αναρωτηθούν ενεργοποιεί τη συζήτηση γύρω από ζητήματα που μας απασχολούν αυτή τη στιγμή, στο παρόν. Πιστεύω, με βάση τα έργα που διαβάζω, ότι οι σύγχρονοι συγγραφείς, τείνουν να γράφουν έργα επίκαιρα, με πολιτικό χαρακτήρα, χωρίς να έχουν απαραίτητα την ανάγκη τα έργα αυτά να γίνουν διαχρονικά.
Κάτι άλλο σημαντικό είναι πως η συγγραφή ενός θεατρικού έργου δημιουργεί έναν ολόκληρο κόσμο που συντίθεται πάνω στη σκηνή. Είναι μαγικό το ότι ο συγγραφέας μπορεί να φανταστεί έναν κόσμο, ο οποίος υλοποιείται, ζωντανεύει στη σκηνή τόσο άμεσα, κι έχει τη δύναμη να έλκει ανθρώπους να μπουν σ’ αυτόν, να ασχοληθούν μαζί του.
Πόσο χρόνο σας παίρνει για να ολοκληρώσετε τη συγγραφή ενός έργου;
Συγκεκριμενα το “Μοτελ” μου πήρε δύο χρόνια. Γενικά πιστεύω ότι είναι καλό να δίνεις χρόνο στα πράγματα. Καθώς περνάει ο καιρός κάνεις νέες σκέψεις πάνω σε αυτό που γράφεις, αναθεωρείς, συνειδητοποιείς πράγματα, παρατηρείς την πραγματικότητα σε σχέση με αυτό. Ενώ όταν κάνεις κάτι γρήγορα, αυτό περιέχει το κομμάτι της σκέψης μιας σύντομης χρονικής περιόδου.
Πως εμπνευστήκατε την ιστορία του «Μοτέλ» και ποια είναι τα βασικά σημεία του έργου;
Έμπνευση για το “Μοτέλ” ήταν αυτές οι ιστορίες των γυναικών που δολοφονήθηκαν μέσα στην καραντίνα. Σκέφτηκα οτι οφείλουμε να ασχοληθούμε με αυτό το θέμα. Το έργο λοιπόν διαδραματίζεται σ’ ένα μοτέλ όπου έχει γίνει ο φόνος μιας γυναίκας. Εκεί φτάνει ένας εντεταλμένος καθαριστής, για να επαναφέρει το δωμάτιο σε λειτουργική κατάσταση. Ο άνθρωπος αυτός δημιουργεί μια πολύ ιδιαίτερη σχέση με την κόρη του ιδιοκτήτη του ξενοδοχείου η οποία εξελίσσεται παράλληλα με τη διερεύνηση του φόνου. Σκοπός του έργου είναι να αναζητήσει την πιθανότητα ενός νέου είδους σχέσης ανάμεσα στο αρσενικό και το θηλυκό. Μια σχέση που ξεφεύγει από κάθε σύμβαση, αψηφά τους κοινωνικούς κανόνες, η οποία μπορεί να φαίνεται περίεργη στους “κανονικούς” ανθρώπους, φέρνει όμως μια αίσθηση απελευθέρωσης και ισότητας με έναν τρόπο που δεν έχουμε συνηθίσει.
Στο έργο δημιουργούνται παραλληλισμοί με την Ελλάδα του σήμερα;
Το έργο διαδραματίζεται στην σύγχρονη Ελλάδα, κοντά σε μια επαρχιακή κωμόπολη. Το πλαίσιο της ιστορίας είναι μια κλειστή κοινωνία που κρύβει μυστικά. Άνθρωποι που ξέρουν αλλά δεν μιλάνε για όσα συμβαίνουν. Αυτή η σιωπή.
Γιατί σχεδόν κανείς δεν μιλάει γι’ αυτά που όλοι ξέρουν;
Ο βασικός λόγος είναι ο φόβος νομίζω. Οι άνθρωποι φοβούνται να μιλήσουν και να αναλάβουν κάποια ευθύνη. Είναι πάρα πολύ δύσκολο να βγεις μπροστά, να πάρεις πάνω σου τι βάρος μια κατάστασης και να σταθείς απέναντι στους άλλους. Καταλήγεις λοιπόν απλώς να δέχεσαι αυτά που συμβαίνουν και να συνεχίζεις τη ζωή σου. Μόνο που κάποια προβλήματα τελικά φτάνουν μέχρι την πόρτα σου και τότε συνειδητοποιείς ότι η σιωπή που κρατούσες απειλεί κι εσένα τον ίδιο. Σημαντικός παράγοντας επίσης είναι κι η ντροπή. Ο φόβος κι η ντροπή είναι ένας επικίνδυνος συνδυασμός.
Η κοινωνία μας σε ποιους τομείς πιστεύετε ότι έχει χάσει σήμερα τον προσανατολισμό της;
Η καραντίνα ήταν στην πραγματικότητα μια ανάπαυλα, ένα χρονικό διάστημα όπου μας επιβλήθηκε, λόγω ενός εξωτερικού παράγοντα, να μείνουμε κλεισμένοι σπίτι και να μην κάνουμε τίποτα. Μου έκανε εντύπωση ο τρόπος που νιώσαμε αυτή την τεράστια απομόνωση. Μου φάνηκε ότι, αυτό που αναδείχθηκε στην πραγματικότητα ήταν πως είμασταν ήδη απομονωμένοι από πριν. Σαν να είναι οι διάφορες δραστηριότητες, η πίεση και το τρέξιμο της καθημερινότητας που μας ναρκώνουν και μας κρατάνε ζωντανούς. Και τη στιγμή που θα μείνουμε για λίγο μόνοι, συνειδητοποιούμε ότι, δεν έχουμε καμία επαφή με τον εαυτό μας, καμία αναζήτηση, και ότι ζούμε μόνιμα μέσα στην αποξένωση και την μοναξιά.
Πως βρεθήκατε στον χώρο της Τέχνης και από ποια ηλικία;
Όταν τελείωσα το σχολείο σπούδασα σκίτσο στη σχολή του Σπύρου Ορνεράκη. Μου άρεσε πάρα πολύ να ζωγραφίζω από μικρός. Μέχρι που μια μέρα κατάλαβα οτι μου αρέσει πιο πολύ να αφηγούμαι ιστορίες παρά να τις ζωγραφίζω. Έτσι ανακάλυψα το θέατρο και πήγα στη σχολή “Αρχή” της Νέλλης Καρρά. Ήμουν τότε 20 χρονών.
Ποιες δυσκολίες συναντήσατε στην αρχή της καριέρας σας;
Εκείνη την περίοδο οι συνθήκες ήταν πολύ διαφορετικές. Υπήρχαν χώροι πολύ ανοιχτοί προς τους νέους καλλιτέχνες, όπως το “Θέατρο του Νέου Κόσμου” και ο “Άδειος χώρος” του Εθνικού Θεάτρου. Λειτουργούσαν υποστηρικτικά κι έδιναν το βήμα για να κάνουν παραστάσεις και να προτείνουν πράγματα καλλιτέχνες που είχαν μόλις αποφοιτήσει. Εγώ τέλειωσα τη σχολή το 2002, κι εκείνη την εποχή ξεκινούσαν διάφορες ομάδες που τους ενδιέφερε να παρουσιάσουν τη δουλειά τους, όπως οι Blitz, οι Abovo. Υπήρχε γενικά ένα κλίμα δημιουργικότητας και μια διάθεση να κατοικήσουμε σε αυτά τα θέατρα που ήταν τόσο φιλόξενα. Αυτό λοιπόν βοηθούσε να ξεπεράσουμε τις όποιες δυσκολίες κι ήταν πάρα πολύ σημαντικό για την πορεία μας στο θέατρο.
Σε ποιους δρόμους σας έχει πάει η ενασχόλησή σας με το θέατρο και αν δεν υπήρχε αυτό στη ζωή σας ποιο δρόμο πιστεύετε πως θα είχατε πάρει;
Το θέατρο σου δίνει την ευκαιρία να μελετήσεις και να αποκτήσεις γνώση σε πάρα πολλούς διαφορετικούς τομείς. Να κάνεις έρευνα για διαφορετικές φιλοσοφίες, για κινήματα, για τον τρόπο που λειτουργούσε η κοινωνία σε διάφορες εποχές, για τις κοινωνικές τάξεις… Γενικά είναι ένας χώρος από τον οποίο μπορείς να αντλήσεις πάρα πολλή γνώση και πληροφορία. Κάθε δουλειά που κάνεις μοιάζει με ένα γρίφο που πρέπει να λύσεις κι αυτό κρατάει πάντα το μυαλό σου ζωντανό. Αν δεν είχα ασχοληθεί με το θέατρο θα μου άρεσε να ήμουν ντετέκτιβ. Δεν ξέρω αν υπάρχει στα αλήθεια αυτό το επάγγελμα όπως το βλέπουμε στην τηλεόραση αλλά είναι σίγουρα πολύ γοητευτικό.
Έχετε βρεθεί ποτέ σε μία ευτράπελη κατάσταση λίγο πριν βγείτε στη σκηνή, όπου φυσικά δεν πρέπει να αφήσετε να φανεί τίποτα;
Σε μια παράσταση που σκηνοθετούσα παλιά είχε συμβεί κάτι τραγελαφικό. Υπήρχε μια παρεξήγηση σχετικά με την μουσική που θα είχαμε στην παράσταση, η οποία κατέληξε στο να εμφανιστεί τη μέρα της πρεμιέρας, από το πουθενά μια ολόκληρη μπάντα, η οποία επέμενε να ανέβει στη σκηνή και να παίξει στην παράσταση πρίμα βίστα. Εγώ δεν είχα ιδέα για όλο αυτό! Ευτυχώς το ζήτημα λύθηκε τελικά και οι μουσικοί, μαζί με τα μουσικά όργανα τους, έμειναν τελικά με χαρά και είδαν την πρεμιέρα μας από τη θέση του κοινού.
Πως είναι σήμερα οι σχέσεις των καλλιτεχνών μετά από όσα συνέβησαν πέρυσι με το κίνημα me too;
Πιστεύω ότι, τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα μετά το κίνημα “Me too”. Ελπίζω ότι, οι άνθρωποι μετά από αυτό θα είναι πιο υποστηρικτικοί μέσα στις διαπροσωπικές σχέσεις του θεάτρου, πιο ευγενικοί, θα συμπεριφέρονται ισότιμα ο ένας απέναντι στον άλλο, ασχέτως αναγνωρισιμότητας, ηλικίας και εμπειρίας. Κάνει πολύ καλό στη ζωή μας να έχουμε ενσυναίσθηση και να μην εκτονώνουμε τα προβλήματα και τα σκοτάδια μας πάνω στους άλλους.
Τι σας είχε σοκάρει περισσότερο πέρυσι από όσα είχαν αποκαλυφθεί;
Αυτό που με σόκαρε περισσότερο είναι η αίσθηση ότι, κατά κάποιον τρόπο, δεν μου προκάλεσε έκπληξη όλο αυτό.
Έχετε ποτέ κατά το παρελθόν δεχθεί κάποιου ειδους κακοποίηση στη δουλειά σας;
Αγαπάω πολύ τη δουλειά μου και κάτι που σκέφτομαι πάντα είναι οτι θέλω να ξυπνάω το πρωί χαρούμενος και να πηγαίνω στην πρόβα χωρίς να επιβαρύνομαι από τη σκέψη οτι θα χρειαστεί να συνεργαστώ με κάποιον που μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στη ζωή μου. Έτσι, ευτυχώς, έχω αναπτύξει ένα ένστικτο και είμαι πολύ προσεκτικός στο πως επιλέγω τις συνεργασίες μου. Από την αρχή της καριέρας μου μέχρι σήμερα, οι συνεργασίες που έχω κάνει ήταν όλες πάρα πολύ ευχάριστες, υπήρχε πάντα ευγένεια, συναδελφικότητα και δεν προέκυψε ποτέ κάποιο ζήτημα που να με έχει δυσκολέψει με τέτοιο τρόπο.
Πληροφορίες παράστασης
Μοτέλ - Βασίλης Μαυρογεωργίου
Μουσική: Νίκος Κυπουργός
Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν [Φρυνίχου]
Ημέρες και ώρες παραστάσεων:
Τετάρτη 7μμ, Πέμπτη 9μμ, Παρασκευή-Σάββατο 8.30μμ., Κυριακή 6μμ.